Αποχαιρετισμός σε ένα ιδανικό για τη μόρφωση
[…..] η ζωή είναι μια προσπάθεια που της αξίζει ένας καλύτερος σκοπός.
Καρλ Κράους (1874-1936), Αυστριακός συγγραφέας
του Τριαντάφυλλου Τρανού
Τέσσερα χρόνια μετά την έλευση της τρόικας η χώρα υφίσταται μια απερίγραπτη κοινωνική καταστροφή, έναν εφιάλτη από τον οποίο δεν μπορούμε να ξυπνήσουμε!
Η παιδεία, η υγεία, ο πολιτισμός, τα βασικά αγαθά όπως είναι το ρεύμα και το νερό, είτε θεωρούνται άχρηστες δαπάνες, είτε μεταβάλλονται βίαια σε πεδία κερδοφορίας για το κεφάλαιο, ενώ ταυτόχρονα τα άθλια καθεστωτικά ΜΜΕ, στα οποία έχουμε αγκιστρωθεί άπαντες σαν υπνωτισμένα χρυσόψαρα, σβήνουν από τη συνείδησή μας τις εμπειρίες της μνημονιακής φρίκης και κάνουν τις αυτοκτονίες από την απελπισία και τους θανάτους από την πείνα και τα μαγκάλια, ακόμη και μαθητών μας, να φαίνονται σχεδόν φυσιολογικοί.
Στη Θεσσαλονίκη, και όχι μόνο εδώ, η ανεργία ξεπερνά πλέον το 30%, η εγκατάλειψη του σχολείου έχει πάρει εφιαλτικές διαστάσεις, ενώ πολλοί μαθητές και οι οικογένειές τους αντιμετωπίζουν άμεσα και οδυνηρά τις συνέπειες της ανθρωπιστικής πλέον κρίσης χωρίς να σκοτίζεται κανείς να τους συμπαρασταθεί, ούτε καν να τους εγγράψει στους «δείκτες» και στις «ρούμπρικες» που εσχάτως αποτελούν την κύρια προτεραιότητα του σχολείου και των συναδέλφων μας.
Ταυτόχρονα το ακροδεξιό, πολιτικό θέατρο σκιών της συγκυβέρνησης που ενισχύεται από το Υπουργείο Παιδείας, την Διοίκηση της Εκπαίδευσης και τους τοπικούς παρασιτικούς μηχανισμούς που έχουν απλώσει παντού τα νημάτιά τους -και μέσα στο συνδικάτο ακόμη-, συνεχίζει να παίζει το απεχθές έργο του πάνω στην καμπούρα της κοινωνίας και θα συνεχίζει όσο ο κοινωνικός και εργασιακός Αρμαγεδδώνας που εξαπέλυσε δεν συναντά τις οφειλόμενες σθεναρές αντιδράσεις.
Στο περιθώριο αυτής της καταστροφής του ιδανικού για την καθολική μόρφωση, που γνώρισε καλύτερες μέρες κάποτε, αλλά και της κοινωνικής του βάσης εμείς οι εκπαιδευτικοί ιδιωτεύουμε, κατασωτεύοντας το κοινωνικό κεφάλαιο που μας άφησαν οι σκληροί αγώνες του συνδικάτου της προηγούμενης γενιάς, οι οποίοι μας εξασφάλισαν τα πιο σημαντικά μας δικαιώματα: τη μονιμότητα, το αμετάθετο, το ανθρώπινο ωράριο, τον αξιοπρεπή μισθό, τις εκπαιδευτικές άδειες, τα ασφαλιστικά δικαιώματα και την επαρκή υγειονομική περίθαλψη. Όλα όσα θεωρούσαμε αυτονόητα και δεδομένα πριν τα σαρώσουν τα διαδοχικά Μνημόνια, όσο εμείς λαγοκοιμόμασταν στον καναπέ μας, μπροστά στην αναμμένη τηλεόραση.
Συνεχίζουμε ωστόσο να απαιτούμε αλλαγές για την ζωή μας. Προσδοκούμε περισσότερα από όσα δικαιούμαστε από την έκβαση των πραγματικών πολιτικών αναμετρήσεων, στις οποίες δε συμμετέχουμε, ενώ έχουμε μεταφέρει την μικροπρεπή και ατελέσφορη λογική της ανάθεσης των ευθυνών για τη ζωή μας και τη δουλειά μας όχι μόνο στην ενδεχόμενη πολιτική λύση που θα προκύψει από τις επόμενες εκλογές αλλά και στο συνδικάτο στη ζωή του οποίου δεν συμμετέχουμε , στο συνδικάτο που κανονικά μέσα στην κρίση έπρεπε να είναι το καταφύγιό μας και το συλλογικό μας αποκούμπι μας αλλά δυστυχώς δεν είναι!
Έτσι, το δεξιό πολιτικό προσωπικό της εκπαίδευσης που σε αυτό περιλαμβάνεται πλέον αντικειμενικά και η πλειοψηφία των διευθυντών και των σχολικών συμβούλων, για να μη μιλήσουμε για τα στελέχη της διοίκησης, μπόρεσε τελικά να εκμεταλλευτεί στο έπακρο την αναιμική ατομική και συλλογική συνείδηση των εκπαιδευτικών.
Για να εδραιώσει την νέα τάξη πραγμάτων αυτό το άθλιο συνάφι αποθεώνει το προληπτικό καψόνι, τη λογοκλοπή, το copy paste και τις λαθροχειρίες, δυσφημεί την ιδέα της συλλογικότητας και της αλληλεγγύης αλλά και τους αγώνες που τη στερεώνουν στη συνείδηση των ανθρώπων. Παραπλανεί με άθλια και ανυπόστατα ψεύδη τους συναδέλφους, οι οποίοι με τη σειρά τους αφήνονται παθητικά να τρομοκρατηθούν και να διαφθαρούν από τους «δείκτες» και τις «ρούμπρικες» ώστε να εγκαταλειφθούν, μερικοί με αηδιαστική απόλαυση κιόλας, σε ένα αναξιοπρεπή κανιβαλικό πόλεμο «όλων εναντίον όλων».
Μέσα στα σχολεία οι αντοχές και η αξιοπρέπεια των λίγων που αντιστέκονται ακόμη σε αυτήν την κατάσταση πραγμάτων τραυματίζονται καθημερινά, βοά υπόκωφα μέσα στους συλλόγους διδασκόντων η φαγωμάρα και ο φασισμός «χαμηλής έντασης». Μπορεί με γυμνό μάτι πλέον να διακρίνει κανείς τα ανησυχητικά συμπτώματα αποδοχής του success story, δηλαδή την κυριαρχία της καθολικής ακροδεξιάς βαρβαρότητας που μας κουβάλησαν ο Σαμαράς ο Βενιζέλος και οι κλίκες τους.
Ολοένα λιγότεροι, δίνουμε εδώ και τέσσερα χρόνια δύσκολες μάχες εναντίον ενός ασφυκτικού, γραφειοκρατικού και παράλογου περιβάλλοντος προνομιούχων και λακέδων που αποφάσισαν την καταστροφή του κλάδου και της εκπαίδευσης, ενώ η πλειοψηφία των συναδέλφων επέλεξε τη λούφα, τη συναίνεση και τη γραμμή της ελάχιστης αντίστασης αντί να αγωνιστεί εναντίον όσων με την αγωνία και το φόβο ως μοναδικά τους «επιχειρήματα» παραλύουν τον εκπαιδευτικό κόσμο και τον μετατρέπουν σε «αποικία τιμωρημένων».
Όμως η κακοποίηση της εκπαίδευσης από τη μεριά των κυβερνώντων, ο σκόπιμος, συνεχής διασυρμός των εκπαιδευτικών από τα ΜΜΕ δεν βρίσκουν πια καμία σχεδόν αντίσταση από όσους εξευτελίζουν και αυτό το αναντίρρητο γεγονός δεν προοιωνίζεται τίποτα καλό. Το καλοκαίρι είναι ξανά κοντά αλλά όχι μόνο για τις ανέμελες διακοπές που ονειρεύονται οι αφελείς. Η απειλή της πειθαρχικής και οικονομικής εξόντωσης των λιγοστών μάχιμων εκπαιδευτικών που λειτουργούν ακόμη ως δημόσιοι διανοούμενοι, όπως μας θέλουν όλους οι αγωνιστικές παραδόσεις του κλάδου, μεγαλώνει. Μαζί μεγαλώνει και η απειλή της διοικητικής εξόντωσης αρκετών από τους εφησυχασμένους.
Αντί όμως να συνέλθουμε, απογειώνεται ο παράλογος εφησυχασμός και η ιδιώτευση, θριαμβεύει η καταστροφική λογική του επιθετικού ατομικισμού, ενώ η πλειοψηφία των εκπαιδευτικών στρουθοκαμηλίζει αδιαφορώντας πλήρως για τη ραγδαία εγκατάλειψη του σχολείου από την πλευρά των πιο φτωχών μαθητών και την εξαφάνιση της μορφωτικής τους προοπτικής. Ταυτόχρονα, εγκαινιάζεται μεγαλοπρεπώς με τις άγαρμπες «εξετάσεις» της Α΄ Λυκείου και την «τράπεζα θεμάτων» το μεθοδικό ρήμαγμα των υπολειμμάτων του δημόσιου σχολείου με τη σίγουρη έξωση από το Γενικό και Τεχνικό Λύκειο δεκάδων χιλιάδων μαθητών τα επόμενα χρόνια.
Τη στιγμή που η κοινωνία διαλύεται, η εκπαιδευτική καθημερινότητα μετατρέπεται-και με δική μας ευθύνη -σε αφόρητη πίεση που ασκείται αδιακρίτως σε εκπαιδευτικούς, γονείς και μαθητές για επιδόσεις και βαθμούς χωρίς κανένα μορφωτικό ή κοινωνικό αντίκρισμα. Ξανά, όπως συνέβαινε στην δεκαετία του 60 τότε που στις διαδηλώσεις τα πανό των διαδηλωτών έγραφαν «Να σπουδάζουν κι οι Φτωχοί!» αλλά και στον καιρό της χούντας λίγο αργότερα, απαιτείται από τα θύματα ετερονομία, πολιτική πειθαρχία και τάξη, αντίθετη με τα πραγματικά συμφέροντά τους.
Τη στιγμή που η κοινωνία διαλύεται, η εκπαιδευτική καθημερινότητα μετατρέπεται-και με δική μας ευθύνη -σε αφόρητη πίεση που ασκείται αδιακρίτως σε εκπαιδευτικούς, γονείς και μαθητές για επιδόσεις και βαθμούς χωρίς κανένα μορφωτικό ή κοινωνικό αντίκρισμα. Ξανά, όπως συνέβαινε στην δεκαετία του 60 τότε που στις διαδηλώσεις τα πανό των διαδηλωτών έγραφαν «Να σπουδάζουν κι οι Φτωχοί!» αλλά και στον καιρό της χούντας λίγο αργότερα, απαιτείται από τα θύματα ετερονομία, πολιτική πειθαρχία και τάξη, αντίθετη με τα πραγματικά συμφέροντά τους.
Δυστυχώς η τιτάνια προσπάθεια που απαιτείται για την ανάσχεση της προιούσας βαρβαρότητας στο χώρο της εκπαίδευσης έχει φορτωθεί με την περίφημη «ανάθεση» στις πλάτες ελάχιστων «αντιπαθητικών, φωνακλάδων αριστερών» που κανείς δεν τους παίρνει πια στα σοβαρά.
Οι υπόλοιποι, προτιμούν να ζουν χωρίς ευθύνη, χωρίς πρόσωπο, χωρίς εαυτό, γκρινιάζοντας για τις υπαρκτές ανεπάρκειες, τις αδυναμίες και τις αστοχίες των «συνδικαλιστών», όπως αποκαλούν υποτιμητικά αυτούς στους οποίους ανέθεσαν την εκπροσώπησή τους!
Να μη γελιόμαστε! Ο απελπισμένος αγώνας των τελευταίων αλλόκοτων «Απάτσι» ενός κλάδου δεν αρκεί για να αντιμετωπίσουμε την κρίση που σοβεί μέσα μας και γύρω μας.
Κι όμως, η ελπίδα, όπως έλεγε ο Χέγκελ, βρίσκεται σε αυτούς που δεν ελπίζουν! Βρίσκεται στη δράση που στεγνώνει τα δάκρυα, στη δράση που γκρεμίζει τα τείχη του κοινωνικού αποκλεισμού, που σηκώνει τη σημαία της κοινωνικής αλληλεγγύης, που λειτουργεί ως πόλος συσπείρωσης-σύνθεσης των αποσπασματικών, διάσπαρτων κοινωνικών αντιστάσεων και προβάλλει το αντίπαλο δέος στον άγριο καπιταλισμό.
Στην καρδιά των αιτημάτων αυτού του αγώνα που αλλάζει διαρκώς μορφή, πρέπει να βρεθούν ξανά οι διεκδικήσεις για την ουσιαστική μόρφωση όλων των παιδιών, και όχι μόνο των «δικών» μας κανακάρηδων, ο αγώνας για τη διασφάλιση για όλους των βασικών κοινωνικών αγαθών (παιδεία, υγεία, ασφάλιση, ρεύμα, νερό), η απαίτηση για μόνιμη, σταθερή και αξιοπρεπή εργασία για όλους, η υπεράσπιση της ελευθερίας και του δικαιώματος του λαού να αποφασίζει αυτός για τις τύχες του. Να αποφασίζει ενάντια στα ενδημικά χουντικά ανακοινωθέντα του τύπου «αποφασίζομεν και διατάσσομεν» και την αυταρχική τακτική των «εντέλλεσθαι» αλλά και της προοπτικής της πλήρους απαγόρευσης της συνδικαλιστικής δράσης μέσω των επιστρατεύσεων από την κυβέρνηση των «ξαφνικών θανάτων» των εργαζομένων και της Δημοκρατίας της ίδιας.
Κάθε δράση για την εκπαίδευση είναι όμως σήμερα αναγκαίο να εμπνέεται από ένα μανιφέστο εκπαιδευτικού διαφωτισμού.
Εκεί δεν πρέπει να ζητάμε από κανέναν να αναλάβει απλώς τυφλή δράση, δηλαδή να φορτωθεί την ευθύνη των άλλων χωρίς την άδειά τους και την επιθυμία τους !
Η πράξη πρέπει να είναι μια δραστηριότητα που καθοδηγείται τελικά από τη λογική και όχι από το φόβο ούτε από την ενοχή. Πρέπει ξανά να θέσουμε μέσα στις εκπαιδευτικές διαδικασίες και στους τόπους της μόρφωσης τα φλέγοντα ζητήματα, να αρθρώσουμε προτάσεις για όλα τα κρίσιμα ζητήματα για τα οποία παραμένουμε καταστροφικά σιωπηλοί.
Σήμερα τρέχουν παράλληλα δύο ρεύματα: ένα ψυχρό και ένα θερμό. Μαζί με την καταστροφή βιώνουμε μία από αυτές τις σπάνιες συναστρίες όπου τα πάντα μπορούν και πάλι να ανατραπούν. Στον τόπο μας εμφανίζεται δειλά η δυνατότητα μιας πραγματικής ρήξης. Δεν υπάρχει τίποτε που να μην μπορούμε να κάνουμε. Αυτή την πεποίθηση όμως δεν πρέπει να τη μετατρέψουμε σε ιδεολόγημα, σε κενή θεωρία, αλλά πρέπει να αποφασίσουμε ότι μόνο με την κοινή δράση, τη συλλογική μας ευφυία και τη δέσμευση μπορούμε να εισάγουμε τα κρίσιμα ένζυμα στον αγώνα μας ώστε να επιφέρουμε την αλλαγή.
Δεν πρέπει όμως να φερόμαστε με κανένα τρόπο σαν αυτό να μπορεί πλέον να συμβεί αυτόματα. Τα περιθώρια πραγματικά στενεύουν. Η συνείδηση πως όντως, σήμερα «κάτι λείπει!» πρέπει να γίνει το κινούν αίτιο της δράσης μας
Η συλλογική μας λειτουργία δεν είναι πλέον με κανένα τρόπο αντίστοιχη με τις ανάγκες του σημερινού βωβού προλεταριάτου. Όμως η φωνή μας πρέπει, πριν από όλα, να γίνει ξανά η έκφραση, η φωνή των αποκλεισμένων και των απελπισμένων.
Πρέπει να αντισταθούμε σε όσους σήμερα ασκούν εξουσία στην εκπαίδευση υπακούοντας άβουλοι στην αντιδημοκρατική «υπερπαιδαγωγική» των Μνημονίων και των αγορών, διαμορφώνουν «κατ΄εικόνα» τους την εκπαιδευτική πολιτική στον τόπο μας, ενώ επιχειρούν ταυτόχρονα με πρωτοφανή για τα μεταπολιτευτικά χρονικά τρόπο να καταστείλουν και τη διαμόρφωση της δημοκρατικής συνείδησης των νέων.
Πρέπει να πολεμήσουμε με όλα τα διαθέσιμα μέσα, δημόσια, αυτούς που επιδίδονται με αρρωστημένο πάθος στη συστηματική συκοφαντία όλων όσων αντιπροσωπεύουν κάτι περισσότερο από την ιδεολογία του επιθετικού ατομικισμού που επέβαλαν ως κοινωνικό μονόδρομο οι μεταπολιτευτικές κυβερνήσεις και τα ΜΜΕ, και μάλιστα τη στιγμή που αυτή η ιδεολογία αποσυντίθεται σε φασιστική ιδεοληψία.
Πρέπει να τους πολεμήσουμε επειδή αυτοί που φοβούνται τη συνάντηση της νεολαίας με τη δημοκρατία, επενδύουν κρυφά ή φανερά στους νεοναζί, οι οποίοι στρατολογούν ανοιχτά πλέον νέους και μαθητές στις μαφιόζικες συμμορίες τους, τους χειραγωγούν και τους εκβιάζουν.
Απέναντι στην «αισθητικοποίηση του φασισμού» που επιχειρούν αυτοί που ελέγχουν την δημόσια σφαίρα σήμερα, οι εκπαιδευτικοί οφείλουν να βοηθήσουν να αναπτυχθεί μια νέα δημόσια παιδαγωγική γλώσσα που θα αποτελέσει τη βάση για μια ευρύτερη θεωρία που θα αντιπαλέψει το νεοφιλελευθερισμό και το νεοφασισμό.
Οι εκπαιδευτικοί πρέπει να αναλάβουν, άμεσα, έλλογη δράση μέσα στην ίδια την κοινωνία. Δεν πρέπει να περιοριζόμαστε μόνο στο σχολείο, στο συνδικάτο, στον πολιτικό μας φορέα όπου αναμασάμε, συχνά ιδιοτελώς, τα ίδια και τα ίδια.
Οι εκπαιδευτικοί αλλά και οι τρομοκρατημένοι και παραλυμένοι σήμερα μαθητές που αποτελούν τα προοπτικά θύματα της κοινωνικής σφαγής, μπορούν αν ενεργοποιηθούν να αποτελέσουν τα κρίσιμα ένζυμα μετασχηματισμού της ύπνωσης, της ενσωμάτωσης και της συναίνεσης που επιχειρεί η συμμαχία ΜΜΕ και κυβέρνησης, σε ελπιδοφόρο κίνημα κοινωνικής αντίστασης και ανυπακοής. Σε όλη την Ευρώπη το ποτάμι της οργής, που έχουν υποτιμήσει οι ελίτ της θεσμοθετημένης πολιτικής, αποτελεί τη μόνη ελπίδα για την απόκρουση της στρατηγικής του κεφαλαίου να «ιδιωτικοποιεί τα κέρδη και να κοινωνικοποιεί τις ζημίες», στρατηγικής που προκαλεί καταστροφή στη ζωή των ανθρώπων.
Σήμερα, που οι σπινθήρες της αντίστασης των ενεργών κοινοτήτων των πολιτών αναδεικνύουν σε πεδίο πολιτικών διεργασιών και κοινωνικών διαμαρτυριών τις μεγάλες πόλεις, τα κατεξοχήν πεδία αντιθέσεων, αντιφάσεων και ανισοτήτων που παράγονται από τη ραγδαία αστικοποίηση, την καπιταλιστική υπερσυσσώρευση και την ταξική εκμετάλλευση, θέτοντάς τις ξανά στο προσκήνιο των πολιτικών και κοινωνικών εξελίξεων είναι απαραίτητο σε κάτι τουλάχιστον να αλλάξει και ο καθένας από μας ως πολίτης!
Μένοντας πολιτικά αδρανείς, κινδυνεύουμε να βυθιστούμε αύτανδροι στα 10.000 μέτρα στην « τάφρο των Μαριάνων νήσων » ούτως ειπείν, να παγιδευτούμε οριστικά σε ένα σύμπαν θολωμένο από το βούρκο, σε μια "δημοκρατία, χωρίς Δήμο", ή σε μια "κοινωνία, χωρίς ανθρώπους η οποία κινδυνεύει να απεμπολήσει -κάτω από το καθεστώς μιας ασφυκτικής πιέσεως- τον ίδιο τον εαυτό της! »
Τέλος, πρέπει να θυμόμαστε πάντα πως αυτό που ζούμε σήμερα μέσα στα σχολεία δεν είναι απλώς «εκπαιδευτικό πρόβλημα» και πως ακόμα η στιγμή κατά την οποία οι εκπαιδευτικοί είναι λιγότερο ικανοί να κάνουν το σωστό είναι επίσης η στιγμή κατά την οποία οι εκπαιδευτικοί δεν έχουν πλέον καμία σημασία για την κοινωνία. Η οργή δεν πρέπει να μας παραλύει, πρέπει να γίνει «ορμή για νέους κοινωνικούς αγώνες».
Υδροθερμικό φρεάτιο στην τάφρο των Μαριάνων νήσων στον Ειρηνικό ωκεανό
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου