Μύθος ή αλήθεια το εφοπλιστικό επιχειρηματικό δαιμόνιο;
Το θαύμα της ανάπτυξης της ελληνικής ναυτιλίας προβλήθηκε και προβάλλεται από την αστική προπαγάνδα σαν φαινόμενο που επιβεβαιώνει το σύστημα «της ιδιωτικής πρωτοβουλίας και της επιχειρηματικότητας» και γενικότερα του καπιταλιστικού συστήματος
ΤΟΥ ΑΝΤΩΝΗ ΝΤΑΛΑΚΟΓΙΩΡΓΟΥ*
Το τελευταίο χρονικό διάστημα, με
αφορμή την κρίση της χώρας μας, αναπτύχθηκε μια έντονη συζήτηση σχετικά
με τον ρόλο και την συμβολή των εφοπλιστών στην οικονομία της χώρας μας.
Πρόσφατα ανακοινώθηκε ότι στις διαδοχικές συναντήσεις του
πρωθυπουργού με το Δ.Σ της ΕΕΕ συζητήθηκε η αύξηση της φορολογίας των
εφοπλιστών με τη μορφή της έκτακτης ενίσχυσης για την επόμενη τριετία
(και όχι με την κατάργηση των φοροαπαλλαγών και την αύξηση της
φορολογίας σε μόνιμη σταθερή βάση με αλλαγή της υφιστάμενης νομοθεσίας).
Σε αυτήν τη σύντομη παρέμβασή μου θέλω να αναφερθώ και να απαντήσω
στο γνωστό σλόγκαν που προβάλλουν και διαφημίζουν οι εφοπλιστές, οι
πολιτικοί τους εκπρόσωποι και τα παπαγαλάκια στο συνδικαλιστικό κίνημα
αλλά και στα ΜΜΕ. Δηλαδή ότι η αλματώδης ανάπτυξη της ελληνικής
ναυτιλίας, το λεγόμενο ναυτιλιακό θαύμα, οφείλεται στο επιχειρηματικό
δαιμόνιο των Ελλήνων εφοπλιστών!!!
Αυτή τη λαθεμένη και μακριά από την πραγματικότητα άποψη προσπάθησαν
να προσπαθούν και σήμερα να την περάσουν στην κοινωνία για να γίνει
αποδεκτή από αυτήν, να αποκτήσουν κοινωνικά και λαϊκά ερείσματα για να
δικαιολογήσουν ότι ήταν και είναι απόντες από οποιαδήποτε αναπτυξιακή
προσπάθεια του τόπου και της οικονομίας της χώρας μας.
Θα αναφερθώ για να απαντήσω σε αυτή την προκλητική επιχειρηματολογία
εφοπλιστών, πολιτικών εκπροσώπων τους και σε όλους εκείνους που
αναπαράγουν αυτήν την ψευδή εικόνα για να εξωραΐσουν τον ρόλο του
εφοπλιστικού κεφαλαίου στη Ναυτιλία και στη χώρα μας γενικότερα.
Αμέσως μετά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο είδαμε τη θυελλώδη ανάπτυξη της
ελληνικής ναυτιλίας από το 1950 και μετά. Αυτό είναι υποχρέωσή μου
προκειμένου να αποτίσουμε φόρο τιμής στους χιλιάδες ναυτεργάτες που
έδωσαν τη ζωή τους πολεμώντας στο πλευρό των συμμάχων στη διάρκεια του
πολέμου. Πάνω από 2.500 χιλιάδες Έλληνες ναυτεργάτες σκοτώθηκαν,
πνίγηκαν ή σακατεύτηκαν στην διάρκεια αυτού του πολέμου.
Την περίοδο εκείνη οι εφοπλιστές έστειλαν τα παιδιά και τις
οικογένειές τους στην αμερικανική ήπειρο γιατί στην Αγγλία κινδύνευαν να
επιστρατευθούν, ενώ τις ανθρώπινες θυσίες των Ελλήνων ναυτεργατών τις
μετέτρεψαν σε χρυσάφι. Πήραν τότε 27 εκατομμύρια πολεμική αποζημίωση
(λίρες εκείνης της εποχής) για τα σαπιοκάραβα και τα πλωτά φέρετρα που
οδηγούσαν στον υγρό τάφο τους Έλληνες ναυτεργάτες. Με μια κανονιά - όπως
έλεγε και ο αείμνηστος ναυτεργάτης αγωνιστής Αντώνης Αμπατιέλος -
μπορούσαν να βουλιάξουν, και έτσι χάθηκαν τα περισσότερα. Οι Εγγλέζοι
μάλιστα τα χρησιμοποίησαν στην πιο επικίνδυνη γραμμή, αυτήν στον Βόρειο
Ατλαντικό. Οι εφοπλιστές εισέπραξαν άλλα 13 εκατομμύρια λίρες από
ναύλους και είναι άγνωστο πόσα εισέπραξαν τα πλοία τους που είχαν ξένη
σημαία.
Οι εφοπλιστές πήραν τα 100 Λίμπερτυς με την εγγύηση της τότε
κυβέρνησης πληρώνοντας μόνο το 25% της αξίας τους. Έτσι άρχισε το
λεγόμενο ναυτιλιακό θαύμα. Το 1950 απελευθερώθηκαν οι 27 εκατομμύρια
λίρες. Με αυτά τα λεφτά τα ζυμωμένα με τον ιδρώτα, τις θυσίες, το αίμα
των ναυτεργατών και τον σπαραγμό των οικογενειών τους, φτιάχτηκε,
οικοδομήθηκε και αναπτύχθηκε η ελληνική ναυτιλία.
Το θαύμα της ανάπτυξης της ελληνικής ναυτιλίας προβλήθηκε και
προβάλλεται από την αστική προπαγάνδα σαν φαινόμενο που επιβεβαιώνει το
σύστημα «της ιδιωτικής πρωτοβουλίας και της επιχειρηματικότητας» και
γενικότερα του καπιταλιστικού συστήματος.
Τη μεταπολεμική περίοδο το κράτος υπηρέτης τους τούς έδωσε απίστευτα
και προκλητικά προνόμια για να στηριχθεί και να εδραιωθεί το ελληνικό
εφοπλιστικό κεφάλαιο στην παγκόσμια ναυτιλία.
Τα προνόμια αυτά περιλαμβάνουν φοροαπαλλαγές (η Ελλάδα ήταν και είναι
γι’ αυτούς φορολογικός παράδεισος, δεν είναι τυχαίο ότι οι περισσότερες
ευρωπαϊκές χώρες που έχουν ναυτιλία αντέγραψαν το φορολογικό καθεστώς
υπέρ των εφοπλιστών μετά την πάροδο 15 - 20 ετών), ανυπαρξία ελέγχου
στις ναυτιλιακές επιχειρήσεις, ελεύθερη διακίνηση συναλλάγματος,
ελεύθερη επιλογή εθνικότητας της εταιρείας που διαχειρίζεται πλοία με
ελληνική σημαία, χαμηλές ασφαλιστικές εισφορές σε σχέση με τους
εργοδότες στη στεριά, τραγικά μειωμένες οργανικές συνθέσεις,
απεριόριστος αριθμός χαμηλόμισθων αλλοδαπών πληρωμάτων, απόλυτη
ελευθερία απολύσεων.
Ο Ν. 26787/53, νόμος συνταγματικά κατοχυρωμένος, θεσμοθετεί μια σειρά
προνόμια στο ξένο κεφάλαιο που επενδύεται στην Ελλάδα. Το άρθρο 13 του
νόμου αναφέρεται στη Ναυτιλία: πλοία πάνω από 1500 κοχ που ανήκουν σε
αλλοδαπούς (νομικά ή φυσικά πρόσωπα) μπορούν να εγγραφούν στα ελληνικά
νηολόγια και να υψώσουν την ελληνική σημαία θεωρούμενα ως εισαγόμενο
κεφάλαιο. Απολαμβάνουν δηλαδή έτσι τα προνόμια του ξένου κεφαλαίου.
Πολλά από αυτά τα προνόμια έρχονται σε αντίθεση από νομικής πλευράς
ακόμη και με το ισχύον αστικό και εμπορικό δίκαιο.
Ο Ν. 89/67 ρυθμίζει τα της εγκατάστασης γραφείων και πρακτορείων στην Ελλάδα ξένων και ελληνικών εμποροβιομηχανικών εταιρειών.
Ο Ν. 378/68 εντάσσει τις αλλοδαπές ναυτιλιακές εταιρείες στον Ν. 89/67.
Ο Ν. 27/75 εντάσσει τις ελληνικές ναυτιλιακές εταιρίες στο Ν.Δ. 89/67
όπως έχει τροποποιηθεί με το άρθρο 28 του Ν. 814/78. Ο νόμος 27/75 και ο
Ν. 29/75 καθορίζουν ελάχιστη φορολογία (κομίσιον) των ελληνόκτητων
πλοίων (ελληνική σημαία και συμβεβλημένα με ΝΑΤ) πλοίων, που
προσδιορίζεται με βάση το μέγεθος και την ηλικία του πλοίου.
Οι παραπάνω νόμοι είναι συνταγματικά κατοχυρωμένοι και απαλλάσσουν
τους εφοπλιστές από τον έλεγχο της εμπορικής δραστηριότητας των
ναυτιλιακών εταιρειών και από φόρο εισοδήματος. Κατοχυρώνουν την
ελευθερία εξαγωγής συναλλάγματος κεφαλαίων και κερδών.
Με την αξιοποίηση αυτών των νόμων οι εφοπλιστές εγκαθιστούν στην
Ελλάδα ένα πρακτορείο που διαχειρίζεται τα πλοία των «ξένων» εταιρειών
τους που έχουν συσταθεί σε Λιβερία Παναμά κ.α. Ουσιαστικά το πρακτορείο
είναι η πραγματική έδρα της εταιρείας, ενώ η καταστατική έδρα δεν είναι
παρά ένα φάντασμα.
Οι παραπάνω σκανδαλώδεις φορολογικές και άλλες ρυθμίσεις προκάλεσαν
πριν από λίγο διάστημα την παρέμβαση της Κομισιόν, που ζήτησε
αιτιολογημένη απάντηση της ελληνικής κυβέρνησης για την εξαίρεση των
εφοπλιστών από συγκεκριμένες διατάξεις της νομοθεσίας. Την ίδια στιγμή
όμως στα μέτρα των 13,5 δισ. επιβάλλει τον τριπλασιασμό της φορολογίας
των Ελλήνων ναυτεργατών!!!!
Οι εφοπλιστές σαν κράτος εν κράτει επέβαλαν στις κυβερνήσεις την
εξαίρεση των ναυτεργατών και των σωματείων τους από τον νόμο 1264/82 για
τον εκδημοκρατισμό του συνδικαλιστικού κινήματος, την εξαίρεση από μια
σειρά διεθνείς συμβάσεις όπως η Δ.Σ. 135 και η Δ.Σ. 156. Έχουν επιβάλει
επίσης στις εργασιακές σχέσεις ένα ημιστρατιωτικό καθεστώς μέσω των
πειθαρχικών συμβουλίων και της ναυτικής νομοθεσίας.
Το κράτος και οι υποταγμένες στους εφοπλιστές κυβερνήσεις έχουν
δεχθεί κάθε παράλογη και εξωφρενική αξίωσή τους σε πλήθος θεμάτων που
τους απασχολούν, όπως είναι η ναυτική εκπαίδευση, το ευρύ δίκτυο
Προξενικών Λιμεναρχείων σε δεκάδες χώρες του κόσμου. Δεν είναι τυχαίος ο
θόρυβος των εφοπλιστών για την πρόσφατη κατάργηση του ΥΕΝ. Το ΥΕΝ ήταν
και είναι για τους εφοπλιστές «το υπουργείο τους». Το ίδιο πιστά
υπηρετούσαν και υπηρετούν όλες οι κυβερνήσεις τα εφοπλιστικά συμφέροντα
μέσω της εκπροσώπησης της χώρας μας στους διεθνείς οργανισμούς όπως
είναι ο ΙΜΟ - ΔΓΕ κ.λπ.
Οι διασυνδέσεις και η επιρροή δεν σταματούν στο ΥΕΝ, αλλά ειδικά αυτό
το υπουργείο αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα υποταγής του κρατικού
μηχανισμού στο εφοπλιστικό κεφάλαιο.
Η Ελληνική Ναυτιλία και ειδικότερα το τμήμα της ποντοπόρου Ναυτιλίας
ελάχιστους δεσμούς έχει με την ελληνική οικονομία, συμπεριφέρεται
ακριβώς όπως οποιοδήποτε ξένο κεφάλαιο. Διαφέρει μόνο στις πρόσθετες
δυνατότητες που έχει για να εκμεταλλεύεται τους εργαζόμενους, να
χρησιμοποιεί το ελληνικό κράτος αλλά και τα χρήματα των Ελλήνων
φορολογουμένων.
Σχετικά με το ναυτιλιακό συνάλλαγμα, και σε αυτό επικρατεί ένας μύθος
που μεθοδικά το εφοπλιστικό κεφάλαιο διατηρεί και διαιωνίζει. Ακόμη και
σήμερα που έχει αποδεκατιστεί το ελληνικό ναυτεργατικό δυναμικό από τη
ναυτιλία, κοντά στο 60% του ναυτιλιακού συναλλάγματος προέρχεται από
τους μισθούς και τις εισφορές προς τα ασφαλιστικά ταμεία των ναυτεργατών
στο ΝΑΤ κ.λπ. Όμως επειδή το μεγαλύτερο μέρος των αποδοχών τους οι
ναυτεργάτες το πληρώνονται στην Ελλάδα, εμφανίζονται οι εφοπλιστές να
«εισάγουν» μεγάλο μέρος του ναυτιλιακού συναλλάγματος.
Αυτή είναι η κατάσταση πάνω στην οποία χτίστηκε η θεωρία περί
«εφοπλιστικού και επιχειρηματικού δαιμονίου» και ναυτιλιακού θαύματος
και η οποία δεν έχει καμιά σχέση με την πραγματικότητα.
Η Ριζοσπαστική Αριστερά χρειάζεται να κάνει μια ταξική ανάλυση στην
σημερινή ελληνική ναυτιλία και την κατάσταση που έχει διαμορφωθεί με τις
ασκούμενες πολιτικές των τελευταίων 40 χρόνων των διαδοχικών
κυβερνήσεων ΠΑΣΟΚ και Ν.Δ. οι οποίες υπηρέτησαν το δόγμα της
ανταγωνιστικότητας και της κερδοφορίας του εφοπλιστικού κεφαλαίου.
Χρειάζεται σε αυτές τις δύσκολες και κρίσιμες συνθήκες ο σχεδιασμός, η
επεξεργασία, η διαμόρφωση και η διατύπωση μιας συνολικής και ενιαίας
πρότασης για ένα άλλο μοντέλο ναυτιλιακής πολιτικής που θα υπηρετεί τα
λαϊκά συμφέροντα, θα προσφέρει ουσιαστικά στην εθνική οικονομία, θα
προσφέρει θέσεις εργασίας στους ναυτεργάτες και τους εργαζόμενους στον
ευρύτατο χώρο της Ναυτιλίας με κατοχυρωμένα και συγκροτημένα δικαιώματα.
* Ο Αντώνης Νταλακογιώργος είναι πρόεδρος της ΠΕΝΕΝ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου