Έθνος-κράτος, κρίση, παρελάσεις, τανκς
ΤΟΥ ΓΙΩΡΓΟΥ ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ*
Η φετινή επιστροφή αρμάτων μάχης στις παρελάσεις αιτιολογήθηκε από υπεύθυνα κυβερνητικά χείλη ως προσπάθεια «ενίσχυσης του εθνικού φρονήματος». Τα τανκς αποτελούν την πρώτη παιδική μου σωματοποιημένη εμπειρία εθνικής ταυτότητας. Παρακολουθούσαμε τις παρελάσεις από το μπαλκόνι του διαμερίσματος του θείου Χαράλαμπου, στην οδό Εγνατίας στη Θεσσαλονίκη. Φίλοι του θείου αφηγούνταν προσωπικές αναμνήσεις από το 1940 και από την ασπρόμαυρη τηλεόραση ακουγόταν ο σχολιαστής της ΥΕΝΕΔ που κάλυπτε την παρέλαση. Για εμάς τα παιδιά τίποτα από αυτά δεν είχε σημασία. Αυτό που «γέμιζε» την εθνική μας εμπειρία ήταν οι δονήσεις και ο εκκωφαντικός θόρυβος που προκαλούσαν τα τανκς.
Αν θυμάμαι καλά, οι παρελάσεις σταμάτησαν να γίνονται στην Εγνατία μετά τον σεισμό του 1978, χρονιά που είχα μια διαφορετική εμπειρία σωματοποίησης της εθνικής ταυτότητας. Σε ένα ταξίδι στη Γερμανία επισκεφτήκαμε το Νταχάου. Οι μισοί συμμαθητές του πατέρα μου από το Δημοτικό, στο οποίο φοιτούσε στην προπολεμική Θεσσαλονίκη, δολοφονήθηκαν στο Άουσβιτς. Έμειναν τα χριστιανόπουλα και επέστρεψε το 1944 μόνο ένα εβραιόπουλο. Αυτό που σωματικά προσέλαβα στο Νταχάου, ως όψη της εθνικής ταυτότητας, ήταν κάτι εκ διαμέτρου αντίθετο από τις δονήσεις και τον θόρυβο των τανκς: ήταν η σιωπή. Στις γωνίες των ξύλινων θαλάμων άνθρωποι καθισμένοι, κρυμμένοι, σιωπηλοί. Λίγα χρόνια αργότερα, ένα πρωί στη Λεωφόρο Στρατού, συναντήσαμε τυχαία τον κύριο Σαμ, το εβραιόπουλο που επέστρεψε από το Άουσβιτς. Ο πατέρας μου του ζήτησε να «μου δείξει», ο κ. Σαμ πρότεινε το χέρι με τον χαραγμένο στο δέρμα του αριθμό. Θυμάμαι πάλι τη σωματοποίηση: σιωπή και των τριών μας.
Στα τέλη της δεκαετίας του 1990, μιλώντας με τον ογδονταπεντάχρονο Πάνο, προσπαθούσα να ιεραρχήσω τις περί εθνικής συγκρότησης απορίες μου, που πλέον μπλέκονταν με ποικίλες θεωρητικές αναζητήσεις. Ο Πάνος ήρθε στην Ελλάδα δεκάχρονος το 1922. Αυτοδημιούργητος επιτυχημένος επιχειρηματίας, βενιζελικός, λάτρης της κλασικής μουσικής, πολύτεκνος, απόφοιτος της Σχολής Εφέδρων της Ερμούπολης, ήρωας του Αλβανικού μετώπου, από τους πρώτους στο αντάρτικο το 1942, λοχαγός του αντάρτικου λόχου που απελευθέρωσε τη Βέροια το 1944. Μέσα από το σώμα του κυριολεκτικά πέρασαν εμπειρίες που για τους περισσότερους νοούνται ως εθνικές τραγωδίες (1922, 1940, 1942-1944). Πολλάκις του ζήτησα να μου μιλήσει για τα συναισθήματα εκείνων των στιγμών. «Απλώς κάναμε το καθήκον μας στα παιδιά μας και στην πατρίδα» απαντούσε, και μετά πάντα ερχόταν η σιωπή.
Το έθνος υπάρχει στον βαθμό που επηρεάζει τις ανθρώπινες ζωές. Δεν είναι εδώ ο χώρος για να συζητήσουμε τις γνωσιολογικές συνέπειες αυτής της παραδοχής. Οι κοινωνικο-οικονομικές κρίσεις συνεπάγονται συγκεκριμένες συνέπειες στο βίωμα της εθνικής ταυτότητας. Οι άνθρωποι ενεργοποιούν τοπικά - εθνικά δίκτυα εξασφάλισης των αναγκών τους, προσλαμβάνουν ως απειλή όσους δεν μοιράζονται αυτά τα δίκτυα και οι ταυτοτικές διαδικασίες ενισχύονται. Αν υπάρχουν οι κατάλληλες προϋποθέσεις, η κρίση του κράτους οδηγεί και σε κρίση του έθνους, διαδικασία που πρόσφατα βιώσαμε στην Αν. Ευρώπη. Η παρούσα κυβέρνηση απαντά στις προκλήσεις της κρίσης δημιουργώντας κοινωνικές δονήσεις και προωθώντας μια εκκωφαντική παραπληροφόρηση. Μοιραία καταλήγει και σε μια συγκεκριμένη αντίληψη περί έθνους, που σωματοποιείται από τις δονήσεις και τον εκκωφαντικό θόρυβο της διέλευσης των τανκς στις παρελάσεις. Παρελάσεις που εξ ορισμού αναιρούνται αφού γίνονται πίσω από κάγκελα και διμοιρίες ΜΑΤ.
Αν το έθνος είναι μια μορφή κοινότητας, τότε ας το τιμήσουμε επιτέλους όπως αρμόζει: χωρίς παρελάσεις και με τη σιωπή που διδάσκουν αυτοί που το σωματοποίησαν, τραγικά ή/και ηρωικά. Η φετινή σιωπή ας είναι μερικών λεπτών σιγή για όσους αυτοκτόνησαν τα τελευταία χρόνια, για τους θανάτους που προκαλεί η διάλυση των νοσοκομείων και του ΕΣΥ, για τους χωρισμούς που προκαλεί η μετανάστευση, για την απόγνωση που προκαλεί η ανεργία, για την αμορφωσιά που επιβάλλει η διάλυση της παιδείας, για την απογοήτευση των γηραιότερων. Ίσως η σιωπή μάς δώσει μια ευκαιρία για δημιουργικό αναστοχασμό.
* Ο Γ. Αγγελόπουλος διδάσκει κοινωνική ανθρωπολογία στο Πανεπιστήμιο Μακεδονίας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου