Μεγάλη σημασία αποδίδει η κοινωνία στη διαφάνεια στον δημόσιο βίο
Κάθαρση για τα σκάνδαλα ζητούν οι πολίτες
Δημήτρης Κουκλουμπέρης
Kάθαρση στο πολιτικό σύστημα ζητούν οι πολίτες, σύμφωνα με τον Σφυγμό της ProRata για τον Μάρτιο. Με επίκεντρο την υπόθεση της Novartis και τη σύσταση προανακριτικής επιτροπής στη Βουλή, η έρευνα αναδεικνύει τη μεγάλη σημασία που αποδίδει η κοινωνία στη διαφάνεια στον δημόσιο βίο, καθώς το ποσοστό υπέρ της διαλεύκανσης του σκανδάλου είναι στο 60%.
Το ποσοστό αυτό αυξάνεται στο 78% μεταξύ των ψηφοφόρων του ΣΥΡΙΖΑ, ενώ ως σημαντικό κατά 48% το αξιολογούν οι ψηφοφόροι της Ν.Δ. και κατά 54% οι ψηφοφόροι του Κινήματος Αλλαγής.
Στο σύνολο του δείγματος, το 30% των ερωτηθέντων θεωρεί σπουδαιότερη την προστασία των θεσμών και την ίδια ώρα ποσοστό 35% δηλώνει ότι η σύσταση προανακριτικής πρωτίστως πλήττει τη λειτουργία των κοινοβουλευτικών θεσμών και την ανεξαρτησία της Δικαιοσύνης.
Σε ό,τι αφορά τη δυνητική εκλογική επιρροή, η διαφορά μεταξύ ΣΥΡΙΖΑ και Ν.Δ. βρίσκεται στις 10 μονάδες (24% έναντι 34%), με την ψαλίδα να ανοίγει σε σχέση με τον Σφυγμό Ιανουαρίου, όταν το προβάδισμα για το κόμμα του Κυριάκου Μητσοτάκη έφτανε στις 8 μονάδες.
Ακολουθεί το ΚΚΕ με 13% (μία μονάδα πάνω σε σχέση με τον προηγούμενο Σφυγμό), στο 13% καταγράφεται και το Κίνημα Αλλαγής αλλά υποχωρεί κατά 1%, η Χρυσή Αυγή παραμένει σταθερή στο 10% και αμέσως μετά έρχονται η Ενωση Κεντρώων με 8%, οι ΑΝ.ΕΛΛ., η Λαϊκή Ενότητα και η Εθνική Ενότητα (Καρατζαφέρης-Μπαλτάκος) με 6% και, τέλος, οι ΑΝΤΑΡΣΥΑ, Πλεύση Ελευθερίας και Ελληνική Λύση (Βελόπουλος) με δυνητική εκλογική επιρροή 5%.
Χαμηλή είναι η συσπείρωση του ΣΥΡΙΖΑ αφού μόνο το 56% των ψηφοφόρων του 2015 εμφανίζεται αποφασισμένο να ξαναδώσει την ψήφο του στο κυβερνών κόμμα (πιθανότητα άνω του 50%). Στον αντίποδα, στο 89% φτάνει η συσπείρωση της Ν.Δ. για τις ίδιες πιθανότητες.
Σχετικά με τη διεξαγωγή πρόωρων εκλογών, ένας στους δύο ερωτηθέντες απαντά αρνητικά (52% όχι) και 41% λέει ναι.
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει η γνώμη των πολιτών για τις πολιτικές συμμαχίες μεταξύ κομμάτων ή προσώπων. Για τη συνεργασία ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝ.ΕΛΛ. το 55% τη χαρακτηρίζει απαράδεκτη. Στο ίδιο ερώτημα, στους ψηφοφόρους του ΣΥΡΙΖΑ η συμμαχία με το κόμμα του Πάνου Καμμένου γίνεται αποδεκτή κατά 64%.
Την ίδια στιγμή, η πολιτική συμπόρευση του ΠΑΣΟΚ με το Ποτάμι στο Κίνημα Αλλαγής συναντά υψηλή αποδοχή (70%) από τους πολίτες που δηλώνουν πιθανότητα πάνω από 50% να ψηφίσουν τον νέο φορέα, ενώ μόλις το 12% τη χαρακτηρίζει απαράδεκτη. Επιπλέον, το 47% των πολιτών θεωρεί απαράδεκτη τη συμμαχία Κυριάκου Μητσοτάκη - Αδώνιδος Γεωργιάδη, ενώ και ψηφοφόροι της Ν.Δ. την αποδέχονται σε ποσοστό 59%.
Από τα θέματα της επικαιρότητας, άξια επισήμανσης είναι η απόλυτη διαφωνία σε ποσοστό 53% στο ερώτημα αν η Ελλάδα θα πρέπει να εκδώσει τους οκτώ Τούρκους αξιωματικούς που έχουν ζητήσει άσυλο στη χώρα μας πίσω στην Τουρκία.
Τέλος, το 69% των ερωτηθέντων διαφωνεί με την άποψη σύμφωνα με την οποία πρέπει να δοθεί ακόμη μία ευκαιρία στον Αλέξη Τσίπρα, αρκεί να μη βγει ο Κυριάκος Μητσοτάκης και το 51% εκφράζει επίσης την αντίθεσή του προς τη θέση «δεν με νοιάζει ποιος θα κερδίσει τις εκλογές, αρκεί να φύγει η σημερινή κυβέρνηση».
ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ ΕΡΕΥΝΑΣ: ProRata A.E. Εταιρεία Ερευνών Κοινής Γνώμης και Εφαρμογών Επικοινωνίας (Αριθμός Μητρώου ΕΣΡ: 56) Ποσοτική έρευνα με προσωπική συνέντευξη και χρήση δομημένου ερωτηματολογίου, από 29 ερευνητές και 2 επόπτες, σε γενικό πληθυσμό άνω των 17 ετών ΓΕΩΓΡΑΦΙΚΗ ΚΑΛΥΨΗ: Σύνολο επικράτειας ΔΕΙΓΜΑ: 1.000 ερωτηματολόγια, στρωματοποιημένη δειγματοληψία με αναλογική αντιπροσώπευση αστικών και αγροτικών περιοχώνΠΕΡΙΘΩΡΙΟ ΛΑΘΟΥΣ: Μέγιστο +/- 3,1% σε διάστημα εμπιστοσύνης 95% ΧΡΟΝΙΚΟ ΔΙΑΣΤΗΜΑ: 7-9 Μαρτίου 2018
Η διαφορά της πρόθεσης ψήφου και της δυνητικής εκλογικής επιρροής
Σε αντίθεση με τη συνήθη πρακτική καταγραφής της πρόθεσης ψήφου, η ProRata καταγράφει τις ατομικές απαντήσεις για την πιθανότητα ψήφου για καθένα κόμμα και υπολογίζει τα ποσοστά δυνητικής εκλογικής επιρροής κάθε κόμματος, αθροίζοντας τα ποσοστά εκείνων που έχουν δηλώσει ως ίση ή μεγαλύτερη του 50% την πιθανότητα να επιλέξουν κάθε κόμμα.
Συνεπώς το άθροισμα των ποσοστών δυνητικής εκλογικής επιρροής όλων των κομμάτων στον τελικό πίνακα είναι μεγαλύτερο του 100%, γιατί πολλοί επιλέγουν να δηλώσουν ως ίση ή μεγαλύτερη του 50% την πιθανότητα να ψηφίσουν δύο ή περισσότερα κόμματα.
Ξένοι στο ίδιο σπίτι
Του ΓΙΑΝΝΗ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗ, επίκουρου καθηγητή Πανεπιστημίου Μακεδονίας
Για κάποιους, οι συμμαχίες στην πολιτική είναι ένδειξη ορθολογισμού και μετριοπάθειας. Για κάποιους άλλους, είναι ένδειξη καιροσκοπισμού και τακτικισμού. Αλλοτε η συνεργασία είναι συναίνεση, άλλοτε συμβιβασμός. Από την πλευρά τους, οι εκάστοτε πολιτικοί σύμμαχοι παρουσιάζουν τις επιλογές συνεργασίας τους ως παραδείγματα δημιουργικής σύνθεσης που επιβάλλονται σε μια δημοκρατία.
Εκλαμβάνονται όμως πάντα ως τέτοιες οι επιλογές τους από την κοινή γνώμη; Υπό συνθήκες αμφισβήτησης της ειλικρίνειας των προθέσεων των πολιτικών πρωταγωνιστών, η επιχειρηματολογία των συμμάχων δύσκολα βρίσκει πρόσφορο έδαφος στους ψηφοφόρους. Ας πάρουμε τρία τέτοια παραδείγματα από τη σημερινή σκηνή του ελληνικού κομματικού ανταγωνισμού.
Η κυβερνητική συμμαχία ΣΥΡΙΖΑ και ΑΝ.ΕΛΛ. διαψεύδει τα περισσότερα μοντέλα της θεωρίας σχηματισμού κυβερνήσεων συνεργασίας λόγω του εμφανώς διαφορετικού ιδεολογικού και αξιακού προσανατολισμού των δύο εταίρων, απόσταση που άλλωστε αποτυπώνεται στην άρνηση των βουλευτών των ΑΝ.ΕΛΛ. να ψηφίζουν μαζί με τον εταίρο τους σειρά νομοσχεδίων που αφορούν ζητήματα ατομικών ελευθεριών. Από την πλευρά τους, ΣΥΡΙΖΑ και ΑΝ.ΕΛΛ. έχουν επιλέξει να προβάλλουν το κοινό αντιμνημονιακό τους παρελθόν ως ενοποιητικό παράγοντα.
Η κοινή γνώμη δεν δείχνει πάντως να πείθεται από την επιχειρηματολογία τους αυτή: το 55% του πληθυσμού αξιολογεί τη συμμαχία αυτή ως απαράδεκτη, ενώ μόνο το 20% την κρίνει ως αποδεκτή, σύμφωνα με τη σχετική έρευνα της ProRata. Είναι αξιοσημείωτο ότι το επιχείρημα απορρίπτεται από το ένα έκτο εκείνων που δηλώνουν σημαντική πιθανότητα να ψηφίσουν τον ΣΥΡΙΖΑ στις επόμενες εκλογές, κάτι που σημαίνει ότι για ένα τμήμα του δυνητικού κοινού του ΣΥΡΙΖΑ η συνέχιση της συνεργασίας αυτής ίσως προκαλέσει σημαντικές αντιδράσεις.
Η αγαστή συνεργασία του αρχηγού της Νέας Δημοκρατίας Κυριάκου Μητσοτάκη με ένα από τα πλέον προβεβλημένα πρόσωπα του πιο πετυχημένου κόμματος της Ακρας Δεξιάς στην Ελλάδα, τον Αδωνι Γεωργιάδη, επαληθεύει την παραδοσιακή αδυναμία της Ν.Δ. να δώσει ένα σαφές ιδεολογικό στίγμα στον λόγο της. Από την πλευρά τους, οι δύο πολιτικοί τείνουν να υπογραμμίζουν τους κοινούς διαχειριστικούς στόχους τους, καθώς και την πίστη τους στις αρχές του οικονομικού φιλελευθερισμού, αποσιωπώντας τις διαφορές τους σε ζητήματα ατομικών ελευθεριών.
Η κοινή γνώμη όμως δεν δείχνει να πείθεται ούτε από τη δική τους επιχειρηματολογία: το 47% του πληθυσμού αξιολογεί τη συμμαχία αυτή ως απαράδεκτη, ενώ μόνο το 32% την κρίνει ως αποδεκτή. Το πλέον ενδιαφέρον στοιχείο της σχετικής έρευνας είναι ότι την επιχειρηματολογία απορρίπτει και το ένα τέταρτο των δυνητικών ψηφοφόρων της Ν.Δ., ψηφοφόροι που σίγουρα διάκεινται αρνητικά έναντι του ενδεχομένου μετατόπισης της Ν.Δ. προς το δεξιότερο άκρο ως συνέπεια της αποτελεσματικής συνεργασίας του Αδώνιδος Γεωργιάδη με την ηγεσία του κόμματος.
Η πρόσφατη απόφαση συνεργασίας του ΠΑΣΟΚ και του Ποταμιού στην πορεία διαμόρφωσης ενός νέου κομματικού σχηματισμού, του Κινήματος Αλλαγής, προκάλεσε ερωτήματα για τη δυνατότητα των δύο συμμάχων να ξεπεράσουν τις προγραμματικές τους διαφορές σε μια σειρά ζητημάτων που εκκινούν από τις μεταρρυθμίσεις στη δημόσια διοίκηση και φτάνουν στη νομική κατοχύρωση δικαιωμάτων ομόφυλων ζευγαριών.
Από την πλευρά τους, οι δύο σύμμαχοι προέβαλαν το πλήθος κοινών τοποθετήσεων σε πολλά άλλα ζητήματα, καθώς και την κοινή στόχευση αντιπαράθεσης με τον λαϊκισμό και τον συντηρητισμό των δύο μεγάλων κομμάτων. Η κοινή γνώμη δεν τοποθετείται το ίδιο καθαρά έναντι αυτής της απόφασης συμπόρευσης: το 41% την αξιολογεί ως απαράδεκτη και το 32% την αξιολογεί ως αποδεκτή.
Οι ψηφοφόροι της Ν.Δ. και του ΣΥΡΙΖΑ διχάζονται στις αξιολογήσεις τους, ενώ οι δυνητικοί ψηφοφόροι του Κινήματος Αλλαγής στην πλειοψηφία τους την αξιολογούν ως αποδεκτή. Μόνο το ένα έβδομο των δυνητικών ψηφοφόρων του Κινήματος απορρίπτουν τη συμμαχία ως απαράδεκτη, κυρίως ψηφοφόροι του Ποταμιού του 2015.
Το σημαντικότερο εύρημα πάντως βρίσκεται στις αξιολογήσεις των αναποφάσιστων ψηφοφόρων και όσων απείχαν το 2015: μεταξύ αυτών, το ποσοστό εκείνων που αξιολογούν ως απαράδεκτη τη συμμαχία αυτή κινείται σαφώς άνω του 50%. Είναι προφανές ότι το πείραμα του Κινήματος Αλλαγής δεν έχει καταφέρει να συγκινήσει ψηφοφόρους που αρνούνται να ενταχθούν στο υπάρχον σύστημα επιλογών ψήφου.
Πολιτικοί παίκτες που συγκατοικούν και αγωνίζονται να αποδείξουν ότι δεν είναι ξένοι στο ίδιο σπίτι. Τρεις πολιτικές συμμαχίες που επιχειρούν να πείσουν για την ορθολογικότητά τους και να διαψεύσουν τις υπόνοιες τακτικισμού. Δύσκολος αγώνας, με μάλλον αμφίρροπο αποτέλεσμα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου