Με το φως του λύκου επανέρχονται
ΓΙΩΡΓΟΣ Χ.ΠΑΠΑΣΩΤΗΡΙΟΥ
Και με το φως του λύκου(και των εκλογών) επανέρχονται οι απόψεις, που μας εμβάλλουν την ενοχή ότι «μαζί τα φάγαμε», ότι μαζί καταναλώσαμε, μαζί διορισθήκαμε, μαζί στείλαμε εκατομμύρια ευρώ στις offshores και στην Ελβετία, μηδενός εξαιρουμένου, ούτε του άστεγου της πλατείας Κλαυθμώνος μηδέ του ενός εκατομμυριοστού εκ των ανέργων, καθώς όλοι μαζί καταστρέψαμε τη χώρα!
Γιατί σύμφωνα με τον πατέρα τις ιδέας, Θ.
Πάγκαλο, «στις δημοκρατίες δεν υπάρχουν ανεύθυνοι πολίτες». Και ο
αντιπρόεδρος της κυβέρνησης έχει… δίκαιο. Υπό την προϋπόθεση, όμως, ότι
οι δημοκρατίες λειτουργούν πραγματικά ως δημοκρατίες. Ένα καθεστώς
διαπλοκής και διαφθοράς είναι δημοκρατικό; Μία δημοκρατία μπορεί να
αξιολογηθεί ως τέτοια, σύμφωνα με το Ν. Μπόμπιο, με κριτήριο το «βαθμό
πολιτικής βίας που υπάρχει ακόμα σ’ αυτήν(σ.σ. αστυνομικό κράτος), πόσο
μεγάλο τμήμα των πολιτικών σχέσεων είναι ακόμα μυστικές(σ.σ. διαπλοκή
πολιτικού συστήματος με μέσα ενημέρωσης και οικονομικά συμφέροντα), πόσο
μεγάλη είναι η δεσμευτική ισχύς των συμφωνιών μεταξύ των κοινωνικών και
των πολιτικών δυνάμεων (σ.σ. ασυνέπεια υποσχέσεων και απαξίωση
πολιτικής)…».
Πληροί η ελληνική δημοκρατία τα παραπάνω κριτήρια; Φοβόμαστε πως όχι. Γι’ αυτό η σημερινή κρίση είναι πολιτικο-οικονομική αλλά και κοινωνικο-πολιτισμική. Μέχρι, χθες, όποιος δεν κατανάλωνε δεν υπήρχε. Και επειδή ο κ. Πάγκαλος δεν ήταν κατά δήλωσή του «οπαδός» του κ. Άκη Τσοχατζόπουλου, ήταν, όμως, οπαδός του κ. Κ. Σημίτη και των εκσυγχρονιστών του, που νομιμοποίησαν τη «λαμογιά», ανάγοντάς την σε μία μορφή διακυνδίνευσης στην περίφημη «κοινωνία του ρίσκου».
Η διαφθορά,
τότε, δεν ήταν παρά μία μορφή διακινδύνευσης, αρκεί να ήσουν «έξυπνος»
για να μην συλληφθείς. Όσοι τολμούσαμε να θίξουμε τις πολιτικές και
ηθικές συνέπειες του πλιάτσικου, χαρακτηριζόμαστε «γραφικοί και
συντηρητικοί ηθικολόγοι», ενώ ο Σημίτης μας παρέπεμπε στον εισαγγελέα!
Σχετικά δε με τη μομφή ότι καταναλώναμε παραπάνω από όσα παράγαμε, ότι
δανειζόμασταν υπέρμετρα, θα υπενθυμίσουμε τον διαφημιστικό βομβαρδισμό
και τις αφόρητες οχλήσεις των τραπεζών, που παρείχαν εύκολο και φθηνό
χρήμα. Αλλά η κατανάλωση δεν ήταν μια απλή υπόθεση αλλά και μία
κοινωνικο-πολιτισμική συνθήκη.
Αυτός που ζούσε μετρημένα ήταν «λούζερ» ή
«ξενέρωτος». Ακόμη περισσότερο, αν ήθελες να είσαι ενταγμένος στην
κοινωνία όφειλες να καταναλώνεις. Γιατί η κατανάλωση μας συνείχε ως
κοινωνία, μ’ αυτή «μιλούσαμε» και μέσω αυτής «αναγνωριζόμαστε» από τους
άλλους, αλλά και αναγνωρίζαμε κατ’ επέκταση τον εαυτό μας. Όλη η ζωή
κινούνταν γύρω από τον πυρήνα της κατανάλωσης. Καταναλώναμε υλικά
προϊόντα, κυρίως του εμφαίνεσθαι, καταναλώναμε τις σχέσεις μας,
καταναλώναμε βουλημικά το σεξ, την πορνογραφία, τις ακραίες εμπειρίες,
τις μεταμορφώσεις του σώματός μας, τις γνωριμίες μέσω του διαδικτύου,
καταναλώναμε τελικά την ίδια την εικόνα ή τις εικόνες του εαυτού μας.
Γι’ αυτό η σημερινή μοναξιά εξαιτίας της οικονομικής καταστροφής
εισπράττεται ως ριζική ματαίωση και συνυφαίνεται με την έλλειψη
επικοινωνίας, δηλαδή κατανάλωσης, με τον αποκλεισμό από την αγορά
εκείνων των σημείων/συμβόλων που μας καθιστούν αναγνωρίσιμους/ορατούς
στο βλέμμα των άλλων. Γι’ αυτό οι αυτοχειρίες.
Συνεπώς, η κρίση δεν
είναι απλώς συστημική αλλά πολύ-συστημική και η αντιμετώπισή της δεν
μπορεί να επιτευχθεί όπως φάνηκε μέχρι σήμερα χωρίς την κινηματική
συνέργια της ελληνικής κοινωνίας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου