Κυριακή 4 Δεκεμβρίου 2016

Προς (δύσκολο) συμβιβασμό με ανοχή ΔΝΤ και κόφτη

Προς (δύσκολο) συμβιβασμό με ανοχή ΔΝΤ και κόφτη

Κατά την κυβέρνηση το ΔΝΤ ζητά «εδώ και τώρα» μέτρα 4,2 δις ευρώ για το 2019 και το 2020. Κατά «κύκλους» των Βρυξελλών ουδεμία συζήτηση περί νομοθέτησης τέτοιων μέτρων υφίσταται, και τα 4,2 δις αποτελούν προϊόν «δημιουργικής λογιστικής».

Η αλήθεια μάλλον βρίσκεται κάπου στη μέση. Και, κρυμμένη πίσω από ένα μπαράζ εκατέρωθεν διαρροών, τη - συνήθη – δραματοποίηση εν όψει του αυριανού Eurogroup και τις ανάγκες της επικοινωνιακής διαχείρισης, εντοπίζεται στο πιο κρίσιμο πολιτικό διακύβευμα της διαπραγμάτευσης για αμφότερες τις πλευρές: Την παραμονή ή μη του ΔΝΤ στο ελληνικό πρόγραμμα και, συνολικά, στην Ευρώπη.


Η Αθήνα δεν θέλει το ΔΝΤ

Για την ελληνική πλευρά, η έξοδος από το δράμα με μια απεμπλοκή του ΔΝΤ από το πρόγραμμα αποτελεί το ιδανικό – αν και πιο μακρινό– σενάριο. Η επιδίωξη αυτή δεν διατυπώνεται επισήμως, αλλά διαμηνύεται και διαρρέεται παντοιοτρόπως:

Υψηλόβαθμος κυβερνητικός παράγοντας – ο ίδιος που είπε ότι το Ταμείο ζητά νομοθέτηση μέτρων 4,2 δις ευρώ – διαμήνυσε ότι εάν δεν υπήρχε το ΔΝΤ η συμφωνία με τους ευρωπαίους θα είχε κλείσει εδώ και δύο εβδομάδες.

«Να αφήσουμε πίσω το Ταμείο και να προχωρήσουμε», δήλωσε επίσης, κατά τις πληροφορίες, ο αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών Γιώργος Χουλιαράκης στην Κοινοβουλευτική Ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ.

Και ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης Γιάννης Δραγασάκης έγραψε στο άρθρο του στην Εφημερίδα των Συντακτών: «Μοναδική πηγή αβεβαιότητας φαίνεται να είναι τα ερωτήματα που έχουν να κάνουν με τη στάση του ΔΝΤ και την εμμονή ορισμένων χωρών να θεωρούν τη συμμετοχή του στο ελληνικό πρόγραμμα κάτι σαν αυτοσκοπό… Τώρα ορισμένοι ζητούν η Ελλάδα να πληρώσει πάλι, αυτή τη φορά την αυτοπαγίδευση της Ευρώπης σε μια επιλογή χωρίς προοπτική. Την επιλογή ότι το ΔΝΤ πρέπει να μείνει μόνιμα στα ευρωπαϊκά πράγματα».

Στόχος η πολιτική συμφωνία

Η ελληνική θέση έχει λογική βάση: Μια έξοδος του ΔΝΤ σ’ αυτή τη φάση, έστω και δια της ένδυσης του ρόλου του «τεχνικού συμβούλου», θα έκλεινε κάθε σενάριο για μειώσεις συντάξεων και παρεμβάσεις στο Δημόσιο, θα άνοιγε τον δρόμο για πιο ευέλικτη συμφωνία στα εργασιακά και θα έδινε περισσότερο χώρο στην πολιτική απ’ ό,τι στους αριθμούς. Εν ολίγοις, θα διεύρυνε τα περιθώρια πολιτικής διαπραγμάτευσης με μια ήδη πολιτικά αποσταθεροποιημένη Ευρώπη και συν τοις άλλοις θα περιόριζε τις πιθανές ανατροπές στην απρόβλεπτη «εποχή Τραμπ».

Είναι μια θέση όμως που δύσκολα θα περάσει είτε στο αυριανό Eurogroup, είτε και σε εκείνα που θα ακολουθήσουν. Η Ευρώπη των Βρυξελλών και του ασταθούς Νότου, για διαφορετικούς λόγους, έχει πάψει προ πολλού να ομνύει στις συνταγές του Ταμείου.

«Βέτο» Σόιμπλε για συμμετοχή του ΔΝΤ

Η «συνταγή» της Ευρώπης του Σόιμπλε όμως δεν υφίσταται – στην παρούσα φάση τουλάχιστον – χωρίς το ΔΝΤ. Για την, προεκλογική, κυβέρνηση Μέρκελ το ΔΝΤ είναι η εγγύηση εφαρμογής του δόγματος της σιδηράς λιτότητας. Και η συμμετοχή του στο πρόγραμμα αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση για να συνεχιστεί η χρηματοδότηση προς την Ελλάδα.

Υπό αυτά τα δεδομένα, η συμφωνία – πακέτο για αξιολόγηση και χρέος, και πολύ περισσότερο το θέμα της συμμετοχής του ΔΝΤ, δεν πρόκειται να κλείσει στο αυριανό Eurogroup. Κατά το καλύτερο έως τώρα, σενάριο οι υπουργοί Οικονομικών θα καταλήξουν σε μια προωθημένη δήλωση προόδου για την επίτευξη τεχνικής συμφωνίας (staff level agrreement) και θα ανοίξουν τον δρόμο για να κλειδώσουν τα μέτρα για το χρέος έως τα τέλη Δεκέμβρη ή τις αρχές του 2017.

Συμβιβασμός με επέκταση του «κόφτη»

Ο δε συμβιβασμός που, κατά τις πληροφορίες από τις Βρυξέλλες, θα προσφερθεί στην Ελλάδα θα είναι η αποδοχή υψηλών πλεονασμάτων (3% με 3,5%) τουλάχιστον έως το 2021, χωρίς προληπτική νομοθέτηση μέτρων αλλά με επέκταση και μονιμοποίηση του δημοσιονομικού «κόφτη».

Είναι ένας συμβιβασμός που, κατά πληροφορίες από ελληνικές κυβερνητικές πηγές, θα μπορέσει να θεωρηθεί ανεκτός από την Αθήνα – πόσο μάλλον, εάν συνοδευθεί από μια σχετικά «γενναιόδωρη» προσέγγιση στο θέμα των μεσοπρόθεσμων μέτρων για το χρέος και μια, ασαφή έστω, υπόσχεση επανεξέτασης των στόχων για τα πλεονάσματα μετά τη λήξη του Μνημονίου (και μετά τις γερμανικές εκλογές).

Όλα αυτά βεβαίως, υπό την προϋπόθεση ότι ο Σόιμπλε δεν θα θελήσει να γίνει, για μια ακόμη φορά, ο εμπρηστής της τελευταίας στιγμής. Και ότι το ΔΝΤ δεν έχει ισχυρούς – πολιτικούς – λόγους να πυρπολήσει την Ευρώπη…


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου