Ο κύκλος των χαμένων βουλευτών
Tου Κωστή Παπαϊωάννου
Η απαξίωση του πολιτικού κόσμου διόλου άσχετη δεν είναι με την
αποψίλωση του παραδοσιακού βουλευτικού χαρτοφυλακίου. Απομειώθηκε
καταρχήν η συμμετοχή του βουλευτή στο νομοθετικό έργο σε βαθμό που δεν
έχει πρόσφατο προηγούμενο. Οι βουλευτές
ψήφιζαν με διαδικασίες κατεπείγοντος χωρίς ακριβή εικόνα του
περιεχομένου των νομοσχεδίων. Συχνά μάλιστα εκ των υστέρων εξανίσταντο
για διατάξεις που οι ίδιοι εν αγνοία τους είχαν εγκρίνει. Η αυτοματική
σχεδόν ψήφιση όγκου ανεπεξέργαστων μνημονίων και διατάξεων τους
μετέτρεψε σε απλούς ιμάντες διεκπεραίωσης και έτρωσε το κύρος του
Κοινοβουλίου.
Με τους ίδιους ρυθμούς αποδυναμώθηκε η θεμελιώδης διαδικασία του
κοινοβουλευτικού ελέγχου κρατώντας μόνο το εξωτερικό διαδικαστικό της
περίβλημα.
Παράλληλα, αποσαθρωνόταν η λειτουργία της αντιπροσώπευσης. Ο βουλευτής, σύμβολο μισητό ενός χαμένου πελατειακού χτες (που βέβαια δεν έφτιαξε μόνος του), δυσκολεύεται πια να εκπροσωπήσει την περιφέρειά του. Συχνά δεν μπορεί καν να την επισκεφτεί. Πόσο μάλλον που, με τις κάνουλες του δημοσίου χρήματος κλειστές, εξέλιπε η ρουσφετολογική συναλλαγή ως δίαυλος επικοινωνίας και συνεννόησης με τους ψηφοφόρους.
Το ίδιο διάστημα αποδυναμωνόταν και η εσωκομματική λειτουργία των
βουλευτών εντός των δυο κομμάτων εξουσίας με την ολοένα και μεγαλύτερη
αφυδάτωση ή γελοιοποίηση των εσωκομματικών διαδικασιών λήψης αποφάσεων.
Οι κωμικοτραγικές εξελίξεις στο ζήτημα της αλλαγής ηγεσίας του κύριου
κυβερνητικού εταίρου και το εσωκομματικό σιωπητήριο του δευτέρου
αποτελούν χαρακτηριστικά δείγματα πολιτικού ακρωτηριασμού των
βουλευτών.
Οδεύουν λοιπόν προς τις εκλογές οι βουλευτές με υπονομευμένο το
μεγαλύτερο μέρος των αρμοδιοτήτων που συγκροτούσαν το πεδίο άσκησης των
καθηκόντων τους αλλά και τον πυρήνα της πολιτικής τους αυτενέργειας.
Σε επίπεδο κομμάτων η νέα κοινοβουλευτική πραγματικότητα φαίνεται πως
θα σηματοδοτεί την αποδόμηση του κομματικού διπολισμού, την ενίσχυση
της Αριστεράς και τον ισχυρά πολυκομματικό χαρακτήρα της Βουλής. Στο
επίπεδο των προσώπων όμως, η επόμενη βουλή ίσως είναι η πλέον απρόβλεπτη
της νεότερης ιστορίας. Το εκλογικό σώμα, θυμωμένο και πληγωμένο όσο
ποτέ, αναμένεται να σπάσει τις κομματικές περιχαρακώσεις αλλά και, εντός
των κομματικών ορίων, να αψηφήσει τις απόπειρες οργανωμένης
σταυροδοσίας. Οι επιλογές ηγεσιών και μηχανισμών θα δοκιμαστούν σκληρά.
Το πολιτικό προσωπικό αλλάζει άρδην κι ας μη θεωρηθεί αυτό εξ ορισμού
θετική εξέλιξη. Η ανάγκη εκτόνωσης του συσσωρευμένου θυμού στα κεφάλια
κάποιων παλιών ή απλώς γνωστών κοινοβουλευτικών δεν συνιστά καθεαυτή
αναγεννητικό ρεύμα και παράγοντα ουσιαστικής αναβάθμισης του
κοινοβουλίου. Ο κίνδυνος να βρεθούμε με μια βουλή γεμάτη από μιντιακούς
αστέρες, «εξωτικά πτηνά», απίθανους γραφικούς και άνθη του ανέξοδου
τηλεοπτικού «αντιμνημονισμού» είναι υπαρκτός. Γι’ αυτό, σε επίπεδο
προσώπων και σε επίπεδο διαδικασιών ανάγκη αδήριτη να επανεφεύρουμε τον
κοινοβουλευτισμό. Και μάλιστα, σαν από χαριτωμένο καπρίτσιο της
Ιστορίας, πέφτει σε μεγάλο βαθμό στην Αριστερά ο δύσκολος κλήρος να
προστατέψει το κύρος του κοινοβουλευτικού παιγνίου και να βοηθήσει να
ανοίξει μια νέα παρτίδα με εντελώς διαφορετικούς όρους. Μπορεί να γίνει η
γέφυρα που θα μας περάσει από τη σημερινή ανιστόρητη συλλήβδην απόρριψη
του πολιτικού προσωπικού στην ελπιδοφόρα πεποίθηση ότι η λήψη των
αποφάσεων επιστρέφει με σοβαρότητα στην αίθουσα του Κοινοβουλίου;
Μπορεί, αν πρώτα αποσαφηνίσει η ίδια (τουλάχιστον ένα σεβαστό τμήμα της)
την τόσο φορτισμένη δική της σχέση με το κοινοβουλευτικό παίγνιο. Να
ένα (ακόμα) μεγάλο στοίχημα.
Απαιτούνται θαρραλέες πρωτοβουλίες τους επόμενους μήνες. Ιδέες και
προτάσεις δεν λείπουν. Χαρακτηριστικά, ο καθηγητής Μανιτάκης έγραψε
πρόσφατα: «(…) θα μπορούσε με νόμο, που θα ψηφιστεί με αυξημένη
πλειοψηφία, να μειωθεί π.χ. ο αριθμός των βουλευτών, να επανακαθοριστούν
οι εκλογικές περιφέρειες, να τροποποιηθεί ο νόμος για τη χρηματοδότηση
των κομμάτων και τις εκλογικές δαπάνες των βουλευτών και των κομμάτων,
να καθιερωθεί ως συνθήκη του πολιτεύματος, ενδεχομένως, ακόμη και το
ασυμβίβαστο της ιδιότητας του υπουργού με εκείνη του βουλευτή ή να
θεσπιστούν διαδικασίες ευέλικτες κωδικοποίησης των νόμων και απλοποίησης
της νομοθεσίας, να οριστούν οι τεχνικές προδιαγραφές της καλής
νομοθέτησης και να αντιμετωπιστεί η πολυνομία και κακονομία… και μερικά
άλλα απλά, αλλά ουσιαστικά, συνταγματικής σημασίας. Διαρθρωτικές
αλλαγές, που μπορούν να ονομαστούν συνταγματικές στιγμές, αν καταφέρουν
να πραγματώσουν ένα μεταρρυθμιστικό πρόγραμμα μιας ευρείας, ισχυρής και
αποφασισμένης κυβερνητικής πλειοψηφίας, που να συναντά τη λαϊκή
συναίνεση. Η αναθεώρηση περιττεύει» (Η Καθημερινή, 7/1/12).
Υπάρχουν αρκετοί στη σημερινή Βουλή με πλήρη επίγνωση της κρίσης που
διέρχεται ο κοινοβουλευτισμός. Ορισμένοι διαθέτουν ένα πρόσθετο
πλεονέκτημα: δεν έχουν τίποτα να χάσουν στο θέμα της επανεκλογής τους.
Ας δρομολογήσουν τις αναγκαίες μεταρρυθμίσεις. Οι ανάγκες της χώρας δεν
εξαντλούνται στο δημοσιονομικό επίπεδο και τα βήματα για τη στοιχειώδη
αυτοπροστασία του πολιτικού συστήματος είναι λίγο πολύ αυτονόητα: μέτρα
ουσιαστικής αναβάθμισης του Κοινοβουλίου και εκλογές το συντομότερο
δυνατόν.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου