Τετάρτη 17 Ιουνίου 2015

Το άταφο πτώμα της διαπραγμάτευσης, η ώριμη γέννα της ρήξης

Το άταφο πτώμα της διαπραγμάτευσης, η ώριμη γέννα της ρήξης

Γράφουν οι Παντελής Τσομπανέλλης και Δημήτρης Ταλαίπωρος
Κάθε μέρα που περνάει χωρίς να αποδεχόμαστε το προφανές, συναινούμε στην ταπείνωση κάθε έννοιας λαϊκής κυριαρχίας. Ο ΣΥΡΙΖΑ οφείλει άμεσα να εκπονήσει και να επικοινωνήσει ένα εναλλακτικό σχέδιο, να πει την αλήθεια στον ελληνικό λαό για την διαπραγμάτευση και τις διαθέσεις «των θεσμών», ετοιμάζοντας τον για μία ελπιδοφόρα πορεία.

Αν θέλουμε να ανατρέξουμε στο σημείο όπου γεννήθηκε η αυταπάτη της λύσης προς όφελος των εργαζομένων στην Ελλάδα χωρίς την σύγκρουση και τη ρήξη με το ευρωενωσιακό πλαίσιο, θα πρέπει να φτάσουμε στον Ιούλιο του 2013 και το Ιδρυτικό συνέδριο του ΣΥΡΙΖΑ.
Όπως είναι φυσικό εκείνες τις μέρες η συζήτηση περιστράφηκε γύρω από την ανάλυση της κρίσης και την πολιτική διέξοδο που μπορεί να δώσει ο ΣΥΡΙΖΑ μέσα και από την κυβέρνηση της Αριστεράς. Η απόφαση του Συνεδρίου κάνει μια “τετριμμένη” αλλά κομβική διαπίστωση η οποία είναι ιδιαίτερα χρήσιμη για να αντιληφθούμε τα όρια της σύγκρουσης που διεξάγεται σήμερα, αλλά και τους ενδεχόμενους συμμάχους που μπορεί να έχει ο ΣΥΡΙΖΑ σε αυτή. Συγκεκριμένα γίνεται η διαπίστωση ότι η κρίση την οποία βιώνουμε είναι μία παγκόσμια δομική καπιταλιστική κρίση στην δίνη της οποίας εμπλέκεται η Ευρώπη και ιδιαίτερα οι “χώρες του Νότου”.
Ο ελέφαντας στο δωμάτιο
Διαβάζοντας όμως τα παρακάτω σημεία της απόφασης αντιλαμβάνεται κανείς ότι για την τότε πλειοψηφία, που το διαμόρφωσε αποτελούσε μια μάλλον τυπική αναφορά χωρίς να αποτελεί παράγοντα διαμόρφωσης της τακτικής του ΣΥΡΙΖΑ. Ενώ λοιπόν περιγράφεται ορθά ο χαρακτήρας της κρίσης, παραδόξως δεν εντοπίζεται σωστά το διακύβευμα της σύγκρουσης. Περιγράφεται έτσι μία επιδίωξη του ΣΥΡΙΖΑ για μία άλλη Ευρώπη η οποία θα μπορούσε να προκύψει ακόμα και χωρίς να αναιρεθεί η συμμετοχή της Ελλάδας στην ευρωζώνη. 
Η πρόταση που είχε κατατεθεί τότε για έξοδο της Ελλάδας από το ευρωζωνικό πλαίσιο ώστε να απελευθερωθούν δυνατότητες για μία πραγματικά ριζοσπαστική πολιτική απορρίπτεται και έκτοτε αποτελεί σημείο τριβής σε όλες τις κεντρικές διαδικασίες του ΣΥΡΙΖΑ με την πλειοψηφία του κόμματος να μην την δέχεται ακόμα και σήμερα. 
Αντίθετα και ιδιαίτερα στον δρόμο προς τις εκλογές αναπτύχθηκε μία αφήγηση περί ρηγμάτων στην πολιτική συνοχή της Τρόϊκα, συμμάχων στο στρατόπεδο του εχθρού και ομαλής μετάβασης στην “Ευρώπη των Λαών” μέσω της αποδοχής των λογικών προτάσεων του ΣΥΡΙΖΑ. Η άποψη αυτή υποστηρίχτηκε με τόσο σθένος ώστε κάθε φωνή κριτικής αντιμετωπιζόταν τότε από την πλειοψηφία των κορυφαίων οργάνων του ΣΥΡΙΖΑ με εχθρότητα και επιβολή σιωπητηρίου.
Υπάρχουν στιγμές που η Ιστορία γελάει εις βάρος των κομματικών πλειοψηφιών και αυτή τη φορά μας επιφύλασσε ένα από τα πιο βροντερά γέλια της.
Αναρωτιέται κανείς: αν η κρίση είναι όντως κρίση του καπιταλιστικού συστήματος και η έκβαση της σύγκρουσης που διεξάγεται θα κρίνει το συσχετισμό δύναμης ανάμεσα στις δυνάμεις τις εργασίας και του Κεφαλαίου στην επόμενη περίοδο, για ποιο λόγο μπορεί το στρατόπεδο του αντιπάλου να είναι διαιρεμένο. 
Υπάρχει κάποια λογική εξήγηση που να στοιχειοθετεί το γιατί η ΕΕ θα μπορούσε αυτή τη στιγμή να επιτρέψει μία διαφορετική πολιτική στο μαλακό υπογάστριο του Ευρωπαϊκού Νότου; Υπάρχει κάποιος που θεωρεί ότι αυτή την περίοδο, με τους ενδοϊμπεριαλιστικούς ανταγωνισμούς σε έξαρση, σε όλες τις άκρες του πλανήτη, η ΕΕ θα επέτρεπε την ομαλή μετάβαση της Ελλάδας προς ένα διαφορετικό μοντέλο διαχείρισης της κρίσης ανοίγοντας έτσι με «βελούδινο» τρόπο τον δρόμο στην Ισπανία, την Ιρλανδία, την Ιταλία και την Πορτογαλία να κάνουν το ίδιο; 
Η θεωρία της αλλαγής των συσχετισμών φλέρταρε σε κάποια σημεία με την μεταφυσική, προβλέποντας ραγδαίες εξελίξεις από την μέρα της εκλογικής νίκης του ΣΥΡΙΖΑ αλλά και την αποδοχή του “λογικού” προγράμματος της Θεσσαλονίκης λόγω ατράνταχτων επιχειρημάτων υπέρ του. Είναι ξεκάθαρο πλέον ότι η τακτική που ακολουθήθηκε, δομήθηκε με ορίζοντα την 25ηΙανουαρίου και γι’ αυτό οδηγούσε με απόλυτη σιγουριά σε αδιέξοδο. 
Η τακτική του “βατού δρόμου” προς το τέλος των Μνημονίων καθιστούσε βέβαιη την εκλογική νίκη αλλά ταυτόχρονα υπονόμευε την επιβίωση της κυβέρνησης της Αριστεράς από εκεί και πέρα. Η εκλογική τακτική έχει οδηγήσει τον ΣΥΡΙΖΑ σε έναν εθελοντικό αφοπλισμό καθώς η απομάκρυνση από τη στάση “καμία θυσία για το Ευρώ” και η σταδιακή διολίσθησή του προς το στρατόπεδο του “πάση θυσία στο “Ευρώ” έχει στερήσει ουσιαστικά από την Κυβέρνηση το όπλο της ρήξης καθώς αυτό περιγραφόταν το προηγούμενο διάστημα από στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ σαν ισοδύναμο των Μνημονίων.

Και εμείς φωνάζαμε ζήτω και γεια στις 20 Φλεβάρη
Κάπως έτσι φτάσαμε στις διαπραγματεύσεις του Φεβρουαρίου με τους φίλους και σύμμαχους να παραμένουν φανταστικά πρόσωπα και το σκορ αναμενόμενα να είναι σε επίπεδο Eurogroup 18-1 και σε επίπεδο θεσμών 3-0. Η συμφωνία της 20ηςΦλεβάρη αποτελεί ταυτόχρονα το σημείο της κορύφωσης της αυταπάτης αλλά και αρχή του τέλους του παραμυθιού της λύσης εντός Ευρώ. Η συμφωνία χωρίζεται στα σημεία της ασάφειας και τα σημεία των σαφών υποχωρήσεων χωρίς κανένα από τα δύο να μπορεί να θεωρηθεί υποχώρηση του αντίπαλου στρατοπέδου. Για το θέμα της ασάφειας για το οποίο έχει γίνει πάρα πολύ κουβέντα τον τελευταίο καιρό, είναι προαιώνια γνωστό αλλά επιβεβαιώνεται για άλλη μία φορά ότι τα “θολά” σημεία μίας συμφωνίας αποσαφηνίζονται από τον ισχυρό αυτής της σχέσης. Όσο για τα σαφή σημεία η υποχώρηση από την διεκδίκηση μίας μεγάλης διαγραφής του χρέους αλλά και η ουσιαστική αποδοχή της επιτήρησης είναι σημεία τα οποία όσο παραμένουν σεβαστά αποτελούν προϋποθέσεις μίας συνολικής ήττας. Η πιο σκληρή επιτήρηση άλλωστε είναι η εικόνα της εξάρτησης μίας ολόκληρης χώρας από το δεκαπενθήμερο χαρτζιλίκι της ΕΚΤ.
Αν η ύπαρξη μίας συμφωνίας προς όφελος του λαού, που έδωσε στον ΣΥΡΙΖΑ εντολή σχηματισμού Κυβέρνησης, φάνταζε αδύνατη πριν τις 20 Φλεβάρη, η τήρηση αυτής της συμφωνίας φαντάζει αδιανόητη. Αν ο ΣΥΡΙΖΑ επιλέξει να συνεχίσει την αποπληρωμή του χρέους και των τοκοχρεολυσίων ως το τέλος του 2015 θα έχει πετάξει στη μαύρη τρύπα του χρέους άλλα 25 δις ευρώ. Παράλληλα το καθεστώς της επιτήρησης έχει καθυστερήσει σημαντικά το νομοθετικό έργο της Κυβέρνησης ακόμα και για ζητήματα που δεν έχουν δημοσιονομικό αντίκτυπο πράγμα φυσικό άλλωστε για μία πολιτική σύγκρουση αντιπαραθετικών πολιτικών σχεδίων σε μία περίοδο κορύφωσης της καπιταλιστικής κρίσης. Τελευταία εξέλιξη αυτής της αδιέξοδης τακτικής είναι η δέσμευση των αποθεματικών δημόσιων οργανισμών που υπονομεύουν άμεσα την αξιοπιστία της Κυβέρνησης στην αποπληρωμή μισθών και συντάξεων. Είναι παραπάνω από προφανές ότι όσο ο χρόνος τρέχει, με τον ΣΥΡΙΖΑ να παραμένει σε μία αδιέξοδη διαπραγμάτευση μακριά από τις λαϊκές ανάγκες, ξορκίζοντας ταυτόχρονα το ενδεχόμενο της ρήξης, τα χρονικά και χρηματικά περιθώρια στενεύουν επικίνδυνα, καθιστώντας την οποιαδήποτε επιλογή περισσότερο επώδυνη. Είναι αυτονόητο πλέον ότι όσες αποφάσεις και αν βγουν που θα περιγράφουν “συνολική λύση εντός Ευρώ”, ανακυκλώνουν την παρούσα κατάσταση ανέχειας και αδιεξόδου, δεν αντέχουν σε σοβαρή κριτική και είτε διατυπώνονται από άγνοια είτε από πρόθεση είναι εξίσου παραλυτικές για τα μέλη του ΣΥΡΙΖΑ και επικίνδυνες για το μέλλον της Αριστεράς στην Ελλάδα.
Είναι ξεκάθαρο πλέον ότι όποιας επικοινωνιακής διαχείρισης και αν τύχει η συμφωνία του Ιουνίου, αν αυτή τελικά προκύψει, υπάρχει πλέον ο κίνδυνος να καταγραφεί στην ιστορία ως η αρχή του τέλους μίας αριστερής παρένθεσης.

Ρήξη με την αφήγηση του έντιμου συμβιβασμού
Η εμπειρία της «4μηνης διαπραγμάτευσης» δείχνει ακριβώς τα όρια και τις δυνατότητες της ΕΕ του 2015, ενός θεσμού που έχει απομακρυνθεί πλήρως από τις ευρωπαϊκές κοινωνίες, διασφαλίζοντας μονομερώς τα συμφέροντα του ενοποιημένου σε μεγάλο βαθμό ευρωπαϊκού κεφαλαίου.
Το τέλος της λιτότητας δεν μπορεί να επέλθει με συνεχείς παρατάσεις του υπάρχοντος προγράμματος και με το σταγονόμετρο, ούτε βέβαια και υπάρχει ανοχή για τον ορίζοντα της τετραετίας. Σταδιακή απαγκίστρωση από το μνημόνιο δεν μπορεί να υπάρξει αφού κάθε συμφωνία – ακόμα και αυτή που προτείνεται πλέον από την ελληνική πλευρά- διασφαλίζει την συνέχεια της λογικής του, κρύβει στο τέλος της ένα νέο πρόγραμμα χρηματοδότησης της ελληνικής οικονομίας που θα βαίνει με συνεχώς μειούμενο ΑΕΠ και συνεχώς μεγαλύτερο χρέος μέχρι την τελική κατάρρευση.
Η λύση στο διαφαινόμενο αδιέξοδο δεν βρίσκεται φυσικά στην άρνηση της πραγματικότητας, στην προσκόλληση στην διαπραγμάτευση με την αναβαπτισμένη Τρόικα αλλά ούτε και σε κάποιον από μηχανής θεό. Αυτό που πρέπει να κάνει πλέον η Κυβέρνηση είναι να στραφεί προς το κόμμα που κατάφερε την ιστορική νίκη της 25ης Γενάρη, να ξαναστραφεί στον ΣΥΡΙΖΑ και στην κοινωνία που τον στήριξε.
Κάθε μέρα που περνάει χωρίς να αποδεχόμαστε το προφανές, συναινούμε στην ταπείνωση κάθε έννοιας λαϊκής κυριαρχίας. Ο ΣΥΡΙΖΑ οφείλει άμεσα να εκπονήσει και να επικοινωνήσει ένα εναλλακτικό σχέδιο, να πει την αλήθεια στον ελληνικό λαό για την διαπραγμάτευση και τις διαθέσεις «των θεσμών», ετοιμάζοντας τον για μία ελπιδοφόρα πορεία. Μία πορεία που παρά τις δεδομένες αρχικές δυσκολίες, θα έχει στον πυρήνα της τον εργαζόμενο άνθρωπο, την πραγματική Δημοκρατία, την αναδιανομή ισχύος και εισοδήματος, το τέλος της λιτότητας, την παραγωγική ανασυγκρότηση. Αναγκαίες συνθήκες αυτής της προσπάθειας, είναι το σπάσιμο του φαύλου κύκλου της αναχρηματοδότησης ενός μη βιώσιμου, επαχθούς και παράνομου χρέους, μέσω της διαγραφής του, ο δημόσιος έλεγχος και η εθνικοποίηση των τραπεζών, η έξοδος από την Ευρωζώνη και η κοπή εθνικού νομίσματος και η πολυδιάστατη εξωτερική πολιτική που θα αξιοποιεί τα συγκριτικά πλεονεκτήματα της χώρας και την ρευστότητα της διεθνούς κατάστασης.

Ξανά στις πλατείες των αποφασισμένων
Η υλοποίηση βέβαια μιας τέτοιας πολιτικής δεν μπορεί να θεωρείται εφικτή χωρίς την επανεμφάνιση της λαϊκής διαθεσιμότητας όπως αυτή εκφράστηκε στις πλατείες της χώρας μετά τις εκλογές και πριν τη συμφωνία της 20ης Φλεβάρη. Το κίνημα βέβαια, ως γνωστόν, δεν λειτουργεί με μαγικά κουμπάκια που τα πατάμε και γεμίζουν οι δρόμοι. Χρειάζονται σήμερα δύο προϋποθέσεις, για να μπορέσουμε να «ξαναζεστάνουμε» τη σχέση μας με τον κόσμο και να ενισχύσουμε την ταύτιση με τον ΣΥΡΙΖΑ ως τον φορέα που συγκρούεται σε Ελλάδα και Ευρώπη με την πολιτική της λιτότητας, διεκδικώντας την εφαρμογή μίας τελείως διαφορετικής πολιτικής.
Αφενός χρειάζεται πλέον η αναλυτική περιγραφή του σχεδίου της ρήξης ώστε να είναι κατανοητό στον κόσμο ότι έχουμε μπροστά μας μία δύσκολη μάχη αλλά η προοπτική της νίκης είναι υπαρκτή. Ότι ξέρουμε που θέλουμε να πάμε, για ποιους θέλουμε να πάμε και τρόπος υπάρχει για να φτάσουμε. Μία αφήγηση που θα κινητοποιεί και θα εμπνέει τον κόσμο να πάρει την ζωή του στα χέρια του. Η συζήτηση αυτή δεν είναι κάποια ιδιοτροπία ενός κομματιού της ελληνικής Αριστεράς αλλά προτείνεται από κόμματα και προσωπικότητες της ριζοσπαστικής Αριστεράς, από όλο τον Κόσμο. Όπου οι λαοί οργανώνονται για να αναμετρηθούν με τους ισχυρούς, το παράδειγμα της Αριστεράς στην Ελλάδα η οποία συγκρούεται με μία ισχυρή οικονομική συμμαχία για να υπερασπιστεί τα συμφέροντα των πολλών θα εμπνέει και θα καθοδηγεί .
Ο δεύτερος παράγοντας που μπορεί να προκαλέσει την λαϊκή κινητοποίηση είναι με όρους δικαιοσύνης και αποτελεσματικότητας, η ρήξη με τον κρατικό μηχανισμό που οργάνωσε και οργανώθηκε την Μνημονιακή πενταετία. Η ολοκλήρωση των νεοφιλελεύθερων μεταρρυθμίσεων της προηγούμενης περιόδου απαιτούσε μία καλοκουρδισμένη κρατική μηχανή με πλήρως υποταγμένες διοικήσεις σε όλα τα επίπεδα ώστε να υλοποιείται κάθε πτυχή του μνημονιακού δόγματος χωρίς ελαστικότητα. Είναι στο χέρι της κυβέρνησης η μηχανή αυτή να απορρυθμιστεί και να “ξανακουρδιστεί” ώστε να μην σαμποτάρεται ένα νέο ριζοσπαστικό πρόγραμμα. Υπ αυτή την έννοια η όποια διαδικασία συμφιλίωσης με τον υφιστάμενο κρατικό μηχανισμό και το τεχνοκρατικό προσωπικό το οποίο διαμόρφωνε τις μνημονιακές προτάσεις είναι για λόγους ηθικούς αλλά και λόγους ουσίας και αποτελεσματικότητας απαράδεκτη.
Δεύτερη φορά Αριστερά
Ενδεχόμενες νέες εκλογές με βάση μία νέα ριζοσπαστική αφήγηση για τους εργαζόμενους και την νεολαία, τη στιγμή που το ιδεολόγημα της άρσης της λιτότητας μέσα στο ευρώ έχει διαψευσθεί από την πραγματικότητα, μπορούν να δώσουν μία νέα ώθηση στο εγχείρημα της Κυβέρνησης της Αριστεράς και θα οδηγήσουν σε ένα νέο κύμα ενθουσιασμού και συνειδητοποίησης του κόσμου, απαραίτητες συνθήκες ώστε να αντιμετωπιστούν τα μεγάλα εμπόδια της πρώτης (μικρής) περιόδου. Ο δρόμος δεν θα είναι στρωμένος με ροδοπέταλα αν όμως τον περπατάει ένας συνειδητοποιημένος λαός πλάι πλάι με ένα Αριστερό κόμμα που δεν τον πρόδωσε, το φως στο τούνελ δεν θα είναι το τρένο που έρχεται αλλά η αυγή μετά το πιο βαθύ σκοτάδι.
ΥΓ1 Υπάρχει ένα νέο φρούτο διερμηνέων της εντολής της 25ης Γενάρη οι οποίοι προσπαθούν να την φέρουν στα μέτρα τους. Ο ελληνικός λαός ψήφισε εδώ και τώρα τέλος στα Μνημόνια και την λιτότητα, η άποψη πάση θυσία στο Ευρώ, εκπροσωπήθηκε επαρκώς και σε διάφορα πακέτα στις τελευταίες εκλογές.
ΥΓ2 Η λογική που ενώ δέχεται το αδιέξοδο της διαπραγμάτευσης και την αναγκαιότητα της ρήξης (μέσω π.χ. της στάσης πληρωμών εντός Ευρωζώνης) και παράλληλα αντιστρατεύεται την λογική της πρωτοβουλίας εναλλακτικού σχεδίου, δίδοντας την πρωτοβουλία των κινήσεων στον αντίπαλο, διατηρεί μεν το ηθικό πλεονέκτημα της κυβέρνησης αλλά μας οδηγεί ως πρόβατα επί σφαγή, έρμαιο στις διαθέσεις «των θεσμών» σε μία λύση κυπριακού τύπου, με ότι αυτό μπορεί να σημαίνει για τις προοπτικές τόσο της κοινωνίας και της οικονομίας, όσο και της κυβέρνησης…
ΥΓ3 Οι μέρες που ζούμε, είτε έτσι είτε αλλιώς θα είναι κομμάτι των ιστορικών βιβλίων του μέλλοντος. Σε αυτή τη συγκυρία δεν χωράνε οι λογικές των ίσων αποστάσεων που αντιστοιχούν σε κάθε μεγάλο ερώτημα με ένα μεγάλο “Ίσως”.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου