Η κυβέρνηση που έκανε πρόταση μομφής στον εαυτό της
Γιάννης Μυλόπουλος
Η κυβέρνηση Σαμαρά - Βενιζέλου αν έχει εξασφαλίσει κάτι βέβαιο, αυτό είναι αναμφίβολα μια θέση στην ιστορία. Και όχι μόνο ως η κυβέρνηση που παρέδωσε τη χώρα σε ξένα συμφέροντα, καταστρέφοντας την εθνική οικονομία, διαλύοντας το κοινωνικό κράτος και εξαθλιώνοντας τους έλληνες πολίτες. Κυρίως θα μείνει στην ιστορία ως η κυβέρνηση που σε μια κίνηση ηττοπάθειας και πανικού, κατάφερε να καταθέσει η ίδια πρόταση μομφής στον εαυτό της, ζητώντας από μόνη της, χωρίς να της έχει ζητηθεί, ψήφο εμπιστοσύνης από την ίδια Βουλή που την ανέδειξε.
Πρώτο χαρακτηριστικό της πρωτοφανούς πολιτικής κίνησης στην οποία αναγκάστηκε, υπό την πίεση των εξελίξεων, να προχωρήσει η συγκυβέρνηση, είναι ακριβώς το γεγονός ότι κατέφυγε στη λύση της ψήφου εμπιστοσύνης, χωρίς κανείς να της το έχει ζητήσει. Χωρίς δηλαδή κανείς να έχει αμφισβητήσει την κυριαρχία της στο Κοινοβούλιο. Προφανώς και τα αντανακλαστικά επιβίωσης των βουλευτών της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ, θα τους υποχρεώσουν να δώσουν εύκολα την ψήφο εμπιστοσύνης που τους ζητείται. Κι αυτό γιατί στο αντίθετο ενδεχόμενο, με δεδομένη τη νίκη του ΣΥΡΙΖΑ στις επόμενες εκλογές και τη συντριβή των κομμάτων της συγκυβέρνησης, τους περιμένει η... ανεργία. Άρα η πρώτη παρατήρηση είναι ότι η συγκυβέρνηση έκανε μια κίνηση με προδιαγεγραμμένο αποτέλεσμα, μια κίνηση δηλαδή άνευ ουσιαστικού πολιτικού νοήματος.
Το δεύτερο χαρακτηριστικό της απελπισμένης κίνησης της καταφυγής στην κοινοβουλευτική διαδικασία της ψήφου εμπιστοσύνης στον... εαυτό της, είναι ότι το δίδυμο Σαμαρά - Βενιζέλου που την αποφάσισε, απάντησε στο λάθος ερώτημα. Διότι το ερώτημα που ετέθη μετά τις πρόσφατες Ευρωεκλογές, μετά το δράμα του ΕΝΦΙΑ και ιδίως μετά την παρουσίαση του κυβερνητικού προγράμματος του ΣΥΡΙΖΑ στη ΔΕΘ, αφορούσε στη δυσαρμονία μεταξύ εκλογικού σώματος αφενός και κοινοβουλευτικής εκπροσώπησης αφετέρου. Μετά δηλαδή την επίσημη αποτύπωση της εκλογικής κυριαρχίας του ΣΥΡΙΖΑ στην κοινωνία στις Ευρωεκλογές του Μαίου και μετά την επιβεβαίωση της επερχόμενης πολιτικής αλλαγής σε ΟΛΕΣ τις δημοσκοπήσεις, το κυρίαρχο ερώτημα αφορά την αμφισβήτηση της κοινωνικής υποστήριξης της κυβέρνησης και των επιλογών της. Με άλλα λόγια η κυβέρνηση αμφισβητείται ότι έχει την κοινωνική και όχι την κοινοβουλευτική νομιμοποίηση.
Η μόνη απάντηση συνεπώς στο ερώτημα αυτό, που θα μπορούσε να δοθεί από πλευράς μιας δημοκρατικά ευαίσθητης κυβέρνησης, θα ήταν η προκήρυξη εκλογών και όχι η αναζήτηση ψήφου εμπιστοσύνης στο ασφαλές περιβάλλον της Βουλής, η κατανομή των εδρών στην οποία προέκυψε προ διετίας. Γι αυτό άλλωστε και καμία πολιτική δύναμη, πολύ περισσότερο η αξιωματική αντιπολίτευση, δεν κατέθεσε πρόταση μομφής κατά της κυβέρνησης, όπως είθισται. Η κυβέρνηση, συνεπώς, δημιουργεί από μόνη της μια τεχνητή κρίση, απαντώντας σε λάθος ερώτημα, σε ασφαλές όμως γι αυτήν περιβάλλον. Προσδοκώντας δια του αντιπερισπασμού να ξεπεράσει το πραγματικό πρόβλημα, που είναι η απώλεια της στήριξής της από έναν λαό που υποφέρει εξαιτίας της.
Το τρίτο χαρακτηριστικό που αναδεικνύει το επικοινωνιακό περιεχόμενο της αναζήτησης ψήφου εμπιστοσύνης από τη Βουλή, είναι ότι αυτή έρχεται άκαιρα, λίγο μόλις χρόνο πριν την ψήφιση από τη Βουλή του κρατικού προϋπολογισμού, η οποία λαμβάνει κάθε χρόνο, ούτως ή άλλως, τον χαρακτήρα ψήφου εμπιστοσύνης. Αν, λοιπόν, πράγματι υπήρχε θέμα κοινοβουλευτικής νομιμοποίησης της κυβέρνησης, αυτό θα εκδηλώνονταν σε σύντομο χρόνο, κατά τη διαδικασία ψήφισης του κρατικού προυπολογισμού. Δεν υπήρχε κανένας ουσιαστικός πολιτικός λόγος να προκληθεί η αναζήτηση ψήφου εμπιστοσύνης λίγες βδομάδες πριν αυτήν την κορυφαία κοινοβουλευτικά διαδικασία.
Η κίνηση συνεπώς της κυβέρνησης να ζητήσει από μόνη της ψήφο εμπιστοσύνης από τη Βουλή, χωρίς αυτό να έχει ζητηθεί από κανέναν, είναι μια κίνηση πανικού, που δεν έχει κανένα πολιτικό περιεχόμενο, ούτε και αναμένεται να παράγει πολιτικά αποτελέσματα. Ποιος σώθηκε ποτέ από πνιγμό, καταφεύγοντας στην υποστήριξη των... δικών του μαλλιών; Το μόνο τελικά που θα κερδίσει η κυβέρνηση είναι να στρέψει, δια του αντιπερισπασμού κι αυτό για σύντομο χρονικό διάστημα, το ενδιαφέρον της κοινής γνώμης από το πραγματικό πρόβλημα, που είναι ότι η χώρα δεν αντέχει άλλο αυτή την πολιτική, σε μια κατασκευασμένη και γι αυτό επικοινωνιακού χαρακτήρα, νίκη. Και με τον τρόπο αυτόν να αγοράσει λίγο χρόνο. Κι αυτόν όμως με πολύ ακριβό τίμημα.
Γιατί η σύγκρουση στη Βουλή με τον ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος παίρνοντας την ευκαιρία, ασφαλώς και θα αναδείξει τη δική του, εναλλακτική κυβερνητική πρόταση, είναι βέβαιον ότι μόνο ζημιά θα κάνει στην κυβέρνηση. Η οποία θα υποχρεωθεί να δώσει βήμα στους αντιπάλους της, προκειμένου τόσο να καταδείξουν το αδιέξοδο της πολιτικής της λιτότητας και των μνημονίων, όσο και να καταρρίψουν τον μύθο του μονόδρομου, που εντέχνως κατασκεύασε η συγκυβέρνηση για να στηρίξει την οικονομικά αδιέξοδη και κοινωνικά καταστροφική πολιτική της.
Η εκλογή προέδρου της Δημοκρατίας άλλωστε είναι τόσο κοντά, που η στιγμή που η κυβέρνηση θα αναγκαστεί να ζητήσει ψήφο εμπιστοσύνης από το λαό, δεν θα αργήσει να έρθει. Και τότε το αποτέλεσμα θα είναι πολύ δυσμενέστερο για τη ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ, από ό,τι θα ήταν αν η συκυβέρνηση άκουγε την αγωνία της κοινωνίας και εγκαταλείποντας τα επικοινωνιακά τεχνάσματα, προκήρυσσε τώρα εκλογές...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου