Τετάρτη 7 Δεκεμβρίου 2011

Τι είδε ο Χορστ Ράιχενμπαχ

Τι είδε ο Χορστ Ράιχενμπαχ

Στέφανος Τσιτσόπουλος
Τι είδε ο Χορστ ΡάιχενμπαχΚατά το ρασούλειο «Τι γυρεύεις μες στην Κίνα, Τζάκι Τσαν;» και καθώς η Θεσσαλονίκη περιμένει τον επικεφαλής της ομάδας δράσης για την Ελλάδα, γκαουλάιτερ ολκής και της Μέρκελ τοποτηρητής, με αποστολή να ξεμπλοκάρει τα λεφτά του ΕΣΠΑ και να πάρει μπρος η ελληνική επιχειρηματικότητα, θα αναρωτηθώ σε εξίσου ρασούλειο τόνο: «Τι γυρεύεις στον Βαρδάρη, Χορστ Ράιχενμπαχ; Εδώ που δεν ακούμε Μπαχ, αλλά έχουμε εξαίσια μπακ, όπως ο Σταφυλίδης του ΠΑΟΚ;». Το 17χρονο πιτσιρίκι, που φορά περιχαρές και κλωτσάει μαγικά το ασπρόμαυρο τόπι, κι ο Γερμανός τοποτηρητής είναι τα πιο καυτά πρόσωπα των ημερών στην πόλη. Την οποία Θεσσαλονίκη, αλίμονό μας, αν τη δει ο κύριος Χορστ όπως την είδα εγώ το προηγούμενο σαββατοκύριακο!

 


Ποια κρίση; Μοέτ σαμπάνιες άνοιγαν οι γκλάμουρες θαμώνες των μπαρ στην Κορομηλά μεσημεριάτικα, λες και τίποτα δεν μας αγγίζει εδώ πάνω. Ο «Μοετάκιας», εκ της σαμπάνιας Μοέτ, είναι αναγνωρίσιμη περσόνα του κέντρου εδώ και χρόνια. Προ κρίσης, την άνοιγε επιδεικτικά κάθε Σάββατο, ντάλα μεσημέρι, γιατί έτσι πρόσταζε το σαλονικάι χλίδα savoir vivre. Συνεχίζει να το κάνει, με πρόσχημα το να πάνε τα φαρμάκια κάτω, τώρα που η χλίδα πέθανε αλλά η αγάπη μένει. Να τος πάλι ο Μανώλης Ρασούλης, η απώλεια της χρονιάς, ο μόνος άνθρωπος που με τα λεκτικά και ιδεολογικά του ζίου ζίτσου, αν ζούσε, θα μπορούσε να ψήσει τον Χορστ Ράιχενμπαχ πως εδώ είναι Σαλονίκη και δεν πρέπει να μας παρεξηγεί όταν υποτροπιάζουμε.

Τι είδα το προηγούμενο Σάββατο, εκτός, φυσικά, από το μέγα απόντα Μανωλάκη; Όλη την πόλη έξω. Τα πιτσιρίκια να στροφάρουν στο καρουσέλ και το παγοδρόμιο της πλατείας Αριστοτέλους, που ευτυχώς είναι ο μόνος φετινός χριστουγεννιάτικος διάκοσμος, σε αντίθεση με τη μίζερη φάτνη, τους Χριστούληδες και τα χιλιομπαλωμένα ελαφάκια, που μας έστηνε παλιά ο δήμαρχος Βασίλης. Είδα και τη ρόδα να γυρνά στο άγαλμα του Βενιζέλου, τεράστια, ολοστρόγγυλη και μεγαλοπρεπής. Πήγα και στην καινούργια «Παπαρούνα», που άφησε τα λιβάδια της Βαλαωρίτου και κατηφόρισε στην κάτω πλευρά των Λαδάδικων, Παγγαίου και Δόξης γωνία, πάντα βαμμένη με το εξαίσιο κόκκινο παπαρουνί της χρώμα και πάντα με αυτή την καταπληκτική και πάμφθηνη κουζίνα: τέσσερα άτομα 60 ευρώ λογαριασμός, με τα χοιρινά φιλετάκια μας, τα κόκκινα κρασιά μας, το μιλφέιγ μελιτζάνας, τα σουσαμένια και μελωμένα τυριά, τα θεσπέσια γλυκάκια της. Με 20 κιλά συν θα φύγεις, όταν φύγεις για τη Γερμανία, κύριε Χορστ, από εδώ πάνω!
Λίγες ώρες αργότερα, νύχτα, που από τις νέον πινακίδες και τα φωτάκια είχε χρώμα θαρρείς ροζ ιλεκτρίκ μαλλί της γριάς, πήγα και για ένα ποτό, κύριε Ράιχενμπαχ, και από το «Café Balkan», που σας το συστήνω ανεπιφύλακτα, γιατί έχει βίντατζ διάκοσμο, δερμάτινους καναπέδες και μια ατμόσφαιρα μεσοπολεμικής Βαϊμάρης, για να σας το κάνω λιανό. Στην οθόνη έπαιζε το «Rock’n’roll Circus» των Stones. Στα πικάπ, ο local hero dj Γιώργος Τερτιλίνης. Και εγώ με συγκίνηση έβλεπα τον κόσμο να περνάει έξω από την παλιά μου γειτονιά, την Κορομηλά, ψάχνοντας για ό,τι ψάχνει ο κόσμος σαββατιάτικα μετά τα μεσάνυχτα: θαλπωρή, μουσική, ένα κονιάκ, φιλιά ή κουβέντες. Και ξανάρθε στο μυαλό μου ο κύριος Μανωλάκης Ρασούλης, που λείπει φέτος αλλά και για πάντα από τη γιορτή. Τι στίχο θα σκάρωνε; «Πότε Μπαχ και πότε Ράιχενμπαχ, έχω καταλάβει ήδη αυτής της πόλης το παιχνίδι».
Αποφεύγω να βγαίνω έξω τα σαββατοκύριακα: το ανεπανάληπτο μποτιλιάρισμα της Τσιμισκή, τα ξέσαλα 25χρονα όπως αυτά της γωνίας με Κατούνη, που ούρλιαζαν «έλα μαζί μας, φίλε, να χαρείς, κι από τα ωραία μας να ξεχαστείς», λες και δεν είναι 2011 προς 2012, αλλά 1982 προς 1994, οι σκυλόφατσες και τα κυνοτράγουδα που αντιλαλούν από το μπουζουκτσίδικο «Al Arabia» στα Λαδάδικα, αλλά να που το προηγούμενο Σάββατο τα πήρα όλα πίσω τα σνομπίστικα και τα μυξογκομενέ, όπως θα παρατηρούσε και ο Μανωλάκης, και τη γλέντησα την πόλη με την ψυχή μου.
Σας εύχομαι, λοιπόν, καλή διαμονή, καλή δουλειά και προπάντων αποτέλεσμα, κύριε Ράιχενμπαχ, γιατί, αν περιμένετε από εμάς, χαθήκατε. Χαμπάρι δεν παίρνει ο Σαλονικιός από κρίση, αυτό κατάλαβα. Αλλά και επιτέλους, ρε παιδιά, λίγο να ξεσκάσουμε από τον μπουχό των ημερών. «Είναι η Θεσσαλονίκη, ηλίθιε!», για να παραφράσω και το σύντροφο Μπογιόπουλο και το τελευταίο του βιβλίο, ζητώντας προκαταβολικά συγνώμη που δεν πάλεψα το προηγούμενο ΣΚ για να αλλάξω τον κόσμο, αλλά το έριξα στο ποτό και το ξενύχτι.
stefanostsitsopoulos@yahoo.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου