Επιχείρηση Ξένιος Ζευς:
Πως οι
ένστολοι οπλοφόροι αντιλαμβάνονται την φιλοξενία, όσων δεν κατάφεραν να
εξασφαλίσουν από τους ένστολους οπλοφόρους νομιμοποιητικά έγγραφα
Έχουν περάσει πολλές δεκαετίες, από τότε που κατάλαβα ότι σε αυτήν
την χώρα που γεννήθηκα εγώ, γεννήθηκαν οι γονείς μου, γεννήθηκαν οι
παππούδες και οι προπαππούδες μου, θεωρούμαι ξένος και ύποπτος σαν
εγκληματίας και γι’ αυτό πρέπει, κάθε στιγμή, να είμαι έτοιμος να
αποδείξω ότι δεν είμαι ούτε ξένος, ούτε εγκληματίας, μπροστά στους
εκπροσώπους της εξουσίας, δηλ. τους κάθε είδους αστυνομικούς,
στρατιωτικούς, και γενικά ένστολους ή χωρίς στολή φορείς της νόμιμης
βίας. Ήμουνα 11 χρονών, όταν στην πλατεία, όπου ήταν το σπίτι μου, την
πλατεία Δούρου στο Χαλάνδρι, ένστολοι με προτεταμένα τα όπλα είχαν
επιβάλει απαγόρευση κυκλοφορίας μετά την δύση του ήλιου. Κλεισμένη στο
σπίτι, όλη η οικογένειά μου προσπαθούσε να ακούσει από ξένους
ραδιοσταθμούς, όπως το Β.Β.C., το τι κάνανε στην χώρα μου οι ένστολοι, ή
με πολιτικά, φορείς της νόμιμης βίας, δηλ. ο στρατός και η αστυνομία.
Ήταν 21 Απριλίου 1967.
Σήμερα, 45 χρόνια αργότερα, οι ίδιοι ένστολοι, ή με πολιτικά, φορείς
της νόμιμης βίας, αντιμετωπίζουν εμένα, τους συγγενείς μου, τους
οικείους μου, τους συντρόφους μου στους αγώνες για μια καλύτερη
κοινωνία, με τον ίδιο αλαζονικό, προκλητικό και καταφανώς παράνομο, από
την άποψη των νόμων που εγγυώνται τα ανθρώπινα δικαιώματα, τρόπο. Ακόμα
και σήμερα, 45 χρόνια αργότερα, εγώ και τα παιδιά μου πρέπει να
κυκλοφορούμε με ταυτότητες, για να αποδεικνύουμε, ανά πάσα στιγμή,
μπροστά σε οπλισμένους σαν αστακούς αστυνομικούς, ένστολους ναζιστές και
παρεμφερείς εκπροσώπους της νόμιμης βίας, ότι έχουμε δικαίωμα να
κυκλοφορούμε στην χώρα των προπαππούδων μας, χωρίς να έχουν, τυπικά,
αυτοί το δικαίωμα να μας κλείσουν στα φρικτά κελιά της Γ.Α.Δ.Α. και της
Υποδιεύθυνσης Αλλοδαπών της Πέτρου Ράλλη, αφού προηγούμενα μας
ξεγυμνώσουν τελείως και μας βάλουν το χέρι στον πρωκτό ή στον κόλπο, με
την δικαιολογία ότι μπορεί να κουβαλάμε στις κοιλότητες του σώματός μας
απαγορευμένες ουσίες.
Έτσι, η αστυνομική ταυτότητα, που στην Ελλάδα καθιέρωσαν οι Γερμανοί
ναζιστές, όταν το 1941 κατέλαβαν στρατιωτικά την χώρα, αποτελεί την
ελάχιστη προϋπόθεση για να μην μπορεί να σε βρίσει, σε χτυπήσει, σε
γδύσει και σε φυλακίσει, το μεγάλο πλήθος των ένστολων οπλοφόρων, που
σαν φορείς της νόμιμης βίας, επιβάλλονται από την πρωτεύουσα της χώρας
μέχρι και το πιο απομακρυσμένο χωριό, όπου υπάρχει ένα κτίριο γνωστό σαν
αστυνομικό τμήμα, λιμενικό, κλπ. Αν και αρκετοί από αυτούς τους ο
οπλοφόρους είναι τόσο αποθρασυμένοι από την ατιμωρησία, ώστε πολλές
φορές σε συλλαμβάνουν, σε βρίζουν και σε χτυπάνε, κι ας έχεις ταυτότητα,
η ταυτότητα σου δίνει, τουλάχιστον, ελπίδες να μην υποστείς όλη αυτήν
την κακοποίηση, επειδή αυτοί έχουν όπλα, είναι πολλοί και οργανωμένοι
και τα δικαστήρια ποτέ δεν τους φυλακίζουν, όταν παρανομούν σε βάρος
ακόμα και όσων έχουν ταυτότητα και δεν υπάρχει κανένας λόγος να τους
συλλαμβάνουν οι οπλοφόροι.
Δυστυχώς, όμως, υπάρχουν και κυκλοφορούν γύρω μας πολλές εκατοντάδες
χιλιάδες, αν όχι πάνω από εκατομμύριο, άνθρωποι που, ενώ δουλεύουν
σκληρά, πληρώνονται ελάχιστα και γι αυτό ζουν κάτω από πολύ άσχημες
συνθήκες, επειδή δεν έχουν αυτό το ναζιστικής έμπνευσης έγγραφο, την
αστυνομική ταυτότητα, ή το διεθνές υποκατάστατό της, το διαβατήριο,
συνοδευόμενο από μια σειρά άλλα έγγραφα που, όποτε και όπως θέλουν, τους
παρέχει η αστυνομία, δηλαδή οι ένστολοι οπλοφόροι (και λέω όποτε και
όπως θέλουν, γιατί η Ελλάδα έχει καταγγελθεί επανειλημμένως στους
αρμόδιους διεθνείς οργανισμούς για παραβιάσεις των δικαιωμάτων των
μεταναστών, όσον αφορά τις δυνατότητες νομιμοποίησης που τους παρέχει),
μπορεί η κάθε είδους αστυνομία, από επίσημη, όπως η ΕΛ.ΑΣ., η δημοτική
αστυνομία, το λιμενικό σώμα κλπ., μέχρι ανεπίσημη, όπως οι οπλισμένες
ναζιστικές συμμορίες, να τους συλλάβει, να τους ταπεινώσει, να τους
βρίσει, να τους χτυπήσει, να τους υποβάλει σε «πρωκτικό» ή «κολπικό
έλεγχο» και να τους φυλακίσει στα φρικτά κρατητήρια της Γ.Α.Δ.Α. και της
Υποδιεύθυνσης Αλλοδαπών της Πέτρου Ράλλη ή σε ανάλογα κολαστήρια των
συνόρων ή άλλων πόλεων της χώρας.
Και εμείς που έχουμε ταυτότητες, όπως και αυτοί οι ελάχιστοι που
έχουν διαβατήρια συνοδευόμενα από ένα σωρό αστυνομικά νομιμοποιητικά
έγγραφα, είμαστε υποχρεωμένοι να γινόμαστε κάθε τόσο μάρτυρες ομαδικών
συλλήψεων, όπως αυτές που χαρακτηρίζουν τις στρατιωτικές δικτατορίες,
σαν της Ελλάδας του 1967-1974, ή ακόμη και ατιμώρητων εγκληματικών
ενεργειών σε βάρος ατόμων που οι εγκληματικές ναζιστικές συμμορίες
ηδονίζονται να βασανίζουν και να κακοποιούν. Είμαστε δηλ. υποχρεωμένοι
να ζούμε καθημερινά κάτω από καθεστώς τρόμου, του τρόμου να βλέπουμε
μπροστά στα μάτια μας να κακοποιούνται, όσοι στοχοποιούνται από τους
ένστολους οπλοφόρους, τους ασφαλίτες και τις ναζιστικές συμμορίες. Να
βλέπουμε, δηλ. να πραγματοποιείται το σύνθημα της τρομοκρατικής
συμμορίας που τώρα πια εκπροσωπείται και στη Βουλή, της Χρυσής Αυγής,
«Θα κάνουμε τους φόβους σας να γίνουν πραγματικότητα».
Η αστυνομία, στην οποία ανήκει το μεγαλύτερο μέρος των ένστολων
οπλοφόρων που κυριαρχούν στους δρόμους των πόλεων και των χωριών της
χώρας, «τυχαίνει» να κάνει επίδειξη ισχύος και να συλλαμβάνει μαζικά και
να φυλακίζει κόσμο, οι οποίοι δεν έχουν κάνει κανένα κακό, πέρα από το
ότι δεν έχουν αστυνομική ταυτότητα ή διαβατήριο με ένα σωρό συνοδευτικά
αστυνομικά νομιμοποιητικά έγγραφα, σε περιόδους αργιών, όπως οι
θρησκευτικές γιορτές, οι καλοκαιρινές διακοπές ή οι φασιστικές επέτειοι,
όπως η 21η Απρίλη και η 4η Αυγούστου. Στις 21 του Απρίλη φέτος, επέτειο
της στρατιωτικής δικτατορίας του 1967-1974, η αστυνομία χτύπησε στην
«καρδιά των Εξαρχείων», της φημολογούμενης σαν πιο ανεκτικής απέναντι
στους επαναστατημένους, και εχθρικής προς τους ένστολους οπλοφόρους και
τους ναζιστές, συνοικίας της Αθήνας. Εκκένωσε και σφράγισε το
κατειλημμένο πρώην καφενείο «Βοξ» που είχε μετατραπεί σε κοινωνικό
κέντρο, και το κατειλημμένο πρώην κτίριο του Ι.Κ.Α. στην οδό Βαλτετσίου,
του οποίου τους κατοίκους συνέλαβε. Στις 4 Αυγούστου φέτος, επέτειο της
φασιστικής δικτατορίας του Μεταξά, του 1936, η αστυνομία και οι
οπλοφόροι ή μη συνεργάτες της, όπως οι φασίστες, επιδόθηκε στις
μαζικότερες, αν δεν κάνω λάθος, συλλήψεις που έχουν γίνει σε αυτήν την
χώρα, από την ημέρα της κήρυξης της δικτατορίας του 1967-1974, γνωστές
σαν «Επιχείρηση Ξένιος Ζευς». Από τα σύνορα του Έβρου μέχρι την
πρωτεύουσα της χώρας, χιλιάδες ένστολοι οπλοφόροι, αρπάξανε από τους
δρόμους, τις δουλειές τους και τα σπίτια τους, χιλιάδες κατοίκους αυτής
της χώρας που δεν διέθεταν τα νομιμοποιητικά έγγραφα που εκδίδουν,
πολλές φορές όπως και όποτε θέλουν, οι ένστολοι οπλοφόροι.
Είχα την ατυχία ή την τύχη να δω με τα μάτια μου αυτό το όργιο
μαζικών συλλήψεων και να πάρω μια γεύση του πως ξεκινάει μια στρατιωτική
δικτατορία, γιατί όταν έγινε η στρατιωτική δικτατορία στην Ελλάδα, το
1967 ήμουν μικρός και γι’ αυτό πολύ αργότερα είχα μάθει για τις μαζικές
συλλήψεις και τον Ιππόδρομο. Εκείνη την εποχή, δεν υπήρχαν τεράστια
αστυνομικά κτίρια, όπως της Γ.Α.Δ.Α, και της Πέτρου Ράλλη για να οδηγούν
τους μαζικά συλληφθέντες και γι αυτό τους είχαν οδηγήσει στον
Ιππόδρομο. Όμως εκείνη την εποχή, ο πολύς κόσμος ήταν ενάντια στις
μαζικές συλλήψεις και ο στρατός μαζί με την αστυνομία είχαν αναγκαστεί
να κινηθούν νύχτα. Ενώ σήμερα, επειδή οι συλλαμβανόμενοι είναι
αλλοδαποί, από την πλειοψηφία θεωρούνται «παιδιά ενός κατώτερου θεού»
και γι αυτό κατάλληλοι για οποιαδήποτε ατιμώρητη παραβίαση των
ανθρωπίνων δικαιωμάτων τους από τους ένστολους οπλοφόρους. Γι αυτό και
οι συλλήψεις γίνονται μέρα μεσημέρι μπροστά στα μάτια ενός, στην
πλειοψηφία του, ρατσιστικού κοινού.
Κι όμως, η πλειοψηφία των συλληφθέντων, αν δεν είχε μαζί της όλο το
σύνολο των νομιμοποιητικών, απέναντι στους ένστολους οπλοφόρους,
εγγράφων, αυτό οφείλεται στους ίδιους τους ένστολους οπλοφόρους, στους
οποίους το ελληνικό κράτος της μίζας και της ρεμούλας, της διαπλοκής και
της κάθε είδους «μαύρης τρύπας» έχει εμπιστευτεί πλήρως την αναγνώριση
και την έκδοση νομιμοποιητικών εγγράφων. Και όπως καταγγέλλει η Ύπατη
Αρμοστεία του Ο.Η.Ε. για τους πρόσφυγες, οι αρμόδιες μη κυβερνητικές
οργανώσεις, σαν την Διεθνή Αμνηστία και το Ελληνικό Συμβούλιο για τους
Πρόσφυγες κλπ., και οι εκπρόσωποι διεθνών οργανισμών ανθρωπίνων
δικαιωμάτων που έχουν κατά καιρούς έρθει στην Ελλάδα για επιτόπια
έρευνα, οι αστυνομικές υπηρεσίες που έχουν το μονοπώλιο της αναγνώρισης
και της έκδοσης νομιμοποιητικών εγγράφων, έχουν καταντήσει σχεδόν
αδύνατη, για την μεγάλη πλειοψηφία των ενδιαφερομένων, την νόμιμη
εξασφάλιση τέτοιων εγγράφων. Με αυτόν τον τρόπο, οι ίδιοι οι ένστολοι
οπλοφόροι, παραβιάζοντας με γραφειοκρατικές και άλλες μεθόδους τα
δικαιώματα των αλλοδαπών σε νομιμοποιητικά έγγραφα, τους μετατρέπουν σε
παράνομους και στόχο των μαζικών συλλήψεων, φυλακίσεων και απελάσεων.
Με τέτοιες μεθόδους, η μαφία που καμιά αστυνομία και κανένα
δικαστήριο δεν συλλαμβάνει και δεν δικάζει ποτέ, η μαφία που εξασφαλίζει
νομιμοποιητικά έγγραφα επί πληρωμή, οι διαπλεκόμενοι που εξασφαλίζουν
τις χρυσοφόρες εργολαβίες για δημιουργία νέων τεράστιων κέντρων κράτησης
ή στρατοπέδων συγκέντρωσης, οι προμηθευτές των στρατοπέδων
συγκέντρωσης, οι πολιτικοί που προπαγανδίζουν τέτοια στρατόπεδα, όπως η
Χρυσή Αυγή, κλπ., αποκομίζουν τεράστια κέρδη. Κέρδη είτε άμεσα
οικονομικά είτε πολιτικά, όπως η Χρυσή Αυγή, που κατόπιν μετατρέπονται
σε οικονομικά, όπως είναι οι βουλευτικοί μισθοί των βουλευτών της Χρυσής
Αυγής.
Η συστηματική παραβίαση των ανθρώπινων, κοινωνικών και πολιτικών
δικαιωμάτων των μεταναστών, που αποτελεί βασικό στόχο του ρατσισμού και
κάθε φασιστικής ιδεολογίας, επειδή αποδυναμώνει την διαπραγματευτική
ικανότητα των αλλοδαπών για τα μεροκάματα τους (προκειμένου να μην
μπορούν να επιβιώσουν δέχονται οποιοδήποτε δουλειά με οποιαδήποτε
αμοιβή), τους κάνει να προτιμούνται σαν εργαζόμενοι από τους ντόπιους
και οι ντόπιοι, προκειμένου να βρίσκουν δουλειές, μειώνουν τις
απαιτήσεις τους για υψηλές αμοιβές. Με αυτό τον τρόπο ο ρατσισμός, τα
πογκρόμ, οι «σκούπες» κλπ. ρίχνουν τα μεροκάματα των ντόπιων. Αυτοί,
όμως, στην πλειοψηφία τους, νομίζουν ότι οι εργοδότες είναι τόσο
ηλίθιοι, ώστε θα διώξουν τους αλλοδαπούς από την χώρα για να πληρώνουν
μεγαλύτερα μεροκάματα στους Έλληνες. Και κόμματα, όπως το ναζιστικό της
Χρυσής Αυγής, επειδή ξέρει να χειρίζεται τον τρόμο και τις μεγαλόστομες
υποσχέσεις για εργοδότες και κράτος που δεν θα κοιτάνε το συμφέρον τους
αλλά θα «χαρίζουν» υψηλά μεροκάματα και μισθούς στους Έλληνες,
εξασφαλίζουν την ανοχή του κοινού απέναντι στην εγκληματική τους
προπαγάνδα και στα στυγερά εγκλήματα στα οποία επιδίδονται οι φασιστικές
συμμορίες που «εμπνέονται» από αυτά.
Και ας μην ξεχνάμε ότι από την παραβίαση των ανθρωπίνων, πολιτικών
και κοινωνικών δικαιωμάτων των μεταναστών εκτός από την μαφία, η οποία
εξασφαλίζει τεράστια κέρδη από την προμήθεια νομιμοποιητικών εγγράφων
«κάτω από το τραπέζι» και σε υψηλές τιμές, ωφελούνται ακόμη και οι
μικροϊδιοκτήτες που εκμεταλλευόμενοι την ανάγκη των μη νομιμοποιημένων
μεταναστών για στέγη, τους νοικιάζουν για κατοικίες χώρους με υπέρογκες
μισθώσεις.
Αν λάβουμε, τέλος, υπόψη μας ότι το τελευταίο καταφύγιο ενός
ανθρώπου, που το κράτος που παρανομεί του στερεί οποιαδήποτε δυνατότητα
νόμιμης επιβίωσης, είναι η παράνομη επιβίωση, η παραβίαση των
ανθρωπίνων, πολιτικών και κοινωνικών δικαιωμάτων των μεταναστών, οδηγεί
όλο και περισσότερους από αυτούς στο να αναζητήσουν εργοδότες στον χώρο
του οργανωμένου εγκλήματος. Με αυτόν τον τρόπο η αστυνομία και
γενικότερα όλοι οι ένστολοι οπλοφόροι που έχουν αποκλειστική αρμοδιότητα
πάνω στην ζωή και στον θάνατο των μεταναστών (ποτέ δεν έχει βγάλει
χρόνια φυλακής ένας ένστολος οπλοφόρος που σκότωσε, για οποιανδήποτε
λόγο, έναν μετανάστη), εξασφαλίζουν όλο και περισσότερους αλλοδαπούς
πρόθυμους να δουλέψουν για το οργανωμένο έγκλημα. Κι έτσι αυτοί που
είναι επιφορτισμένοι με την τήρηση των νόμων γίνονται τα εργαλεία της
πιο συστηματικής, αδίστακτης και ατιμώρητης παραβίασής τους, της
παραβίασής τους από το οργανωμένο έγκλημα.
Και εγώ, οι συγγενείς μου, οι φίλοι μου και όσοι, γενικά, από πάππου
προς πάππο δεν είχαμε σχέσεις με το κράτος, το παρακράτος και το
οργανωμένο έγκλημα, φτάσαμε το 2012 να καταβάλλουμε ληστρικούς φόρους
για να πληρώνονται οι ναζιστές που έχουν εξασφαλίσει θέσεις στη Βουλή
και στον κρατικό μηχανισμό. Θα «τρίζουν τα κόκκαλα» του πατέρα μου, της
μάνας μου, του πεθερού μου, των θείων μου και όσων σε αυτήν την χώρα
πλήρωσαν με τον θάνατο ή μια ζωή γεμάτη φυλακίσεις και διωγμούς, τον
αγώνα τους ενάντια στον ναζισμό.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου