Όλες οι μέρες (πλέον) είναι του Αλέξη
του Μάνου Αυγερίδη
Σάββατο βράδυ στη γειτονιά των Εξαρχείων. Δύο αστυνομικοί «περιπολούν» την περιοχή, με όσα εισαγωγικά έχουν ανάγκη οι λέξεις όταν η πραγματικότητα τις ξεπερνά — η ακριβέστερη διατύπωση πιθανώς είναι: «δυο μπάτσοι πουλάνε νταηλίκι, τραμπουκίζοντας τους περαστικούς»· «μπάτσοι διαλεχτοί που ψάχνουν πασαρέλα», όπως λέει το γνωστό τραγούδι. Κατεβαίνουν από το περιπολικό και κατευθύνονται πεζοί προς ένα τσούρμο εφήβων. Φωνές, σειρήνες και πυροβολισμοί μπλέκονται σε μια περίεργη (αν και όχι πρωτότυπη) σύνθεση, μακάβρια. Απομακρύνονται αργά, χωρις να κοιτάξουν πίσω. Μπαίνουν στο περιπολικό και φεύγουν.
Ένα δεκαπεντάχρονο παιδί κείτεται νεκρό,
δολοφονημένο. Αλέξανδρος Γρηγορόπουλος το όνομά του, Αλέξης. Δεν ήταν ο
πρώτος ούτε ο μόνος που έχασε τη ζωή του από χέρι αστυνομικού στα χρόνια
της μεταπολίτευσης. Είχε προηγηθεί ο Ιάκωβος Kουμής, η Σταματίνα
Κανελλοπούλου, ο Μιχάλης Καλτεζάς, ο Νίκολας Τόντι και άλλοι, μετανάστες
κυρίως, αλλά και Έλληνες, που δεν μάθαμε ποτέ ή δεν συγκρατήσαμε τα
ονόματά τους. Κι ανάμεσά τους τα τόσα ακόμη κρούσματα και οι
διαφορετικές μορφές καταστολής, βίας και αυθαιρεσίας που πληθαίνουν
δημιουργώντας μια κανονικότητα· φέρνοντάς μας ξανά μπροστά στην κρίσιμη
συζήτηση για την ύπαρξη και τον ρόλο της αστυνομίας, τον αυταρχισμό του
κράτους, τα όρια αυτού που ονομάζουμε (καθ’ υπερβολή άραγε;)
«δημοκρατία» και τους τρόπους αντίδρασης σε ό,τι συμβαίνει, τα δικά μας
μέσα, τα ερωτήματα και τις απαντήσεις μας.
Η δολοφονία του Γρηγορόπουλου, από την
οποία μεθαύριο συμπληρώνονται τρία χρόνια, και τα γεγονότα που
ακολούθησαν, υπήρξε αναμφισβήτητα ένα ορόσημο, συμβολικά και πραγματικά.
Οι λέξεις «Δεκέμβρης» και «Δεκεμβριανά» ανασημασιοδοτήθηκαν, απέκτησαν
μια δεύτερη ζωή που δεν αφορά ασφαλώς μόνο το στενά «κινηματικό»
λεξιλόγιο. Πλέον πρέπει να διευκρινίζει κανείς για ποιόν Δεκέμβρη
μιλάει· ενδεχομένως, μάλιστα, να είναι πια σχεδόν αδύνατη η μνημόνευση
του ενός έξω απ’ το φίλτρο του άλλου.
Από την άλλη μεριά, με αφορμή τον
Δεκέμβρη άλλαξαν πολλά τόσο στον κινηματικό μας μικρόκοσμο όσο και στην
κοινωνία ευρύτερα. Το μέγεθος της συμμετοχής στην αντίδραση που
συνέγειρε το γεγονός είναι ενδεικτικό. Η δολοφονία του Αλέξη προκάλεσε
σε μεγάλη έκταση μια κοινωνική δυναμική αντίστασης, οργής και
αγανάκτησης. Ένα κομμάτι της νεολαίας πολιτικοποιήθηκε εκ των πραγμάτων
βίαια, μπαίνοντας (άτσαλα ίσως, είναι αλήθεια) στον κινηματικό στίβο.
Νέες συλλογικότητες δημιουργήθηκαν, πολιτικοϊδεολογικοί χώροι και
νοοτροπίες ενισχύθηκαν ή αποδυναμώθηκαν, νέα μέσα ενημέρωσης, διάδοσης
της πληροφορίας και συμμετοχής μπήκαν για τα καλά στη ζωή μας,
αλλάζοντας τον τρόπο με τον οποίο σκεφτόμαστε τις εν λόγω έννοιες. Η
διαδικασία αυτή, που ούτως ή άλλως είναι διαρκής, δεν έχει ολοκληρωθεί
και παραμένει ανοιχτή. Τροφοδοτήθηκε δε στη συνέχεια από τις μορφές (και
το λεξιλόγιο) της κρίσης που άγγιξαν και συσπείρωσαν μεγάλα τμήματα της
ελληνικής κοινωνίας. Παρ’ όλα αυτά, προς το
παρόν χάνουμε. Συγκυριακά ή μη, τον Δεκέμβρη του 2008, εγκαινιάστηκε
μια εποχή κρίσης και βίας –η αρχή του τέλους της μεταπολίτευσης, αν
θεωρήσουμε το Μνημόνιο ταφόπλακα;– που δείχνει να σαρώνει τα πάντα έως
τώρα το διάβα της, χωρίς σε καμία περίπτωση να υπονοώ ότι πρόκειται για
μια πορεία νομοτελειακή και χωρίς επιστροφή· επιστροφή, όχι στο
παρελθόν, αλλά στο δικό μας μέλλον.
Ανάμεσά στις λίγες αυτές σκέψεις, εν
είδει σημειώματος, με αφορμή μια θλιβερή επέτειο, ένα ερώτημα
επανέρχεται επιτακτικά. Οι απαντήσεις του (όπως συμβαίνει συνήθως)
μπορεί να είναι συγχρόνως δημιουργικές ή άγονες, χρήσιμες ή επικίνδυνες:
Τελικά, τι μάθαμε απ’ τον Δεκέμβρη;
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου