Η ευρωπαϊκή οικονομική κρίση έχει βαθύτερα αίτια από τα στερεότυπα για τον «τεμπέλη» Νότο
Από το στρεβλό ξύλο της ευρωπαϊκής ενοποίησης τίποτα ίσιο δεν φτιάχτηκε
Γιώργος Σιακαντάρης
Οι στερεοτυπικές και απολίτικες αντιλήψεις για τον
«τεμπέλη» Νότο, για τους μη Ευρωπαίους μεσογειακούς λαούς στους οποίους
πρωτεύουσα θέση κατέχουν οι «ανατολίτες» Έλληνες, πρέπει να δώσουν τη
θέση τους σε αναλύσεις που θα αποφεύγουν τα ουδόλως αθώα, από οικονομική
άποψη, στερεότυπα. Βεβαίως η προσπάθεια να δει κανείς τα πράγματα στη
συνθετότητά τους και όχι στην απλοϊκή μορφή του «αμαρτωλού», ο οποίος
πρέπει να τιμωρηθεί για να εξαγνισθεί, εμπεριέχει κινδύνους. Αυτοί
αφορούν την άρνηση απόδοσης ευθυνών στον κρατικίστικο και πελατειακό
τρόπο συγκρότησης των μεσογειακών ευρωπαϊκών κρατών. Από την άλλη η
μονομερής απόδοση ευθυνών σ’ αυτά τα κράτη-παρίες απειλεί τα θεμέλια της
ευρωπαϊκής ενοποίησης, περισσότερο από τα ελλείμματα και τα χρέη τους.
Είναι λάθος να εκλαμβάνουμε την ευρωπαϊκή ενοποίηση είτε μόνο ως νομισματική ενοποίηση, είτε μόνο ως διακρατική αλληλεγγύη. Το μείζον καθήκον της ευρωπαϊκής ενοποίησης, όπως αρχικά την οραματίστηκαν αυτοί που την προώθησαν, ήταν η στήριξη του ενιαίου νομίσματος με πολιτικές σύγκλισης των επιμέρους κρατικών οικονομιών. Γιατί όταν ενοποιείς νομισματικά χώρες με υψηλές εξαγωγικές και παραγωγικές δυνατότητες με χώρες με χαμηλή παραγωγική βάση και ανταγωνιστικότητα είναι φυσικό επόμενο να μετατρέψεις τις δεύτερες σε απλούς εισαγωγείς των προϊόντων των πρώτων.
Η μεγάλη υποκρισία των ευρωπαϊκών πολιτικών και
οικονομικών ελίτ ήταν πως έκαναν ότι δεν καταλαβαίνουν τι σημαίνει αυτό.
Έτσι οι «τιμωροί» Μέρκελ, Σαρκοζί, Μπαρόζο, όσο υπήρχε φθηνό χρήμα στις
αγορές, ψέλλιζαν κάτι ασαφείς προειδοποιήσεις προς την Ελλάδα, όταν
αυτή από χρέος 170 δις το 2004 σταδιακά σκαρφάλωνε στα 250 δις το 2008.
Από αυτή την ανισοκατανομή ρόλων σ’ αυτή τη φάση δεν έχασε κανένας, ούτε
ο πλούσιος Βορράς ούτε και ο καταναλωτικός Νότος. Είναι επίσης αλήθεια
πως τα ευρωπαϊκά κονδύλια δεν χρησιμοποιήθηκαν για την εκβιομηχάνιση του
Νότου, αλλά για τη μετατροπή του σε πάροχο υπηρεσιών. Αυτό έγινε όμως
με τη συναίνεση του Βορρά.
Ήταν επομένως αναπόφευκτο να οδηγηθούμε εδώ, αφού η
νομισματική ενοποίηση δεν συνοδεύτηκε με φορολογική, μισθολογική,
δημοσιονομική ενοποίηση και φυσικά αφού τελικά η κάθε ηγετική ελίτ
αντιμετώπιζε τους ευρωπαϊκούς θεσμούς μέσα από το πρίσμα των
εθνικο-κρατικών της συμφερόντων. Δεν είχαμε, δηλαδή, πολιτική ενοποίηση.
Αν είχαμε, αυτό θα σήμαινε πως οι ευρωπαϊκές κυβερνώσες ελίτ έπρεπε να
είναι αποτέλεσμα κοινών εκλογικών διαδικασιών. Η κρατική λαϊκή
κυριαρχία, όπως αυτή εκφράζεται σε εθνικό επίπεδο, έπρεπε να γίνει και
ευρωπαϊκή λαϊκή κυριαρχία, μέσα από κοινές ευρωπαϊκές εκλογικές
διαδικασίες.
Αυτά όσον αφορά τα πολιτικά κενά της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης, ας
δούμε όμως και τα πνευματικά κενά. Αντίθετα απ’ όσα υποστηρίζουν
πολλοί, η παγκοσμιοποίηση των αγορών έτσι όπως συνέβη δεν σήμαινε
κατάργηση των εθνών-κρατών, αλλά καθολίκευση των ειδικών συμφερόντων του
κάθε ξεχωριστού έθνους-κράτους. Δεν είχαμε κατάργηση των εθνών-κρατών,
αλλά παγκοσμιοποίηση των ξεχωριστών συμφερόντων τους. Έτσι δεν είναι
τυχαίο που οι Μερκοζί συμμετέχουν στις ευρωπαϊκές συνόδους πρωτίστως ως
εκπρόσωποι των κρατών τους και σχεδόν καθόλου ως εκφραστές της
ευρωπαϊκής ιδέας.
Αυτή η ιδέα αποτελούσε εκείνο τον ιδεότυπο (μια δηλαδή
γενικευμένη αφαιρετική αρχή η οποία λειτουργεί ως πρότυπο, αλλά δεν
αποτυπώνει πάντα την πραγματικότητα) για το τι σημαίνει Ευρώπη και το τι
είναι ευρωπαϊκή ιστορία. Έχω και αλλού υποστηρίξει πως η Ευρώπη δεν
είναι το άθροισμα των ιστοριών της κάθε χώρας-μέλους. Αν κρίνουμε την
ιστορία κάθε χώρας ξεχωριστά, τότε κάθε μια μπορεί να νοείται ως
ευρωπαϊκή και ταυτόχρονα ως μη ευρωπαϊκή. Αυτό ισχύει για τη «διχασμένη»
μεταξύ Ανατολής και Δύσης Ελλάδα, αλλά και για τη «διχασμένη» Γερμανία
μεταξύ του ευρωπαϊκού κοινωνικού φιλελεύθερου πνεύματος και του
γερμανικού ρομαντικού κοινοτικού πνεύματος, των «διχασμένων» Πολωνίας
και Ισπανίας μεταξύ του αυστηρού καθολικισμού και των αναγεννησιακών
ιδεών. Θα μπορούσα εδώ να μιλήσω τουλάχιστον για 27 διχασμούς, αλλά η
θεωρία των πολιτισμικών διχασμών είναι μια θεωρία που δεν προσφέρει
τίποτα στην ανάλυση. Αυτό που έχει ανάγκη ένας σύγχρονος λόγος που θα
νομιμοποιήσει την ευρωπαϊκή ιδέα είναι να γίνει κατανοητό πως, πρώτον,
οι διαχωρισμοί και οι καθυστερήσεις έχουν ιστορικά αίτια και, δεύτερον,
πως η ιστορία της Ευρώπης δεν είναι η ιστορία του κάθε κράτους ξεχωριστά
αλλά η ιστορία της διαδικασίας της ευρωπαϊκής ενοποίησης, έτσι όπως
αυτή αναδεικνύεται από το πνεύμα του Διαφωτισμού.
Η ιστορία της Ευρώπης είναι η ιστορία της προσέγγισης -
απώθησης από αυτό το πνεύμα. Με αυτό το σκεπτικό η Γερμανία του Γκαίτε
και του Καντ είναι μια βαθύτατη ευρωπαϊκή χώρα, αλλά η Γερμανία του
Άουσβιτς δεν είναι. Η Ελλάδα της Αντίστασης, του Βενιζέλου, του
Παπαναστασίου, αλλά και του Παπανικολάου, του Σεφέρη, του Καστοριάδη και
πολλών άλλων είναι μια κατεξοχήν ευρωπαϊκή χώρα, αλλά η Ελλάδα του
εμφυλίου, των ταυτοτήτων, των μακεδονικών συλλαλητηρίων και όσων βρίζουν
τον τάφο του Μπακογιάννη δεν είναι καθόλου ευρωπαϊκή χώρα.
Αν δούμε την ευρωπαϊκή ενοποίηση μέσα από αυτή τη ματιά, αυτό
σημαίνει πως είναι επιτακτική ανάγκη να περάσουμε σ’ ένα ομοσπονδιακό
μοντέλο Ευρωπαϊκής Ένωσης. Το σημερινό της μοντέλο έχει χρεοκοπήσει,
μαζί με τους πολιτικούς και τις ελίτ που το εξέφραζαν. Αυτός ο
ευρωπαϊκός κόσμος σίγουρα μπορεί να αλλάξει, αν εγκαταλείψει τις
«οριενταλιστικές» του θέσεις για χάρη του ενιαίου προτάγματος του
Διαφωτισμού.
Τότε, σ’ αυτή την Ευρώπη θα έχει θέση και ο Χανς, αλλά και ο
Κεμάλ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου