«Πόλεμος» υπουργών-εισαγγελέων
Μέγα θέμα αξιοπιστίας των ελεγκτικών
μηχανισμών εγείρεται μετά την παραίτηση των δύο οικονομικών εισαγγελέων
που είχαν την αρμοδιότητα των διώξεων στο οικονομικό έγκλημα. Οι δύο
εισαγγελείς, που πρόσφατα είχαν διατάξει τη σύλληψη ακόμα και γνωστών
προσώπων για χρέη προς το δημόσιο, καταγγέλλουν παρεμβάσεις και
υπαινίσσονται πολιτικό δάκτυλο πίσω από προσπάθειες παρεμπόδισης του
έργου τους. Και δεν είναι μόνο αυτό: πολιτικές παρεμβάσεις στο έργο τους
κατήγγειλαν και οι εφοριακοί κατά τη διάρκεια συνέντευξης Τύπου που
παραχώρησαν με αφορμή τη 48ωρη απεργία τους.
Η αντίδραση της κυβέρνησης ήταν σκληρή και άμεση. Με κοινή τους ανακοίνωση οι υπουργοί Οικονομικών και Δικαιοσύνης, θεωρούν υπερβολική και βεβιασμένη την αντίδραση των εισαγγελέων για το προσχέδιο νόμου που θα καθορίζει το πλαίσιο για τη διενέργεια ελέγχων και την πάταξη του οικονομικού εγκλήματος. «Όποιος ισχυρίζεται ότι υπάρχει θέμα «υπαγόρευσης ή απαγόρευσης» στη δράση του ως εισαγγελικού λειτουργού, οφείλει να αναφέρει αμέσως συγκεκριμένα στοιχεία, διαφορετικά συμβάλλει στη δημιουργία γκρίζων ζωνών»
Οι δύο εισαγγελείς υπέβαλαν την παραίτηση τους από τα καθήκοντα των
οικονομικών εισαγγελέων, στον αρμόδιο για οικονομικά θέματα
αντιεισαγγελέα του Αρείου Πάγου, ζητώντας την αντικατάσταση τους απο το
Ανώτατο Δικαστικό Συμβούλιο. «Δεν δεχόμαστε να είμαστε εισαγγελείς υπό
απαγόρευση και καθ' υπαγόρευση», αναφέρουν χαρακτηριστικά. Επί της
ουσίας αντιδρούν στο περιεχόμενο νομοσχεδίου το οποίο θα μεταθέτει σε
άλλη δικαστική τον έλεγχο του οικονομικού εγκλήματος. Ασφαλώς αναμένεται
κυβερνητική αντίδραση, ιδιαίτερα από το υπουργείο Οικονομικών.
Αναλυτικά, η επιστολή των δύο εισαγγελέων έχει ως εξής:
«Παρά το γενικότερο αρνητικό κλίμα και με πλήρη επίγνωση της
ιδιάζουσας σχέσης μεταξύ της νεοελληνικής πραγματικότητας και του εν
Ελλάδι αναπτυσσόμενου οικονομικού εγκλήματος, αποδεχτήκαμε ασμένως τον
διορισμό μας, εμφορούμενοι από ειλικρινή διάθεση προσφοράς και βαθιά
προσήλωση στο υπηρεσιακό καθήκον μας. Δεν επιδιώξαμε να γίνουμε αρεστοί,
ούτε να εξασφαλίσουμε ανοχές των παντός είδους πολυποίκιλλων
οικονομικών συμφερόντων, έναντι των οποίων η συγκρουσιακή μας πορεία με
γνώμονα τη νομιμότητα ήταν δεδομένη και αδιαπραγμάτευτη. Ήδη,
με σχέδιο νόμου που πρόκειται να κατατεθεί και μας κοινοποιήθηκε, όλως
προφασιστικώς και με δήθεν επιχειρήματα ως αιτιολογία, επιχειρείται η
αντικατάστασή μας και η απαλλαγή από την παρουσία μας. Επειδή
ουδέποτε επιδιώξαμε θέσεις και αξιώματα, δεν δεχόμαστε να είμαστε
εισαγγελείς υπό απαγόρευση και καθ’ υπαγόρευση. Πολλώ μάλλον δε, δεν
δεχόμαστε να αποτελέσουμε άλλοθι και μια θεσμική κολυμπήθρα του Σιλωάμ,
για τα πολυποίκιλλα οργανωμένα συμφέροντα και τους ποικιλλόνυμους
εκφραστές τους, που δραστηριοποιούνται και αναπτύσσονται στην γκρίζα
ζώνη του οικονομικού εγκλήματος.»
Η απάντηση των δύο υπουργών
Με θεσμική έκπληξη πληροφορηθήκαμε από αναρτήσεις στο διαδίκτυο και
τα μέσα ενημέρωσης ότι οι αντεισαγγελείς εφετών κ.κ. Γρηγόριος Πεπόνης
και Σπύρος Μουζακίτης, επιφορτισμένοι, με απόφαση του Ανωτάτου
Δικαστικού Συμβουλίου, με τα καθήκοντα του Οικονομικού Εισαγγελέα και
του αναπληρωτή του, υπέβαλαν προς τον εποπτεύοντά τους αντεισαγγελέα του
Αρείου Πάγου κ. Νικ.Παντελή την «παραίτησή» τους από τα καθήκοντα
αυτά. Ως αιτία της κίνησής τους αυτής φέρεται, σύμφωνα με τις παραπάνω
''πηγές'', το γεγονός ότι ''ήδη με σχέδιο νόμου που πρόκειται να
κατατεθεί και μας κοινοποιήθηκε, όλως προφασιστικώς και με δήθεν
επιχειρήματα ως αιτιολογία, επιχειρείται η αντικατάστασή μας και η
απαλλαγή από την παρουσία μας".
Με τη δημόσια αυτή κίνηση των παραπάνω αντεισαγγελέων εφετών
επιχειρείται να δημιουργηθεί η εντύπωση της παρέμβασης στο έργο τους.
Αυτό πλήττει βαθιά το κύρος της Δικαιοσύνης, καθώς ως παρέμβαση στο έργο
τους εκλαμβάνεται η δήθεν πρόθεση της Κυβέρνησης να καταθέσει προς τη
Βουλή σχέδιο νόμου με το οποίο τη θέση του Οικονομικού Εισαγγελέα
αναλαμβάνει, αντί για αντεισαγγελέας εφετών, αντεισαγγελέας του Αρείου
Πάγου! Άρα, η ανάθεση των καθηκόντων του Οικονομικού Εισαγγελέα σε
ανώτερο εισαγγελικό λειτουργό εκλαμβάνεται από τους δύο παραπάνω
αντεισαγγελείς εφετών ως προσβολή και ως παρέμβαση, την οποία προφανώς
θα ασκήσει η Εισαγγελία του Αρείου Πάγου. Μήπως οι αντεισαγγελείς του
Αρείου Πάγου και ο επικεφαλής τους Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου έχουν
μικρότερο ζήλο, παρέχουν περιορισμένα εχέγγυα ανεξαρτησίας και είναι
επιρρεπείς στη συγκάλυψη οικονομικών εγκλημάτων ή δεκτικοί εξωθεσμικών
παρεμβάσεων; Η αλήθεια είναι ότι σε υπηρεσιακό επίπεδο είχε
εκπονηθεί προσχέδιο διάταξης, μεταξύ πολλών άλλων και για την ανάθεση
των καθηκόντων του Οικονομικού Εισαγγελέα σε αντεισαγγελέα του Αρείου
Πάγου, με στόχο την καλύτερη και αποτελεσματικότερη λειτουργία του
θεσμού σε πανελλαδικό επίπεδο.
Συνεπώς, η βεβιασμένη και υπερβολική δημόσια αντίδραση των δύο αντεισαγγελέων εφετών, που δημιουργεί την εντύπωση ότι οι θεσμοί δυσλειτουργούν και συνιστά παρέμβαση στα καθήκοντά τους ακόμη και η σκέψη να ανατεθούν τα καθήκοντα του Οικονομικού Εισαγγελέα σε αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου, συνιστά σαφή προσβολή της Εισαγγελίας του Αρείου Πάγου και θέτει σημαντικά ζητήματα κύρους και αξιοπιστίας της Δικαιοσύνης, επί των οποίων είναι βέβαιον ότι θα επιληφθεί αμέσως ο κ. Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου. Οι πολίτες δεν αντέχουν άλλο υπαινιγμούς και αοριστίες και μάλιστα από εισαγγελικούς λειτουργούς τεταγμένους στην υπηρεσία του δημοσίου συμφέροντος. Τον τελευταίο καιρό έχουν γίνει πολύ σημαντικά και συγκεκριμένα βήματα στον αγώνα κατά της φοροδιαφυγής με την ενεργοποίηση των ποινικών φορολογικών διατάξεων και είναι κρίμα να δημιουργούνται τώρα εσφαλμένες εντυπώσεις στην κοινή γνώμη. Όποιος ισχυρίζεται ότι υπάρχει θέμα «υπαγόρευσης ή απαγόρευσης» στη δράση του ως εισαγγελικού λειτουργού, οφείλει να αναφέρει αμέσως συγκεκριμένα στοιχεία, διαφορετικά συμβάλλει στη δημιουργία «γκρίζων ζωνών» που τόσο πολύ έχουν δηλητηριάσει τα τελευταία χρόνια τον δημόσιο βίο.»
Συνεπώς, η βεβιασμένη και υπερβολική δημόσια αντίδραση των δύο αντεισαγγελέων εφετών, που δημιουργεί την εντύπωση ότι οι θεσμοί δυσλειτουργούν και συνιστά παρέμβαση στα καθήκοντά τους ακόμη και η σκέψη να ανατεθούν τα καθήκοντα του Οικονομικού Εισαγγελέα σε αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου, συνιστά σαφή προσβολή της Εισαγγελίας του Αρείου Πάγου και θέτει σημαντικά ζητήματα κύρους και αξιοπιστίας της Δικαιοσύνης, επί των οποίων είναι βέβαιον ότι θα επιληφθεί αμέσως ο κ. Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου. Οι πολίτες δεν αντέχουν άλλο υπαινιγμούς και αοριστίες και μάλιστα από εισαγγελικούς λειτουργούς τεταγμένους στην υπηρεσία του δημοσίου συμφέροντος. Τον τελευταίο καιρό έχουν γίνει πολύ σημαντικά και συγκεκριμένα βήματα στον αγώνα κατά της φοροδιαφυγής με την ενεργοποίηση των ποινικών φορολογικών διατάξεων και είναι κρίμα να δημιουργούνται τώρα εσφαλμένες εντυπώσεις στην κοινή γνώμη. Όποιος ισχυρίζεται ότι υπάρχει θέμα «υπαγόρευσης ή απαγόρευσης» στη δράση του ως εισαγγελικού λειτουργού, οφείλει να αναφέρει αμέσως συγκεκριμένα στοιχεία, διαφορετικά συμβάλλει στη δημιουργία «γκρίζων ζωνών» που τόσο πολύ έχουν δηλητηριάσει τα τελευταία χρόνια τον δημόσιο βίο.»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου