Την
έμμεση φοροδιαφυγή, τις παχυλές αποζημιώσεις και την επιδοματική
πολιτική που απολαμβάνουν οι Έλληνες βουλευτές έρχεται να καταδείξει
βεβαίωση βουλευτικής αποζημίωσης, που δημοσιεύεται για πρώτη φορά.
Ακόμα και εν καιρώ Μνημονίου, που επιβάλλονται εξοντωτικά φορολογικά
μέτρα στο κοινωνικό σύνολο, τα στοιχεία που αφορούν στη θεσμοθετημένα
μηδαμινή φορολόγησή των «300» αδυνατούν συχνά να δουν το φως της
δημοσιότητας, καθώς αποκρύπτονται τεχνηέντως από τα ΜΜΕ και τους
κοινοβουλευτικούς παράγοντες.
Αφορολόγητα τα έσοδα των βουλευτών
Η παρατεθείσα βεβαίωση βουλευτικής αποζημίωσης έρχεται να αποκαλύψει
την κατάφωρη ανισότητα που επικρατεί απέναντι στο φορολογικό νόμο μεταξύ
πολιτών και βουλευτών. Συγκεκριμένα, οι Έλληνες βουλευτές
συγκαταλέγονται στους πιο ακριβοπληρωμένους της Ευρώπης, με το μισθό
τους να αγγίζει τα 108.000 ευρώ ετησίως και όπως διαπιστώνεται,
αποδίδουν στην εφορία μόλις 1.900 ευρώ ενώ για αντίστοιχο εισόδημα
ορίζεται από τη φορολογική κλίμακα απόδοση φόρου της τάξης των 32.000
ευρώ.
Στην πραγματικότητα πρόκειται για «μαύρα» βουλευτικά κέρδη καθώς υπόκεινται σε φορολογικό συντελεστή
μόλις 1,5%.
Σε αντίστροφη αναλογία, οι χαμηλόμισθοι, οι συνταξιούχοι και οι
άνεργοι αντιμετωπίζουν πολύ υψηλότερους συντελεστές για εμφανώς
χαμηλότερα εισοδήματα, σε συνδυασμό με την πρόσφατη μείωση του
αφορολόγητου από τα 12.000 ευρώ στα 8.000 και τις αλλεπάλληλες
περικοπές μισθών και συντάξεων.
Στο φορολογικό απυρόβλητο και τα βουλευτικά καθήκοντα
Εκτός από το οικονομικό όφελος που απολαμβάνουν λόγω της ταχυδρομικής,
συγκοινωνιακής, τηλεφωνικής ατέλειας, της παροχής των εξόδων κίνησης,
του επιδόματος οργάνωσης τού γραφείου τους και άλλων προνομίων, κάποιες
από τις βουλευτικές αρμοδιότητές τούς προσφέρουν ακόμα περισσότερα
καθαρά κέρδη.
Σύμφωνα με τη βεβαίωση του οικονομικού έτους 2010 που δημοσιεύεται, αφορολόγητο εισόδημα ύψους
18.000 ευρώ το χρόνο
απέφερε στους βουλευτές η συνταγματικά κατοχυρωμένη συμμετοχή τους σε
κοινοβουλευτικές επιτροπές. Παρά την έγκριση από την Ολομέλεια τής
Βουλής για μείωση κατά 50% της συγκεκριμένης αποζημίωσης, η παραπάνω
βουλευτική αρμοδιότητα εξακολουθεί να εξαιρείται πλήρως από τη φορολογική κλίμακα. Σύνηθες φαινόμενο δε, αποτελεί και η εικονική συμμετοχή των βουλευτών, με μόνο σκοπό την είσπραξη του προαναφερθέντος ποσού.
Επάγγελμα «Βουλευτής»: Η πιο κερδοφόρα επιχείρηση
Έντονη δυσανασχέτηση προκαλεί, ακόμα, η πάγια κράτηση «Υπέρ Κόμματος» που επιβάλλεται κατά βουλευτική κεφαλήν και ανέρχεται στα 7.139 ευρώ ετησίως,
τη στιγμή που υφίσταται ήδη μια γενναιόδωρη τακτική κρατική
επιχορήγηση των κομμάτων, έσοδα από τις εισφορές των μελών τους αλλά και
έκτακτη εκλογική επιχορήγηση σε εκλογικές περιόδους.
Χαρακτηριστικά αναφέρεται ότι η τακτική κρατική επιχορήγηση των κομμάτων για το 2009 -έτος εκλογών-ανήλθε στα
68,2 εκατομμύρια ευρώ, ενώ το 2010 περιορίστηκε στα 52,7 εκατομμύρια ευρώ.
Προϋπόθεση για να λάβει κάποιο κόμμα την κρατική επιχορήγηση είναι να έχει συγκεντρώσει στις προηγούμενες εκλογές ποσοστό μεγαλύτερο από 1,5%.
Στις τελευταίες εκλογές του 2009 τα κόμματα που ξεπέρασαν το 1,5%
συγκέντρωσαν περίπου 6,75 εκατομμύρια ψήφους. Μια απλή μαθηματική πράξη
αρκεί για να αποδείξει ότι για κάθε ψήφο που λαμβάνουν έχουν κέρδος περί τα 10 ευρώ, τη στιγμή που στη Γερμανία το αντίστοιχο ποσό κυμαίνεται στα 0,70 ευρώ.
Το «οικονομικό κραχ» των κομμάτων
Παράλληλα, η πιο αλόγιστη σπατάλη χρήματος συντελείται από τους ίδιους
τους διαχειριστές της εξουσίας και τους «μαέστρους» της οικονομίας.
Παρά το γεγονός ότι ασύλληπτα ποσά φαίνεται να διακινούνται στους
κόλπους των κομμάτων, τα τελευταία χρίζονται επάξια ως οι μεγαλύτεροι
οφειλέτες του τραπεζικού συστήματος. Μόνο το ΠΑΣΟΚ και η ΝΔ έχουν χρέη ύψους 233.800.000 ευρώ στις τράπεζες,
εξ αιτίας των οποίων έχουν υποθηκεύσει έως και το 2016 την κρατική
τους επιχορήγηση, δηλαδή λεφτά που θα εισπραχθούν από τους φόρους των
πολιτών.
Η σιωπή του συνόλου των κομμάτων προδίδει τη συνενοχή τους απέναντι
στις φορολογικές τακτικές που ευνοούν την πολιτική εξουσία, επιβαρύνουν
τον κρατικό προϋπολογισμό και απομυζούν έτσι το σώμα των φορολογούμενων
πολιτών. Ο δρόμος που οδηγεί στη φοροαπαλλαγή, στη φοροδιαφυγή και εν
τέλει σε «νόμιμη φοροκλοπή» ανοίγεται διάπλατα πρώτα από το ελληνικό
κοινοβούλιο, την ίδια στιγμή που το ίδιο δε διστάζει να νομοθετήσει
χωρίς κοινωνική ευαισθησία σκληρά και άγρια φορολογικά μέτρα εις βάρος
των πιο αδύνατων στρωμάτων της ελληνικής κοινωνίας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου