Πάνω από 20.000 άστεγοι σε όλη τη χώρα: Θα κοιμηθώ το βράδυ, θα ξυπνήσω το πρωί;...
ΤΩΝ ΜΑΝΩΛΗ ΓΑΣΠΑΡΑΚΗ
και ΚΩΣΤΑ ΜΠΑΡΚΑ
και ΚΩΣΤΑ ΜΠΑΡΚΑ
ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ: Ιάκωβος Χατζησταύρου
Τα χρόνια του Μνημονίου δεν οδηγούν τον Έλληνα
πολίτη μόνο στον δρόμο της απόλυσης, της ανεργίας και της φτώχειας, αλλά
του στερούν και τη δυνατότητα της στέγης καθώς τα τελευταία χρόνια ο
αριθμός των αστέγων, σύμφωνα με εκτιμήσεις, έχει ξεπεράσει τις 20.000,
γνωρίζοντας μία τρομακτική αύξηση η οποία αγγίζει το 25%.
Μάλιστα το περασμένο Σάββατο στα Χανιά είχαμε και τον πρώτο νεκρό
άστεγο. Και αν το προφίλ του άστεγου κάποτε περιλάμβανε σχεδόν
αποκλειστικά μετανάστες, πρόσφυγες και άτομα με ψυχικές διαταραχές
(προβλήματα ναρκωτικών, αλκοολισμού, τζόγου), πλέον υπάρχει και το
φαινόμενο του νεοάστεγου, ατόμων υψηλού μορφωτικού επιπέδου τα οποία
έχουν χτυπηθεί από την κρίση και έχουν αναγκαστεί να βγουν στον δρόμο,
ένα φαινόμενο το οποίο δικαιολογεί και τη συγκεκριμένη αύξηση στον
αριθμό των ανθρώπων δίχως στέγη.
Νεοάστεγος: μέσος Έλληνας, μορφωμένος, δίχως δουλειά και σπίτι
«Αλλάζει η ταυτότητα του άστεγου, του ανθρώπου που είχαμε συνηθίσει
τόσα χρόνια, δηλαδή άτομα είτε εξαρτημένα είτε με ψυχιατρικά προβλήματα
είτε με παραβατική συμπεριφορά. Πλέον οι άνθρωποι που βρίσκονται σε
αυτήν την κατάσταση είναι για καθαρά οικονομικούς λόγους, είτε γιατί
έχουν χαμηλά εισοδήματα είτε επειδή είναι άνεργοι» δηλώνει στην «Αυγή»
της Κυριακής η συντονίστρια του προγράμματος αστέγων της ΜΚΟ «Κλίμακα»,
Άντα Αλαμάνου.
«Η κρίση, η ανεργία και η φτώχεια εξαπλώνονται, δεν αφορούν μόνο τα
χαμηλότερα κοινωνικά στρώματα, αλλά πλήττουν και το μεγαλύτερο μέρος της
ελληνικής κοινωνίας κινδυνεύει και ο μέσος Έλληνας, με πολλούς να έχουν
έρθει σε αυτήν την κατάσταση, τόσο μεμονωμένα άτομα όσο και
οικογένειες. Είναι άνδρες και γυναίκες με υψηλό μορφωτικό επίπεδο,
ηλικίας 30-45, ετών υπάρχουν όμως και νεότεροι, με χαμηλούς μισθούς,
χωρις στήριξη από την οικογένεια, όπως και μεγαλύτεροι των 45 οι οποίοι
έχασαν τη δουλειά τους λίγο πριν βγουν στη σύνταξη» συμπληρώνει η κ.
Αλαμάνου.
Η ίδια καταγγέλλει την απουσία συντονισμένων δράσεων και ενός
οργανωμένου πολιτικού σχεδίου, καθώς, όπως σημειώνει, οι διαθέσιμοι
ξενώνες της Αθήνας δεν καλύπτουν ούτε το 10% των απαιτήσεων, πόσο
μάλιστα τώρα που οι ανάγκες φιλοξενίας είναι ιδιαίτερα αυξημένες. «Οι
ξενώνες είναι βραχύχρονης μορφής, μόλις φύγουν από εκεί οι άστεγοι, είτε
ψάχνουν για άλλο ξενώνα είτε επιστρέφουν στον δρόμο. Λειτουργούν με τη
λογική παροχής καταλύματος για ένα συγκεκριμένο χρονικό διάστημα, ενώ
δεν υπάρχει εργασιακή αποκατάσταση».
Η «Κλίμακα» ιδρύθηκε το 2000 και είναι ένας Μη
Κυβερνητικός Οργανισμός με δραστηριότητες που στοχεύουν τόσο στη διάθεση
υπηρεσιών ψυχικής υγείας όσο και στην υλοποίηση προγραμμάτων κοινωνικής
ενσωμάτωσης ευάλωτων ομάδων πληθυσμού. Το πρόγραμμα στήριξης αστέγων
διαθέτει ξενώνα 12 ατόμων στον Κεραμεικό (Κωνσταντινουπόλεως 30) και,
εκτός από συσσίτια, ιατροφαρμακευτική περίθλαψη, εγκαταστάσεις
προσωπικής υγιεινής, προσφέρει και ομάδες δημιουργικής απασχόλησης και
επιμόρφωσης με στόχο την επανένταξη. Η λειτουργία του προγράμματος
γίνεται χωρίς κρατική επιχορήγηση, με χορηγίες, δωρεές και εθελοντική
προσφορά, με τα αιτήματα για στέγαση και υποστήριξη να είναι ιδιαίτερα
αυξημένα τα τελευταία χρόνια.
Άνθρωποι καθημερινοί με κοστούμια και φορητούς υπολογιστές στα συσσίτια
Το Κέντρο Υποδοχής και Αλληλεγγύης Δήμου Αθηναίων
καθημερινά μοιράζει συνολικά 1.200 μερίδες φαγητού, το πρωί 450 και το
απόγευμα 750, με τις ανάγκες ολοένα να αυξάνονται. Επίσης στον ίδιο χώρο
υπάρχει και το συσσίτιο που έχει δημιουργήσει η Εκκλησία, η οποία
μοιράζει πάνω από 1.000 μερίδες. Ο χώρος ο οποίος βρίσκεται επί της
Πειραιώς κατακλύζεται από αστέγους και πεινασμένους, στους οποίους
δίνεται βοήθεια, ενώ στον ίδιο χώρο λειτουργεί και Τράπεζα Τροφίμων,
όπου συγκεντρώνονται τρόφιμα, τα οποία καταγράφονται, και στη συνέχεια
διανέμονται σε άπορες οικογένειες και σε αστέγους. «Οι πεινασμένοι που
έρχονται καθημερινά είναι πλέον περισσότεροι από τούς αστέγους» τονίζει
στην «Αυγή» της Κυριακής ο πρόεδρος του ΚΥΑΔΑ Γιώργος Αποστολόπουλος.
Υπάρχει επίσης ο Θεσμός του Κοινωνικού Παντοπωλείου,
όπου προσφέρονται τρόφιμα, η Αθηναϊκή Αγορά, ένα είδος καταστήματος που
δίνει δωρεάν ρουχισμό, αλλά και το Κοινωνικό Φαρμακείο. Επίσης στο
κέντρο υπάρχουν ξενώνες στους οποίους φιλοξενούνται 160 άτομα, αριθμός
αρκετά μικρός σε σχέση με τις πραγματικές ανάγκες. «Οι άστεγοι είναι
πάρα πολλοί, ενώ είναι αυξημένες και οι ανάγκες για στέγαση» δήλωσε
χαρακτηριστικά ο κ. Αποστολόπουλος.
Τα τελευταία δύο χρόνια, με την οικονομική κρίση,
υπάρχει μια τεράστια αύξηση του αριθμού των αστέγων, με τον ακριβή του
αριθμό να μην μπορεί να προσδιοριστεί παρά μόνο κατά προσέγγιση. Ο
πρόεδρος του ΚΥΑΔΑ κ. Αποστολόπουλος τονίζει πως «είναι πολύ δύσκολο να
σταθμίσει κανείς τον αριθμό και την αύξηση των ποσοστών των αστέγων,
γιατί αποτελούν ομάδα με πολύ ιδιαίτερα χαρακτηριστικά. Όμως
καταγράφεται 15% αύξηση των ατόμων που τα τελευταία δύο χρόνια έχουν
ζητήσει βοήθεια από τις αρχές του ιδρύματος. Ακόμα υπάρχει 26% αύξηση
όσων ζήτησαν στέγη από τον Οκτώβριο του 2010 έως τον Οκτώβριο του 2011,
όπως και αύξηση κατά 300 άτομα των ανθρώπων που έκαναν αίτηση να
ενταχθούν στο Κοινωνικό Παντοπωλείο».
Εάν συνδυάσουμε τα ποσοστά αυτά με τις οικονομικές εξελίξεις, τις
μειώσεις μισθών και τις απολύσεις, μπορούμε να φτάσουμε στο συμπέρασμα
πως η αύξηση των ποσοστών αυτών θα είναι εντυπωσιακή.
Τα χαρακτηριστικά των αστέγων και οι κοινωνικές
ομάδες από τις οποίες προέρχονται είναι πολύ δύσκολο να προσδιοριστούν.
Κυρίως όμως είναι ηλικιωμένοι, χαμηλοσυνταξιούχοι που έχουν πληγεί από
την οικονομική κρίση λόγω της μείωσης και περικοπών των συντάξεων. Κάτι
που αποτελεί έκπληξη είναι πως στο Κέντρο Αλληλεγγύης πηγαίνουν για να
σιτιστούν και άνθρωποι από περιοχές παραδοσιακά πλούσιες όπως η Βούλα, η
Κηφισιά, η Εκάλη.
Όμως η κατηγορία που προκαλεί ιδιαίτερη εντύπωση είναι οι νεόπτωχοι ή
νεοάστεγοι. Είναι άνθρωποι καθημερινοί, με κοστούμια και φορητούς
υπολογιστές, οι οποίοι πηγαίνουν καθημερινά για το συσσίτιο,
επιχειρηματίες, επαγγελματίες ή υπάλληλοι που έχουν χάσει τη δουλειά
τους λόγω της κρίσης. Δεν θέλουν να εμφανίζονται, στην ουσία κρύβονται,
έχουν ξαφνιαστεί από την κατάσταση στην οποία ξαφνικά βρέθηκαν, άνθρωποι
καλοντυμένοι οι οποίοι από τη μια στιγμή στην άλλη βρέθηκαν στον δρόμο,
ως επί το πλείστον νέοι σε ηλικία. Ο κ. Αποστολόπουλος τονίζει ότι «οι
νεοάστεγοι είναι φοβισμένοι άνθρωποι, ντροπαλοί και δεν θέλουν να
δημοσιοποιούνται τα χαρακτηριστικά τους. Έρχονται εδώ στο κέντρο, τρώνε
και φεύγουν».
«Όταν νυχτώνει, δεν ξέρω αν θα βγάλω το βράδυ»
Ο άστεγος δεν αγωνίζεται μόνο για την επιβίωσή του, να βρει φαγητό
και ένα υποτυπώδες μέρος να περάσει τη νύχτα του, δίχως να γνωρίζει τι
θα του επιφυλάσσει η επόμενη μέρα, αλλά έχει να αντιμετωπίσει και την
αδιαφορία των κρατικών φορέων. Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα της
πλατείας Κλαυθμώνος, όπου τα Χριστούγεννα ο Δήμος Αθηναίων ξήλωσε τα
παγκάκια για λόγους «ανάπλασης» ενώ το καλοκαίρι είχε κοπεί η παροχή
νερού σε πολλές περιοχές της πρωτεύουσας, με τους άστεγους, εκτός από
φαγητό, να δυσκολεύονται να βρουν έστω και ένα ποτήρι νερό. Σε πολλές
περιπτώσεις, όπως μας κατήγγειλαν άνθρωποι οι οποίοι έχουν βρεθεί στον
δρόμο, επιστρατεύεται και η δημοτική αστυνομία, η οποία τα πρωινά που
απουσιάζουν οι άστεγοι από τα αυτοσχέδια καταλύματά τους αφαιρεί τις
κουβέρτες ώστε να τους αναγκάσει να απομακρυνθούν.
«Όταν νυχτώνει δεν ξέρω αν θα βγάλω το βράδυ, αν θα
ζήσω το επόμενο πρωί», δηλώνει ο Μάρκος, 52 ετών, πρώην εργαζόμενος με
7.000 ένσημα στην «πλάτη» του, ο οποίος βρίσκεται τους τελευταίους έξι
μήνες στον δρόμο. «Αν δεν έχω δουλειά, τι να κάνω; Σπίτι δεν έχω, γονείς
και συγγενείς δεν έχω, είμαι μόνος μου, πείτε μου πού θα κοιμηθώ σήμερα
με 4 βαθμούς Κελσίου, πώς θα ζήσω;» Ο ίδιος, όπως μας είπε, παρακαλάει
να βρει ανοιχτή πολυκατοικία τα βράδια, να μπει μέσα να κοιμηθεί και
εξαπολύει δριμύ κατηγορώ προς τους πολιτικούς «άρχοντες» οι οποίοι
κοιμούνται στη ζεστασιά του σπιτιού τους δίχως να δείχνουν το παραμικρό
ενδιαφέρον για το πρόβλημα των αστέγων αλλά και προς το δήμο, ο οποίος
δίνει συσσίτιο μόνο με την παρουσία καναλιών, όπως ο ίδιος υποστηρίζει.
«Μετά τους Αγανακτισμένους, θα γίνει ο ξεσηκωμός των αστέγων και θα
χυθεί αίμα», δηλώνει αγανακτισμένος ο Μάρκος. «Δεν πρέπει να παίρνουν
μόνο από τον πολίτη, πρέπει και να δίνουν, με εξωθούν να γίνω
εγκληματίας. Φταίνε εδώ και 40 χρόνια τα δύο κόμματα εξουσίας, αυτά
έφτασαν εμένα και άλλους συνανθρώπους μου σε αυτό το σημείο. Πρέπει να
λογοδοτήσουν για εσχάτη προδοσία εν καιρώ ειρήνης», καταγγέλλει και
τονίζει ότι θέλει να περάσει τα επόμενα χρόνια της ζωής του με αξιοπρέπεια.
«Ντρέπομαι που είμαι Έλληνας, ντρέπομαι για τις
γενιές που έρχονται μετά από εμάς, το μόνο κοινό ιδεώδες στο πέρασμα των
ετών είναι αυτό της τσέπης. Έχουμε φτάσει στη χώρα μας να είμαστε
ζητιάνοι τη στιγμή που δουλεύουν άλλοι και άλλοι» αναφέρει ο Μιχάλης 50
ετών, ο οποίος, παρόλο που έχει δουλέψει ακόμα και ως διευθυντής σε
σούπερ μάρκετ, βρίσκεται στο δρόμο πάνω από ένα χρόνο. «Ποτέ στη ζωή μου
δεν έχω πάρει το παραμικρό επίδομα, ποτέ δεν έχω ζητήσει κάτι, ποτέ δεν
έχω φοβηθεί. Το μόνο που ζητάω είναι μία δουλειά, μία οποιαδήποτε
δουλειά» τονίζει ο Μιχάλης αποτυπώνοντας την τραγική κατάσταση της
ελληνικής κοινωνίας.
«Η παγκόσμια οικονομική πολιτική, η ελληνική
οικονομική πολιτική, διαλύει τις οικόγενεις, στέλνει τον κόσμο στην
πείνα», δήλωσε ο Γιώργος Μπάρκουρης, πρώην τεχνικός υπολογιστών και
μουσικός παραγωγός ο οποίος βρέθηκε ξαφνικά στον δρόμο και πλέον
φιλοξενείται στην «Κλίμακα», στο μοναδικό μέρος στο οποίο ένιωσε
ασφάλεια και ζεστασιά, όπως ο ίδιος δηλώνει.
«Τέλη του 2006, αρχές του 2007 τελειώσαν όλα. Άρχισα να δουλεύω με
μερική απασχόληση και για περίπου ένα χρόνο τα κατάφερνα, ώσπου ο κόσμος
δεν είχε τη δυνατότητα να σε προσλάβει ούτε καν για μερική απασχόληση.
Κατέληξα να έχω σημαντικό οικονομικό πρόβλημα, δεν είχα δικό μου σπίτι
ενώ κατέρρευσα και ψυχολογικά. Για ένα - δύο χρόνια ήμουν τελείως
αποκομμένος από τους ανθρώπους και τον κόσμο, κλεισμένος σ' ένα χώρο, να
κλαίω τη μοίρα μου. Αρχικά ένα δικό μου πρόσωπο με φιλοξένησε για δύο
χρόνια, μέχρι το καλοκαίρι, αλλά δεν μπορούσα πια να μένω εκεί, έπρεπε
να πάρω έναν δρόμο», αναφέρει ο κ. Μπάρκουρης περιγράφοντας το χρονικό
των εξελίξεων.
Έξω από τον σταθμό του μετρό συναντήσαμε και τον
Βαγγέλη, 48 ετών από την Αλβανία, οικονομολόγο, 22 χρόνια στην Ελλάδα
και εδώ και 25 μέρες στον δρόμο, ο οποίος πήγαινε στο αεροδρόμιο για να
περάσει άλλη μία νύχτα. Ο ίδιος ήταν ιδιοκτήτης μίνι μάρκετ το οποίο
πρόσφατα έκλεισε. «Είμαστε στο 2012, εδώ και 3.000 χρόνια δεν έχει
αλλάξει τίποτα στην ουσία. Όπως είπε και ο Τζιάκομο Λεοπάρντι, “όλα
είναι τίποτα”. Είναι ντροπή ένας Βαγγέλης να κοιμάται έξω» δήλωσε
εκφράζοντας την απογοήτευσή του για την κατάσταση της ελληνικής
κοινωνίας και την απαισιοδοξία του για το μέλλον.
Ένα μέλλον το οποίο φαντάζει αρκετά δύσκολο, με
πολλές φωνές να κάνουν λόγο για βαρύ χειμώνα και πολλούς άστεγους να μην
ξέρουν αν το επόμενο πρωί θα τους βρει στη ζωή ή αν θα ξεψυχήσουν σ'
ένα παγκάκι, όπως ο 62χρονος στα Χανιά το περασμένο Σάββατο. Μπορεί το
Μνημόνιο να ζει, αλλά οι άνθρωποι πεθαίνουν. Και αυτό δεν αλλάζει στα
χαρτιά, με μία απλή επικείμενη θεσμοθέτηση των αστέγων ως μίας νέας
ομάδας ευπαθών ατόμων αλλά με πράξεις απλής, κοινής, ανθρώπινης λογικής.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου