Η γενιά της κρίσης
Tης Κατερινας Σωκου
Η γενιά της μεταπολίτευσης -οι σημερινοί τριαντάρηδες, που γεννήθηκαν μετά την Εξέγερση του Πολυτεχνείου και μέχρι τις αρχές του ογδόντα- χτυπήθηκε από την κρίση προτού προλάβει να βρεθεί «στα πράγματα». Λίγοι εκπρόσωποί της έχουν προλάβει να κάνουν όνομα στον πολιτικό ή τον επαγγελματικό στίβο και ακόμη λιγότεροι συμμετείχαν ενεργά στα κοινά προ κρίσης. Υπό αυτήν την έννοια, δεν φέρουν αντίστοιχες ευθύνες με εκείνες που επιρρίπτει στη μεταπολεμική γενιά των baby boomers ο αρθρογράφος των New York Times Τόμας Φρίντμαν.
Η γενιά της μεταπολίτευσης είναι μία μεταβατική γενιά. Δεν μεγάλωσε με προσωπικό υπολογιστή και Ιντερνετ, ενώ θυμάται την εποχή που δεν υπήρχε ακόμη ιδιωτική τηλεόραση. Σίγουρα, στην πορεία απήλαυσε αυτά και άλλα πολλά καταναλωτικά αγαθά, μαζί με μία ποιότητα ζωής που οι παλαιότεροι δεν είχαν τολμήσει ούτε να ονειρευτούν. Παρασύρθηκε στις υπερβολές του δανεισμού και του life style -φορτωμένες πιστωτικές κάρτες και την αβάσταχτη ελαφρότητα του φαίνεσθαι- αλλά παράλληλα βίωσε τη δυσκολία ένταξης σε μία συνεχώς συρρικνούμενη αγορά εργασίας, κι ας οπλιζόταν με πτυχία, ξένες γλώσσες, μεταπτυχιακά, διδακτορικά. Κάποιοι επέμεναν να ελπίζουν σε μία θέση στο Δημόσιο, άλλοι διακρίνοντας το αδιέξοδο αναζήτησαν την τύχη τους στο εξωτερικό: Αρκετά από τα πιο τολμηρά, δυναμικά και έξυπνα μέλη της κάνουν σήμερα καριέρα εκτός Ελλάδος.
Εκείνοι που «βολεύτηκαν» στο
Δημόσιο διαπιστώνουν εσχάτως ότι οι θέσεις που τους υποσχέθηκαν δεν
είναι καθόλου σίγουρες. Οσοι κατάφεραν να βρουν δουλειά στον ιδιωτικό
τομέα, εργάζονται πολλές ώρες, έχουν υψηλές ευθύνες, αλλά χαμηλούς
μισθούς. Οι λίγοι που τόλμησαν να δοκιμάσουν τον κόσμο των επιχειρήσεων
παλεύουν την κρίση με τα εφόδια που ελπίζεται ότι θα μας βγάλουν όλους
από αυτή: την εξειδίκευση, τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, την
εξωστρέφεια. Οσο για το όνειρο της ακαδημαϊκής καριέρας, οι ιστορίες
τρόμου από τη μεσαιωνική διάρθρωση των ελληνικών πανεπιστημίων
αποθαρρύνουν ακόμη και τους πιο επιμελείς ερευνητές.
Λόγω των
αντικειμενικών δυσκολιών που αντιμετώπισε στην επαγγελματική της
αποκατάσταση, η γενιά της μεταπολίτευσης άργησε να ανεξαρτητοποιηθεί, να
αναλάβει ευθύνες οικογενειακές, πόσω μάλλον κοινωνικές. Σε αντίθεση με
νεότερες γενιές, δεν επαναστάτησε ποτέ - βίωσε μόνο μία μικρή έκρηξη
κατά τις καταλήψεις των σχολείων στις αρχές της δεκαετίας του ενενήντα.
Σήμερα βρίσκεται μεταξύ φθοράς και αφθαρσίας. Στο απόγειο του
παραγωγικού της δυναμισμού, τα φτερά της πριονίζουν οι οικονομικές
συνέπειες της κρίσης: περικοπές μισθών, αυξήσεις φόρων, εργασιακή
ανασφάλεια. Διότι υπάρχει βέβαια και η διευρυνόμενη κατηγορία των
ανέργων: οι έκπτωτοι συμβασιούχοι του Δημοσίου, οι απολυμένοι του
ιδιωτικού τομέα, οι έμποροι που έπεσαν έξω.
Η γενιά της
μεταπολίτευσης, που κατά την ενηλικίωσή της εκλήθη να μεταβεί από την
κλειστή στην ανοιχτή κοινωνία και από την οικονομία των περιορισμένων
πόρων σε εκείνη της επίπλαστης αφθονίας, καλείται σήμερα να προσαρμοστεί
για μία ακόμη φορά σε μία νέα, δυσάρεστη αυτή την φορά, πραγματικότητα.
Η συζήτηση σχετικά με το δίλημμα «μένω ή φεύγω από την Ελλάδα» είναι
ενδεικτική της κρισιμότητας της κατάστασης και η απάντηση μπορεί να
δοθεί μόνο σε προσωπικό επίπεδο, ανάλογα με τα δεδομένα κάθε περίπτωσης.
Παράλληλα, όμως, βρίσκεται για πρώτη φορά απέναντι σε μία συλλογική
πρόκληση: την επαναστατική μετατροπή του παλαιού συστήματος των ειδικών
προνομίων συγκεκριμένων ομάδων σε ένα σύστημα ίσων ευκαιριών. Επειδή
ακριβώς βίωσε τις αδικίες των πελατειακών σχέσεων, σίγουρα μπορεί να
αντιληφθεί την ανάγκη γι’ αυτό. Και ως νέοι άνθρωποι, τα μέλη της
διατηρούν ακόμη αντιστάσεις απέναντι στα σαθρά κίνητρα που μπορούν να
διαφθείρουν και τον πιο άτεγκτο ελεγκτή.
Μία μεταβατική γενιά δεν
είναι απαραίτητα και χαμένη. Το αντίθετο: Μπορεί να είναι εκείνη που θα
διασφαλίσει ότι δεν θα είναι χαμένες οι επόμενες. Αρκεί να αναλάβει τις
ευθύνες της.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου