Τετάρτη 12 Σεπτεμβρίου 2012

Πολιτικά συμπεράσματα από την απόφαση της ΕΚΤ

Πολιτικά συμπεράσματα από την απόφαση της ΕΚΤ

ΤΟΥ ΣΠΥΡΟΥ ΛΑΠΑΤΣΙΩΡΑ

Η απόφαση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ) για αγορές ομολόγων κρατών-μελών από τη δευτερογενή αγορά (δηλαδή από τις τράπεζες, τα αμοιβαία κεφάλαια και τα ασφαλιστικά ταμεία), χωρίς όριο, με στόχο τα επιτόκια δανεισμού να κινούνται σε «λογικά» επίπεδα, δεν αποτελεί «κεραυνό εν αιθρία». Η αναγκαιότητά της τέθηκε τον περσινό Αύγουστο, όταν αυξήθηκαν τα επιτόκια δανεισμού για την Ισπανία και την Ιταλία.
Αφορά μεν την αγορά βραχυχρόνιων ομολόγων διάρκειας ενός έως τριών ετών –ωστόσο πρακτικά καλύπτονται όλα τα ομόλογα. Επίσης δεν υπάρχει μηχανικός κανόνας που να καθορίζει για ποιο ύψος επιτοκίου θα παρεμβαίνει – θα αποφασίζει εκάστοτε.

Για να κρίνουμε την απόφαση χρειάζεται να εξετάσουμε ποιο πρόβλημα έρχεται να αντιμετωπίσει. Αυτό, δεν είναι η έξοδος από την «κρίση χρέους». Εύκολα προκύπτει ότι αποτυγχάνει να το επιλύσει. Ούτε φυσικά ο κ. Ντράγκι διαφωνεί με τη νεοφιλελεύθερη στρατηγική μεταλλαγής της Ευρώπης: ίσα-ίσα σε συνεντεύξεις του το καλοκαίρι έχει υπερθεματίσει στην αναγκαιότητα κατάργησης του κοινωνικού κράτους και των οικονομικών και κοινωνικών δικαιωμάτων του κόσμου της εργασίας.
Ποιο πρόβλημα έρχεται να αντιμετωπίσει; Από πέρυσι τον Αύγουστο, όταν φάνηκε το αυξημένο κόστος δανεισμού της Ισπανίας και της Ιταλίας, το πρόβλημα που τέθηκε ήταν: αν η Ισπανία και η Ιταλία προχωρήσουν στα «μέτρα λιτότητας» θα οδηγηθούν σε οικονομική ύφεση με συνέπεια να υπάρξει φυγή κεφαλαίων, μείωση της αξίας των ομολόγων και αύξηση των επιτοκίων με τελική κατάληξη την έξοδό τους από τις αγορές. Αυτή η εξέλιξη, για να περιοριστούμε μόνο στο ύψος του χρέους (κρατικό και τραπεζικό), δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί από την Ε.Ε. χωρίς τη «δύναμη πυρός» της ΕΚΤ, ενώ συγχρόνως θέτει εν αμφιβόλω τη συνοχή της ευρωζώνης.
Επομένως οι όροι του προβλήματος είναι: από τη μία, καλοδεχούμενη η αναγκαία καθαρτήρια ύφεση αλλά, από την άλλη, χωρίς να συνοδευτεί από έξοδο από τις αγορές.
Η απόφαση της ΕΚΤ επιλύει το πρόβλημα για το σημαντικό χρονικό διάστημα που αφορά τη συγκυρία. Τα κράτη-μέλη που επιθυμούν να τύχουν της ευεργεσίας της ΕΚΤ πρέπει να δεσμευτούν σε «Μνημόνια» και να τα τηρούν. Ο «ηθικός κίνδυνος», οι κυβερνήσεις να μην τα εφαρμόσ(ζ)ουν, μειώνεται και λόγω της δέσμευσης ότι οι παρεμβάσεις της ΕΚΤ θα συναρτώνται από την εφαρμογή των Μνημονίων, με την υψηλή εποπτεία του ΔΝΤ, και λόγω της μικρής διάρκειας των ομολόγων –οι κυβερνήσεις θα βρεθούν σύντομα στην ανάγκη να τα αποπληρώσουν. Ωστόσο αυξάνεται σε σχέση με το ελληνικό ή πορτογαλικό πρόγραμμα. Παρά το ότι θα είναι στη ευχέρειά της να λάβει ή όχι την απόφαση αγοράς ομολόγων δεν θα είναι εύκολη απόφαση, καθώς θα συσσωρεύει ομόλογα στο επόμενο διάστημα στο χαρτοφυλάκιό της. Με άλλα λόγια, επιτρέπει περισσότερους βαθμούς ελευθερίας στις πιθανές διεκδικήσεις των κινημάτων και επωμίζεται –καθιστώντας τους κοινούς ευρωπαϊκούς– τους πολιτικούς κινδύνους (πιθανούς και μελλοντικούς, ενώ η υπόθεση της Ιταλίας και της Ισπανίας είναι άμεση).
Η ανακοίνωσή της μπορεί να μεταφραστεί: «έχετε χρόνο, να προχωρήσετε άμεσα, χωρίς καθυστέρηση, στις μεταρρυθμίσεις χωρίς να φοβάστε τίποτα άλλο πέραν του πολιτικού κινδύνου. Τώρα είναι ξανά μία ώρα εμβάθυνσης της νεοφιλελεύθερης στρατηγικής, πιο ορθά σχεδιασμένης».
Εν κατακλείδι, η απόφαση σηματοδοτεί επίσης τα εξής:
1) Την απομάκρυνση του κινδύνου διάλυσης της ευρωζώνης λόγω εξόδου από τις αγορές οικονομιών τύπου Ιταλίας ή Γαλλίας.
2) Αναδεικνύει τη γραμμή του ΔΝΤ ως κυρίαρχη: νεοφιλελεύθερη «αποδόμηση» του «ευρωπαϊκού κοινωνικού μοντέλου», με πιο ομαλούς ρυθμούς και αποφυγή της ανατροφοδότησης της ύφεσης λόγω της απομόχλευσης που προκαλεί η μαζική φυγή κεφαλαίων. Ο πολιτικός κίνδυνος καθίσταται κύριος.
3) Ο ρόλος του ΔΝΤ σταδιακά αλλάζει. Από χρηματοδότης γίνεται επόπτης προγραμμάτων.
Συμπερασματικά, η απόφαση της ΕΚΤ ήταν αναμενόμενη, κινούμενη στο πλαίσιο της γραμμής που προκρίνει το ΔΝΤ για τη νεοφιλελεύθερη μεταρρύθμιση της Ευρώπης. Σε σχέση με τα προβλήματα που καλείται να λύσει είναι μία αναγκαία και ισορροπημένη απόφαση που ενδυναμώνει τη νεοφιλελεύθερη στρατηγική και μεταθέτει τα προβλήματα που αυτή συσσωρεύει στον χρόνο, ενώ τα γενικεύει στη μορφή και τον τρόπο επίλυσής τους. Ο χρόνος που δίνει είναι περιορισμένος, με ορατό τέρμα, αλλά σημαντικός για την έκβαση του πειράματος «κοινωνική μηχανική στην Ευρώπη».

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου