Θαυμάσια
κατάσταση, όντως. Και, για να γίνει ακόμα καλύτερη, χρειάζεται να
συνεχίσουμε με κάθε τρόπο την αντίθεσή μας στην εκλογή των Συμβουλίων.
Είμαι πεισμένος πως, αν καταφέρουμε να μην γίνουν αυτές οι «εκλογές»
επιστρατεύοντας όλα τα μέσα, το κράξιμο, τα επιχειρήματα ή τη ντροπή,
υπάρχουν πολλές πιθανότητες να πετύχουμε την αναστολή, το πάγωμα ή και
την κατάργηση του Νόμου. Αυτή είναι η σημερινή συγκυρία και η σημερινή
μάχη, που μπορεί να την κερδίσουμε. Τούτη η προοπτική, όμως, έχει μία
βασική προϋπόθεση. Να κρατήσουμε αρραγές το μέτωπο των πανεπιστημιακών
που, αριστεροί ή δεξιοί, συντηρητικοί ή ριζοσπάστες, θέλουν με κάθε
κόστος να υπερασπιστούν τους όρους του επαγγέλματος και της αξιοπρέπειάς
τους.
Στη
σύγκρουση αυτή η Αριστερά, υπερβαίνοντας τα όρια των προγραμματικών της
αμηχανιών, συνέβαλε καθοριστικά στο να καταστούν πλειοψηφικές οι ως
χθες παρασιωπημένες ή και κακοποιημένες συνεκτικές αρχές της
ακαδημαϊκότητας: Η ελευθερία στην έρευνα και τη διδασκαλία, η δημόσια
ευθύνη έναντι του κοινού αγαθού και του αυτοδιοίκητου, οι καθοριστικές
προϋποθέσεις του πανεπιστημιακού επαγγελματισμού, οι επιστημονικές
προϋποθέσεις των τίτλων σπουδών που απονέμουν τα πανεπιστήμια.
Χρειάζεται
να υπερασπιστούμε τα πολλά θετικά των ΑΕΙ, δίχως όμως να κρύβουμε τους
σκελετούς στα ντουλάπια μας. Μόνο έτσι, πιστεύω, μπορούμε να
απευθυνθούμε ανοικτά και καθαρά στους συναδέλφους μας, να σπάσουμε τα
κύματα την συκοφαντίας ή της απαξίωσης για να πείσουμε την κοινωνία.
Μόνο έτσι, θέλω να πω, θα βρούμε τα επιχειρήματα για να ενθαρρύνουμε
τους αναποφάσιστους, να θορυβήσουμε τους βολεμένους, να καταγγείλουμε
τους εγκάθετους και να συμβαδίσουμε με τους μεγάλους αριθμούς των
συναδέλφων που κρατούν το πανεπιστήμιο όρθιο (κι ας μην είναι φίλοι ή
ομοϊδεάτες μας). Δύσκολο στοίχημα, μα ρεαλιστικό, κατά την εκτίμησή μου
τουλάχιστον.
Οι
αντιστάσεις της πανεπιστημιακής κοινότητας εκφράζονται στην, όλο και
πιο εύθραυστη είνʼ αλήθεια, ομοφωνία των συλλογικών οργάνων. Εύθραυστη
διότι οι πανεπιστημιακές διοικήσεις, πέρα από την αντίθεσή τους στον
νόμο, υποχρεούνται να εξασφαλίσουν την, έστω και περικομμένη, ροή
χρηματοδότησης των εργαστηρίων και των βιβλιοθηκών, των μεταπτυχιακών
σπουδών και των ερευνητικών προγραμμάτων, των υποτροφιών, της σίτισης
και της στέγασης των φοιτητών, των συγγραμμάτων, ακόμα και της
καθαριότητας ή της θέρμανσης των πανεπιστημιακών χώρων.
Σήμερα
η κυβέρνηση της νεοφιλελεύθερης συμμαχίας και της ακροδεξιάς,
εκβιάζοντας πανεπιστήμια και πανεπιστημιακούς με την απειλή περικοπής ή
και παγώματος των δημοσίων πόρων, έχει χαράξει μια τακτική όπου ο χρόνος
πολλαπλασιάζει τις πιέσεις στους αντιπάλους. Κι έχει αφήσει την κυρία
Διαμαντοπούλου να διαχειριστεί, παίζοντας με το στοίχημα της καριέρας
της, την κρίση που δημιούργησε ο νέος νόμος.
Χρειαζόμαστε
ένα μέτωπο πανεπιστημιακών για το πανεπιστήμιο, που να μην οδηγεί στην
καταστροφή αλλά στην ανασυγκρότηση. Και στο οποίο έχουν τη θέση και την
τιμή τους όσες και όσοι πιστεύουν και μάχονται για τις αρχές και τις
αξίες του δημόσιου και ακαδημαϊκού πανεπιστημίου, πέρα από το παρελθόν,
πέρα από τις ιδέες ή τις στοχεύσεις τους για το αύριο. Αν καταφέρουμε να
κρατήσουμε ζωντανό και όρθιο το ελληνικό πανεπιστήμιο, ας μαλώσουμε
αύριο για τις προοπτικές του.
Τούτο
το στοιχειώδες, κατά τη γνώμη μου, παρασύρεται από έντιμους, αλλά ρηχά
επεξεργασμένους, «αγωνιστικούς» αυτοματισμούς: Αν τελικά χάσουμε τη μάχη
ακύρωσης των εκλογών και του νόμου, απάντησή μας θα είναι η Αποχή. Εδώ,
λοιπόν, ξεχνάμε όλη την παράδοση της Αριστεράς και κρεμάμε την τύχη
ενός μεγάλου και παρατεταμένου αγώνα στην αβέβαια έκβαση μιας
«κινηματικής» μάχης, που το αποτέλεσμά της θα καθοριστεί, πέρα από το
πείσμα μας, και από όσα φέρει η μεταβαλλόμενη συγκυρία. Και κάτι ακόμα,
πολύ χειρότερο. Ανεξάρτητα από τις προθέσεις, δια της Αποχής, όχι μόνο
δίνουμε την πανεπιστημιακή αυθεντία στους κομματικούς εγκάθετους της
εξουσίας και στους τζογαδόρους αλλά και εκθέτουμε στην αυθαιρεσία, στους
εκβιασμούς και στην εκδικητικότητά τους τα ονοματισμένα μέλη ΔΕΠ που
δεν θα έρθουν να ψηφίσουν. Μέχρι να καταργηθεί ο νόμος, ο διορισμένος
από το Συμβούλιο κοσμήτορας, μετά από μη δεσμευτική γνώμη της
κοσμητείας, θα ορίζει κατά τα κέφια ή τα συμφέροντά του τις επιτροπές
επιλογής, εξέλιξης και αξιολόγησης των καθηγητών όλων των βαθμίδων. Και,
φυσικά, τις μονιμοποιήσεις των λεκτόρων και των επί θητεία επικούρων
καθηγητών. Με στιγματισμένους τους συνεπείς στις αρχές τους συναδέλφους,
θα ξαναζήσουμε τον τρόμο και τις δηλώσεις νομιμοφροσύνης. Το έχουμε
ξαναδιαπράξει, ως Αριστερά αυτό το έγκλημα. Και την πιθανότητα ότι
μπορεί και να το ξανακάνουμε δεν θέλω ούτε να τη σκέφτομαι.
Τα
παλιά πελατειακά συστήματα θα ξαναστηθούν πάνω στον τρόμο, γύρω από
μονοπρόσωπα και ανεξέλεγκτα όργανα. Κι οι παραγκωνισμένοι, τα τελευταία
χρόνια, μεγαλοπαράγοντες των εξαρτήσεων και της διαφθοράς θα επιστρέψουν
για να διοικήσουν τα ΑΕΙ από τις επιχειρήσεις τους ή από τα κομματικά
καμπινέτα.
Χρειάζεται,
λοιπόν, να δώσουμε τη μάχη. Κι αν δεν καταφέρουμε να νικήσουμε παντού
και σε όλα, ακόμη κι αν χάσουμε παντού και σε όλα, οφείλουμε να
κρατήσουμε ό,τι κρατιέται στους απερημωμένους τόπους. Να μην υποτιμούμε,
δηλαδή, τη δυναμική όσων έγιναν για να φτιαχτεί σήμερα η ομοφωνία των
πρυτάνεων και των συλλογικών οργάνων.
Ποιος
είναι ο στόχος μας; Σʼ αυτό θέλω να καταλήξω. Χρόνια λέμε πως θέλουμε
να κρατήσουμε όρθιο και να αλλάξουμε το πανεπιστήμιο. Μόνο δικός μας
είναι ο στόχος αυτός; Αναμφισβήτητα όχι. Γίνεται, μέρα την ημέρα, και
στόχος παλιών μας αντιπάλων. Που έχουν πλέον ισχυρούς λόγους να ακούν
και να σέβονται όσα λέμε, κι ας έχουμε στο παρελθόν κονταροχτυπηθεί μαζί
τους. Σήμερα μας ενώνει η κοινή και ακριβή κοινή θέληση να κρατήσουμε
ζωντανούς τους στοιχειώδεις όρους που απαιτεί η παραγωγή, η ανανέωση και
η διάχυση της γνώσης.
Κι
έτσι, όμως, μπορεί και να μην καταφέρουμε να αποτρέψουμε τη θεσμική
εκτροπή. Τι θα κάνουμε τότε; Η απάντηση πολλών συντρόφων και φίλων μας
είναι να «κάνουμε αντάρτικο». Θεμιτό. Έχουμε, ωστόσο, μεγάλη εμπειρία
για να ξεχνάμε ότι οι εύκολες κουβέντες περί «αντάρτικου» οδηγούν εξ
ορισμού στις ήττες. Διότι κανένα αντάρτικο δεν μπορεί να υπάρξει, αν δεν
έχουμε φροντίσει να φτιάξουμε τους όρους αναπαραγωγής των μαχητών και
των μόνων όπλων που διαθέτουμε για να νικήσουμε: Των ρεαλιστικών
προταγμάτων και των πειστικών επιχειρημάτων. Φοβάμαι, λοιπόν, πως η
γραμμή της αποχής θα καταλήξει εν τέλει στο να «πάμε σπίτι μας» και από
εκεί, με το κούτελο καθαρό, να καταγγέλλουμε τους κακούς επειδή είναι
κακοί, τους νεοφιλελεύθερους επειδή είναι νεοφιλελεύθεροι, τους
πουλημένους επειδή πουλήθηκαν και τους εχθρούς μας επειδή μας χτύπησαν.
Και οι πεμπτοφαλαγγίτες, μόνοι τους στα ψηφοδέλτια και δίχως να ιδρώσει
το αυτί τους, θα αναλάβουν τις εργολαβίες της κατεδάφισης.
Ας
δώσουμε, λοιπόν, τον αγώνα μέχρι τέλους. Δηλώνοντας τη συμμετοχή μας
στο μεγάλο μέτωπο των συναδέλφων, να καταρτίσουμε ψηφοδέλτια υπεράσπισης
του πανεπιστημίου. Πράττοντας, ταυτόχρονα, ό,τι περνά από το χέρι μας
για να μην περάσει η επιχειρούμενη θεσμική εκτροπή. Οι ίδιοι οι
υποψήφιοι, να μπουν μπροστά για την αποτροπή των εκλογών για τα
Συμβούλια και οι συγκρούσεις να μεταφερθούν στα συλλογικά όργανα και
τους Συλλόγους. Χίλιες ιδέες μπορούμε να σκεφτούμε και να δοκιμάσουμε,
διαφορετικές σε κάθε περίσταση. Αλλού, να πείσουμε όλα τα μέλη ΔΕΠ που
έχουν δικαίωμα, να υποβάλουν κατά δεκάδες υποψηφιότητα. Αλλού, όπου
έχουν κλείσει οι προθεσμίες, να ματαιώσουμε τις διαδικασίες ή να τις
ακυρώσουμε και οι Σύγκλητοι να ζητήσουν την επανεκκίνηση όλων των
προθεσμιών. Αλλού, να πείσουμε τους συναδέλφους μας να ψηφίσουν με
σταυρούς προτίμησης κι ότι με αριθμητική ένδειξη. Ειρηνικά και μαζικά,
δηλαδή, να διεκδικήσουμε με κάθε μέσο το δικαίωμα της πανεπιστημιακής
κοινότητας να έχει τον καθοριστικό λόγο για το πανεπιστήμιο. Να
στείλουμε τις εκλογές πίσω, όταν «θα έρθει η άνοιξη, να ʼρθεί το
καλοκαίρι, να βγουν οι βλάχοι στα βουνά», να έχουν εκδικαστεί στο ΣτΕ
όλες οι αιτήσεις ακυρώσεως. Κι αν, ως τότε, δεν έχουν εξαφανιστεί απʼ το
προσκήνιο η κυρία Διαμαντοπούλου και το κατασκεύασμά της της, τότε να
τους ταράξουμε στη συμμετοχή, κερδίζοντας την καθοριστική μάχη που θα
στείλει τον νόμο στα αζήτητα.
Το
να καταγγείλουμε και να εμποδίσουμε τις εκλογές, έχοντας αποφασίσει πως
δεν θα τους χαρίσουμε τη «μη συμμετοχή» μοιάζει αντιφατικό. Ενώ,
αντίθετα, ακούγεται λογική η άποψη, αν χάσουμε τη μάχη της αντίστασης,
να αφήσουμε τις εκλογές να γίνουν χωρίς εμάς, να μαζέψουμε τα βρεγμένα
και τα ματωμένα μας και να παρακολουθούμε από την καρέκλα μας την
καταστροφή ενός από τα λίγα δημόσια αγαθά που μας έμειναν, τη διάλυση
των επιστημών και των αυτοδιοικητικών θεσμών, την εξόντωση των ανθρώπων.
Τα
ερώτημα, νομίζω, τίθεται ανάποδα. Πώς, με κάθε μέσο, με κάθε τρόπο,
αμυνόμενοι ή επιτιθέμενοι θα κρατήσουμε το δημόσιο και ακαδημαϊκό
Πανεπιστήμιο. Δεν είναι διόλου αντιφατικό να κράξουμε, ακόμα και να
διώξουμε τους εγκάθετους των πενταμελών επιτροπών και, ταυτόχρονα, να
διεκδικήσουμε την κατάθεση υποψηφιοτήτων για τα Συμβούλια με ρητό και
καθαρό πρόγραμμα την ανατροπή, έστω και στα επί μέρους πανεπιστήμια, του
νόμου και της λογικής του. Να μεταφέρουμε τον πόλεμο στο έδαφος που
θεωρεί ο εχθρός ότι μας πήρε.
Με
προτάσεις για τα εξωτερικά μέλη των Συμβουλίων, που θα καλούν τη
μαχόμενη διανόηση να πολεμήσει μαζί μας για τη δημόσια παιδεία. Με
προτάσεις για οργανισμούς και εσωτερικούς κανονισμούς που θα εξαρτούν
τις αποφάσεις των νέων διοικήσεων από τις αποφάσεις συλλογικών οργάνων
της Σχολής ή του Προγράμματος Σπουδών. Που θα εξαρτούν τον διορισμό των
Κοσμητόρων από τη σύμφωνη, δια εκλογών, γνώμη των μελών της Σχολής. Που
θα εξαρτούν τον ορισμό των εκλεκτορικών σωμάτων για τις κρίσεις των
μελών ΔΕΠ από τις συλλογικές αποφάσεις των κατά Σχολή ή κατά Τμήμα
οριζόμενων συλλογικών αυτοδιοικητικών οργάνων. Και το σημαντικότερο,
ακόμα κι αν δεν έχουμε πλειοψηφίες, το 1/3 των εσωτερικών μελών του
Συμβουλίου μπορούν να ματαιώσουν για πάντα την εκλογή προέδρου,
εξωτερικών μελών και κοσμητόρων. Ο νόμος, δηλαδή, δεν μπορεί να
εφαρμοστεί.
Δύσκολος
αγώνας, Αβέβαιη προοπτική. Θα αποφασίσουμε, όμως, να χαρίσουμε το
πανεπιστήμιο και το μέλλον του στις μειοψηφίες των εγκάθετων; Θα
επιτρέψουμε την αναδιάταξη των πελατειακών δικτύων από την νέα ολιγαρχία
που θα καταλάβει τα πανεπιστήμια αμαχητί;
Ξέρω,
δυστυχώς, τον εύκολο δρόμο της Αποχής στον οποίον κατηφορίζει νωχελικά η
Αριστερά. Αν χάσουμε τη μάχη της νομιμότητας, θα απέχουμε, δεν θα
συμμετέχουμε, θα κρατάμε το κούτελό μας καθαρό και θα στέλνουμε στο
ανάθεμα τους κακούς, τους στραβούς, και τους ανάποδους. Μόνο που,
δυστυχώς, πέρα από τα αναθέματα και τις καταγγελίες, ετοιμαζόμαστε να
παραχωρήσουμε, τζάμπα και αμαχητί, το πανεπιστήμιο στις αντιδραστικές
μειοψηφίες.
Ελπίζω,
σε όσον χρόνο έχουμε ακόμα μπροστά μας, να κάνουμε ό,τι μπορούμε για να
μην ξαναψάλουμε, όπως το κάναμε ήδη σε πολλές ανάλογες ευκαιρίες,
εκείνο το «ιδού, ο νυμφίος έρχεται εν τω μέσω της νυκτός και [...]
ανάξιος [ο δούλος], όν ευρήσει ραθυμούντα». Να κρατήσουμε όρθιο, με κάθε
μέσο, το Δημόσιο Πανεπιστήμιο. Κι ας λερώσουμε λιγάκι και το κούτελό
μας.
*Ο Νίκος Θεοτοκάς διδάσκει στο Πάντειο Πανεπιστήμιο
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου