ΚΙ ΥΣΤΕΡΑ ΓΙΝΑΜΕ ΩΡΑΙΑ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ
Αγγελική Χριστοδούλου
Είναι νομίζω δύσκολο να σχολιάσεις
μια φωτογραφία που έχεις τραβήξει. Άλλωστε, μετά το κλικ της μηχανής,
σπάνια επιστρέφω σε μια φωτογραφία. Και πάλι τότε για να τη διαβάσω με
έναν διαφορετικό, από τον αρχικό, τρόπο.
Πριν λίγα χρόνια, χαζεύοντας από το πίσω
παράθυρο της δουλειάς στον ακάλυπτο, το βλέμμα σταμάτησε σε μια ελληνική
σημαία που κρεμασμένη μια απλώστρα. Οι υποθέσεις πολλές. Μια πατριωτική
οικογένεια σε μια περιοχή με πολλούς μετανάστες; Ναι, αλλά γιατί η
γαλανόλευκη με μανταλάκια, συντροφιά με τα ασπρόρουχα και όχι σε
κοντάρι; Εν είδει προφύλαξης της μπουγάδας; Από αιδώ για τα εσώρουχα;
Άραγε δεν έβρισκε κάποιο άλλο πανί η νοικοκυρά; Δεν έμαθα ποτέ.
«Υπεστάλη», όταν πιθανόν αναχώρησαν οι ιδιοκτήτες της.
Την θυμήθηκα ξανά με αφορμή έναν κόσμο
που υψώνει το λάβαρο· έναν κόσμο που δεν αναγνωρίζω. Τα «παλικάρια» και
τις εφόδους τους που — τα ξυρισμένα κεφάλια συντεταγμένα με τις
σημαίες– πλασάρονται ως οι μόνοι γνήσιοι δικαιούχοι και καπηλεύονται τη
χρήση της. Φαινόμενο σαφώς όχι πρωτόγνωρο, αλλά σίγουρα ανησυχητικό. Δεν
νομίζω να έχω δακρύσει ποτέ αντικρίζοντας την γαλανόλευκη, ωστόσο
σηματοδοτούσε κάποια πράγματα για μένα. Αλλά φοβάμαι ότι έχω αρχίσει να
βλέπω σημαία και να ανατριχιάζω, και όχι από συγκίνηση.
Εκεί που κάποιοι
κάνουν έπαρση, εγώ βλέπω υποστολή.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου