Δεκαπέντε θέσεις για το σχολείο
Του Γεράσιμου Κουζέλη
Με άμεση αναφορά τη συζήτηση περί Παιδείας και επομένως την ευκαιρία να σκεφτούμε πέρα από τα άμεσα δεδομένα και τους περιορισμούς τους, καταγράφω, σε θέσεις, μια πρόταση που περιγράφει προοπτικές του σχολείου μιας δημοκρατικής κοινωνίας.
Το πλαίσιο
1. Εκτιμώ πως το συνολικό εκπαιδευτικό σύστημα έχει αντισταθεί με εντυπωσιακή δύναμη στις επιπτώσεις της κρίσης. Ο όποιος μεταρρυθμιστικός σχεδιασμός θα πρέπει επομένως να απαντά σε δύο «παιδικές ασθένειες»: αφενός την αμετακίνητη επιμονή σε βεβαιωμένα σφάλματα και αφετέρου τη λαγνεία του πιο πρόσφατου ή και του κοινώς αποδεκτού.
2. Δεν μπορεί επομένως παρά να έχει χαρακτηριστικά εντοπισμένης εγχείρησης, και μάλιστα «λαπαροτομικής»: χωρίς να αποδιοργανώνει το εκπαιδευτικό σώμα που πάσχει, να επιφέρει βαθιές τομές σε αυστηρά οροθετημένα πεδία, τομές «σημειακές» αλλά με ποιότητα μετασχηματιστικής τόλμης και πλήρους αμφισβήτησης κοινών εκπαιδευτικών τόπων.
Οι Αξιώσεις.
Οι δημοκρατικές μας αξιώσεις από το σχολείο, ως προς το τι δηλαδή πρέπει να διαθέτουν οι μαθητές που αποφοιτούν, μπορούν να διακριθούν ως εξής:
3. Γνωστικά το ζητούμενο (καταγεγραμμένο ως ο απών αναγκαίος όρος πανεπιστημιακής εργασίας) είναι η πλήρης κατάκτηση της ερευνητικής και κριτικής ικανότητας, εκείνης που επιτρέπει την εύρεση και τον έλεγχο επιχειρημάτων.
4. Παιδαγωγικά το αντίστοιχο ζητούμενο ανάγεται σε αυτό που ο Χορκχάιμερ συνοψίζει ως εύρος εμπειριών και ικανότητα ευτυχίας, συνδεδεμένα στην ευνοϊκότερη σχολική στιγμή με την απόλαυση της γνώσης.
5. Κοινωνικά μια δημοκρατική πολιτεία, όπως την αξιώνουμε, δεν μπορεί παρά να στοχεύει σε μια εμπεδωμένη από τους μαθητές δυναμική στις κατευθύνσεις της ισότητας («κοινωνική αριστεία» στη θέση της νεοαριστοκρατικής επιλεκτικότητας, δηλαδή εξασφάλιση των καλύτερων δυνατών ευκαιριών για όλους, ως δικαίωμα όλων), της ελευθερίας (πράγμα που σημαίνει ελευθερία της γνώμης αλλά και ευκαιρίες δημιουργικότητας και διαφοροποίησης) και της αλληλεγγύης (αρχή που υπαγορεύει την καλλιέργεια ισχυρής κοινωνικής συνείδησης).
6. Πολιτικά το ζητούμενο δεν είναι άλλο από τη διαμόρφωση πολιτών, ως ενεργών υποκειμένων που κρίνουν και δρουν, συμμετέχουν, διαλέγονται και αγωνίζονται, ελέγχοντας την εξουσία και δημιουργώντας συλλογικά εντός ενός καθεστώτος βαθιάς και πολυδιάστατης δημοκρατίας.
7. Και οικονομικά όμως, ενάντια στην ταξική ιδεοληψία περί «αυτονόητης» αξίας της επιχειρηματικότητας, ο στόχος που αντιστοιχεί στις σύγχρονες ανάγκες είναι η καλλιέργεια τηςφαντασίας (και μάλιστα με φιλοσοφικό βάθος), της πρωτοβουλίας (εξόριστης σχεδόν σήμερα από το σχολείο, τόσο για τον μαθητή όσο και για τον δάσκαλο), της συνεργατικότητας, αλλά (και πάλι) της κριτικής ικανότητας.
8. Οι δε αξιώσεις μας ως προς τη δομή της εκπαίδευσης είναι συνδεδεμένες με τον απαιτούμενο ριζικό και διαρκή εξορθολογισμό και επομένως την εξοικονόμηση πόρων (που απαιτεί στάσεις που χαρακτηρίζονται από αντι-δογματισμό, αντι-ιδεοληψία, αλλά και μετα-συντεχνιακότητα).
Ο Τρόπος.
Η βασική διάσταση των απαιτούμενων αναδιατακτικών παρεμβάσεων είναι διττή.
9. Συνίσταται αφενός στην «κοινωνικοποίηση» του σχολείου, στο άνοιγμά του στην κοινωνία, με επίκεντρο τη σχολική μονάδα και την πρωτοβουλία των εκπαιδευτικών. Κι αυτό σημαίνει πρωτίστως εξασφάλιση των ροών που το συνδέουν με το «εκεί έξω» της γειτονιάς, της περιοχής αλλά και της διεθνούς κοινωνίας, καθώς και των εσωτερικών ροών που ενισχύουν τη συνεργασία των μαθητών και των εκπαιδευτικών, πέραν των μεμονωμένων μαθημάτων και τάξεων.
10. Συνίσταται αφετέρου στην απολύτου πολιτικής προτεραιότητας μεταβολή της απαξιωτικής νοοτροπίας ως προς το (δημόσιο) σχολείο, νοοτροπίας που στιγματίζει και το έργο των εκπαιδευτικών. Προϋπόθεση αυτής της μεταβολής είναι η πλήρης αποδόμηση του άξονα που διέπει το εκπαιδευτικό σύστημα, του άξονα της εξεταστικής μέτρησης και αντικατάστασή του από έναν άξονα που ορίζεται από το τι μαθαίνουν οι μαθητές.
Οι Κατευθύνσεις.
Τέσσερις, σχηματικά, κατευθύνσεις αναγκαίας αναδιάταξης μπορώ να διακρίνω.
11. Την απο-σχολειοποίηση του πριν και του μετά το σχολείο: αφενός του πανεπιστημίου, θέτοντας στο επίκεντρο το σεμινάριο αντί της παράδοσης και τη βιβλιοθήκη αντί του προς απομνημόνευση συγγράμματος και αφετέρου, εμφατικότερα ίσως, της προσχολικής αγωγής που πρέπει να εξασφαλίσει τον διακριτό ρόλο της.
12. Την ανάκτηση της σχολικότητας της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, που δεν πρέπει να γίνει «ως εάν» πανεπιστήμιο ούτε να μείνει απλός «προθάλαμός» του. Και για να ξαναγίνει το λύκειο τμήμα του σχολείου και να μη χαθεί και το γυμνάσιο θα πρέπει να απομακρυνθεί η σχολική κοινότητα αυστηρά από τον κατακερματισμό γνωστικών τομέων σε αντικείμενα επαγγελματικών εξειδικεύσεων.
13. Η πρώτη εκπαιδευτική βαθμίδα (που θα πρέπει ίσως να επεκτείνεται πέραν του σημερινού δημοτικού) καλείται να καλλιεργήσει κατά απόλυτη προτεραιότητα γλώσσες και εμπειρίες, να προσφέρει έτσι προσβάσεις σε εναλλακτικούς κόσμους, ασκώντας τους μαθητές στην αναγνώριση της διαφοράς, στην ανεκτικότητα, στην αλληλεγγύη, στη δημοκρατία. Στις γλώσσες, εκτός της φυσικής ή μητρικής, συμπεριλαμβάνονται οι ξένες αλλά και εκείνες που συγκροτούν άλλους λόγους, τον μαθηματικό πρωτίστως, αλλά οπωσδήποτε και τον λόγο των τεχνών. Στις εμπειρίες προέχουν εκείνες που δεν είναι βιωματικά εξασφαλισμένες, οι εμπειρίες από άλλους πολιτισμικούς ορίζοντες, οι εμπειρίες που προσφέρουν τα μέσα (οι δυνητικοί κόσμοι), οι εμπειρίες διά του σώματος - εμπειρίες που προκύπτουν από δραστηριότητες ή πρακτικές, εντός των οποίων επανακαθορίζεται και η σχέση της γνώσης του νου με τη μάθηση του χεριού. Γι' αυτή τη βαθμίδα ευλόγως έχει προταθεί η υιοθέτηση ενός «ολοκληρωμένου» προγράμματος, που ορίζεται από διεπιστημονικά προσεγγίσιμα θέματα.
14. Η δεύτερη βαθμίδα καλείται να εξασφαλίσει μία κυρίως πρόσθετη διάσταση: την είσοδο στο επιστημονικό εργαστήριο. Κι αυτό σημαίνει εγκατάσταση εργαστηριακών συνθηκών, όχι (τόσο) ως προς τις υποδομές αλλά ως προς τους όρους διαμόρφωσης της ύλης και των μαθησιακών διαδικασιών, σημαίνει πως κάθε μάθημα πρώτα θέτει τα ερωτήματα ως προβλήματα προς επίλυση, σημαίνει εξοικείωση των μαθητών με την κουλτούρα των επιστημών, των τεχνών, των τεχνολογιών, των διεπιστημονικών σπουδών. Η εξοικείωση αυτή δεν ανάγεται σε κακή μίμηση: το σχολείο δεν είναι πανεπιστήμιο, η (εντός ή και εκτός εισαγωγικών) αλήθεια μεσολαβείται από το βιβλίο και τον εκπαιδευτικό. Το διακύβευμα επομένως είναι η ερευνητική κουλτούρα, η έξη προς τη διατύπωση ερωτημάτων και υποθέσεων προς αναζήτηση και εύρεση. Αυτό συνεπάγεται ριζικό περιορισμό των διδασκόμενων αντικειμένων και δικτύωσή τους σε επιστημολογικά συνεκτικές ενότητες και συνεπώς κάλυψη των ενδιαφερόντων των μαθητών μέσω επιλογών αλλά και γενναία ενίσχυση της συμμετοχής των μαθητών μέσω εργασιών, με έμφαση στις συλλογικές εργασίες.
15. Εντός ενός τέτοιου πλαισίου θα πρέπει για τη δεύτερη βαθμίδα να μελετηθεί και να σχεδιαστεί η δυνατότητα επιλογής σχολείου ειδικής δημιουργικής έμφασης -που αφορά τα μουσικά και καλλιτεχνικά, θα πρέπει όμως να συμπεριλάβει, σε πλήρως νέο πνεύμα, και τη σχέση με τις (όχι μόνο νέες) τεχνολογίες.
Για τίποτα από τα παραπάνω δεν είμαι απολύτως βέβαιος.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου