Δευτέρα 24 Δεκεμβρίου 2012

Η ειδική αγωγή στο περιθώριο

Η ειδική αγωγή στο περιθώριο



Του Χρήστου Πιλάλη, δασκάλου,μέλους της Κεντρικής Επιτροπής του ΣΥΡΙΖΑ - ΕΚΜ 
Την εβδομάδα που διανύουμε συζητιέται στη μόνιμη επιτροπή Μορφωτικών Υποθέσεων σχέδιο νόμου, το οποίο έχει κρίσιμες για την Ειδική Αγωγή ρυθμίσεις. Το σχέδιο νόμου, κατά το πρότυπο των προηγούμενων σχεδίων νόμων των νεοφιλελεύθερων κυβερνήσεων, δεν αποτέλεσε αντικείμενο ουσιαστικού δημοκρατικού διαλόγου ανάμεσα στο υπουργείο Παιδείας και τους ενδιαφερόμενους συλλογικούς φορείς.
Οι καθοριστικές ρυθμίσεις που προωθεί για την Ειδική Αγωγή και Εκπαίδευση, όπως προκύπτει και από την έντονη και τεκμηριωμένη αντίδραση με υπομνήματα που έφθασαν σε όλες τις πολιτικές δυνάμεις της Βουλής από σχεδόν το σύνολο των εμπλεκόμενων φορέων (επιστημονικών ή του κινήματος των ατόμων με αναπηρίες) δεν στηρίζονται σε ερευνητικές μελέτες ή αναλύσεις για το υποσύστημα της ειδικής αγωγής και εκπαίδευσης. Και η κυβέρνηση δεν απαντά στο διαχρονικό αίτημα του αναπηρικού κινήματος για καθολική και ποιοτική σχολική ένταξη καθώς και κοινωνική ενσωμάτωση των ατόμων με αναπηρία και των ατόμων με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες.



Στα χαρτιά

Το παρόν σχέδιο νόμου έρχεται τέσσερα έτη μετά την ψήφιση του νόμου 3699/2008, που χαρακτηρίστηκε από την αποσπασματικότητα των ασαφών νομικοπολιτικών μέτρων του και την έλλειψη στρατηγικού σχεδιασμού σε κεντρικό και περιφερειακό επίπεδο. Μόνο θετικό σημείο του νόμου αυτού ήταν η συμβολική – όπως προέκυψε στη συνέχεια – αναφορά στην υποχρεωτικότητα της Ειδικής Αγωγής. Όμως η όλη του δομή αλλά και η συνολική εκπαιδευτική πολιτική από το 2008 μέχρι σήμερα δεν στήριξε κατ’ ελάχιστο τη συγκεκριμένη αρχή. Ο νόμος 3699/2008 απαξίωσε τη δημόσια Ειδική Αγωγή και Εκπαίδευση και έτσι, επί της ουσίας, ώθησε τις οικογένειες παιδιών με αναπηρίες στην ιδιωτική εκπαίδευση (τουλάχιστον όσες μπορούσαν να στραφούν εκεί). Θεσμοθέτησε τον διαγνωστικό φορέα ΚΕΔΔΥ (Κέντρα Διαφοροδιάγνωσης, Διάγνωσης και Υποστήριξης Ειδικών Εκπαιδευτικών Αναγκών), ο οποίος προέβλεπε στελέχωση από παιδοψυχιάτρους, από παιδονευρολόγους, από αναπτυξιολόγους, από εργοθεραπευτές και από λογοθεραπευτές. Δηλαδή από μια ομάδα επιστημόνων που μπορούν να δώσουν μία διάγνωση για μία νόσο, για μία κατάσταση, για ένα σύμπτωμα, αλλά όχι μια πιστοποίηση μιας εκπαιδευτικής ανάγκης, η οποία θα προσδιόριζε τις ενέργειες που θα έπρεπε να ληφθούν για την αντιμετώπιση αυτών των αναγκών. Σε αντίθεση με τον θεσμό των Κέντρων Διάγνωσης, Αξιολόγησης και Υποστήριξης (ΚΔΑΥ, με τον νόμο 2817/2000) που είχαν εκπαιδευτικό προσανατολισμό και διακηρυγμένο στόχο τη συνεργασία με σχολεία της γενικής και της ειδικής αγωγής για να στηρίξουν την ένταξη των ατόμων με αναπηρία και ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες, τα ΚΕΔΔΥ οδήγησαν σε μία «ιατρικοποίηση» ενός διεπιστημονικού θεσμού που θα έπρεπε, αντί να προτάσσει το ιατρικό μοντέλο της θεραπευτικής εκπαίδευσης, να δίνει κοινωνικούς και εκπαιδευτικούς προσανατολισμούς και ειδικές υπηρεσίες εκπαίδευσης από τη βρεφική ηλικία μέχρι την πλήρη επαγγελματική αποκατάσταση των ανθρώπων με τις αναπηρίες.



Το νέο σχέδιο νόμου

Στο διάδοχο σχέδιο νόμου που κατατέθηκε στη Βουλή διακρίνουμε ότι:

Εισάγονται νέες διαγνωστικού χαρακτήρα επιτροπές, οι ΕΔΕΑΥ (Επιτροπή Διαγνωστικής Εκπαιδευτικής Αξιολόγησης και Υποστήριξης), που στερούνται επιστημονικού κύρους για τον δύσκολο τομέα της διάγνωσης και αξιολόγησης των εκπαιδευτικών αναγκών των ατόμων με αναπηρία, ενώ υποβαθμίζεται ο ρόλος και η συμμετοχή των διδασκόντων και απουσιάζει παντελώς και αντισυνταγματικά η συμμετοχή των γονέων των μαθητών με αναπηρία.

Επιδιώκεται η ειδική αγωγή και εκπαίδευση να ασκείται, σε όλα τα επίπεδα, και κυρίως στα σχολεία της γενικής εκπαίδευσης στο όνομα μιας αμφίβολης ενταξιακής πολιτικής. Συγκεκριμένα, καλούνται οι ΕΔΕΑΥ να υποστηρίξουν τόσο τα γενικά δημόσια σχολεία όσο και τα ιδιωτικά σχολεία. Αυτό σημαίνει ότι τα μέλη της θα πρέπει να απουσιάζουν από τις Σχολικές Μονάδες Ειδικής Αγωγής και Εκπαίδευσης (ΣΜΕΑΕ), για να ανταποκριθούν στα καθήκοντά τους με αποτέλεσμα να μην υποστηρίζουν επαρκώς τους μαθητές των ΣΜΕΑΕ. Ωστόσο δεν έχουν ληφθεί υπόψη σοβαρές ελλείψεις και μακροχρόνια προβλήματα που κυριαρχούν σε όλες τις σχολικές δομές της γενικής και της ειδικής αγωγής της Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης. Παραβλέπει η κυβέρνηση ότι σήμερα μόνο ένα μικρό ποσοστό αναπήρων μαθητών βρίσκεται στις δημόσιες δομές της ειδικής αγωγής και εκπαίδευσης.

Ο τρόπος με τον οποίο καθορίζεται η οργάνωση των σχολικών μονάδων ειδικής αγωγής επιβαρύνει τα ήδη αυξημένα καθήκοντα του ήδη υποστελεχωμένου ειδικού εκπαιδευτικού και βοηθητικού προσωπικού, ενώ η στελέχωση αυτών των δομών βασίζεται στο Πρόγραμμα ΕΣΠΑ χωρίς να προνοεί τίποτα για τη λειτουργία τους μετά τη λήξη του.

Δεν λαμβάνεται υπόψη η διαχρονική έλλειψη υλικοτεχνικής υποδομής των σχολικών μονάδων ειδικής εκπαίδευσης, θέμα το οποίο δεν πρέπει να αγνοηθεί, αλλά να επιλυθεί άμεσα.

Διατηρείται το διαχρονικά απαράδεκτο καθεστώς του αναπληρωτή εκπαιδευτικού στις σχολικές μονάδες που παρέχουν εκπαιδευτικές υπηρεσίες στα άτομα με αναπηρία, καθεστώς το οποίο δεν μπορεί να εγγυηθεί παροχή ποιοτικών εκπαιδευτικών υπηρεσιών.

Δεν γίνεται σαφής αναφορά ενός μέγιστου αριθμού μαθητών για τον οποίο θα είναι υπεύθυνη η ΕΔΕΑΥ ανά Σχολικό Δίκτυο Εκπαίδευσης και Υποστήριξης (ΣΔΕΥ).

Δεν γίνεται αναφορά για την περίπτωση των Ειδικών Σχολείων της επαρχίας, όπου ενίοτε η χιλιομετρική απόσταση από τα γενικά σχολεία είναι τεράστια και αυτό καθιστά δύσκολη μια αποτελεσματική συνεργασία με την ΕΔΕΑΥ.



Η κατάσταση σήμερα

Εν τέλει το σχέδιο νόμου οδηγεί προς κατάρρευση το υποβαθμισμένο διαχρονικά σύστημα εκπαίδευσης που παρέχεται στα άτομα με αναπηρία. Ένα σύστημα που αδυνατεί να εντάξει στους κόλπους του τους μαθητές με αναπηρία και δη τους μαθητές με βαριά αναπηρία. Τα στοιχεία του Πανελλήνιου Επιστημονικού Συλλόγου Ειδικής Αγωγής (ΠΕΣΕΑ) δίνουν μια συνοπτική εικόνα για τη σημερινή πραγματικότητα της Ειδικής Αγωγής και Εκπαίδευσης στη χώρα:

Το 94% των Σχολικών Μονάδων Ειδικής Αγωγής και Εκπαίδευσης βρίσκεται στην Πρωτοβάθμια Εκπαίδευση. Αυτό έχει σαν αποτέλεσμα τα παιδιά με αναπηρίες και ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες να τερματίζουν τη μαθητική τους πορεία τελειώνοντας το Δημοτικό, και τα περισσότερα να οδηγούνται με μαθηματική ακρίβεια οριστικά και αμετάκλητα στον σχολικό και κοινωνικό αποκλεισμό.

Είναι τεράστιες οι υλικοτεχνικές ελλείψεις στην υποδομή των Σχολικών Μονάδων Ειδικής Αγωγής και Εκπαίδευσης (ΣΜΕΑΕ), αφού το 44% των Ειδικών Σχολείων συστεγάζονται με τα σχολεία γενικής αγωγής και φιλοξενούνται σε μία και μόνον αίθουσα.

Είναι πολύ μεγάλα τα ελλείμματα στην παροχή των βασικών υπηρεσιών ειδικής αγωγής και εκπαίδευσης, με το 46% των ΣΜΕΑΕ να μην παρέχουν καμία υπηρεσία.

Είναι πολύ μεγάλες οι ελλείψεις από εκπαιδευτικούς ειδικής αγωγής, από ειδικό εκπαιδευτικό και βοηθητικό προσωπικό στις Σχολικές Μονάδες Ειδικής Αγωγής και Εκπαίδευσης - Τμήματα Ένταξης - Παράλληλης Στήριξης.

Υπάρχουν περιφέρειες που οι σχολικές δομές είναι σχεδόν ανύπαρκτες.

Η ανάγκη για αποκλειστικά δημόσια δωρεάν και υποχρεωτική Ειδική Αγωγή και Εκπαίδευση, καθώς και η επαγγελματική κατάρτιση των παιδιών με αναπηρία στα γενικά ή σε ειδικά σχολεία, ανάλογα με τις ιδιαίτερες ανάγκες κάθε παιδιού, είναι δυστυχώς πάντα επίκαιρη, βρίσκεται όμως στον αντίποδα της πολιτικής των μνημονιακών κομμάτων.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου