Πέμπτη 15 Δεκεμβρίου 2011

Το κράτος πρόνοιας




Το κράτος πρόνοιας

Από τη Μαριλένα Κοππά 

Ευρωβουλευτή του ΠΑΣΟΚ

Η Herald Tribune ρωτά: γιατί ο οίκος Moody's έδινε στην Ελλάδα αξιολόγηση ΑΑΑ λίγο πριν από την κατάρρευση; Η Moody's απαντά: η Ελλάδα έδινε πλασματικά στατιστικά στοιχεία. Συνεπώς, το στατιστικό ψέμα επέτρεπε στην Ελλάδα να δανείζεται, αντί να φορολογεί και να μεταρρυθμίζεται. Αυτή είναι η αλήθεια. Ομως, τελικά, «η αλήθεια» είναι ένα πεδίο μάχης.
Πρόσφατη δημοσίευση του Times Magazine μιλάει για την ανάγκη της «Δύσης», όχι απλώς της Ελλάδας, να αποχαιρετήσει το σύστημα πρόνοιας. Παρατίθεται συγκριτικά η στατιστική αποτίμηση «του φορτίου» του κράτους πρόνοιας στις δημόσιες δαπάνες των δυτικών κρατών. Γίνεται εκτενής αναφορά παραμέτρων που καθιστούν το κράτος πρόνοιας «ακριβό»: γήρανση του πληθυσμού, ανεργία, αναιμική ανάπτυξη και, φυσικά, ο ανταγωνισμός με τις αναδυόμενες αγορές (σ.σ.: χωρίς κράτος πρόνοιας). Η «αλήθεια» είναι ότι χωρίς λεφτά δεν μπορεί να υπάρξει κράτος πρόνοιας. Λεφτά δεν υπάρχουν. Αυτή είναι η δυσάρεστη και, συνεπώς, «ηθικά καταξιωμένη» αλήθεια. Μας διαφεύγουν ορισμένες λεπτομέρειες. Ποιο είναι το «κόστος ευκαιρίας» της εξάλειψης του κράτους πρόνοιας; Η Γαλλία αντέστρεψε τη δημογραφική της γήρανση, ακριβώς επειδή είχε ένα πρόγραμμα ενίσχυσης της μητρότητας. Πολλοί, συνεχίζουν να βλέπουν την Ιρλανδία ως πρότυπο ανάπτυξης βασισμένο στη χαμηλή εταιρική φορολογία: βέβαια, ξεχνούν ότι ο «Κέλτικος Τίγρης» προχώρησε επίσης τη δεκαετία του 1990 σε μια άνευ προηγουμένου επένδυση στη δημόσια παιδεία και εφάρμοσε πολιτικές προσέλκυσης μεταναστών με υψηλή τεχνογνωσία. Αυτή είναι μια «εναλλακτική αλήθεια» που οδηγεί στο συμπέρασμα ότι οι δημόσιες δαπάνες ήταν η βάση της λύσης και όχι η αιτία της κρίσης.

 

Μια τέτοια αφήγηση έχει ως αφετηρία την άμεση σύνδεση δημοσίων δαπανών και κοινωνικών ανισοτήτων, χωρίς η φτώχεια να θεωρείται «συγκριτικό πλεονέκτημα». Γιατί οι επενδύσεις δεν πάνε μόνο στις χώρες που υπάρχει «ανταγωνιστική εξαθλίωση»: υπάρχει επίσης ζήτηση για τεχνογνωσία, υγεία, διαφάνεια, ασφάλεια και άλλα δημόσια αγαθά που συνεπάγονται δημόσιες δαπάνες. Η κατακλείδα μιας τέτοιας αφήγησης είναι ότι, πράγματι, κοινωνικό κράτος με δανεικά δεν γίνεται: μόνο με αναδιανομή. Το κράτος πρόνοιας ήταν σε μεγάλο βαθμό απότοκο της κρίσης του 1930. Ομως, ενώ οι Financial Times εγείρουν τον κίνδυνο επανάληψης της «Μεγάλης Υφεσης», τα περισσότερα ΜΜΕ που διαμορφώνουν την κοινή γνώμη φαίνεται να συμφωνούν ότι η λύση έγκειται στην αποδόμησή του. Ετσι, η Γερμανία προκρίνει δυσάρεστους -και άρα ηθικούς- «χρυσούς κανόνες» αποδόμησης των δημοσίων δαπανών, γιατί πολύ απλά υπηρετεί την αλήθεια.

Οχι, δεν πρόκειται για θεωρία συνωμοσίας. Ο Krugman επιμένει ότι οι πολιτικές λιτότητας μειώνουν τα έσοδα και, συνεπώς, δεν μπορεί να αποτελούν απάντηση στην ανάγκη μείωσης του ελλείμματος. Τον διαβάζουμε ως αιρετικό, επειδή η δική του αλήθεια δεν επιβεβαιώνει τις αναλύσεις των οδηγών της κοινής γνώμης: Financial Times, Times Magazine κ.ο.κ. Τα έντυπα αυτά λειτουργούν περίπου όπως και οι οίκοι αξιολόγησης: διαμορφώνουν «την αλήθεια», έως τη στιγμή που αυτή δεν μπορεί να επιβεβαιωθεί από τα γεγονότα. Αλλά όταν η αλήθεια δεν επιβεβαιώνεται από τα γεγονότα, τόσο το χειρότερο για τα γεγονότα. Πάντα φταίνε τα ελλιπή στοιχεία, ποτέ ο φορέας που τα μεγεθύνει, τα πακετάρει και τα πουλά. Είναι και αυτό μια «άλλη αλήθεια».

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου