Στους διαδρόμους συναντιούνται τα βλέμματα μας. Καλά; Καλά μωρέ. Διακοπές θα φύγεις; Ναι, φεύγω σε μια βδομάδα; Άντε με το καλό. Άσε δεν αντέχω άλλο. Μάτια που σχεδόν παραξενεύονται. Ουπς τι είπα; Ξέχασα. αυτά δε λέγονται στη δουλειά. Στη δουλεία δε γίνεται να λες πως δεν αντέχεις άλλο και πως κουράστηκες. Αυτοί που δουλεύουν πάνω από δεκαπέντε χρόνια το ξέρουν. Στη δουλειά πρέπει να δείχνεις πως την άδεια την παίρνεις όχι γιατί θες αλλά γιατί επιβάλλεται από το νόμο. Το τρείς και σήμερα που σου βγαίνει αυθόρμητα να απαντήσεις σε κάθε ερώτηση του πότε φεύγεις διακοπές  πρέπει να το πνίξεις μαζί με όλα τα άντε γαμηθείτε που θέλησες να τους πεις.
Οι καλοί εργαζόμενοι φεύγουν για διακοπές χωρίς να δείχνουν πόσο το θέλουν. Οι καλοί εργαζόμενοι είναι stand by στις διακοπές. Άκου εκεί stand by. Κάποτε μου είπαν σε μια δουλειά να πάω σε νησί που θα έχει σήμα για να μπορώ να μιλήσω στο τηλέφωνο και να γυρίσω αν χρειαστεί.

Μόλις μια βδομάδα πριν, μια μέρα με καύσωνα μου πε μια συνάδελφος περαστικά όταν της είπα πως θα πάω για μπάνιο στη θάλασσα μετά τη δουλειά. Μια άλλη συνάδελφος γύρισε μετά από μια εβδομάδα άδεια λες και δεν την είδε ποτέ ο ήλιος. Μπορεί να έχουν και οι δύο φωτοφοβία δε ξέρω. Άκουσα και για κάποιον που πιστεύει ότι οι διακοπές φταίνε για τα χάλια της χώρας. Αν κάναμε λέει λιγότερες δεν θα είχαμε αυτά τα χάλια ή κάπως έτσι.
Έτσι που μας βλέπω, μας λυπάμαι. Μας έχει πιάσει για τα καλά η τρομοκρατία τους. Αυτή που πάντα υπήρχε αλλά κάπως μαλάκωνε στη σκέψη ότι μπορεί κάπου να υπάρχει καλύτερα. Μπορεί να πέσω σε άνθρωπο. Τώρα που είμαστε περισσότερο αναλώσιμοι από ποτέ φοβάσαι και να δείξεις και το πόσο κουρασμένος είσαι. Λες και όλο το χρόνο καθόσουν, λες και είναι παράλογο να κουράζεσαι εξ’ αρχής. Ξέρεις, σου είπαν, φαντάζεσαι πως θα βρουν κάποιον με λιγότερα λεφτά. Κάποιον που δε θα κουράζεται στο τέλος του χρόνου ή που τουλάχιστον θα έχει τον επαγγελματισμό να μην το δείχνει. Όλα τα ωραία στα χέρια τους θα γίνουν ταμπού .
Μια μέρα θα πάμε στα γραφεία και θα έχουν τοιχοκολλημένες τις απαγορευμένες λέξεις. Ένα μεγάλο άσπρο χαρτί με κόκκινα γράμματα θα λέει: Απαγορεύεται η χρήση των παρακάτω λέξεων και των παράγωγων τους: Διακοπές, καλοκαίρι, ξεκούραση, αραλίκι, άραγμα, τούφα, ντάγλα, ήλιος, παραλία, άμμος, βότσαλο, νησί, κούραση, βαριέμαι, χαλαρώνω, ξεκουράζομαι.
Θα έχει στο τέλος αστερίσκο με μαύρα που θα λέει ‘Εξαιρείται το αναπαύομαι’. Μάλλον για τις περιπτώσεις αυτών που θα πεθάνουν πριν συνταξιοδοτηθούν.
Πριν από το θάνατο πάνω στο γραφείο προτείνω στο επόμενο μίτινγκ να πούμε για κείνα τα καλοκαίρια που μας φώναζαν να φάμε και μεις τρέχαμε στη θάλασσα. Που τρώγαμε γεμιστά με τα αλάτια και τα νερά να τρέχουν από τα μαλλιά στο πιάτο. Που οι ώρες μετά το φαγητό και μέχρι την επόμενη βουτιά έμοιαζαν αιώνες. Τα καλοκαίρια που  βλέπαμε σε θερινό τον τελευταίο αυτοκράτορα και το σινεμά ο παράδεισος τρώγοντας καλαμάκια από το διπλανό σουβλατζίδικο. Που γράφαμε για τον ανεκπλήρωτο έρωτα και τα άραγε να μ’ αγαπάει σε όλες τις σελίδες. Ή μήπως το θεωρήσουν αντιπαραγωγικό;
Μήπως να τους προλαβαίναμε και να τοιχοκολλούσαμε εμείς στους τοίχους τους ερωτικά γράμματα με βρώμικες λέξεις και αντιπαραγωγικά σενάρια καλοκαιριού;. Μήπως στην τρομοκρατία τους να απαντούσαμε με σιέστες; Με περιγραφές από τεντώματα στον ήλιο και τη ζαλούρα από το ούζο στο ηλιοβασίλεμα;
Χρόνια τώρα σταματήσαμε να θέλουμε, αν θέλαμε και ποτέ. Χρόνια τώρα πρέπει. Πρέπει στον χώρο εργασίας να δείχνεις πάντα πρόθυμος, ακούραστος, διαθέσιμος. Σαν καλή πουτάνα.