Αριστερά και διακυβέρνηση
Της Ρίας Καλφακάκου*
Εδώ και 10 μήνες ο ΣΥΡΙΖΑ είχε να αντιμετωπίσει με επιτυχία τρεις δύσκολες εκλογικές αναμετρήσεις, μια διαπραγμάτευση έως το δημοψήφισμα και τη νέα διαπραγμάτευση των τελευταίων δύο μηνών που έφερε την εκταμίευση της πρώτης δόσης. Στις εκλογές του Γενάρη ένας λαός γεμάτος προσδοκία και ελπίδα για έξοδο από τον στραγγαλισμό της λιτότητας και την ταπείνωση της επιτροπείας έφερε στην κυβέρνηση για πρώτη φορά την Αριστερά. Η τεράστια κοινωνική στήριξη του ΣΥΡΙΖΑ τους πρώτους μήνες, που ξεπέρασε το 70%, έδωσε τη δυνατότητα στην κυβέρνηση να διαπραγματεύεται σκληρά επί 7 μήνες με ανοιχτή διπλωματία ενώπιον του λαού.
Η εμπιστοσύνη του λαού και η ειλικρίνεια της κυβέρνησης και του πρωθυπουργού απέναντι στον λαό, σχέσεις αλληλοτροφοδοτούμενες, κατάφεραν να αποτρέψουν τη λυσσαλέα επίθεση όλου του πολιτικού και μιντιακού κατεστημένου στη χώρα, αλλά και των ευρωπαϊκών ολιγαρχών και των πολιτικών τους εκπροσώπων, επίθεση που αποσκοπούσε στην αριστερή παρένθεση και στην παλινόρθωση του παλαιοκομματικού, γνωστού και βολικού καθεστώτος. Το τόσο αμφιλεγόμενο δημοψήφισμα ήταν μια ευφυής πολιτική κίνηση του πρωθυπουργού και της κυβέρνησης, που έβαλε για πολλά χρόνια στο κάδρο του 38% τα συστημικά κόμματα και λειτούργησε ως ισχυρό διαπραγματευτικό όπλο απέναντι στους δανειστές, για την επίτευξη της καλύτερης δυνατής συμφωνίας και την αποδοχή του ΣΥΡΙΖΑ ως συνομιλητή από τους νεοφιλελεύθερους Ευρωπαίους ηγέτες, έστω και ως αναγκαίο κακό.
Η συμβολή του σ. Τσακαλώτου στην επιτυχία της διαπραγμάτευσης είναι ιδιαίτερα σημαντική.Ο λαός αποδέχτηκε τη δύσκολη και επώδυνη συμφωνία δίνοντας ένα απρόσμενα για πολλούς μεγάλο ποσοστό στο ΣΥΡΙΖΑ στις 20 Σεπτέμβρη, ποσοστό μάλιστα που ήταν μεγαλύτερο στα φτωχά στρώματα και στους νέους, νιώθοντας πως είναι η πολιτική δύναμη με την απαραίτητη κοινωνική ευαισθησία, που θα παλέψει για την απεμπλοκή από τις απάνθρωπες νεοφιλελεύθερες πολιτικές και την κυριαρχία των αγορών, για τη δημοκρατία και τα ανθρώπινα δικαιώματα. Οι προσπάθειες της κυβέρνησης σε αυτή την κατεύθυνση φαίνονται στα μέτρα για την ανθρωπιστική κρίση, στις 100 δόσεις, στα κόκκινα δάνεια, στην προστασία των χαμηλοσυνταξιούχων και σε άλλα μέτρα υπέρ των αδυνάτων καθώς και στον νόμο για τη Δικαιοσύνη.
Όμως τα σημαντικά είναι μπροστά μας. Το μεγάλο στοίχημα είναι η παραγωγική ανασυγκρότηση της χώρας, που θα δώσει ανάσα στην κοινωνία, μέλλον στη νέα γενιά, θα μειώσει την ανεργία, θα συγκρατήσει το επιστημονικό δυναμικό στη χώρα. Αυτό σημαίνει πολλή, σκληρή και σοβαρή δουλειά.
Από την Αριστερά των συνθημάτων, αναγκαίων σε ένα κόμμα του 4%, πρέπει να ανακαλύψουμε την Αριστερά των τεκμηριωμένων προτάσεων, που ενσωματώνουν και δίνουν πνοή στα συνθήματα της προηγούμενης αντιπολιτευτικής περιόδου, αλλά και βλέπουν την πραγματικότητα διαλεκτικά, ξέροντας πως ούτε μπορούμε να φέρουμε την πραγματικότητα στα μέτρα μας ούτε να ενσωματωθούμε σε μια πραγματικότητα που δεν μας ταιριάζει.
Για να το δούμε πιο συγκεκριμένα, πρέπει να καθοριστούν οι βασικοί τομείς, που θέλουμε να γίνουν επενδύσεις, τόσο από το κράτος όσο και από προσέλκυση επενδυτών, και να δοθούν προτεραιότητες. Π.χ. τουρισμός, αγροτοδιατροφικός τομέας, πληροφορική, χαμηλής έντασης μεταποίηση (μικρομεσαίοι). Να γίνουν ολοκληρωμένα σχέδια, τεχνικές μελέτες, οικονομικές αναλύσεις με πραγματικά στοιχεία για κάθε τομέα, επιδιώκοντας μικρής κλίμακας παρεμβάσεις, με πρόνοια για το περιβάλλον. Οι επιβεβλημένες από το Μνημόνιο αποκρατικοποιήσεις, σε λιμάνια και αεροδρόμια πρέπει να γίνουν με κοινοπραξίες ή ΣΔΙΤ, που να φέρνουν άμεσα κοινωνικά οφέλη, αλλά και δημιουργία υποδομών που θα μείνουν στη χώρα, και όχι να γίνουν ευκαιρία για αρπαχτές από κερδοσκόπους. Όλα αυτά θα είναι ένας συνεχής πόλεμος με οργανωμένα συμφέροντα και τη λογική της πλασματικής κερδοφορίας, που είναι η ουσία της νεοφιλελεύθερης λογικής.
Η κυβέρνηση και το οικονομικό επιτελείο έχουν δείξει έως τώρα, με όλα τα λάθη και τις διαφοροποιήσεις, πως μπορούν να τα καταφέρουν.
Ο ρόλος του κόμματος στις νέες συνθήκες είναι πολλαπλός. Οφείλει να στηρίζει την κυβέρνηση, να εξηγεί τα νομοθετήματα και τις ενέργειες της κυβέρνησης στους πολίτες, να κάνει σκληρή κριτική σε λάθη, παραλείψεις, καθυστερήσεις, να προσφέρει ιδέες, επεξεργασίες και προτάσεις στην κυβέρνηση.
Να αναδεικνύει την κινηματική του οπτική, να συμμετέχει σε κινητοποιήσεις, γιατί για μια κυβέρνηση της Αριστεράς αυτές είναι συχνά τα πολεμοφόδια για τη συνεχή μάχη που δίνεται με τους Ευρωπαίους εταίρους, για την ανατροπή του δόγματος της λιτότητας και την ανεξέλεγκτη δράση των αγορών. Ένα παράδειγμα εδώ μπορεί να είναι η κινητοποιήσεις για το κλίμα, και ενάντια στην ΤΤΙΡ.
Το κόμμα δεν επιβάλλεται στο κράτος και την κοινωνία, αλλά αποτελεί πηγή έμπνευσης και συνεχώς λειτουργεί και συνθέτει με την προσοχή του στραμμένη στους από κάτω.
Σήμερα, όχι μόνο δεν υπάρχει καμία κυριαρχία του κόμματος στην κυβερνητική εξουσία, αλλά αντίθετα πληθαίνουν οι φωνές για παραμερισμό και αγνόηση του κόμματος από υπουργούς και κυβερνητικά στελέχη. Η απαξίωση της κομματικότητας από τον πολύ κόσμο σε αυτή τη συγκυρία δεν φέρνει συμμάχους στο πλευρό του κόμματος τον λαό και τα κινήματα. Ο ΣΥΡΙΖΑ οφείλει να χτίσει νέους ρόλους για το κόμμα.
Οι μεγάλες και ετερογενείς κοινωνικές ομάδες που θίχτηκαν από τις πολιτικές της λιτότητας και επέλεξαν ως εκπρόσωπό τους τον ΣΥΡΙΖΑ, χωρίς να είναι ΣΥΡΙΖΑ, έχουν συχνά διαφορετικές, ακόμα και αντικρουόμενες επιδιώξεις. Το κόμμα έχει ένα πρωταρχικό καθήκον να εμπνέεται αλλά και να συνθέτει τις επιδιώξεις των κινημάτων, να οργανώνει τον πλουραλισμό, την ασάφεια και το αυθόρμητο των μαζών, να συναρθρώνει τα επιμέρους σε σχέδιο πολιτικής παρέμβασης.
Το κόμμα πρέπει να γίνει η άγρυπνη αριστερή συνείδηση της κυβέρνησης. Να μην αφήσει κανέναν υπουργό να ξεχάσει πως όλα γίνονται με οδηγό την υπεράσπιση των λαϊκών συμφερόντων. Να αφουγκράζεται την αγωνία της κοινωνίας και να τη μεταφέρει στην κυβέρνηση.
* Η Ρία Καλφακάκου είναι μέλος της Κ.Ε. του ΣΥΡΙΖΑ, επικεφαλής της δημοτικής παράταξης Θεσσαλονίκη Ανοιχτή Πόλη
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου