Τ’ όνομα του Μέλιος
Γράφει η Β. Μίκροβα
10 του Σεπτέμβρη. Στο Σύνταγμα συγκέντρωση. Διαμαρτυρία. Κρατάει
σφιχτά το χέρι της μάνας του. Της απολυμένης δασκάλας. Όλη μέρα έφτιαχνε
τη σάκα του. Για αύριο. Ανόρεχτα. Της είπε: «Μαμά, στενοχωριέσαι που δε
φτιάχνεις τη σάκα σου; – Στενοχωριέμαι.-Μη στενοχωριέσαι, ρε μαμά. Θα
μένεις σπίτι. Θα προλαβαίνεις. Όλο έλεγες δεν προλαβαίνεις. Και μη
μαγειρεύεις συνέχεια. Δε θα γκρινιάζουμε για τις φακές…»
Φοβάμαι, σαν το Μέλιο, δε θα κοιμηθεί απόψε… ολόκληρο το βράδυ. Θα
γράψει κι αυτός το πικρό, το πιο πικρό του παραμύθι. Τα φώτα της πόλης
δεν θα τ’ αφήσουν να μετρήσει τ’ άστρα και να τα βρει σωστά. Το πρωί θα
ξεκινήσει για το σχολείο. Παρηγορημένο, δεν ξέρω. Αλλά, όταν θα φτάσει,
θα το πει, το ΄χει μάθει απ’ έξω:
«-Κι άλλοτε μου κλείσατε το δρόμο και λυπάμαι που δε μ’ αφήνετε να το
ξεχάσω. Ξέρω ότι μισείτε τη φτώχεια. Ότι περιφρονείτε την κακοτυχιά των
άλλων, ότι αποστρέφεστε την ορφάνια. Ξέρω ότι τα γράμματα τα πουλάτε
μόνο σε κείνους, που τα πληρώνουν ακριβά. Μα σας ρωτώ: ξέρετε κανέναν,
που να τα χει πληρώσει ακριβότερα από μένα; Ορίστε τα βιβλία μου. Τα
καταθέτω στην έδρα. Είναι όλα κι όλα αυτό το τετράδιο. Σας το αφιερώνω.
Για να σας θυμίζει ένα άρρωστο, άστεγο και καταδιωγμένο παιδί, και την
απάνθρωπη στάση που του δείξατε. Χαίρετε!» *
* απόσπασμα από το μυθιστόρημα του Μ.Λουντέμη «ένα παιδί μετράει τα’ άστρα»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου