Ένωση Δικαστών και Εισαγγελέων:
Το συνδικάτο πολιτεύεται
Άντα Ψαρρά
Με αφορμή τον σάλο που έχει ξεσπάσει σε ό,τι αφορά το σκάνδαλο της Novartis, και η Ενωση Δικαστών και Εισαγγελέων (ΕΔΕ) παρεμβαίνει πλέον ως παράγοντας του δημόσιου βίου. Ο πειρασμός της πολιτικοποίησης ή ακόμα και της κομματικοποίησης ενεδρεύει προφανώς σε κάθε ενεργό συνδικαλιστικό φορέα.
Το τελευταίο όμως διάστημα είδαμε, ίσως για πρώτη φορά, να πυκνώνουν τόσο πολύ οι ανακοινώσεις της ΕΔΕ με περιεχόμενο τη σφοδρή κριτική σε ζητήματα που αφορούν τον τρόπο άσκησης της εξουσίας και τις πολιτικές επιλογές της κυβέρνησης. Και δεν αναφερόμαστε προφανώς εδώ στις όποιες δικαστικές κρίσεις περί αντισυνταγματικότητας νομοθετικών ρυθμίσεων, που είναι απολύτως σεβαστές είτε συμφωνεί κάποιος είτε διαφωνεί. Οπως σημείωσε άλλωστε στην «Εφ.Συν.» και η πρώην πρόεδρος της ΕΔΕ, Μ. Στενιώτη, «η εμπλοκή της Ενωσης σε πολιτικές αντιπαραθέσεις εκφεύγει του καταστατικού της σκοπού, ενώ το πρόβλημα του προεδρείου της ΕΔΕ δεν είναι μόνο ο υπερβολικός αριθμός ανακοινώσεων, που σημαίνει έλλειψη διαλόγου, αλλά το ότι έφτασε ακόμα και στο να αμφισβητήσει τις δημοκρατικές αρχές που διέπουν το δικαστικό μας σύστημα προσομοιάζοντάς το με εκείνο της Τουρκίας και της Πολωνίας διασύροντας τη χώρα μας […]» (23.2.2018).
Οι αρχές λειτουργίας της ΕΔΕ
Εχει λοιπόν ιδιαίτερη σημασία να αναζητήσει κανείς τα πεπραγμένα της ΕΔΕ και να διαπιστώσει αν η έντονη πολιτική οσμή είναι όντως γεγονός και στο συγκεκριμένο συνδικαλιστικό όργανο. Ισως αυτή η αναζήτηση εξηγήσει τελικά το πώς και γιατί πρόσφατα ορισμένοι δικαστικοί λειτουργοί αντιδρούν με τόση σφοδρότητα.
Σύμφωνα με το «προοίμιον» αλλά και το καταστατικό, θεμελιώδεις αρχές της Ενωσης μεταξύ άλλων είναι:
- «Η δημοκρατική λειτουργία της που με πνεύμα την πλήρη ισότητα όλων εξασφαλίζει σε κάθε μέλος της το δικαίωμα να συμμετέχει και να εκφράζει ελεύθερα τις απόψεις του σε κάθε ζήτημα που αφορά τη Δικαιοσύνη».
- Με την έννοια αυτή είναι δύσκολο να κατανοήσει κανείς τον λόγο για τον οποίο πρώην δικαστικοί μέλη της ΕΔΕ στηλιτεύονται όταν λένε τη γνώμη τους.
- «Η Ενωση παραμένει αδέσμευτη από τη Διοίκηση και από κάθε πολιτική επιρροή». Εδώ είναι βέβαιο ότι υπάρχουν πολλές ενστάσεις για το κατά πόσο εφαρμόζεται η συγκεκριμένη διάταξη όχι μόνο για τα πρώην μέλη της, αλλά ακόμα και για τα ενεργά.
- «Βασικός γνώμονας της Ενώσεως είναι πάντοτε η εξύψωση της Δικαιοσύνης και η καθολική προστασία όλων ανεξαίρετα των μελών της, σε τρόπο ώστε τελικά να γίνει επίτευγμά της η εδραίωσή της στην κοινή συνείδηση όλων των πολιτών με γνώμονα την ισονομία». Και στο θέμα αυτό παρατηρούμε ότι πρόσφατα η ΕΔΕ το κάνει αυτό πολύ επιλεκτικά.
Ολοι οι σκοποί του καταστατικού αφορούν αποκλειστικά τη διασφάλιση της ανεξαρτησίας των μελών στο πλαίσιο του Συντάγματος και των νόμων, τη βελτίωση των όρων απονομής της δικαιοσύνης και των συνθηκών εργασίας, την προώθηση των συμφερόντων των μελών, την αλληλεγγύη, μεταξύ τους, την προαγωγή και τη συμβολή στη βελτίωση της νομοθεσίας και, τέλος, την επικοινωνία με άλλες ενώσεις άλλων χωρών. Πουθενά ωστόσο δεν αναφέρεται κανένας σκοπός που να συνίσταται σε κριτική και σε οποιουδήποτε τύπου παρεμβάσεις ή υποδείξεις στην εκτελεστική εξουσία.
Επισημαίνεται ακόμα από το καταστατικό της ΕΔΕ, που απαριθμεί περίπου 3.000 μέλη, ότι η γενική συνέλευση των μελών θεωρείται σε απαρτία όταν είναι παρόντα το ¼ των μελών, το διοικητικό συμβούλιο απαρτίζεται από τους 15 πρώτους σε ψήφους υποψήφιους ενιαίου ψηφοδελτίου και μέλη της Ενωσης είναι μόνο οι εν ενεργεία δικαστές.
Το τελευταίο τροποποιημένο καταστατικό (6.12.2015), που ψηφίστηκε υπό την προεδρία της Μαργαρίτας Στενιώτη, περιέχει και διάταξη με την οποία απαγορεύεται σε μέλος του Δ.Σ. να υπηρετεί στο υπουργείο Δικαιοσύνης ή σε άλλη υπηρεσία υπαγόμενη στην εκτελεστική εξουσία. Η προσθήκη αυτή έγινε αφού είχαν προηγηθεί σοβαρές αντεγκλήσεις με αφορμή τον ορισμό ως συμβούλου του υπουργού Δικαιοσύνης, Χ. Αθανασίου, του σημερινού αντιπροέδρου της ΕΔΕ Π. Λυμπερόπουλου.
Εξάλλου το ίδιο το Σύνταγμα (άρ.89 παρ. 5) απαγορεύει στους δικαστικούς λειτουργούς οποιαδήποτε συμμετοχή στην κυβέρνηση, όπως και οποιαδήποτε άλλη μισθωτή εργασία. Μπορεί ο κ. Λυμπερόπουλος να ήταν άμισθος σύμβουλος, ωστόσο μάλλον έως τη συγκεκριμένη τροποποίηση η ΕΔΕ δεν ήταν ακριβώς αυτό που λέμε «κάθε λέξη του Συντάγματος».
Μια ιστορική αναδρομή
Το 1976, μετά τα πέτρινα χρόνια των διώξεων και απολύσεων, η Ενωση Ελλήνων Δικαστών και Εισαγγελέων επαναδραστηριοποιείται σύμφωνα με τη διάταξη του αρ. 89 παρ. 5 του Συντάγματος.
Το 1982 με τροποποίηση του καταστατικού της η Ενωση παίρνει τη σημερινή ονομασία της. Η διαδικασία δεν ήταν ανέφελη, καθότι προηγήθηκαν παραιτήσεις, ενστάσεις και τελικά διορισμός προσωρινής διοίκησης.
Στις 16.5.1982 στη γενική συνέλευση εγκρίνεται η τροποποίηση του καταστατικού της Ενωσης και το περιεχόμενο του «προοιμίου» που ισχύει μέχρι και σήμερα.
Από το καταστατικό απαλείφεται ο «μη συνδικαλιστικός» χαρακτήρας του σωματείου. Στις εκλογές του Ιουνίου 1982 κατέβηκαν για πρώτη φορά «παρατάξεις» ως συνδυασμοί υποψηφίων. Η πορεία δεν ήταν ανέφελη και τελικά το 1984 η Ενωση διασπάται, όταν με 37 υπογραφές ιδρύεται το αμιγώς εισαγγελικό σωματείο «Ενωση Εισαγγελέων Ελλάδος» αλλά και ο «Σύνδεσμος Ανωτάτων και Ανωτέρων Δικαστικών Λειτουργών».
Παρόμοιες συγκρούσεις με ιδιαίτερη σφοδρότητα στον εκ φύσεως συντηρητικό χώρο των δικαστικών λειτουργών υπήρξαν στις αλλεπάλληλες υποθέσεις των παραδικαστικών από
το 2005 και μετά. Οι ενδοδικαστικές αντιπαλότητες οδήγησαν ακόμα και σε καταγγελίες για «εκκαθαρίσεις» με ιδιοτελή κίνητρα και προσωπικές αιχμές.
Την ίδια περίοδο ευθέως αναμίχτηκαν στις υποθέσεις εκείνες τόσο η εκτελεστική εξουσία όσο και τα ΜΜΕ, που συχνά «κρέμαγαν» δικαστικούς λειτουργούς στα μανταλάκια πολύ πριν διαπιστωθεί δικαστικά η όποια ενοχή ή παράβαση καθήκοντος. Παρόμοιες ενδοδικαστικές συγκρούσεις και πολιτικές παρεμβάσεις συνεχίστηκαν και σχετικά με τον τρόπο διερεύνησης των μεγάλων σκανδάλων διαφθοράς και διασπάθισης του δημόσιου χρήματος με δικαστές, ανακριτές και δικογραφίες να αλλάζουν χέρια και να οδηγούν συχνά σε πενιχρά αποτελέσματα τη σε βάθος διερεύνηση υποθέσεων δημόσιου συμφέροντος. Υποθέσεις που κατέληξαν σε συμβολικές τιμωρίες αλλά και σε πολύχρονες καθυστερήσεις.
Οι «ομαδοποιήσεις»
Σύμφωνα με τα πεπραγμένα της Ενωσης και τις δηλώσεις των ηγετικών στελεχών της, προκύπτει ότι ειδικά τα τελευταία χρόνια έχει οδηγηθεί στην πλήρη ομαδοποίηση με εμφανείς τις πολιτικές σκοπιμότητες, όπως συμβαίνει άλλωστε σε όλα τα σωματεία. Πολύ συχνά μεμονωμένα μέλη ή και «συνδυασμοί» μελών τονίζουν αυτήν την ομαδοποίηση, τις πολιτικές συγγένειες αλλά και το γεγονός ότι η δράση της Ενωσης έχει ξεφύγει από τους σκοπούς της.
Ολα αυτά είναι διατυπωμένα τόσο στην ιστοσελίδα της ΕΔΕ όσο και στην εφημερίδα της «Δικαστικά Νέα». Συχνά μάλιστα οι ενδοσυνδικαλιστικές αυτές συγκρούσεις έχουν μορφή ακόμα και υβριστικών διατυπώσεων για σκόπιμη πρόκληση δυσλειτουργιών και ακινησίας στο Δ.Σ., για κίνητρα και σκοπιμότητες που καθιστούν αναγκαία την απομόνωση μελών του Δ.Σ., για προκλητικές στάσεις, για υποκρισία κ.λπ.
Τον Ιούνιο του 2013 ορίζεται υπουργός Δικαιοσύνης ο πρώην -εξαιρετικά δημοφιλής- πρόεδρος της ΕΔΕ, Χαράλαμπος Αθανασίου, αφού προηγουμένως παραιτείται για να εκλεγεί βουλευτής επικρατείας με τη Ν.Δ. Ενα μήνα αργότερα αναλαμβάνει εισαγγελέας του Αρείου Πάγου η Ευτ. Κουτζαμάνη εν μέσω πολλών σχολίων για τη στενή φιλική της σχέση με τον Μυτιληνιό συντοπίτη της υπουργό Δικαιοσύνης. Ταυτόχρονα διορίζεται άμισθος σύμβουλος του υπουργού το μέλος του Δ.Σ. της ΕΔΕ Π. Λυμπερόπουλος. Πρόεδρος εκλέγεται η Βασ. Θάνου μέχρι το 2015, οπότε και ορίστηκε πρόεδρος του Αρείου Πάγου. Τη θέση της κατέλαβε η Μαργαρίτα Στενιώτη, ενώ στις εκλογές του 2016 πρόεδρος ορίστηκε ο Χ. Σεβαστίδης.
Ανατρέχοντας στις αρχαιρεσίες του 2014 διαβάζουμε ορισμένες χαρακτηριστικές προεκλογικές δηλώσεις υποψηφίων, οι οποίες ίσως εξηγούν και τις βαθιές αντιθέσεις που επικρατούν ανάμεσα στις «ομάδες» και τα πρόσωπα που απαρτίζουν τα προεδρεία της ΕΔΕ.
Στον απολογισμό δράσης του 2012 - 2014 η πρόεδρος Β. Θάνου αναφέρεται στις άκαρπες προσπάθειες να ανταποκριθεί η κυβέρνηση στα δίκαια αιτήματα των δικαστικών λειτουργών και την πορεία προς τις κινητοποιήσεις, όταν απέτυχαν όλες οι διαπραγματευτικές προσπάθειες. Η Μαρ. Στενιώτη καλεί τα μέλη να στηρίξουν τη Β. Θάνου, αναφέρει τους Β. Μπάση, Ε. Κασαλιά, Χ. Μαυρίδη, Κ. Βουλγαρίδη, Χ. Παπαδήμα και Σ. Γκαρά-Δημουλέα και αναλύει τα επιτεύγματα και την επίτευξη κρίσιμων στόχων της ΕΔΕ.
Ο Π. Λυμπερόπουλος σημειώνει: «Εδώ και δύο χρόνια είμαι αποσπασμένος στο υπουργείο Δικαιοσύνης κατόπιν αποφάσεως του Ανώτατου Δικαστικού Συμβουλίου [...] Απασχόλησε και μένα όπως είναι πιθανό να απασχολήσει και σας, το αν η συγκεκριμένη σχέση μου με το υπουργείο είναι ασύμβατη με τη συνδικαλιστική μου δράση. Κατέληξα ότι αυτό δεν ισχύει για δύο λόγους: Πρώτον γιατί δεν πιστεύω ότι τα ενδιαφέροντα του δικαστή πρέπει να ανακόπτονται λόγω της συνδικαλιστικής του δράσης και δεύτερον γιατί η εκεί παρουσία μου θα ήταν επ’ ωφελεία των υποθέσεων της Ενωσής μας λόγω της εκ του σύνεγγυς παρακολούθησης κρίσιμων ζητημάτων όπως και συνέβη στο προσκήνιο και στο παρασκήνιο των διαπραγματεύσεων για τα οικονομικά θέματα […] ενώ η διαχρονική σχέση μου με τον υπουργό Δικαιοσύνης και πρώην πρόεδρο της ΕΔΕ Χ. Αθανασίου στηριζόταν πάντα στον σεβασμό της ελευθερίας της άποψης και την ειλικρίνεια, αρχές οι οποίες καθημερινά επιβεβαιώνονται μεταξύ μας […]». Ο ίδιος προσδιορίζει ως «ομάδα» του τους Γ. Ευστρατιάδη, Γ. Παπαϊωάνου, Μ. Σιμιτζή, Ε. Κώνστα, Δ. Προκοπίου, Δ. Φούκα και Α. Κανά.
Μια τρίτη ομάδα (Κ. Σαργιώτης, Χ. Σεβαστίδης, Χαρ. Σεβαστίδης, Μ. Κουβαρά) στον απολογισμό της αναφέρει ότι χρειάζονται αλλαγές στον τρόπο συγκρότησης των πειθαρχικών οργάνων, αντικατάσταση διατάξεων που επαναφέρουν συνεχώς τα ίδια πρόσωπα στο Δ.Σ. και καταγράφουν την πρότασή τους για ενωτικό προεδρείο που υποβλήθηκε το 2012 προκειμένου να εκπροσωπηθούν «όλες οι ομάδες»: «Στις 31.8.2012 μετά τις μεγάλες περικοπές και τις άκαρπες συναντήσεις με τον ΥπΟικ πρότειναν οι δικαστές κινητοποιήσεις που όμως δεν έγιναν δεκτές από το Δ.Σ. με αποτέλεσμα παραιτήσεις, εκ νέου σύγκληση του Δ.Σ. και τελικά ψήφιση κινητοποιήσεων με επαναλαμβανόμενες Γ.Σ. Τον Νοέμβριο η ομάδα του κ. Λυμπερόπουλου δηλώνει ξεκάθαρα ότι τάσσεται υπέρ της διακοπής των κινητοποιήσεων, ενώ η ομάδα Θάνου ζητάει περιορισμό των ωρών διακοπής των συνεδριάσεων. Τον Οκτώβριο του 2013 με αφορμή το διορισμό μέλους του Δ.Σ. της Ενωσης ως συνεργάτη του υπουργού Δικαιοσύνης καταθέσαμε πρόταση (που απορρίφθηκε) για αποκλεισμό δικαστών και εισαγγελέων από θέσεις που εξαρτώνται άμεσα από την εκτελεστική εξουσία».
Ο Ν. Σαλάτας γράφει : «Το απερχόμενο προεδρείο στιγματίζεται δυστυχώς από δύο αρνητικές παραμέτρους. Αποτελεί το μοναδικό στην ιστορία της Ενωσης μας προεδρείο του οποίου οι κορυφαίοι πόλοι, η πρόεδρος (Β. Θάνου) και ο γενικός γραμματέας (Γ. Μανωλίδης), εξελέγησαν μειοψηφικά, η μεν πρώτη με 7 ψήφους, ο δε δεύτερος με 1. Αποτελεί επίσης το πρώτο προεδρείο που σε ψήφισμα γενικής συνέλευσης αποτύπωσε εν γνώσει του αναληθή περιστατικά». Ο ίδιος ξεχώριζε τη συνεργασία του με τους Β. Πάπαρη και Δ. Βλάχου. Οι προαναφερόμενοι στις 15/11/2013 είχαν αποστείλει επιστολή ζητώντας από την πρόεδρο «να άρει το έλλειμμα επικοινωνίας με την εκτελεστική εξουσία προκειμένου να προωθήσουμε τα αιτήματά μας». Επικαλούμενοι μάλιστα το έλλειμμα αυτό είχαν προχωρήσει στο να άρουν την εμπιστοσύνη τους προς την πρόεδρο.
Παρεμβάσεις της ΕΔΕ
Το περιεχόμενο των ανακοινώσεων της ΕΔΕ μέχρι και το 2015 αναφερόταν κυρίως σε αυστηρά εργασιακά θέματα και στις επιπτώσεις που είχαν στον χώρο τα μνημόνια. Μόνο μία ανακοίνωση προχωρούσε σε κριτική στα λεγόμενα του πρ. Προέδρου της Δημοκρατίας, Κ. Παπούλια, σχετικά με αιχμές περί ευθύνης δικαστικών κατά τη διερεύνηση σκανδάλου. Στη συνέχεια, ειδικά μετά το 2016, το νέο προεδρείο ακολουθεί τακτική καταιγισμού ανακοινώσεων:
Καταγγελία των Δικαστικών Ενώσεων (12.11.2014) περί μη σεβασμού των δικαστικών αποφάσεων, στην οποία διαπιστώνεται ότι η κυβέρνηση τιμωρεί τους δικαστές επειδή αποφάσεις της δικαιοσύνης δικαιώνουν κατηγορίες εργαζομένων.
6/12/2014: Ψήφισμα της Γ.Σ. της ΕΔΕ για διαρκή απαξίωση του θεσμού από την εκτελεστική εξουσία και αμφισβήτηση του ρόλου των λειτουργών της Δικαιοσύνης επισημαίνοντας: αθέτηση των δεσμεύσεων του υπουργού, μη συμμόρφωση της εκτελεστικής εξουσίας σε δικαστικές αποφάσεις, αγνόηση των προτάσεων της ΕΔΕ.
Αρχές του 2015 αποστέλλει η πρόεδρος Βασ. Θάνου επιστολή προς τις δικαστικές ενώσεις ευρωπαϊκών χωρών αλλά και προς τον πρόεδρο της Επιτροπής, Ζαν-Κλοντ Γιούνκερ, διαμαρτυρόμενη για τη συνεχή επιβολή μέτρων λιτότητα στη χώρα μας.
Οι επιστολές αυτές προκάλεσαν σφοδρές επικρίσεις από πολιτικούς και δικαστικούς, ωστόσο, όπως προκύπτει από το «προοίμιον», παρόμοιες επαφές είναι μέσα στο πλαίσιο της ΕΔΕ.
Αρκετές ανακοινώσεις την περίοδο εκείνη μέχρι και τις αρχαιρεσίες του 2016 αφορούν την πλήρη κάλυψη όλων των δικαστών και εισαγγελέων απέναντι σε ανοίκειες επιθέσεις.
Στις 7.1.2016 πέντε μέλη του Δ.Σ. υποβάλλουν παραίτηση με αφορμή την ψήφιση τροπολογίας, η οποία προβλέπει τη δυνατότητα χρήσης αποδεικτικών στοιχείων που έχουν ληφθεί με μη νόμιμους τρόπους σε βαριά κακουργήματα, τα οποία αφορούν μεγάλες υποθέσεις διαφθοράς και διασπάθισης δημόσιου χρήματος αλλά και εγκληματικές οργανώσεις. Ακολουθεί δριμύτατη απάντηση του προεδρείου της Ενωσης στις 31.1.2016, με ξεχωριστές απαντήσεις στους Π. Λυμπερόπουλο, στην Ενωση Διοικητικών Δικαστών και στους Χ. και Χαρ. Σεβαστίδη, που ζήτησαν μάλιστα παραίτηση του προεδρείου.
Τελευταία ανακοίνωση με την οποία η ΕΔΕ αρνείται να παρέμβει στη δικαστική διαμάχη της προέδρου του Αρείου Πάγου και του συνταγματολόγου Σ. Τσακυράκη εκδίδεται στις26.2.2016, ενώ μεμονωμένοι δικαστές μέλη του Δ.Σ. (Π. Λυμπερόπουλος, Χ. Σεβαστίδης, Χαρ. Σεβαστίδης, Ν. Σαλάτας και Μ. Σιμιτζή) διατυπώνουν τη δική τους προσωπική άποψη επικρίνοντας τη Β. Θάνου.
Ακολουθούν οι εκλογές του Μαΐου του 2016 και ξεκινά η πληθώρα ανακοινώσεων υπό το νέο προεδρείο της ΕΔΕ. Το προεδρείο συνεχώς διαπιστώνει παρεμβάσεις της εκτελεστικής εξουσίας, κάνει λόγο για επιθέσεις στη Δικαιοσύνη και πολύ συχνά καταφέρεται κατά οποιασδήποτε δήλωσης της Βασ. Θάνου. Η κορύφωση έρχεται μετά την κήρυξη διατάξεων του νόμου Παππά ως αντισυνταγματικών και ειδικά μετά την απολύτως αδικαιολόγητη δημοσιοποίηση προσωπικών δεδομένων ενός δικαστή του ΣτΕ.
Την πολιτική αυτή των συνεχών ανακοινώσεων υποστηρίζουν και εν μέρει τις προκαλούν τα κόμματα της αντιπολίτευσης (Ν.Δ. και ΠΑΣΟΚ) και τα φιλικά τους ΜΜΕ. Αρκεί να ανατρέξει κανείς στις ανακοινώσεις της ΕΔΕ για να διαπιστώσει ότι από τις συνολικά 78 ανακοινώσεις όλων των προηγούμενων ετών οι μισές έχουν εκδοθεί επί σημερινής κυβέρνησης, ακόμα και σε σχέση με την περίοδο των μεγάλων περικοπών μισθών και συντάξεων των δικαστικών λειτουργών στα πρώτα μνημόνια.
Προκύπτει επίσης ότι ενώ το προηγούμενο διάστημα η ΕΔΕ υπερασπίστηκε κάθε δικαστή ή εισαγγελικό λειτουργό που δέχτηκε κριτική μέχρι και στην περίπτωση που δικαστές αθωώθηκαν ενώ είχαν κακοποιήσει το παιδί τους, εντούτοις το ίδιο δεν έγινε ούτε με την εισαγγελέα Ε. Τζίβα, που δέχτηκε επιθέσεις ενώ έχει επιληφθεί των δικογραφιών της εγκληματικής οργάνωσης του πλοίου της ηρωίνης, ούτε τώρα με τις διαρκείς απειλές και συκοφαντίες που αντιμετωπίζουν οι εισαγγελείς Διαφθοράς. Μοναδική εξαίρεση, οι δηλώσεις του υπευθύνου Τύπου της ΕΔΕ, Χ. Σεβαστίδη. Αντίθετα, πλήρης κάλυψη δόθηκε στη Γ. Τσατάνη, όταν αποφάσισε να θέσει στο αρχείο την υπόθεση Βγενόπουλου, αλλά και στην Ε. Ράικου όταν παραιτήθηκε από την υπόθεση του μεγάλου σκανδάλου στη Υγεία.
Στις 17 και 19.7.2017 τρία μέλη του προεδρείου της ΕΔΕ δίνουν ταυτόχρονα συνεντεύξεις σε τρεις διαφορετικές εφημερίδες («Βήμα», «Real»,«Παραπολιτικά») με θέμα τις κλιμακούμενες επιθέσεις στη Δικαιοσύνη και τις παρεμβάσεις της εκτελεστικής εξουσίας.
Ηδη και στο 2018 έχει συμπληρωθεί ικανός αριθμός ανακοινώσεων με τελευταία αυτήν που καταφέρεται ξανά στη Β. Θάνου και καλύπτει τη συλλογή υπογραφών για την αφαίρεση της δικογραφίας από την εφέτη-εισαγγελέα Διαφθοράς.
Το φαινόμενο συνδικαλιστών που έχουν τεθεί στις πρώτες γραμμές προτίμησης των μελών σωματείων και συνδικάτων να συνεχίζουν την καριέρα τους ως βουλευτές Επικρατείας ή απλοί βουλευτές σε κόμματα που εκπροσωπούσαν στις παρατάξεις τους είναι συχνό και διαχρονικό. Συμβαίνει σε όλα ανεξαιρέτως τα κόμματα και είναι λογικό. Είναι επίσης όμως γεγονός ότι υπάρχουν πολλοί συνδικαλιστές οι οποίοι έκαναν καριέρα όχι μέσα από τους αγώνες και την αποτελεσματική συμβολή τους στις διεκδικήσεις των σωματείων τους, αλλά λόγω της ειδικής προβολής που έχουν στα ΜΜΕ και της επικοινωνιακής τακτικής τους μέσω συνεχών καταγγελιών και ανακοινώσεων, οι οποίες έχουν κυρίως στόχο τους πολιτικούς αντιπάλους των κομμάτων που υποστηρίζουν είτε τα κόμματα αυτά είναι στην κυβέρνηση είτε στην αντιπολίτευση.
Το ίδιο φαινόμενο παρατηρείται και στον ευαίσθητο χώρο συνδικαλισμού των δικαστικών λειτουργών. Ολοι βέβαια θέλουν να ελπίζουν ότι οι κομματικές και ιδεολογικές ταυτότητες των δικαστών και εισαγγελέων εξαφανίζονται μόλις ανέβουν στη δικαστική έδρα. Ο συνδικαλισμός των λειτουργών της Δικαιοσύνης έχει όμως ειδικές προδιαγραφές και προφανώς δεν μπορεί να χρησιμοποιείται ούτε για να στηρίξει, ούτε για να εναντιωθεί στην όποια κυβέρνηση. Η Δικαιοσύνη οφείλει να αυτοπροστατεύεται καθημερινά, ώστε να διαπιστώνει πράγματι ο πολίτης ότι τείνει πάντα να αποτελεί έναν ξεχωριστό θεσμό της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας.
Δύο διαφωτιστικές εκλογικές αναμετρήσεις
Στις εκλογές του 2014 κατά σειρά ψήφων εκλέχτηκαν οι: Β. Θάνου, Μ. Στενιώτη, Κ. Βουλγαρίδης, Ε. Κασαλιάς, Σ. Γκαρά-Δημουλέα, Χ. Σεβαστίδης, Χ. Μαυρίδης, Γ. Μανωλίδης, Χαρ. Σεβαστίδης, Γ. Ευστρατιάδης, Β. Μπάσης, Ν. Σαλάτας, Χ. Παπαδήμας, Π. Λυμπερόπουλος, Β. Πάπαρη. Αναπληρωματικά μέλη, οι Δ. Βλάχος, Μ. Σιμιτζή, Δ. Φούκας κ.λπ.
Τελικά το προεδρείο απαρτίστηκε από τους (πρόεδρο) Β. Θάνου, Β. Μπάση, Ε. Κασαλιά, Μ. Στενιώτη, Κ. Βουλγαρίδη, Σ. Γκαρά-Δημουλέα, Χ. Παπαδήμα, Γ. Μανωλίδη και Χ. Μαυρίδη (σε μεγάλο βαθμό τηρήθηκε η σειρά προτίμησης).
Ακολουθούν οι εκλογές του 20IA16 και τα πρώτα σε ψήφους μέλη του Δ.Σ. είναι κατά σειρά οι: Χ. Σεβαστίδης, Μ. Στενιώτη, Χαρ. Σεβαστίδης, Ν. Σαλάτας, Κ. Βουλγαρίδης, Χ. Μαυρίδης, Π. Λυμπερόπουλος, Β. Πάπαρη, Σ. Γκα- ρά-Δημουλέα, Χ. Τζανερρίκος, Ε. Κασαλιάς, Α. Δεμέστιχα, Α. Ερμίδου, Χ. Παπαδήμας, Κ. Φούκας.
Το προεδρείο απαρτίστηκε από τους Χριστόφορο Σεβαστίδη (πρόεδρος), Παναγιώτη Λυμπερόπουλο, Β. Πάπαρη, Ν. Σαλάτα, Δ. Φούκα, Α. Δεμέστιχα, Α. Ερμίδου. Καθήκοντα υπευθύνου Τύπου ανέλαβε ο Χαράλαμπος Σεβαστίδης, αδελφός του προέδρου της ΕΔΕ.
Ενας έμπειρος συνδικαλιστής και όχι μόνο μπορεί εύκολα να διαγνώσει το πώς οι «συνδυασμοί» επικρατούν τελικά στην εκλογή των προεδρείων, ανεξαρτήτως από τους σταυρούς προτίμησης των μελών της ΕΔΕ.
Οπως τονίζουν πολλοί δικαστές, η δημιουργία παρόμοιων συνδυασμών και μυστικών συνεννοήσεων οδήγησε την Ένωση στα μονοπάτια κομματικοποίησης, που αντανακλώνται προφανώς και στις εκάστοτε σχέσεις με τους κυβερνητικούς σχηματισμούς.
Πηγή: Εφημερίδα των Συντακτών VIA
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου