Μία υπόθεση εργασίας
Όταν δεν έχεις τίποτα να χάσεις, μοιάζεις με φτερό που πετάει
ελεύθερα μέσα στον ακίνητο κόσμο. Γελάς με την καρδιά σου με όσους, ενώ
βρίσκονται στη δική σου κατάσταση, νομίζουν ότι όλα (;) τα έχουν και
φοβούνται να μην τα χάσουν.
Όταν δεν έχεις τίποτα να χάσεις, γίνεσαι δυνατός απέναντι στο
ανθρωποφάγο σύστημα που στύβει τους ανθρώπους και τους πετάει. Είσαι
σκληρός με τους Δυνατούς. Δεν τους χαρίζεις ούτε μια στιγμή παραπάνω.
Έτσι μόνο, απολαμβάνεις στην έκφρασή τους την απορία: Από πού αντλεί το
θράσος; Πώς είναι δυνατόν να μη μας έχει ανάγκη; Εμάς με τα εργοστάσια,
τα φράγκα, την τηλεόραση, την πρέζα, τους παπάδες και τα δημοσιογραφικά
συγκροτήματα; Σκέφτονται πώς μπορούν να σε πλήξουν. Μα, ανακαλύπτουν
μετά βδελυγμίας ότι δεν μπορούν να σου πειράξουν νύχι.
Όταν δεν έχει να τίποτα να χάσεις, η χαρά σου είναι μεγάλη. Είσαι
ποιητής, μουσικός και ζωγράφος που μια νύχτα η μούσα σού ψιθυρίζει να μη
φοβάσαι. Δεν χτυπάς πόρτες, δε φιλάς κατουρημένες ποδιές για να γίνεις
ακαδημαϊκός. Γιατί να εξαρτάσαι, από ένα θώκο, για να μείνει το έργο
αθάνατο; Η ανασφάλεια όσων νομίζουν πως έχουν τα πολλά…
Όταν δεν έχεις να τίποτα να χάσεις, αποκτάς το προνόμιο να
συναντιέσαι με τη μεγαλύτερη αδελφότητα που υπάρχει, αυτή των
καταπιεσμένων που δεν καταδέχεται καμία εκμετάλλευση και η μόνη της
επιθυμία είναι όλα να μοιράζονται. Στο διάολο η λύσσα για πλουτισμό. Να
μοιράζεσαι είναι ίσως και η μόνη εκδοχή του Παράδεισου επί γης.
Όταν δεν έχεις τίποτα να χάσεις, καταλαβαίνεις πως και τα σκληρά και
τα μαλακά ναρκωτικά οφείλουν την ύπαρξή τους στα πάσης φύσεως αφεντικά
και τους μπάτσους. Πάντα θα υπάρχει ένα σκληρό και ένα μαλακό αφεντικό
(όπως κι ένας σκληρός και ένας μαλακός μπάτσος). Ανάλογα με τις
περιστάσεις και τι θέλει να καταφέρει. Όπου φυσάει το συμφέρον, προς τα
εκεί κατευθύνονται τα σκληρά και τα μαλακά… ανθρωπάκια.
Όταν δεν έχεις να τίποτα να χάσεις, το τραγούδι σου λέει: «Από
παιδάκι, κατοικώ σε τόπο χλοερό… Κοιλάδα, μάταια περίμενες τα δάκρυα τα
δικά μου, έγιναν άστρα και ήσυχα πέφτουν μες στη σιωπή μιας πόρνης που
στα χέρια της κρατάει την καρδιά μου, άλλοι τη λένε μάνα μου, άλλοι τη
λένε ζωή».
Όταν δεν έχεις να τίποτα να χάσεις, αντιδράς σε κάθε είδους
ευνουχισμό που προσπαθούν να σου επιβάλουν. Παύεις να αναρωτιέσαι για
τις αιτίες που γεννούν και στηρίζουν αυτήν την κατάντια, γιατί η έγνοια
σου είναι μία: πώς θα την καταστρέψεις…
Φωτογραφία: Πίνακας Κυριάκου Κατζουράκη από την έκθεση στο Μουσείο Μπενάκη
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου