Παρασκευή 23 Σεπτεμβρίου 2016

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΔΡΑΓΑΣΑΚΗ: Η φάρσα περί Κοσκωτά μπορεί να γίνει τραγωδία

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΔΡΑΓΑΣΑΚΗ:

Η φάρσα περί Κοσκωτά μπορεί να γίνει τραγωδία

Νικόλ Λειβαδάρη
Αιχμηρά πολιτικά μηνύματα στέλνει ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης Γιάννης Δραγασάκης με συνέντευξη του στο tvxs.gr, εν μέσω της θύελλας που έχει προκαλέσει το θέμα των τηλε-αδειών και οι καταγγελίες για τα δάνεια της Attica Bank.

Προειδοποιεί ότι η ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ «σκάβουν το λάκκο τους», λέει πως κάποιοι «στήνουν σκηνικό εποχής Κοσκωτά για να πλήξουν την κυβέρνηση» αλλά «η φάρσα μπορεί εύκολα να μετατραπει σε τραγωδία» και δηλώνει ότι υπάρχουν τεράστιες ευθύνες για τα γαλάζια και πράσινα θαλασσοδάνεια.



Ο Γιάννης Δραγασάκης υπεραμύνεται επίσης του σχεδίου για «παράλληλο τραπεζικό σύστημα», ενώ αναφερόμενος στον διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδας Γιάννη Στουρνάρα σημειώνει «κάθε πράγμα στην ώρα του».

Ολόκληρη η συνέντευξη του Γιάννη Δραγασάκη στο tvxs.gr:

Τί κρύβεται πίσω από τον πόλεμο για την Attica Bank; Προκαλέσατε αίσθηση με την παρέμβαση σας ότι υπάρχουν «κέντρα και δυνάμεις που επιδιώκουν το κλείσιμο ή την εξαγορά της τράπεζας έναντι ευτελούς τιμήματος». Ποια είναι αυτά τα κέντρα;

Mόνο τον τελευταίο χρόνο καταγράφηκαν πάνω από 1.000 στοχευμένα αρνητικά δημοσιεύματα για την Τράπεζα Αττικής. Θα ήταν αφελές να πιστέψουμε ότι πίσω από αυτά υπάρχει πάντα «αθώο» δημοσιογραφικό ενδιαφέρον.

Από ιστορική άποψη, πάντως, αυτό που ζούμε είναι μία «φάρσα», διότι κάποιοι πίστεψαν ότι με άξονα τη μικρή αυτή τράπεζα μπορούν να στήσουν επικοινωνιακά ένα σκηνικό που να θυμίζει εποχή Κοσκωτά, για να πλήξουν την κυβέρνηση. Το δράμα, όμως, είναι ότι αυτή η «φάρσα» μπορεί εύκολα να μετατραπεί σε τραγωδία. Διότι ακόμη και μια μικρή φωτιά μπορεί εύκολα να γίνει πυρκαγιά στο εύφλεκτο έδαφος του χρηματοπιστωτικού τομέα.

Η Τράπεζα της Ελλάδος έχει ανταποκριθεί σωστά στον εποπτικό της ρόλο στην Attica Bank; Υπουργοί της κυβέρνησης, όπως ο Χρήστος Σπίρτζης, αποδίδουν ευθύνες στον Γιάννη Στουρνάρα για τα δάνεια που έδωσε η Τράπεζα Αττικής.

Κάθε πράγμα στην ώρα του. Τώρα, εκείνο που προέχει είναι η στήριξη της Τράπεζας Αττικής, και το κλείσιμο των διοικητικών εκκρεμοτήτων στο τραπεζικό σύστημα. Και τα δύο απαιτούν τη στενή, διαρκή και ειλικρινή συνεργασία της Τράπεζας της Ελλάδος με την εκλεγμένη κυβέρνηση της χώρας. Και σε αυτή την κατεύθυνση κινείται και η πρόσφατη συνάντηση του Πρωθυπουργού με τον Διοικητή της Τράπεζας Ελλάδος.

Σχετικά με την Τράπεζα Αττικής, η ανασυγκρότηση της διοίκησής της έχει ολοκληρωθεί. Όπως έχει ανακοινώσει, δε, η ΤτΕ, η Τράπεζα Αττικής έχει δείκτη κεφαλαιακής επάρκειας σημαντικά υψηλότερο από το ελάχιστο αποδεκτό όριο και η ρευστότητά της υποστηρίζεται κανονικά από το πλαίσιο παροχής ρευστότητας του Ευρωσυστήματος. Επομένως, οι καταθέσεις στην Τράπεζα Αττικής είναι απολύτως ασφαλείς και οι προοπτικές της είναι θετικές. 

Η υπόθεση της Attica Bank έχει συνδεθεί με τα δάνεια στον όμιλο Καλογρίτσα, έναν από τους 4 υπερθεματιστές των τηλεοπτικών αδειών. Στην πραγματικότητα, η Νέα Δημοκρατία και πολλά μέσα ενημέρωσης κατηγορούν την κυβέρνηση ότι επιχειρεί να στήσει τη «δική της τράπεζα» και, μέσα από αυτήν, το «δικό της κανάλι». Τί απαντάτε;

Η Νέα Δημοκρατία και το ΠΑΣΟΚ σκάβουν με επιμέλεια ένα λάκκο, στον οποίο τελικά θα πέσουν οι ίδιοι μέσα. Όπως διαβεβαίωσε η Τράπεζα Αττικής το δάνειο του κ. Καλογρίτσα είναι ενήμερο και καλυμμένο. Δεν συμβαίνει, όμως, το ίδιο με τα δάνεια της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ. Ούτε κάλυψη έχουν ούτε εξυπηρετούνται. Πρέπει να διαθέτουν αρκετό θράσος για να λένε όσα λένε και να μην απαντούν για το εάν και πότε θα εξοφλήσουν τα δάνειά τους τα δύο αυτά κόμματα. Δεν έχουν ακόμα καταλάβει ότι σε κάποια θέματα δεν είναι κατήγοροι, αλλά κατηγορούμενοι. Για μακρά περίοδο, η Τράπεζα Αττικής λειτούργησε ως «παραμάγαζο» του ΠΑΣΟΚ αλλά και της ΝΔ και εδώ υπάρχουν τεράστιες ευθύνες, οι οποίες ακόμα δεν έχουν καταλογιστεί.

Όμως αυτές οι πρακτικές έχουν πάρει τέλος. Και με την παρούσα κυβέρνηση δεν πρόκειται να επαναληφθούν. Πρέπει να σας πω ότι έχω ζητήσει από τις διοικήσεις όλων των τραπεζών, μεταξύ αυτών και της Τράπεζας Αττικής, αν υπάρξει οποιαδήποτε απόπειρα κυβερνητικής παρέμβασης στο έργο τους, να με ενημερώνουν. Και θέλω να διαβεβαιώσω ότι στο διάστημα που είμαστε στην κυβέρνηση δεν είχα καμία τέτοια ένδειξη ή ενημέρωση.

Θέλω να τονίσω ξανά, ωστόσο, ότι πρέπει να δούμε ως πολιτικό σύστημα και κοινωνία το ζήτημα ευρύτερα, να υπερβούμε τη λογική των «δικών μας» καναλαρχών, των «δικών μας» επιχειρηματιών, των «δικών μας» τραπεζιτών. Ο στόχος πρέπει να είναι: κοινοί κανόνες καθολικής εφαρμογής, διαφάνεια παντού, έλεγχος και λογοδοσία για όλους.

Είστε ικανοποιημένος από το διαγωνισμό για τις τηλεοπτικές άδειες; Θεωρείτε ότι ανταποκρίνεται στη δέσμευση της κυβέρνησης να χτυπήσει τη διαπλοκή;

Το φαινόμενο που στη χώρα μας ονομάστηκε «διαπλοκή» δεν είναι στατικό, αλλά εκφράζει τη διαρκή τάση του κεφαλαίου και τη μόνιμη επιδίωξη των εκφραστών του να διαπλέκονται με την πολιτική εξουσία, επιδιωκοντας προνομιακές σχέσεις, ασφαλή κέρδη και πολιτική προστασία. Η αντιμετώπιση επομένως του φαινομένου αυτού απαιτεί αντίστοιχα μόνιμη προσπάθεια και διαρκή θωράκιση.

Ο διαγωνισμός για τις άδειες ήταν μια σημαντική στιγμή σε αυτή την προσπάθεια, κυρίως διότι αποκάλυψε τί δεν γινόταν επί 27 ολόκληρα χρόνια. Όμως η αποδόμηση του παλιού δεν αρκεί για τη διαμόρφωση του νέου τοπίου. Απέχουμε ακόμη πολύ από αυτό, αλλά η κυβέρνηση έδειξε ήδη ισχυρή βούληση και αποφασιστικότητα. Και ζουν στα σύννεφα όσοι πίστεψαν ότι μπορούν, έστω και καταβάλλοντας ένα σημαντικό ποσό, είτε να συνεχίζουν τις ίδιες αυθαιρεσίες είτε να γίνουν χαλίφηδες στη θέση του χαλίφη. Η προσπάθεια για τη διαφανή και δημοκρατική ρύθμιση του ραδιοτηλεοπτικού τοπίου θα συνεχιστεί με την ίδια αποφασιστικότητα, αρχίζοντας από την υλοποίηση των ποιοτικών κριτηρίων που προβλέπει ο νόμος και με κριτήριο πάντα την υπεράσπιση του δημοσίου συμφέροντος και της αξιοπρέπειας των πολιτών από την προκλητική στάση και τη σκανδαλώδη παραπληροφόρηση των περισσότερων καναλιών και καναλαρχών.

Κάποιοι επιχειρηματίες κάνουν λόγο για πολιτική δίωξή τους από την πλευρά της κυβέρνησης. Τι απαντάτε;

Το σχήμα, μάλλον, είναι αντίστροφο. Η κυβέρνηση όχι μόνο δεν διώκει κανέναν επιχειρηματία αλλά, αντίθετα, οικονομικά συμφέροντα που αισθάνονται ότι χάνουν την ευνοϊκή μεταχείριση που τους επεφύλασσε το προηγούμενο καθεστώς προσπαθούν, επιστρατεύοντας κάθε αθέμιτο μέσο, να συκοφαντήσουν την κυβέρνηση. Αυτό, ωστόσο, ήταν δεδομένο και προβλέψιμο. Διότι η μετάβαση σε ένα ρυθμισμένο περιβάλλον με κανόνες κοινούς για όλους δεν αποτελεί μια αυτόματη η κοινωνικά ουδέτερη διαδικασία αλλά, στη διαμορφωμένη κατάσταση στη χώρα μας, συνιστά ένα βαθύ μετασχηματισμό, μια ανακατανομή ισχύος και επιρροής. Ακριβώς για αυτό έχουν σημασία, όχι μόνο η αποδόμηση του παλιού, αλλά και οι όροι διαμόρφωσης του νέου πλαισίου που αποτελεί το στοίχημα της επόμενης φάσης.

Σε αυτές τις μέρες της έντασης προβάλλεται συχνά από τα media μια φράση που είχατε πει πέρσι στη Βουλή, όταν συζητείτο η ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών: «Η ανακεφαλαιοποίηση», είχατε πει, «δεν είναι επαρκής από μόνη της. Απαιτείται η δημιουργία ενός παράλληλου συστήματος τραπεζών το οποίο δεν θα τελεί υπό την εποπτεία της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας. Απ' αυτή την άποψη έχει σημασία η στήριξη των συνεταιριστικών τραπεζών και της Τράπεζας Αττικής». Μπορεί – και πως μπορεί να γίνει αυτό χωρίς σκιές – να λειτουργήσει η Τράπεζα Αττικής ως «επενδυτικό εργαλείο»;

Ο ειδικός ρόλος της συγκεκριμένης Τράπεζας θα καθοριστεί από τη νέα Διοίκηση μέσα από διάλογο με το βασικό μέτοχο και όλους τους εμπλεκομένους παράγοντες. Το παράλληλο ή συμπληρωματικό χρηματοπιστωτικό σύστημα είναι ένα γενικότερο ζήτημα. Δεν είναι, απλά, μία δική μου ιδέα, αλλά μία πραγματικότητα σε όλη την Ευρώπη. Σε όλες τις χώρες, πέρα από τις συστημικές τράπεζες, υπάρχουν και λειτουργούν και μη συστημικές. Και πέρα από τα κλασικά, παραδοσιακά, τραπεζικά ιδρύματα, που γνωρίζαμε ως τώρα, αναπτύσσονται και νέα χρηματοδοτικά σχήματα, διότι υπάρχουν συγκεκριμένες ανάγκες χρηματοδότησης, οι οποίες πρέπει να καλυφθούν.

Παρά τη λυσσώδη αντίδραση ορισμένων, το παράλληλο σύστημα θα διαμορφωθεί και στην Ελλάδα. Και θα αποτελείται: α) από μη συστημικές τράπεζες, όπως η Αττικής, αλλά και άλλες που μπορεί να ιδρυθούν, β) από το Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων, το οποίο αν και μικρό, εξυπηρετεί συγκεκριμένες τοπικές αναπτυξιακές ανάγκες, γ) από συνεταιριστικές τράπεζες, αλλά και άλλες τράπεζες ειδικού σκοπού που ενδεχομένως θα δημιουργηθούν, δ) από μία «βεντάλια» αναπτυξιακών χρηματοδοτικών ταμείων που στο πλαίσιο ενός αναβαθμισμένου ΕΤΕΑΝ, αυτόνομα ή και σε συνεργασία με τις υφιστάμενες τράπεζες, θα επιτελούν λειτουργίες αναπτυξιακής τράπεζας, ε) από άλλους αυτόνομους δημόσιους, ιδιωτικούς ή μεικτούς θεσμούς και χρηματοδοτικά εργαλεία, όπως το υπό ίδρυση Ταμείο για τη χρηματοδότηση της έρευνας και της αξιοποίησης των αποτελεσμάτων της έρευνας, διάφοροι θεσμοί κεφαλαίων, συμμετοχών κλπ.

Ο στόχος είναι να δημιουργήσουμε δημόσια εργαλεία και θεσμούς που να μπορούν να κινητοποιούν και ιδιωτικούς πόρους, εγχώριους αλλά και ξένους, και να τους κατευθύνουν σε αναπτυξιακούς στόχους. Βεβαίως, σε ορισμένες περιπτώσεις οι εξελίξεις δεν ήταν τόσο γρήγορες όσο θα επιθυμούσαμε, διότι παρεμβαίνει και η διαπραγμάτευση με τους Θεσμούς, αλλά ας το πάρουν απόφαση κάποιοι ότι το χρηματοδοτικό σύστημα στην Ελλάδα θα ανοίξει, θα έρθει πιο κοντά στις κοινωνικές ανάγκες, θα γίνει πιο πλουραλιστικό, και πιο φιλικό ιδιαίτερα στη νέα κοινωνικά υπεύθυνη επιχειρηματικότητα, δίνοντας ευκαιρίες στον επιχειρηματικό κόσμο που νιώθει αποκλεισμένος από τη λειτουργία του παραδοσιακού τραπεζικού συστήματος.

Έχετε δεχθεί επικρίσεις για την τρίτη ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών: Ότι τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα έχουν πάρει μεν συνολικά 50 δισ. από τους φορολογουμένους, αλλά αφενός έχει χαθεί ο εθνικός έλεγχος από τις 4 συστημικές τράπεζες και, αφετέρου, δεν ανοίγουν τη στρόφιγγα των πιστώσεων για να τονωθεί η πραγματική οικονομία. Πότε θα επαναλειτουργήσει, σε πραγματικούς όρους, το τραπεζικό σύστημα;

Εμείς θεωρούμε, αντίθετα, επιτυχία το ότι ολοκληρώθηκε έγκαιρα η ανακεφαλαιοποίηση, πέρυσι, γιατί με όσα έχουν συμβεί, με το Βrexit και την κατάσταση στην Ευρώπη, θα είχαμε βρεθεί σε πολύ δυσχερή θέση αν δεν είχαμε ανακεφαλαιοποιήσει τις τράπεζες. Αποφύγαμε έγκαιρα, υπενθυμίζω, τον κίνδυνο για «κούρεμα» καταθέσεων, απειλή που μετά την ενεργοποίηση της ευρωπαϊκής Οδηγίας, ορισμένες χώρες αντιμετωπίζουν.

Σε ό,τι αφορά το τελευταίο ερώτημά σας, τα «κλειδιά» είναι δύο: Τα «κόκκινα» δάνεια και οι καταθέσεις. Εάν υπάρχει συσσώρευση «κόκκινων» δανείων και εκροή καταθέσεων δεν μπορούμε, στην πραγματικότητα, να μιλάμε για τράπεζες. Άρα, οι τράπεζες θα ανακτήσουν το ρόλο τους ως χρηματοδότες της οικονομίας, στο μέτρο που θα μειώνεται ο όγκος των μη εξυπηρετούμενων δανείων και θα επιστρέφουν οι καταθέσεις. Και από αυτήν την άποψη έχουμε θετικά σημάδια. Το δεύτερο τρίμηνο του 2016, για πρώτη φορά, σταματά η αύξηση των «κόκκινων» δανείων και αρχίζει μία μικρή μείωσή τους. Παράλληλα, έπειτα από την ολοκλήρωση της πρώτης αξιολόγησης παρατηρείται μια σταθερή επιστροφή καταθέσεων. Αρκετοί τραπεζίτες μου μεταφέρουν την εκτίμηση ότι στο τέλος του 2016 και στις αρχές του 2017 θα μπούμε, για πρώτη φορά από την αρχή της κρίσης, σε μία φάση πιστωτικής επέκτασης.

Σχετικά με τον έλεγχο των τραπεζών, είναι γεγονός ότι το ελληνικό τραπεζικό σύστημα βρίσκεται σε μια μεταβατική φάση και ένα από τα χαρακτηριστικά τη φάσης αυτής είναι ο έντονος ανταγωνισμός για τον έλεγχο της κάθε Τράπεζας ξεχωριστά και των όρων λειτουργίας συνολικά του τραπεζικού συστήματος. Ιδιομορφία αυτού του ανταγωνισμού είναι ότι δεν είναι στενά οικονομικός αλλά είναι οικονομικοπολιτικός, λόγω της ενεργού παρέμβασης των δανειστών και των ευρωπαϊκών θεσμών, συχνά με διαφορετικές ή και αντιφατικές επιδιώξεις. Ο ανταγωνισμός όμως αυτός δεν έχει κριθεί, είναι σε εξέλιξη και η έκβαση του θα καθοριστεί από τη δυνατότητα μας να συγκροτήσουμε ένα ευρύ εσωτερικό μέτωπο κοινωνικών και οικονομικών δυνάμεων του δημόσιου και του ιδιωτικού χώρου, με ευρεία πολιτική στήριξη και στόχο ένα βιώσιμο τραπεζικό σύστημα που θα λειτουργεί με ενιαίους και διαφανείς κανόνες, χωρίς προνομιούχους και αποκλεισμένους , προς όφελος της κοινωνίας.

Έχετε πει ότι δεν υπήρξε ποτέ διάσταση ανάμεσα σε εσάς και τον πρωθυπουργό ή το υπουργείο Οικονομικών για το χρονοδιάγραμμα της λύσης στο χρέος. Φαίνεται όμως να υπάρχει μια διαφορετική προσέγγιση ως προς τον οδικό χάρτη και, κυρίως, σε ό,τι αφορά τις υψηλές προσδοκίες από ορισμένες πλευρές...

Οι προσδοκίες έχουν πάντα και ένα στοιχείο υποκειμενισμού, όμως η κυβέρνηση είναι ενιαία και συλλογικά διεκδικεί να πετύχει στον παρόντα χρόνο, το καλύτερο δυνατό αποτέλεσμα για τη μείωση του χρέους, στη βάση της απόφασης του Eurogroup της 25ης Μαΐου.

Στη βάση αυτή, άλλωστε, όπως έχουν τονίσει ο Πρωθυπουργός και ο Υπουργός Οικονομικών, αλλά και ο επικεφαλής του ESM επιδιώκουμε μία πρώτη έξοδο στις αγορές εντός του 2017.

Ακόμη όμως κι όταν φτάσουμε κι εμείς στο επίπεδο χωρών όπως η Ιταλία, η Πορτογαλία, η Ισπανία, που μπορούν να δανείζονται και μάλιστα με χαμηλό επιτόκιο, δεν θα πούμε ότι τελειώσαμε με το πρόβλημα του χρέους. Θα διεκδικούμε και τότε, μία λύση τόσο για το ελληνικό όσο και για το χρέος των άλλων Κρατών-Μελών, σε κλίμακα Ευρώπης, αφού πάγια θέση μας είναι και παραμένει ότι το δημόσιο χρέος πέρα από τις ιδιαίτερες εθνικές του διαστάσεις είναι τελικά ένα ευρωπαϊκό πρόβλημα και απαιτεί μια κοινή ευρωπαϊκή λύση στη βάση της αμοιβαιοποίησης.

Αίσθηση έχει προκαλέσει το τελευταίο εβδομαδιαίο δελτίο του ΣΕΒ. Πως το αποτιμάτε;

Το θέμα είναι πολύ απλό. Ο ΣΕΒ πρέπει να αποφασίσει τι θέλει να είναι. Θέλει να είναι μια ιδεολογική «γιάφκα» της Δεξιάς και άντρο του νεοφιλελευθερισμού ή συλλογική έκφραση μίας νέας κοινωνικά υπεύθυνης επιχειρηματικότητας, στην οποία, μάλιστα, αναφέρονται ενίοτε ο Πρόεδρός του και ορισμένα στελέχη του; Η επιλογή και η ευθύνη είναι αποκλειστικά δική τους.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου