Πίσω από το Ιλιντεν βλέπουν τη Novartis
Δημήτρης Ψαρράς
ΕUROKINISSI / ΓΙΩΡΓΟΣ ΚΟΝΤΑΡΙΝΗΣ |
Η άνανδρη επίθεση που δέχτηκε ως «προδότης» και «ανθέλληνας» από ομάδα φασιστών τραμπούκων ο δήμαρχος της Θεσσαλονίκης, Γιάννης Μπουτάρης, το Σάββατο το απόγευμα μπροστά στον Λευκό Πύργο ήρθε να ολοκληρώσει έναν καταιγισμό φραστικών επιθέσεων εναντίον «προδοτών» που ξεκίνησε ένα εικοσιτετράωρο νωρίτερα στα μέσα ενημέρωσης.
Αφορμή υπήρξαν οι διαρροές για το όνομα «Δημοκρατία της Μακεδονίας του Ιλιντεν» που έχει τεθεί στο τραπέζι της διαπραγμάτευσης της Ελλάδας με την ΠΓΔΜ. Πήραμε έτσι μια ιδέα για το τι εννοούσαν εκείνοι που ζητούσαν πριν από τρεις μήνες με «εξώδικο» προς όλους τους βουλευτές να μην «τολμήσουν» να προχωρήσουν σε συμφωνία με οποιαδήποτε σύνθετη ονομασία, διότι «κάτι τέτοιο χαρακτηρίζεται από το Ελληνικό Σύνταγμα ως εσχάτη προδοσία και τιμωρείται με θάνατο». Μέχρι σήμερα φιγουράρει η σχετική ανάρτηση στον ιστότοπο των διοργανωτών των συλλαλητηρίων.
Μέσα σ’ αυτό το κλίμα χάνεται, καθώς φαίνεται, μια μεγάλη ευκαιρία που είχε ανοίξει για τη διευθέτηση του ονοματολογικού της ΠΓΔΜ με βάση ένα αμοιβαία αποδεκτό σχέδιο. Και όμως, το όνομα «Μακεδονία του Ιλιντεν» θα είχε δύο σημαντικές ευεργετικές συνέπειες για την ελληνική πλευρά: αφενός θα αποσυνέδεε οριστικά την ΠΓΔΜ από την Αρχαία Μακεδονία και αφετέρου θα συνδύαζε τη γένεση του κράτους με μια εξέγερση κατά των Οθωμανών-Τούρκων.
1. Ο τόνος δόθηκε από τη Βουλή την Παρασκευή το πρωί κατά τη συζήτηση της υπόθεσης Novartis. Την κοινή γραμμή των «εθνικοφρόνων» συνόψισε πρώτος ο Αντώνης Σαμαράς: «Πάτε να νομιμοποιήσετε τον σκοπιανό αλυτρωτισμό σε βάρος της Ελλάδος, γιατί το όνομα είναι το κατ’ εξοχήν όχημα του αλυτρωτισμού».
Ο Ευάγγελος Βενιζέλος, υπαναχωρώντας από την πρόσφατη τοποθέτησή του υπέρ της επίλυσης του ζητήματος, ανέβασε κάθετα τους τόνους: «Η επιλογή Μακεδονία του Ιλιντεν είναι η επιτομή του αλυτρωτισμού, είναι ο αλυτρωτισμός αυτοπροσώπως. Μακεδονία του Ιλιντεν σε καμία περίπτωση». Υποχρεώθηκε και η κυρία Γεννηματά, που μίλησε αργότερα, να συνταχθεί με τη σκληρή γραμμή, υιοθετώντας κατά λέξη τη διατύπωση του προκατόχου της: «Είναι προφανές ότι η συγκεκριμένη ονομασία συνιστά την επιτομή της επιστροφής του αλυτρωτισμού».
Από κοντά και ο Αρχηγός των ναζί-πατριωτών Μιχαλολιάκος, ο οποίος προτίμησε τη διατύπωση Σαμαρά: «Το Ιλιντεν είναι όχημα αλυτρωτισμού». Ο Κυριάκος Μητσοτάκης φρόντισε να τοποθετηθεί το βράδυ της Παρασκευής, μετά την επίσημη ενημέρωσή του από τον πρωθυπουργό: «Οποιαδήποτε αναφορά του Ιλιντεν στο όνομα της γειτονικής χώρας, όχι μόνον δεν θέτει τέλος στον αλυτρωτισμό των Σκοπίων, αλλά αντιθέτως τον επιβεβαιώνει και τον ενισχύει. Γι’ αυτό είναι απαράδεκτο ακόμη και να τίθεται προς συζήτηση».
2. Ακολούθησαν τα μέσα ενημέρωσης και κυρίως η εφημερίδα «Δημοκρατία» με το εμπρηστικό πρωτοσέλιδο «Ονομα ισοδύναμο με εσχάτη προδοσία». Αλλά βέβαια αυτή η εφημερίδα μάς έχει συνηθίσει σε μια γραμμή βαθιά διχαστική, στην αναπαραγωγή των πιο ακραίων συνθημάτων του εμφυλίου πολέμου και στην οργανωμένη προπαγάνδα υπέρ της δικτατορίας της 21ης Απριλίου. Από αυτή την άποψη η αντίδρασή της ήταν αναμενόμενη.
Η έκπληξη προέρχεται από την ταύτιση μ’ αυτή τη στάση όχι απλώς του κ. Σαμαρά –ο οποίος διατηρεί εκλεκτικές συγγένειες με τον εκδότη της εφημερίδας από παλιά– αλλά στελεχών του ευρύτερου κεντρώου χώρου. Ακόμα και ο γ.γ. του ΚΚΕ δεν δίστασε να μιλήσει για αλυτρωτισμό, ξεχνώντας ότι στη μετεμφυλιακή υποχρεωτική προσφυγιά οι Σλαβομακεδόνες του ΚΚΕ ονόμαζαν «Ιλιντεν» την οργάνωσή τους.
3. Για το τι υπήρξε ιστορικά η εξέγερση του Ιλιντεν το 1903 θα διαβάσετε αναλυτικά στο αφιέρωμα του Τάσου Κωστόπουλου στη στήλη «Φάντασμα της Ιστορίας» στην «Εφ.Συν.» του προσεχούς Σαββατοκύριακου. Η αλήθεια είναι ότι η σχετική ελληνική ιστοριογραφία είναι ισχνή έως ανύπαρκτη, εξαιτίας του γεγονότος ότι είναι δύσκολο να δικαιολογηθεί η αρνητική στάση του ελληνικού κράτους απέναντι στην εξέγερση, κάτω από το βάρος της νωπής ακόμα συντριβής στον Ελληνοτουρκικό Πόλεμο του 1897, καθώς και η ανοιχτή συνεργασία των τοπικών διπλωματικών εκπροσώπων της Ελλάδας με τις οθωμανικές αρχές.
Ακόμα και σήμερα κονταροχτυπιούνται εθνικόφρονες ιστορικοί αν πρέπει να μιλάμε για «επανάσταση», για «εξέγερση» ή απλώς για «ψευδοεπανάσταση» ή και για «συνωμοσία συμμοριών». Η ποικιλία των χαρακτηρισμών συνδέεται με τις πολιτικές σκοπιμότητες κάθε ιστορικής περιόδου. Την ερμηνεία αυτών των αλλαγών μπορεί κανείς να αναζητήσει στη μελέτη του Σπύρου Καράβα («Μυστικά και Παραμύθια από την Ιστορία της Μακεδονίας», Αθήνα 2014, σσ. 166-174).
4. Ο Ιων Δραγούμης, πέντε μέρες μετά την έναρξη της επανάστασης, έγραφε στον πατέρα του λέγοντας τα πράγματα με το όνομά τους: «Αγαπητέ μπαμπά. Εχομεν Σλαυικήν επανάστασιν εν Μακεδονία. Τούτο αρκεί ίνα εννοήση ο πονών και γινώσκων. Απαντες οι σλαυόφωνοι πληθυσμοί ηκολούθησαν το Κομιτάτον, ορθόδοξοι και σχισματικοί, και οι πλείστοι εκουσίως» (Γ. Πετσίβας, «Ιωνος Δραγούμη, Τα Τετράδια του Ιλιντεν», Αθήνα 2000, σ. 195).
Στην πραγματικότητα επρόκειτο για έναν γνήσιο ξεσηκωμό με στοιχεία εθνικής και κοινωνικής επανάστασης. Ασφαλώς η κύρια δύναμη που ενίσχυε την εξέγερση ήταν η Βουλγαρία, αλλά οι πληθυσμοί που συμμετείχαν σ’ αυτήν περιλάμβαναν όλες τις τοπικές εθνότητες.
Οπως γράφει ο Ελληνας πρόξενος στο Μοναστήρι Κ. Κυπραίος προς το υπουργείο Εξωτερικών στην Αθήνα, «απότομος χωρισμός ελληνικού στοιχείου από βουλγαρικόν στοιχείον είναι ως εξ αυτών των πραγμάτων αδύνατος και επιβλαβέστατος δι’ ημετέραν επιρροήν. […] Εξεγερθέντες πληθυσμοί είναι νυν πεπεισμένοι ότι μάχονται υπέρ ελευθερώσεως αυτών ουδέ είναι δυνατόν νυν αναχαιτισθή επαναστατικόν αυτών φρόνημα.
Αλλά και Βλαχόφωνοι και Αλβανόφωνοι διάκεινται ευμενώς προς το κίνημα, όχι επειδή είναι βουλγαρικόν, αλλ’ επειδή θεωρούσι αυτό ελευθερωτικόν, δι’ ο και πολλοί μετέχουσι τούτου, οι δε λοιποί δεν δείκνυνται πρόθυμοι προς αντίδρασιν» (Μοναστήρι, 26.7.1903, ΑΥΕ 1903, ΑΑΚ/Ε΄, Προξενείο Μοναστηρίου, Μουσείο Μακεδονικού Αγώνα, «Οι απαρχές του Μακεδονικού αγώνα (1903-1904)», Θεσσαλονίκη 1996, σ. 75).
5. Η δυσκολία των ελληνικών αρχών εκφραζόταν στο δίλημμα μεταξύ οθωμανικών αρχών και επαναστατών. Στο ίδιο έγγραφο, ο Ελληνας πρόξενος διατυπώνει σε δραματικό ύφος την αμηχανία του:
«Εφ’ όσον δυνάμεθα, βοηθούμεν τουρκικάς αρχάς προς καταστολήν κινήματος, αλλ’ ουδαμώς πρόσφορον ουδέ δυνατόν θεωρώ την επί πλέον δι’ ημετέρων πρακτόρων αναχαίτισιν επαναστατών, επομένως απομένει ημίν εν εκ των δύο, ή να καταδιώξωμεν από κοινού μετά Τούρκων ημετέρους πληθυσμούς επαναστατησάντων κατ’ αυτών, όπερ θεωρώ επικίνδυνον, διότι τούτο πράττοντες θ’ απολέσωμεν και μικρόν υπόλοιπον επιρροής, όπερ εισέτι έχομεν επί Βουλγαροφώνων, ή υιοθετούντες το κίνημα να προσδώσωμεν αυτώ και ελληνικόν χαρακτήρα και ποιήσωμεν αυτό γενικόν καθ’ άπασαν την χώραν, εκτός εάν τουρκικός στρατός ενισχυόμενος δυνηθή να καταβάλη εντός ολίγου επανάστασιν» (στο ίδιο, σσ. 75-76).
6. Φυσικά και η ιστοριογραφία της ΠΓΔΜ έχει πλάσει τους δικούς της μύθους για το Ιλιντεν. Αλλά ποια εθνική ιστοριογραφία δεν το κάνει; Εμμεση αναφορά στην εξέγερση του Ιλιντεν υπάρχει ήδη στο Σύνταγμα της ΠΓΔΜ. Συνιστά αυτή η αναφορά στοιχείο αλυτρωτισμού; Στο αρχικό προοίμιο του Συντάγματος και στην 4η Τροπολογία που το αντικατέστησε γίνεται λόγος για τη «Δημοκρατία του Κρουσόβου», παράλληλα με τις αποφάσεις της Αντιφασιστικής Λαϊκής Απελευθερωτικής Συνέλευσης της Μακεδονίας και το Δημοψήφισμα του 1991.
Στο Σύνταγμα έχουν προστεθεί ειδικές ρήτρες για τον αλυτρωτισμό. Με την 1η Τροπολογία ορίζεται ότι η Δημοκρατία «δεν έχει εδαφικές διεκδικήσεις έναντι ουδενός γειτονικού κράτους», ενώ με την 2η Τροπολογία που τέθηκε κι αυτή ταυτόχρονα σε ισχύ από τις 6.1.1992 προστέθηκε στο άρθρο 49 του Συντάγματος ότι κατά την άσκηση της φροντίδας για τους ομοεθνείς που ζουν σε άλλες γειτονικές χώρες και τους αποδήμους, «η Δημοκρατία δεν θα επεμβαίνει στα κυριαρχικά δικαιώματα άλλων κρατών ούτε στις εσωτερικές τους υποθέσεις».
Ειδικά για την αναφορά στη Δημοκρατία του Κρουσόβου, η οποία υπήρξε μια θνησιγενής απόπειρα να συγκροτηθεί από τους επαναστάτες μια απελευθερωμένη περιοχή μετά την εξέγερση του Ιλιντεν, πρέπει να ληφθεί υπόψη ότι το μανιφέστο που τη συνόδεψε έχει καθαρά πανβαλκανικό αντιοθωμανικό και ανεξίθρησκο χαρακτήρα, ακολουθώντας τη γραμμή του Ρήγα και των διεθνιστών σοσιαλιστών-αναρχικών της νεότερης εποχής.
Μπορεί καθένας να το διαπιστώσει, διαβάζοντας τη σχετική διακήρυξη που αναδημοσιεύτηκε σε πολλά υπερπατριωτικά ιστολόγια το Σαββατοκύριακο. Το αστείο είναι ότι πηγή όλων αυτών των δημοσιευμάτων είναι η μετάφραση της διακήρυξης από το περιοδικό «Ζόρα», το επίσημο δηλαδή δημοσιογραφικό όργανο του Ουράνιου Τόξου (τχ. 8, Ιούλιος 1995).
7. Το επιχείρημα ότι η αναφορά στο Ιλιντεν έχει αλυτρωτικό χαρακτήρα βασίζεται στο γεγονός ότι το σύνθημα της εξέγερσης ήταν «Η Μακεδονία στους Μακεδόνες» και απώτερος στόχος μια αυτόνομη χώρα.
Μπορεί, πράγματι, ορισμένες δυνάμεις στην ΠΓΔΜ να αναφέρονται στο Ιλιντεν μ’ αυτή τη λογική. Αλλά ο όποιος αλυτρωτισμός των εθνικιστικών δυνάμεων στο εσωτερικό της ΠΓΔΜ δεν θα είχε καμιά σημασία αν δεν κινδύνευε να συνδυαστεί με τις ευρύτερες επιδιώξεις άλλων μεγάλων δυνάμεων στην περιοχή και ειδικά της Τουρκίας. Ομως η αναφορά στο Ιλιντεν ξεκόβει μια και καλή αυτή την προοπτική. Η ταύτιση της ΠΓΔΜ με μια αντιοθωμανική εξέγερση αποκλείει τη στρατηγική της σύμπραξη με τους νοσταλγούς της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Πώς δεν το αντιλήφθηκαν οι τόσο ευαίσθητοι Τουρκοφάγοι συμπατριώτες μας;
8. Το σημαντικότερο είναι ότι ο συνδυασμός του ονόματος της ΠΓΔΜ με την επανάσταση του 1903 ακυρώνει κάθε προσπάθεια να ταυτιστεί το κράτος αυτό με την ιστορία της Αρχαίας Μακεδονίας. Τόσο καιρό ακούγαμε ως επιχείρημα κατά των «Σκοπιανών» την παραδοχή του Κίρο Γκλιγκόροφ ότι το κράτος του δεν είχε καμιά σχέση με την Αρχαία Μακεδονία και τον Μεγαλέξανδρο, αλλά είναι σλαβικό δημιούργημα. Και τώρα που το συνομολογεί ο νέος ηγέτης της χώρας, κάποιοι κάνουν και πάλι ότι δεν καταλαβαίνουν τη σημασία αυτής της έμμεσης παραδοχής και αναζητούν επιχειρήματα για να δικαιολογήσουν την άρνησή τους.
9. Κακά τα ψέματα. Ο πυρήνας των αντιδράσεων που εκδηλώθηκαν για τη νέα πρόταση προέρχεται από εκείνους που διαφωνούν με κάθε είδους σύνθετη ονομασία. Το πρόβλημα δεν είναι οι «κυνηγοί προδοτών» που επιχείρησαν να λιντσάρουν τον Γιάννη Μπουτάρη ή εκείνοι που στήνουν κρεμάλες για τους βουλευτές. Το πρόβλημα είναι ότι η επίσημη Νέα Δημοκρατία και η πλειοψηφία των στελεχών του Κινήματος Αλλαγής παλινδρομούν στη θέση του 1992 (καμιά αναφορά στο όνομα Μακεδονία), αφήνοντας πίσω τους τις θέσεις περί «σύνθετης ονομασίας erga omnes» του Κώστα Καραμανλή και της Ντόρας Μπακογιάννη το 2008.
Αλλά πίσω από τη θέση του 1992 κρυβόταν η ανομολόγητη ευχή να διαλυθεί το νεότευκτο μικρό κράτος ή και να το «μοιραστούμε» με τα «αδέλφια» μας τους Σέρβους. Ποιος είναι σήμερα τόσο τυφλωμένος ώστε να προτιμά μια μεγάλη Αλβανία και μια μεγάλη Βουλγαρία, από την ύπαρξη ενός μικρού φιλικού κράτους στα βόρεια σύνορά μας;
10. Αλλη μια ευκαιρία για λύση κινδυνεύει να οδηγηθεί στις ελληνικές καλένδες. Και το κακό είναι πως για την εξέλιξη αυτή δεν ευθύνονται οι διαφορετικές εκτιμήσεις για τα «εθνικά ζητήματα», αλλά οι προσωπικές στρατηγικές υψηλόβαθμων στελεχών της αντιπολίτευσης που χρησιμοποιούν το Μακεδονικό για να λύσουν τον προσωπικό τους Γόρδιο Δεσμό με τη Novartis.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου