Τετάρτη 11 Ιανουαρίου 2012

Κόκκινα φανάρια

Νίψον ανομήματα, Κίμωνα, όψιν

Κόκκινα φανάρια


Κόκκινα φανάρια
Ο Κίμωνας δεν είναι μόνος του. Υπάρχουν χιλιάδες. Που περνάνε τα κόκκινα φανάρια, θεωρώντας απλώς πως πρόκειται για τη σήμανση ενός μπουρδέλου που λέγεται Ελλάδα. Που πετάνε εκείνο το «ξέρεις ποιος είμαι εγώ, ρε» ως ρητορική ερώτηση στο πρόσωπο μιας χώρας που βολεύεται και φοβάται. Που αντιλαμβάνονται την πολιτική ως το νόθο παιδί των διασυνδέσεων και της εξυπηρέτησής τους. Το λάθος του Κίμωνα ήταν απλώς πως έμεινε έξω από μια πραγματικότητα που μετασχηματίστηκε ερήμην του, όχι απαραίτητα για να βελτιωθεί αλλά για να δικαιολογήσει τον εαυτό της. Έγινε λιγότερο ανεκτική σε πράγματα που της θυμίζουν καθ’ υπερβολήν την εικόνα της. Όχι στην εικόνα της. Ο Κίμωνας ήταν πάντα ο ίδιος και όταν σάρωνε στις εκλογές, και όταν ανασκουμπωνόταν μπροστά στα πράσινα κολοκυθάκια (ιδανικό φόντο μιας κίτρινης τηλεοπτικής δημοσιογραφίας), και όταν κάλπαζε πάνω στα πράσινα άλογα του ΠΑΣΟΚ, πολύ πριν ανακαλυφθεί, φευ, η πράσινη ανάπτυξη.

 

Δεν ξέρω αν η απαξίωση του Κίμωνα Κουλούρη από το ελληνικό σύμπαν είναι ένδειξη ωριμότητας ή υποκρισίας. Αν πιστέψουμε πως ο Κίμωνας, επειδή προσέχει τις τηλεοπτικές του εμφανίσεις, αφήνει μια γραμμή ρίμελ να τονίσει τη διεισδυτική του ματιά, τότε είμαστε στο στάδιο που η κοινωνία βλέπει το ρίμελ. Ενώ πριν έβλεπε τον Κίμωνα. Κι όμως, η «διεισδυτική ματιά» του υπάρχει χρόνια στα βιογραφικά του. Σ’ ένα από αυτά, όταν ήταν υπουργός, σημειώνει πως «με διεισδυτική ματιά αντιμετωπίζει τις διαρθρωτικές αλλαγές που γίνονται στην ελληνική κοινωνία». Η μεγάλη πλειονότητα που το διαβάζει σήμερα γελάει. Πόσοι, όμως, χειροκροτούσαν τότε;

Η ιστορία δεν γράφεται ποτέ με τα «αν», αλλά με τα «όταν». Συνεπώς, δεν μπορείς να την εκδικηθείς, παρά μόνο να σε εκδικηθεί. Ζούμε την εκδίκησή της, αφού πρώτα περνάμε τα τεστ για να δούμε αν καταλάβαμε. Και δεν καταλάβαμε. Σε αυτό το Κίμων-gate, ένας πρώην υπουργός, ο οποίος επί χρόνια έβλεπε τα πάντα από την πλευρά της εξουσίας -λαϊκής πάντα, μην το ξεχνάμε- από την πλευρά τού όλα επιτρέπονται ή, αν θέλετε, όλα πράσινα, είδε πράσινο και το φανάρι της απαγόρευσης. Στη συνέχεια αντιδίκησε με μια ομάδα νεαρών αστυνομικών, που το όνομα Κουλούρης τούς θύμιζε διάφορα, αλλά όχι τον Κίμωνα. Βλέπετε, όταν ο Κίμωνας σαγήνευε τα πλήθη με την απλή εκφορά του ονόματος «Ανδρέας Παπανδρέου», αυτοί ήταν αγέννητοι. Κι όταν περιόδευε στις λαϊκές αγορές της πολιτικής του, μαθητές Γυμνασίου. Πέραν, βέβαια, του ότι το όνομα Κουλούρης, συνώνυμο του Σημίτης, μπορεί να δημιούργησε συγχύσεις στην όποια μνήμη. Κι έτσι ίσως αποφάσισαν ν’ αντιπαρατεθούν με το «ξέρεις ποιος είμαι εγώ», που υποστηρίζουν ότι ακούστηκε.
Ο Κίμωνας έζησε ξανά τη δίνη της δημοσιότητας, σχεδόν έκλαψε στις κάμερες και βέβαια διέψευσε τα πάντα. Στα social media τα βιντεάκια με τον πρώην υπουργό ν’ αποκαλεί τον νυν υπουργό Χρηστάκη γνώρισαν δόξες και γέλια που μόνο οι δηλώσεις Βενιζέλου, που εμφάνιζαν το χαράτσι στα ακίνητα ως «ασφάλιστρο κινδύνου», είχαν γνωρίσει. Την ίδια ώρα που ο Κίμωνας ριχνόταν στην αρένα των λανθασμένων επικοινωνιακών του επιλογών, χωρίς λιοντάρια, αλλά με το φιλοθεάμον κοινό ν’ αναφωνεί πως μόλις ανακάλυψε τον νέο Πρέκα, ο Κίμωνας ήταν νικητής. Όχι απαραίτητα ο ίδιος, αλλά η λογική που τον ανέδειξε. Αυτή που 40 χρόνια επικαλείται αόριστους αγώνες, αυταπόδεικτες θυσίες και όλα τα εφευρήματα του επαγγελματία πολιτικού, που ακόμη και αν έκανε κάτι απ’ όλα αυτά, έχουν την ίδια σημασία με τα ελάχιστα ένσημα που κόλλησε στη ζωή του.
Νίκησε το «ξέρεις ποιος είμαι εγώ», το οποίο περιφρονούσαν και αγνοούσαν, αλλά αναγκάστηκαν να μάθουν οι νεαροί αστυνομικοί. Με ένα τηλεφώνημα. Ας αφήσουμε τις παράτες με τον Παπουτσή να τους συγχαίρει γιατί έκαναν το καθήκον τους. Τα αδικήματα που περιγράφονται από την Αστυνομίας είναι αυτόφωρα. Όχι η παραβίαση του σηματοδότη, αλλά η συμπεριφορά απέναντι στους αστυνομικούς. Οποιοσδήποτε άλλος θα πήγαινε αυτόφωρο για απείθεια, αντίσταση κατά της Αρχής και σωματικές βλάβες εναντίον αστυνομικού. Τίποτα απ’ όλα αυτά δεν έγινε. Πήγαν ως την Τροχαία Καισαριανής (ούτε καν αστυνομικό τμήμα), για ν’ αποχωρήσουν λίγο αργότερα με ανταλλαγή συμβατικών μηνύσεων μετά τη λήξη του αυτόφωρου. Να πιστέψει κανείς πως οι αστυνομικοί δεν ήξεραν ότι αυτά είναι αυτόφωρα αδικήματα; Σίγουρα ήξεραν.
Δύο είναι λοιπόν τα ενδεχόμενα. Ή οι προϊστάμενοι των αστυνομικών, παιδιά και αυτοί μιας παραδοσιακής τιμωρητικής αντίληψης που συχνά γοητεύεται από το «διεισδυτικό βλέμμα» όχι του Κίμωνα μόνο αλλά και του πολιτικού συστήματος, έδρασαν αντανακλαστικά ή κι αυτοί οι νεαροί αστυνομικοί υπάκουσαν σε μια επιταγή φόβου που συνήθως εκφράζεται με την απειλητική λέξη «Σουφλί». Δεν την ψιθύρισε κανένας, αλλά έχει καταγραφεί σχεδόν γονιδιακά ως απειλή.
Έτσι, για μια ακόμη φορά ο Κίμωνας νίκησε. Η γενιά του, οι παλιοί του συνάδελφοι, όλοι αυτοί που τους μιλάς για τη ζωή ή και την πολιτική και σου απαντάνε σαν να κάνουν γαργάρες με τις δύσκολες λέξεις του Μπαμπινιώτη. Το πολιτικό σύστημα νίκησε για μια ακόμη φορά. Κάτω από τα ηχηρά μας γέλια, οι τέσσερις αστυνομικοί, αυτοί που έκαναν τη δουλειά τους, κατάλαβαν πως η χώρα αυτή είναι για κλάματα.
Όσο για τον Κίμωνα, η μοναδική ήττα του ήταν πως στο Δελτίο Τύπου της Αστυνομίας τον αποκάλεσαν «ημεδαπός πρώην βουλευτής». Αυτό, τίποτα άλλο. Οπότε, νίψον ανομήματα, Κίμωνα, αλλά κυρίως όψιν.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου