Ο Τύπος, η ουσία και η υποκρισία
Του Γιάννη Κιμπουρόπουλου
Στο περιθώριο όσων διαδραματίζονται μεταξύ Αθήνας, Βρυξελλών και
Ουάσιγκτον (το τρίγωνο του PSI), εξελίσσεται και η κρίση στα ΜΜΕ. Παρά
τις ιδιαιτερότητές της, είναι υποσύνολο της κρίσης που διαπερνά όλους
τους κλάδους της οικονομίας, όπου ο τυχοδιωκτισμός της επιχειρηματικής
ελίτ συναγωνίζεται την ανικανότητά της να προβάλει ένα σχέδιο επιβίωσης,
που το κόστος του να μη φορτώνεται αποκλειστικά στους εργαζόμενους. Τα
ΜΜΕ αποτελούν case study για την κουλτούρα των Ελλήνων καπιταλιστών, με
το επιπλέον στοιχείο ότι η ενημερωτική φούσκα που εξέθρεψαν αποδείχθηκε
εξαιρετικά κερδοφόρα και παραγωγική ως προς την επιρροή τους στην
πολιτική εξουσία, που πέρασε στο καθημερινό μας λεξιλόγιο ως διαπλοκή.
Η κρίση στα ΜΜΕ έχει προκαλέσει και ένα μίνι «εμφύλιο» ανάμεσα στους εργαζόμενους σ’ αυτά, που καταγράφουν αλλεπάλληλες απώλειες: απολύσεις, παράνομες περικοπές μισθών, συρρίκνωση δικαιωμάτων, επιχειρήσεις που εγκαταλείπονται κακήν κακώς από τους ιδιοκτήτες τους, με τους εργαζόμενους ομήρους σε κατάσταση μη επιδοτούμενης ανεργίας. Ο δημοσιογραφικός «εμφύλιος» εκδηλώθηκε και στην τελευταία συνέλευση της ΕΣΗΕΑ (που ολοκληρώνεται Δευτέρα και Τρίτη με μυστική ψηφοφορία επί των προτάσεων), όπου αντιπαρατέθηκαν, σε αδρές γραμμές, δύο μέτωπα: αυτό της γενικής απεργιακής αντίδρασης με στόχο να υποχρεωθεί η εργοδοτική πλευρά να υπογράψει σύμβαση έστω μηδενικών αυξήσεων, και το άλλο, της συνδιαλλαγής με τους εργοδότες στη λογική της «ρεαλιστικής» μείωσης των μισθών.
Στη φιλοσοφία του δεύτερου μετώπου κινείται και ένα
μικρό «μανιφέστο» που υπογράφεται από δεκάδες δημοσιογράφους υπό τον
τίτλο «οι μάχες δίνονται με τα ΜΜΕ ανοικτά». Η σημειολογία του
«μανιφέστου», που κατά κάποιο τρόπο δίνει υπόβαθρο «ορθολογισμού» στα
τετελεσμένα που έχουν δημιουργήσει οι εργοδότες, είναι ενδιαφέρουσα.
Προβάλλει, για παράδειγμα, με ιδιαίτερη έμφαση την ανάγκη διαφάνειας στα
οικονομικά των ΜΜΕ, εγκαλεί την ΕΣΗΕΑ γιατί δεν απαιτεί έλεγχο στα
λογιστήρια εταιρειών και βασικών μετόχων.
Θα ήταν πολύ ενδιαφέρον οι δημοσιογράφοι που υποστηρίζουν το αίτημα
αυτό να το υπερασπίσουν μαχητικά και μέχρι τέλους, να στηρίξουν ακόμη
και μια απεργία γι’ αυτό, να το υποστηρίξουν έμπρακτα, με ρεπορτάζ και
αποκαλύψεις ακόμη και για τα ΜΜΕ στα οποία εργάζονται. Θα ήταν πολύ
ενδιαφέρον-και μια ελάχιστη προσφορά προς την κοινωνία- «το σκάσιμο της
δικής μας φούσκας», όπως αναφέρουν οι συνάδελφοι που υπογράφουν το
«μανιφέστο», να απελευθερώσει όλο τον ζόφο της διαπλοκής, του
σκανδαλώδους πλουτισμού, των αδιαφανών συναλλαγών με τράπεζες και
«συγγενείς εταιρείες» των ιδιοκτητών. Θα ήταν πολύ ενδιαφέρον, τέλος, να
δούμε αν ο χορός εκατομμυρίων των προηγούμενων ετών, περιέλαβε και
αρκετούς δημοσιογράφους που αμείβονται προκλητικά, απολαμβάνουν το
προνόμιο της πολυαπασχόλησης, μερικές φορές και της κανονικής
αργομισθίας έναντι ανύπαρκτης προσφοράς, εκτός της συμπερίληψής τους σε
μια στρατιά ημετέρων.
Κι εδώ περνάμε σε ένα δεύτερο σημαντικό στοιχείο του
«μανιφέστου των ανοικτών ΜΜΕ». Στην ανθρωπογεωγραφία αυτών που το
υπογράφουν. Κατά κύριο λόγο προέρχονται από τα λεγόμενα «ασφαλή»
μαγαζιά, με σχετικά καλές αμοιβές και, κυρίως, με πολλαπλές απασχολήσεις
μεταξύ εφημερίδων, περιοδικών, ραδιοφώνων, τηλεοράσεων, γραφείων τύπου
του ιδιωτικού και δημόσιου τομέα. Δεν λέω ότι ισχύει για το σύνολό τους,
αλλά υπάρχει ένας διακριτός πυρήνας ανθρώπων που έχουμε συνηθίσει να
τους βλέπουμε να εναλλάσσονται με ευκολία στο γυαλί, στο μικρόφωνο, κι
από κει στο χαρτί. Δεν απαγορεύεται, ούτε αποτελεί μομφή η αναφορά.
Ωστόσο, για να είμαστε απολύτως ειλικρινείς και για να σταματήσει η
υποκρισία, η συνενοχή των δημοσιογράφων στη «φούσκα» αφορά ακριβώς τόσο
τις παχυλές αμοιβές αστέρων και στελεχών, όσο και την πολυαπασχόληση,
που στην πράξη αποτέλεσε και μορφή εκμαυλισμού των δημοσιογράφων από
κράτος και επιχειρηματίες.
Πριν από μερικά χρόνια, όταν είχε τεθεί θέμα
διαφάνειας για δημοσιογράφους που απασχολούνται κυρίως στις κρατικού
ενδιαφέροντος θέσεις εργασίας, μια ανάλογης ανθρωπογεωγραφίας ομάδα είχε
«εξεγερθεί» κατά των εισηγητών της διαφάνειας, επικαλούμενη την
«ιερότητα των προσωπικών δεδομένων». Η φούσκα έσκασε, λοιπόν, και η
«αναγκαστική συρρίκνωση ενός χώρου ο οποίος τα τελευταία χρόνια
διογκώθηκε υπέρμετρα... χωρίς καμιά διαφάνεια» (όπως σημειώνει το
«μανιφέστο των ανοικτών ΜΜΕ») ήδη συντελείται. Το επόμενο ερώτημα,
λοιπόν, μπορεί να τεθεί ως εξής: Είναι διατεθειμένοι οι δημοσιογράφοι
της μιας ή της άλλης πλευράς να υποστηρίξουν το αίτημα της μιας
αποκλειστικής και αξιοπρεπώς αμειβόμενης θέσης εργασίας για όλους; Είναι
πρόθυμοι για αλληλεγγύη στους ανέργους και επισφαλώς εργαζόμενους του
κλάδου; Φτάνει η ανησυχία τους για την «ελευθερία και αξιοπρέπεια» των
δημοσιογράφων μέχρι του σημείου να υποστηρίξουν το «κούρεμα» στις
παχυλές αμοιβές των στελεχών και του δημοσιογραφικού star system;
Αν όχι, δικαιούται να συμπεράνει κανείς ότι το μέλλον της
δημοσιογραφίας που οραματίζονται ορισμένοι προβλέπει ότι, αφού η κρίση
ξεβράσει όσα μέσα κι όσους συντελεστές περισσεύουν (κι εδώ υπολανθάνει
μια μορφή κοινωνικού ρατσισμού), ύστερα οι επιζήσαντες θα κλείσουν
ερμητικά την πύλη στα λίγα φρούρια των troika news που θα έχουν
απομείνει. Εκτός από ιδιοτέλεια και υποκρισία, αυτό είναι μια επικίνδυνη
αυταπάτη ακόμη και για τους... survivors.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου