Μάρτυρες δημοσίου συμφέροντος: τι είναι, πώς και γιατί προστατεύονται
Μαρία Στυλιανίδου*
Σήμερα η υπόθεση Novartis, πιο πριν η υπόθεση των Panama Papers και των Paradise Papers συνδέονται με αποκαλύψεις που προκάλεσαν ισχυρούς «σεισμούς» σε διάφορες χώρες. Και στις τρεις περιπτώσεις «άγνωστοι» whistleblowers προέβησαν σε σημαντικές αποκαλύψεις που σήμαναν την έναρξη δικαστικών ερευνών.
Δεν είναι η πρώτη φορά που ένας whistleblower («μάρτυρας δημοσίου συμφέροντος» στα ελληνικά) προκαλεί «σεισμό» με τις αποκαλύψεις του. Παραδείγματα γνωστών whistleblowers περιλαμβάνουν τον Αλαν Κάτλερ, τον Μπράντλεϊ Μάνινγκ, τον Τζούλιαν Ασάνζ και τον Εντουαρντ Σνόουντεν. Μάλιστα ο Αντουάν Ντελτούρ που έκανε τις αποκαλύψεις Luxleaks, ήταν υποψήφιος για το Βραβείο Ευρωπαίου Πολίτη το 2015.
Τι είναι, όμως, το whistleblowing; Ή αλλιώς, καταγγελία δυσλειτουργιών; Η καταγγελία δυσλειτουργιών (whistleblowing) είναι η πράξη ενός προσώπου το οποίο, πιστεύοντας ότι το δημόσιο συμφέρον υπερισχύει του συμφέροντος του οργανισμού όπου εργάζεται, παρέχει την πληροφορία ότι ο οργανισμός εμπλέκεται σε υποθέσεις διαφθοράς, παρανομίας, απάτης ή επιβλαβούς συμπεριφοράς. Οι πολίτες που αποκαλύπτουν καταχρηστικές πρακτικές -οι επονομαζόμενοι whistleblowers- διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στην πάταξη της διαφθοράς, καθώς η αποκάλυψη αποτελεί προϋπόθεση για την έναρξη ερευνών που οδηγούν εν τέλει σε διώξεις.
Ωστόσο, η αποκάλυψη πληροφοριών ενδέχεται να έχει σημαντικό κόστος για τους whistleblowers, καθώς εκτίθενται σε σημαντικούς κινδύνους, όπως η απώλεια της εργασίας τους, η εμπλοκή τους σε δικαστικές διαμάχες ή ακόμη και η απειλή κατά της ζωής τους. Οι whistleblowers μπορούν να αποτρέψουν τον κίνδυνο, να προστατεύσουν τα ανθρώπινα δικαιώματα και να σώσουν ζωές, αρκεί να περιβάλλονται από εγγυήσεις για την ελευθερία της συνείδησης και της έκφρασής τους. Χωρίς προστασία από πράξεις αντεκδίκησης, κάποιοι πιθανοί whistleblowers θα παραμείνουν σιωπηλοί, στερώντας έτσι τους ελεγκτές των πράξεων διαφθοράς από την εσωτερική πληροφόρηση που χρειάζονται.
Στην Ελλάδα: Το 2014 με τον ν. 4254, η σχετική έννοια εισήχθη και στο ελληνικό ποινικό δίκαιο, με σκοπό την καταπολέμηση της διαφθοράς και την ενθάρρυνση προσώπων που διαθέτουν σχετικές πληροφορίες αλλά διστάζουν να τις καταθέσουν επίσημα από ανησυχία για τα αντίποινα. Δηλαδή, τους μάρτυρες δημοσίου συμφέροντος. Πρόκειται στην ουσία για εισαγωγή του θεσμού του whistleblower, όπως αναφέρεται και σε σχετική ανακοίνωση από τη Διεθνή Διαφάνεια Ελλάδας.
Μάρτυρας δημοσίου συμφέροντος μπορεί να χαρακτηριστεί ένα πρόσωπο που συμβάλλει ουσιωδώς με τις πληροφορίες που παρέχει στις αρχές, χωρίς να είναι ο ίδιος εμπλεκόμενος και χωρίς να έχει ίδιον όφελος, σε υποθέσεις:
♦ δωροδοκίας/δωροληψίας πολιτικών αξιωματούχων
♦ δωροδοκίας/δωροληψίας δικαστών
♦ δωροδοκίας δημοσίων υπαλλήλων
♦ εμπορίας/επιρροής μεσαζόντων «και τις συναφείς με αυτές πράξεις».
Το παραπάνω πρόσωπο χαρακτηρίζεται «μάρτυρας δημοσίου συμφέροντος» με:
♦ πράξη του κατά τόπον αρμόδιου εισαγγελέα ή του εισαγγελέα εγκλημάτων διαφθοράς, ύστερα από έγκριση του αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου που εποπτεύει τους εισαγγελείς εγκλημάτων διαφθοράς.
Η προστασία συνίσταται σε:
♦ Προστασία από μηνύσεις: αν ο αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου κρίνει ότι δεν είναι απαραίτητη η δίωξη του μάρτυρα δημοσίου συμφέροντος, παραγγέλλει στον αρμόδιο εισαγγελέα να μην ασκήσει ποινική δίωξη ύστερα από μήνυση εναντίον του μάρτυρα αυτού για συκοφαντική δυσφήμηση, ψευδορκία, ψευδή καταμήνυση, παράβαση επαγγελματικού απορρήτου, παράβαση προσωπικών δεδομένων.
♦ Προστασία από αντίποινα: οι μάρτυρες δημοσίου συμφέροντος μπορούν να ζητήσουν υπαγωγή στις διατάξεις του ν. 2928/2001, για τη φύλαξή τους, την απόκρυψη του ονόματός τους στο στάδιο της κατάθεσης, τη μετάθεση/μετάταξη/απόσπαση αν είναι δημόσιοι υπάλληλοι (ακόμη και χωρίς τη δημοσίευση της απόφασης στο ΦΕΚ), τη μεταβολή στοιχείων ταυτότητας και τη μετεγκατάσταση σε άλλη χώρα.
♦ Προστασία στην υπηρεσία: οι δημόσιοι υπάλληλοι που έχουν χαρακτηριστεί «μάρτυρες δημοσίου συμφέροντος», δεν παραλείπονται στη διαδικασία προαγωγής, δεν υπόκεινται σε οποιαδήποτε πειθαρχική διαδικασία ή τιμωρία, δεν απολύονται, δεν υφίστανται δυσμενή διακριτική μεταχείριση ιδίως σε θέματα υπηρεσιακής εξέλιξης, μετακίνησης ή τοποθέτησης.
Με την ίδια διαδικασία, δηλαδή με πράξη του (κατόπιν έγκρισης από τον αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου) ο εισαγγελέας μπορεί να ανακαλέσει την πράξη χαρακτηρισμού του προσώπου ως «μάρτυρα δημοσίου συμφέροντος», σε οποιοδήποτε στάδιο της ποινικής δίκης, αν κρίνει ότι δεν συντρέχουν οι λόγοι για τους οποίους εκδόθηκε.
Η εν λόγω νομοθεσία είναι ένα πρώτο βήμα της ελληνικής πολιτείας να ανταποκριθεί στις διεθνείς υποχρεώσεις της και να μετάσχει ενεργώς στην κοινή προσπάθεια της παγκόσμιας κοινότητας για την καταπολέμηση της διαφθοράς (σχετική αναφορά στην αιτιολογική έκθεση του νόμου). Παρ’ όλα αυτά παραμένει ένα βήμα δειλό, χωρίς να προσφέρει επαρκή προστασία, σύμφωνα με τα διεθνή πρότυπα και με περιορισμένο πεδίο εφαρμογής.
Είναι προφανές ότι η προστασία των whistleblowers πρέπει να εντάσσεται σε μια γενικότερη στρατηγική καταπολέμησης της διαφθοράς και γι’ αυτό πρέπει να ενισχυθεί. Γιατί μια σύγχρονη πολιτεία πρέπει να διακρίνει την έννοια του whistleblower από εκείνη του πληροφοριοδότη που προσέφερε τις υπηρεσίες του στην κατίσχυση αυταρχικών καθεστώτων.
* Διδάκτορας Νομικής. Η τελευταία της μονογραφία με τίτλο «Προστασία των εργαζομένων δημοσίου συμφέροντος στον δημόσιο τομέα-Οι whistleblowers σε διεθνείς οργανισμούς και σε κράτη της Ευρώπης» κυκλοφόρησε πρόσφατα από τις εκδόσεις «Νομική Βιβλιοθήκη»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου