Σάββατο 30 Δεκεμβρίου 2017

Προς κατάργηση της περικοπής συντάξεων και μείωσης του αφορολογήτου

Προς κατάργηση της περικοπής συντάξεων και μείωσης του αφορολογήτου
Κώστας Τσουπαρόπουλος
Αλέξης Τσίπρας - Δημήτρης Τζανακόπουλος
EUROKINISSI/ΤΑΤΙΑΝΑ ΜΠΟΛΑΡΗ
Σε ακόμη ένα προσεκτικό βήμα απεγκλωβισμού από τις δεσμεύσεις για μείωση συντάξεων και αφορολογήτου προχώρησε η κυβέρνηση τις προηγούμενες μέρες, με δηλώσεις του κυβερνητικού εκπροσώπου Δημ. Τζανακόπουλου.
Οι δηλώσεις αυτές αποκτούν ιδιαίτερη σημασία, καθώς προέρχονται πλέον όχι από μεμονωμένα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ αλλά από το ίδιο το Μέγαρο Μαξίμου, αφού ο κ. Τζανακόπουλος δεν εκφράζει προσωπικές απόψεις αλλά μιλάει εξ ονόματος του ίδιου του πρωθυπουργού.
Συγκεκριμένα ο κ. Τζανακόπουλος δήλωσε στον Real FM, με αφορμή τη μέχρι τώρα θολή έως αρνητική στάση του ΔΝΤ να συμμετάσχει με χρήματα στο ελληνικό πρόγραμμα-μνημόνιο (δεν έχει βάλει ούτε ένα ευρώ στο δανειακό πρόγραμμα από το 2014), ότι «στην περίπτωση που το Ταμείο επιλέξει τον ρόλο του τεχνικού συμβούλου ή του παρατηρητή, ανοίγεται η δυνατότητα να επανέλθει στο τραπέζι της διαπραγμάτευσης το θέμα των μέτρων του 2019-2020».
«Οπως γνωρίζετε πολύ καλά -πρόσθεσε ο εκπρόσωπος- οι ευρωπαϊκοί θεσμοί δεν είχαν ποτέ τη διάθεση να επιμείνουν σε ό,τι αφορά τα μέτρα αυτά, τα οποία ήρθαν αποκλειστικά λόγω της επιμονής του ΔΝΤ».
Η διατύπωση του εκπροσώπου -αναφέρουν οι αναλυτές- είναι πολύ προσεκτική. Θέτει μεν το ζήτημα της κατάργησης των επώδυνων επιβαρύνσεων ευθέως, αλλά προς το παρόν αποκλείει τη μονομερή ενέργεια από την πλευρά της κυβέρνησης και μιλά για συζήτηση στο τραπέζι της διαπραγμάτευσης.
Είναι ηλίου φαεινότερον ότι η κυβέρνηση θέλει να αποφύγει τις αντιδράσεις των αγορών στην κρίσιμη στιγμή της προετοιμασίας για νέα έξοδο στις αγορές στις αρχές του νέου χρόνου, όταν αυτές οι «αγορές» (ξένα κερδοσκοπικά και συνταξιουχικά funds) ομνύουν στο όνομα του ΔΝΤ και καραδοκούν για εκ νέου άνοδο των επιτοκίων δανεισμού της χώρας.
Μέχρι στιγμής το ΔΝΤ χρησιμοποιεί διάφορες δικαιολογίες (στην καλύτερη περίπτωση) και προσχήματα για να μη μετάσχει χρηματοδοτικά στο ελληνικό (δανειακό) πρόγραμμα.
Το σπουδαιότερο εξ αυτών είναι η διαρκώς προβαλλόμενη απαίτηση για την ελάφρυνση του ελληνικού χρέους από την πλευρά των Ευρωπαίων δανειστών. Είναι δε γεγονός ότι υπό τη βαριά σκιά του Σόιμπλε οι ευρωπαϊκοί θεσμοί και η ευρωζώνη αντιδρούσαν στην ελάφρυνση του χρέους («θα ήταν κακό παράδειγμα για άλλες υπερχρεωμένες χώρες στο μέλλον»), πότε υποστηρίζοντας ότι «θα εξεταστεί μετά το τέλος του προγράμματος», πότε ότι «θα εξεταστεί εάν χρειαστεί», πότε ότι «τα αμέσως επόμενα χρόνια δεν υπάρχουν υψηλές τοκοχρεολυτικές δόσεις που πρέπει να καταβάλει η Ελλάδα» κ.ο.κ.
Η «σκιά Σόιμπλε» επανεμφανίστηκε, μάλιστα, απειλητική και μετά την απομάκρυνση του κ. Ντάισελμπλουμ από την προεδρία του Eurogroup, όταν ο Πορτογάλος Σοσιαλιστής νέος πρόεδρός του, κ. Σεντένο, δήλωσε και αυτός -παρά πάσα ελληνική προσδοκία- ότι η ελάφρυνση θα εξεταστεί μετά το τέλος του προγράμματος, δείχνοντας έτσι ότι τα δόγματα δύσκολα αλλάζουν ή αποσύρονται. Ισως, εκτιμά η ελληνική πλευρά, ο Πορτογάλος υπουργός να θέλησε να γίνει ομαλά η μετάβαση στη μετα-Σόιμπλε εποχή.
Ολοι οι εκπρόσωποι του ΔΝΤ -και η ίδια η Κριστίν Λαγκάρντ- έχουν θέσει ως χρονικό όριο για τη λήψη απόφασης για την ελάφρυνση του χρέους και τη συμμετοχή του Ταμείου στο πρόγραμμα τον Φεβρουάριο του 2018, όταν θα συνεδριάσει το Δ.Σ. του ΔΝΤ.
Είναι δε γνωστό ότι μεγάλες οικονομικές δυνάμεις, χώρες-μέλη του ΔΝΤ, όπως Βραζιλία, Ινδία κ.λπ., πιέζουν για να εγκαταλείψει το Ταμείο το ελληνικό πρόγραμμα αλλά και τη χρηματοδότηση της Ευρώπης και να στρέψει την προσοχή του στη χρηματοδοτική στήριξη κυρίως των χωρών του Τρίτου Κόσμου.
Η νέα προθεσμία του Φεβρουαρίου έρχεται μετά από σειρά παραβιάσεων και μη τήρηση προηγούμενων προθεσμιών που είχαν τεθεί από το ίδιο το ΔΝΤ. Η τελευταία παραβίαση επισυνέβη κατά τη δεύτερη αξιολόγηση, όταν και επιβλήθηκαν -μάλλον σε συμπαιγνία με τον κ. Σόιμπλε- η περικοπή των συντάξεων μέχρι 18% το 2019 και η μείωση του αφορολογήτου στα 5.000 ευρώ το 2020.
Με τις πρόσφατες δηλώσεις του ο κ. Τζανακόπουλος επεξέτεινε περισσότερο την προθεσμία. «Μένει να δούμε -είπε- αν το ΔΝΤ θα επιμείνει σε αυτή την προθεσμία (του Φεβρουαρίου) ή θα δώσει και περαιτέρω χρόνο με δεδομένη την πολιτική ρευστότητα που υπάρχει αυτή τη στιγμή στη Γερμανία. Αυτό που μας ενδιαφέρει πρωτίστως είναι το ΔΝΤ να πάρει μια ξεκάθαρη θέση».
Βεβαίως, δεν είναι μόνο το ΔΝΤ, η Γερμανία και οι λεγόμενοι «θεσμοί» που αθετούν τις συμφωνίες και τις προθεσμίες.
Ο ελληνικός λαός και πολύ περισσότερο οι οπαδοί και φίλοι του ΣΥΡΙΖΑ έχουν συγκρατήσει στη μνήμη τους το μήνυμα που είχε στείλει στο ΔΝΤ ο υπουργός Οικονομικών Ευκλείδης Τσακαλώτος ότι «το Ταμείο πρέπει να ξεκαθαρίσει τη θέση του μέχρι τα Χριστούγεννα. Αν δεν συμμετάσχει χρηματοδοτικά, δεν έχουμε υποχρέωση να εφαρμόσουμε στη διετία 2019-2020 τα μέτρα που το Ταμείο μάς επέβαλε».
Τα Χριστούγεννα ανήκουν στο παρελθόν. Εκείνο που απέμεινε είναι η αναβάθμιση, σε πρωθυπουργικό πλέον επίπεδο, της κυβερνητικής πρόθεσης να καταργηθούν τα μέτρα πάνω στα οποία στηρίζει η αξιωματική αντιπολίτευση την επιχειρηματολογία της ότι «υπάρχει τέταρτο μνημόνιο».
Με τον «αφοπλισμό» της η Ν.Δ. θα καταστεί αρκετά ευάλωτη στην προεκλογική κούρσα και στις εκλογές. Ενώ η κυβέρνηση θα επιβεβαιώσει έμπρακτα τη φροντίδα της για τη «μεσαία τάξη», την οποία κυρίως αφορά η άρση της περικοπής των συντάξεων. Παράλληλα, «πλούσιοι» και φτωχοί δεν θα νιώσουν το σφίξιμο της μείωσης του αφορολόγητου ορίου.
Τα δύο επώδυνα μέτρα έχουν γίνει αντικείμενο έντονης κριτικής στις οργανώσεις του ΣΥΡΙΖΑ, ενώ συζητιούνται επίσης έντονα και στην Κοινοβουλευτική Ομάδα με επωδό τη ρήση ότι «με αυτά δεν κερδίζουμε εκλογές».
Πληροφορίες αναφέρουν ότι η κυβέρνηση αρχίζει και συγκεντρώνει οικονομικά, πολιτικά και λογικά επιχειρήματα για να υποστηρίξει έναντι των δανειστών την κατάργηση των μέτρων, ακόμη και στην περίπτωση που το ΔΝΤ συγκατατεθεί στη χρηματοδότηση του προγράμματος.
Αλλωστε το ΔΝΤ «κουνάει» προς τους εταίρους του μόνο το ευτελές ποσό του 1,5 δισ. ευρώ, το οποίο εξευρίσκεται πλέον πανεύκολα από τις αγορές αφού εισήλθαμε στην «εποχή του 3%» (απόδοση 10ετούς ομολόγου).
Το σπουδαιότερο των επιχειρημάτων συνίσταται στη διαφαινόμενη εκπλήρωση του μνημονιακού στόχου για πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% του ΑΕΠ φέτος, το οποίο χωρίς άλλα μέτρα μπορεί να επαναληφθεί και στην επώδυνη διετία των μέτρων 2019 και 2020.
Τα δύο επώδυνα μέτρα αποφέρουν συνολικές προσόδους άλλο 2% του ΑΕΠ φτάνοντας το πρωτογενές πλεόνασμα στο... 5,5% του ΑΕΠ.
Είναι οικονομικά ανέφικτο και κοινωνικά μη ανεκτό. Θα έχουμε αφυδάτωση του κόσμου και της κοινωνίας με ποινή που σαφώς προσκρούει στην αρχή της αλληλεγγύης, η οποία διέπει τις σχέσεις των ευρωπαϊκών λαών.
Αλλωστε θα είναι εντελώς αντιφατικό να γίνεται νέα φορολογική αφαίμαξη όταν ο ίδιος ο Αλέξης Τσίπρας μιλούσε σε πρόσφατη συνέντευξή του για μείωση των φορολογικών συντελεστών.
Και, επίσης, είναι δύσκολο για την κυβέρνηση να κλείσει τα ώτα της στην επωδό των Σειρήνων (Ν.Δ., ΠΑΣΟΚ και βουλευτών του ΣΥΡΙΖΑ) για επαναδιαπραγμάτευση και μείωση των πρωτογενών πλεονασμάτων στο 2%.
Βεβαίως η ανάληψη νομοθετικής πρωτοβουλίας για κατάργηση των μέτρων και μείωση των συμφωνημένων πλεονασμάτων εξαρτάται από το πλαίσιο εποπτείας της ελληνικής οικονομίας που θα εγκαθιδρυθεί στις 21 Αυγούστου 2018.
Η κυβέρνηση θα διεκδικήσει τη δυνατότητα να νομοθετεί μόνη της (χωρίς τη μέχρι τώρα έγκριση των «θεσμών») υποβαλλόμενη μόνο στις ρυθμίσεις που απορρέουν από το περιβόητο Σύμφωνο Σταθερότητας (Μάαστριχτ).
Είναι χαρακτηριστικό ότι προ ολίγων ημερών η κοινοβουλευτική εκπρόσωπος του ΣΥΡΙΖΑ καθηγήτρια κ. Βάκη είπε ότι νόμος καθιέρωσε τα μέτρα για συντάξεις - αφορολόγητο και νόμος μπορεί να τα καταργήσει.
Η κ. Βάκη πρόσθεσε έτσι το όνομά της στη χορεία των βουλευτών και κυβερνητικών παραγόντων που ανταποκρινόμενοι στο λαϊκό αίσθημα αλλά και στις αναπτυξιακές ανάγκες ζητούν ή διεκδικούν κατάργηση των επώδυνων μέτρων που επιβλήθηκαν εκβιαστικά κατά τη δεύτερη αξιολόγηση (Φίλης, Σκουρλέτης, Κατρούγκαλος, Βάκη, Τσακαλώτος, Τζανακόπουλος), θεωρώντας ότι οι ρυθμίσεις τους δεν συνιστούν τις πλάκες του Μωυσέως.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου