Θραύσματα, αμπέχονα, δεκαετίες
ΝΙΚΟΣ ΞΥΔΑΚΗΣ
Από το πουκαμισάκι με τα τσιγάρα και το Πάρκερ μέχρι την ομοιομορφία των νυχιών και των xiaomi άλλαξαν όλα για να παραμείνουν όλα ως είχαν, και χειρότερα.
Θυμάμαι τον Μιχάλη Γκανά στο βιβλιοπωλείο Δωδώνη, στην οδό Ασκληπιού, μεταξύ Σόλωνος και Ακαδημίας. Τέλη της δεκαετίας ‘70, αρχές ‘80. Στεκόταν πίσω από ένα γραφειάκι στο βάθος, κάπνιζε ήρεμα. Γνωρίζαμε ότι ήταν ποιητής και ότι ήταν Ηπειρώτης· την καταγωγή μας την έφερνε η ίδια η Δωδώνη, του Πωγωνίσιου εκδότη Βαγγέλη Λάζου και του άλλου φίλου μας βιβλιοπώλη, του λεβέντη Γιώτη Πριώνη, από την Καστάνιανη Πωγωνίου.
Θυμάμαι τη στολή του Μιχάλη και του Γιώτη, την καλοκαιρινή. Σιελ πουκαμισάκι κοντομάνικο, μπορεί και λευκό, με τσέπη στο στήθος, στην καρδιά. Στου Γιώτη την τσέπη φώλιαζε η κασετίνα με τα άφιλτρα. Στου Μιχάλη, ένα στιλό Πάρκερ και η ταυτότητα. Είχαν ταυτότητα: «Οπου πηγαίνεις τα παιδιά / εκεί περπάτησέ τον, με το βαρύ αμπέχωνο / στις πλάτες του ν’ αχνίζει».
Αυτή η φορεσιά, αυτό το δωρικό στιλ, ήταν όλη η Αθήνα εκείνης της εποχής, όταν η Αθήνα ήταν μια αχανής επαρχία, πλημμυρισμένη από μέτοικους με ασίγαστη δίψα, με άφιλτρα τσιγάρα, καφενεία συναντήσεων, συνωστισμένα λεωφορεία, ψωνιστήρια στην Ομόνοια, κλαρίνα στον υπόγειο Ελατο, και ουζοκατανύξεις στους πάγκους των βιβλιοπωλείων σαν μεσημέριαζε (γεια σου κι εσένα, Στρατή!).
Αχανής επαρχία, άμορφη, ασχημάτιστη, δεν είχε χυθεί ακόμη ολόκληρη στο καλούπι της Μεταπολίτευσης, το κοινωνικό χωνευτήρι κόχλαζε, δεν είχε έρθει καν το ΠΑΣΟΚ.
Ετσι θυμάμαι τους ανθρώπους έξω από το φοιτητικό μελίσσι στο οποίο ήμουν μέλος, κι έτσι ήταν. Οι νεότεροι, όχι όλοι, έπλεαν στην ποπ και στην ανορθόδοξη πολιτικοποίηση, αλλά οι καταγωγές έβαζαν κι αυτές σφραγίδες και μίτο, τα αμπέχονα πλέκονταν με ταγάρια, μπαντάνες, στιβάλια, ροκ δερμάτινα, πολλαπλασιάζονταν μοτοσικλέτες και παπιά. Με λιανά χαρτονομίσματα έπινες μπίρες και ουίσκια, άκουγες ροκ από βινύλια ή ρεμπέτικα παιγμένα από καλαμπόρτζους με άφθαστο ζήλο. Ηταν γκρίζα μπεζ και φωτεινά, ένα μακρύ μακρότατο χάραμα, σαν πριν αρχίσει ο όρθρος των πουλιών.
Αυτά τα κομμάτια από φιλμ 35άρια, ασπρόμαυρα Ιλφορντ και έγχρωμα Κόντακ ανάκατα με τις ξεθωριασμένες εκτυπώσεις τους σε θραυσματικά προσωπικά αρχεία, συνιστούν την προσωπική μνήμη, τη μικροϊστορία. Είναι τα ίχνη μας, μ’ αυτά ήρθαμε ώς εδώ. Η χρυσή μας σκόνη.
Ζιπουνάκια Powerpoint
Τέτοιες ξεθωριασμένες ψηφίδες έρχονταν στον νου καθώς παρατηρώ νωχελικά και λαίμαργα νέους ανθρώπους πλάι μου, στα μέσα συγκοινωνίας και στις καφετέριες, στην τωρινή μητρόπολη Αθήνα, μα και σ’ επαρχιακές πόλεις. Στις επαρχιακές πόλεις βλέπεις πιο καθαρά τους μετασχηματισμούς στα ντυσίματα, τις συμπεριφορές, τα ύφη. Στα ξενοδοχεία βλέπεις τις αποστολές των αθλητικών ομάδων, παλικάρια και λεβεντοκορίτσια με κομψά αθλητικά, λάμπουν από υγεία και σφρίγος, και ταυτόχρονα φαίνονται εύθραυστα.
Το βλέμμα βυθίζεται κυρίως στα γκρουπ των μανατζαρέων (παλιά έλεγαν περιοδεύων εμπορικός αντιπρόσωπος, πλασιέ): οι νεαροί άντρες, ανάμεσα τριάντα-σαράντα, είναι όλοι κουρεμένοι ακραία γεωμετρικά σαν Τσετσένοι μπράβοι, με τριμαρισμένα γένια ή επιμελημένες αξυρισιές, φοράνε μικροσκοπικά σακάκια σαν ζιπουνάκια, οι γυμνασμένοι ασφυκτιούν οι ευτραφείς ξεχειλίζουν, και τα παντελόνια είναι κοντοκάβαλα καλσόν, κασελακικά με το μπατζάκι ψηλά στο κότσι (όπως είχε αναφωνήσει φίλος δημοσιογράφος από την Αρτα). Οι κοπέλες φοράνε πλατφόρμες, τσιτωμένα παντελόνια και κρεμαστές πουκαμίσες. Ολοι μαζί κουβαλάνε ευλαβώς λάπτοπ, τάμπλετ και εκτυπωμένα έγχρωμα Powerpoint, σκέφτονται με Powerpoint και Excel. Ολοι μαζί τρέχουνε πίσω από έναν βλοσυρό ηλικιωμένο, το αφεντικό, που φοράει ρολόι Apple και δεν κρατάει ούτε λάπτοπ ούτε ντοσιέ· σκυθρωπός, οδηγεί την αγέλη προς τα θηράματα, μια πώληση.
Nύχια, iPhone, xiaomi
Στα διαταξικά αεροπλάνα εύπορα κορίτσια με άψογο μανικιούρ κατοπτρίζονται σε iPhone τελευταίας γενιάς (δύο βασικοί μισθοί), με ιλιγγιώδη επιδεξιότητα περνούν από μέσεντζερ μηνύματα ίνμποξ κι από κει σε φωτοάλμπουμ σόσιαλ και ταινίες, το υπερκινητό είναι ο κόσμος όλος, συνδέονται σε επίπεδο νευροσυνάψεων, είναι η βιβλιοθήκη αναμνήσεων, τα τείχη των μπλοκ, οι διαδρομές με GPS, τα βιομετρικά, και μια απέραντη αναμονή για το μεγάλο notification που δεν έρχεται ποτέ.
Στα διαταξικά καφέ παρατηρείς ότι και οι λαϊκές κοπέλες, από φοιτήτριες με λάπτοπ έως σαραντάρες, έχουν επίσης άψογα μανικιούρ και μαλλί σχεδόν ανάλογο, αλλά δεν έχουν iPhone, βολεύονται με xiaomi. Το μανικιούρ, τα γεωμετρικά κουρέματα είναι ίσως το μόνο διαταξικό πεδίο, το μικροπεδίο της ματαιότητας που μοιράζονται πλούσιοι και φτωχοί. Μετά τα νύχια και τα κουρέματα, ο καθείς ακολουθεί το πεπρωμένο του: δεν μοιράζονται την ίδια περίθαλψη, δεν συναντιούνται στο σχολείο, ούτε στη δουλειά, τα αυτοκίνητά τους σημαίνουν τα στάτους. Στη βιοπολιτική επικράτεια, μετά τις παρηγοριές τού νυχο-στιλ, ο πλούσιος είναι πάντα δρομέας με πλεονεκτική αφετηρία και με ασύγκριτο σαπόρτ τιμ.
Από το πουκαμισάκι με τα τσιγάρα και το Πάρκερ μέχρι την καταθλιπτική ομοιομορφία των νυχιών και των xiaomi άλλαξαν όλα για να παραμείνουν όλα ως είχαν, και χειρότερα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου