Οι μορφωτικοί τίτλοι δεν συνδέονται υποχρεωτικά με την ευσυνειδησία
Ασκοπη προσοντολαγνεία, κ. Μητσοτάκη
του ΘΑΝΑΣΗ ΔΙΑΜΑΝΤΟΠΟΥΛΟΥ πανεπιστημιακού
Το αξίωμα είναι παλιό -νομίζω πως το είχε πρωτοδιατυπώσει ο Ι.Μ. Παναγιωτόπουλος-, οπωσδήποτε δε είναι απολύτως δηλωτικό της εθνικής μας ιδιαιτερότητας (ή, κατά τη διατύπωση του μακαριστού Χριστόδουλου, της εθνικής μας ιδιοπροσωπίας): «Οι αφελείς λαοί προσπαθούν να αποκτούν προσόντα, οι ευφυείς λαοί, όπως οι Ελληνες, προσπαθούν να αποκτούν μέσα».
Αυτή την εθνική μας ιδιαιτερότητα, με εκτελεστικό όργανο τον Κυριάκο Μητσοτάκη, φαίνεται πως προσπαθούν απελπισμένα να εκριζώσουν οι ξένοι επικυρίαρχοι, προφανώς αγνοώντας ότι τα θεσμικά μοσχεύματα σπανίως πιάνουν και η μεταλαμπάδευση νοοτροπιών κατά κανόνα αποτυγχάνει σε άλλου τύπου κοινωνίες.
Απαιτούν, λοιπόν, οι επικυρίαρχοι, μαζικές απολύσεις από το δημόσιο τομέα μας υπαλλήλων χαμηλών τυπικών προσόντων, κατά το πλείστον διορισθέντων με τις πρακτικές του πελατειακού κράτους, και αντικατάστασή τους με απρόσωπες και αδιάβλητες αντικειμενικές διαδικασίες από προσοντούχα στελέχη με υψηλούς τίτλους σπουδών. Αυτό, δε, διότι αφελώς προσβλέπουν ότι μια τέτοια ρήξη και ανανέωση του υπηρετούντος προσωπικού θα επιφέρει εξορθολογισμό της λειτουργίας, αύξηση της παραγωγικότητας και ποιοτική αναβάθμιση των υπηρεσιών του ελληνικού κράτους, παράλληλα προς τον περιορισμό της διαφθοράς, την πάταξη της συναλλαγής και τον περιορισμό των πολιτικών εξαρτήσεων των στελεχών του.
Δέσμιοι, πράγματι, του δυτικού τρόπου σκέψης, ίσως και της προτεσταντικής νοοτροπίας τους, τείνουν να συγχέουν τους υψηλούς μορφωτικούς τίτλους με την υψηλή παραγωγικότητα, την απόδοση, την επάρκεια, την ευσυνειδησία! Και όμως όλα είναι τόσο διαφορετικά στην καθ' ημάς Ανατολή, όπου το βάρος της Ιστορίας είναι καθοριστικό (Και ας αφήσουμε τη νοοτροπία που αποκαλύπτει δήλωση φίλου μου, ανώτερου διπλωματικού, σύμφωνα προς την οποία «εμείς γι' αυτό μάθαμε γράμματα, για να μη δουλεύουμε!»). Ειδικότερα...
Η διασύνδεση υψηλής τυπικής μόρφωσης και υψηλής επαγγελματικής ικανότητας θα είχε νόημα μόνον εάν η λαϊκιστική λαίλαπα των πρώτων κυρίως δεκαετιών της Μεταπολίτευσης δεν είχε καταστήσει κυρίαρχη την ιδεολογία τής «χωρίς φραγμούς μόρφωσης» και δεν είχε οδηγήσει σ' αυτή την απίστευτα πληθωρική δημιουργία τριτοβάθμιων εκπαιδευτικών μονάδων, με αντίστοιχα μεταπτυχιακά προγράμματα μάλιστα, που ακυρώνει κάθε σχέση μεταξύ τυπικών προσόντων και ικανοτήτων.
Χωρίς αυτό να σημαίνει πως σχεδόν ό,τι ποιοτικό έχει η ελληνική κοινωνία δεν περνάει από τα πανεπιστήμιά της. Αναπόφευκτα από τα πανεπιστήμια αυτά, ακόμη και από τα μεταπτυχιακά τους προγράμματα, αποφοιτούν -και επομένως θεωρούνται έμφορτα τυπικών προσόντων- άτομα ανίκανα ακόμη και για στοιχειώδη πρόσληψη ή διαχείριση εννοιών, πολύ συχνά δε ακόμη και για υποτυπώδη έκφραση απλών διανοημάτων στη μητρική τους γλώσσα, την οποία συστηματικά κακοποιούν σε απίστευτο βαθμό (και δεν αναφέρομαι στην ορθογραφία, αλλά στην αναντιστοιχία διανοήματος και διατύπωσης).
Το δε πανεπιστήμιο βρίσκεται σε ουσιαστική αδυναμία οποιουδήποτε φιλτραρίσματος των εγγραφομένων για λόγους συνδεόμενους προς τον ποιοτικό εκπεσμό της Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης, το δικαίωμα απεριόριστης μεταφοράς μαθημάτων, τον πολλαπλασιασμό των μαθημάτων επιλογής (που οδηγεί πολλούς διδάσκοντες σε πλειοδοσία διευκολύνσεων), την αναπόφευκτη ύπαρξη πολλών ανεπαρκών καθηγητών και την πίεση που το γενικό κλίμα δημιουργεί επί των υπολοίπων.
Συμπέρασμα: Με δεδομένη τη διαμορφωμένη κατάσταση και την πραγματικότητα του εκπαιδευτικού μας τοπίου, η αντικατάσταση χαμηλών προσόντων αλλά έμπειρων κρατικών υπαλλήλων από άλλους, νεοτέρους, με υψηλούς μορφωτικούς τίτλους θα μπορούσε ενδεχομένως, εφ' όσον συνδυαζόταν και με έναν άλλο τρόπο ελέγχου της αποδοτικότητας στους κόλπους του, να δώσει μια ανορθωτική ώθηση στο ελληνικό Δημόσιο, μόνον εάν η επιλογή γινόταν αποκλειστικά μεταξύ εκείνων των πτυχιούχων που βρίσκονται στο κορυφαίο 20% ή 30% από πλευράς βαθμολογίας του οικείου πανεπιστημιακού τμήματος (ο απόλυτος βαθμός χωρίς τη συγκριτική διάσταση δεν έχει καμία σημασία).
Ή και στο κορυφαίο 50%, εάν υπάρχουν άλλα συμπληρωματικά προσόντα, όπως πραγματικά άριστη πιστοποιημένη γλωσσομάθεια, παράλληλοι μορφωτικοί τίτλοι του ίδιου επιπέδου, π.χ. δεύτερο μεταπτυχιακό, εξαιρετική απόδοση σε ειδικούς διαγωνισμούς επιλογής, ιδιαίτερος βαθμός συνάφειας των σπουδών με το αντικείμενο της υπηρεσίας που θα απορροφήσει τον προσλαμβανόμενο κ.λπ. Διαφορετικά, μέχρι να φτιάξει το εκπαιδευτικό μας σύστημα, η αδιαφοροποίητη και περίπου ισοπεδωτική αξιολόγηση των τυπικών προσόντων, με ένα μικρό μόνο bonus προβλεπόμενο για το άριστα, συνιστά μια άλλη μέθοδο για την αναξιοκρατική και αναποτελεσματική στελέχωση του κράτους.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου