ΣΥΝΕΚ
Από πού κρατάει η σκούφια μαςΤριαντάφυλλος Τρανος*
Λένιν
Μια σύντομη, κριτική ματιά στην ιστορία του ελληνικού συνδικαλιστικού κινήματος- όχι μόνο αυτού των εκπαιδευτικών- δεν είναι απλώς νοσταλγική βουτιά στο παρελθόν, αλλά εργαλείο για τις μάχες του μέλλοντος ιδιαίτερα σε μια εποχή κατά την οποία η μοναδική ελπίδα που διαγράφεται στον ορίζοντα είναι η σταθεροποίηση της εύθραυστης διακυβέρνησης της Αριστεράς. Αυτής ακριβώς που η διεφθαρμένη, κλεπτοκρατική και ρεβανσιστική “νεοδεξιά”και οι σύμμαχοί της στο εξωτερικό βυσσοδομούν να ανατρέψουν.
Μόνο αυτή η Αριστερά όμως και αυτή μόνη της, δυστυχώς, φαίνεται σήμερα ικανή να αποτρέψει την οριστική καταστροφή των κατακτήσεων δεκαετιών. Ενδεχόμενη ανατροπή της αριστερής κυβέρνησης από τη νέα «ιερά συμμαχία», με τη συνενοχή και τη συμμετοχή όσων αριστερών συμπεριφέρονται ως «ιδανικοί αυτόχειρες», θα γυρίσει το «κοινωνικό ρολόι» στο 1914, όταν με αίμα κατοχυρώθηκε στην Ελλάδα για πρώτη φορά το δικαίωμα του «συνεταιρίζεσθαι» και οι συλλογικές συμβάσεις.
Μόνο αυτή η Αριστερά όμως και αυτή μόνη της, δυστυχώς, φαίνεται σήμερα ικανή να αποτρέψει την οριστική καταστροφή των κατακτήσεων δεκαετιών. Ενδεχόμενη ανατροπή της αριστερής κυβέρνησης από τη νέα «ιερά συμμαχία», με τη συνενοχή και τη συμμετοχή όσων αριστερών συμπεριφέρονται ως «ιδανικοί αυτόχειρες», θα γυρίσει το «κοινωνικό ρολόι» στο 1914, όταν με αίμα κατοχυρώθηκε στην Ελλάδα για πρώτη φορά το δικαίωμα του «συνεταιρίζεσθαι» και οι συλλογικές συμβάσεις.
Τον Δεκέμβριο του 1925 η δικτατορία του Πάγκαλου προχώρησε στην άρση της μονιμότητας των δημοσίων υπαλλήλων, που κατοχύρωσε το Σύνταγμα του 1911. Ανάμεσα στους απολυμένους ήταν ο Δ. Γληνός, ο Κ. Βάρναλης κ.α. Στις 29 Δεκεμβρίου 1927 πραγματοποιείται η πρώτη απεργιακή κινητοποίηση των δημοσίων υπαλλήλων με την προκήρυξη δίωρης στάσης εργασίας. Μπροστά στην αγωνιστική αντίδραση των δημοσίων υπαλλήλων η κυβέρνηση ψηφίζει τον Νόμο 3453/12-3-1928 «περί απεργούντων Δημοσίων Υπαλλήλων» και εξαπολύει κύμα διώξεων κατά των συνδικαλιστικών στελεχών. Εκείνη την περίοδο μετατίθεται «δυσμενώς» στην Πρέβεζα, ο ποιητής Κ. Καρυωτάκης, γενικός γραμματέας της Ένωσης των Δημοσίων Υπαλλήλων Αθήνας και υπάλληλος του Υπουργείου Εσωτερικών.
Κύμα νέων διώξεων για όλο το συνδικαλιστικό κίνημα και την Αριστερά αποτέλεσε ο νόμος 4429/24-7-1929 του Βενιζέλου «περί μέτρων ασφαλείας του κοινωνικού καθεστώτος και προστασίας των ελευθεριών των πολιτών», το διαβόητο «Ιδιώνυμο», ο οποίος προέβλεπε τη διάλυση εργατικών σωματείων, όταν, κατά τη γνώμη των κρατούντων, αυτά ξέφευγαν από τους σκοπούς τους και επηρεάζονταν από τις «σοσιαλιστικές ιδέες». Με αυτή τη δικαιολογία δεκάδες σωματείων, εργατικών κέντρων και ομοσπονδιών διαλύθηκαν, ενώ πολλοί συνδικαλιστές και εργάτες φυλακίστηκαν και εξορίστηκαν.
Την 1η Απριλίου 1935 δημοσιεύεται συντακτική πράξη «περί αναστολής μονιμότητας των δημοσίων υπαλλήλων». Μετά από λίγες μέρες διαλύονται όλα τα σωματεία , σφραγίζονται τα γραφεία τους και κατάσχεται η περιουσία τους. Με την άρση της μονιμότητας, μόνο στους εκπαιδευτικούς απολύονται 520 δάσκαλοι, 50 επιθεωρητές, 90 καθηγητές και γίνονται 6.000 δυσμενείς μεταθέσεις. Με το μεσαιωνικό μέτρο των εκτοπίσεων εξορίζονται όλα τα μέλη των σωματείων. Μας λένε τίποτα όλα αυτά;
Η αντιουμανιστική-αντικοινωνική παιδαγωγική που αποπνέουν οι 15 θέσεις για την Παιδεία του Κυριάκου Μητσοτάκη, τις οποίες η ΔΑΚΕ μηρυκάζει γοητευμένη, είναι προϊόν της διασταύρωσης της κοινωνικής ακροδεξιάς (Βορίδης, Γεωργιάδης κ.α) με την οικονομική ακροδεξιά του άκρατου νεοφιλευθερισμού.
Από εκεί εκπορεύεται η ρητορεία που αναπαράγουν τα ΜΜΕ υπέρ ενός παραλυμένου εκπαιδευτικού παραδείγματος. Αυτό το μόρφωμα, που υπακούει σε ένα στεγνό, θετικιστικό πρότυπο, με αχνά τεχνοφιλικά χαρακτηριστικά, ενισχυμένο με μπόλικο σκοταδισμό, πατριδοκαπηλεία και θρησκευτικό φανατισμό, δεν στοχεύει στην ενίσχυση της γνώσης και δεν μας αξίζει. Το συνδικάτο όμως, που πρέπει να είναι ο εκφραστής της συλλογικής σκέψης και ευαισθησίας μας, δεν πρέπει να χάνει ούτε στιγμή την εγρήγορσή του απέναντι σ’ αυτή τη δυσοίωνη προοπτική αλλά ούτε και την κριτική του στάση απέναντι στο παρελθόν. Όποιος δεν θυμάται το παρελθόν του, και ειδικά το πρόσφατο, είναι καταδικασμένος να το ξαναζήσει. Όσοι λοιπόν σήμερα κάνουν πως ξεχνούν τους αυτουργούς των καταστροφικών πολιτικών στην εκπαίδευση, θα ξαναβρεθούν μπροστά στις πιο απότομες και φυγόκεντρες στροφές της Ιστορίας.
Γιατί εκτός από τον κατά φαντασία κυβερνητικό συνδικαλισμό για τον οποίο μας εγκαλούν οι «υπεραριστεροί» που «ζουν ανάμεσά μας», υπάρχει και η καπιταλιστική νεοφιλελεύθερη διαχείριση που ευαγγελίζεται η νεοδεξιά και που θέλει τους εκπαιδευτικούς σαν τους μορφωμένους δούλους των Ρωμαίων. Οι αναλογίες με την σαμαροβενιζελική λαίλαπα και τις δηλωμένες διαθέσεις του Μητσοτάκη απέναντί μας είναι παραπάνω από προφανείς.
Τότε, το μέλλον, το οποίο κατά τον Αλτουσέρ «διαρκεί πολύ», θα αποκτήσει περασμένη ημερομηνία λήξης, σαν το ξυνισμένο γάλα. Έσχατη άμυνα του συνδικάτου, τελευταία του γραμμή θα είναι τα όσα, λίγα η πολλά, σημαντικά και ασήμαντα νομοθέτησε και νομοθετεί με τεράστια προσπάθεια σήμερα η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ.
«Ποιος πρωθυπουργός θα διόριζε υπουργούς Παιδείας τον κ. Μπαλτά και τον κ. Φίλη, πηγαίνοντας την Παιδεία μας 40 χρόνια πίσω;» διερωτήθηκε ο πρόεδρος της ΝΔ Κυριάκος Μητσοτάκης, κάνοντας κριτική στην κυβερνητική πολιτική στο χώρο της Παιδείας, κατά την ομιλία του στο Συνέδριο «Επανίδρυσης» της ΟΝΝΕΔ.
Αν επιχειρήσει κάποιος να δει την Εκπαίδευση από αδρή ιστορική σκοπιά θα διαπιστώσει πως αυτές οι προσπάθειες και όσες έγιναν τα πρώτα χρόνια του ΠΑΣΟΚ, συνιστούν τις μοναδικές αλλαγές που έγιναν σε δημοκρατική κατεύθυνση στον τόπο μας. Δείχνουν, ως οδοδείκτες, προς την κατεύθυνση της υλοποίησης μιας «συγκεκριμένης εκπαιδευτικής ουτοπίας»,η οποία προσπαθεί να επιβιώσει μέσα από συνεχείς πολιτικές και ιδεολογικές συγκρούσεις. Από τις εντεινόμενες προσπάθειες συκοφάντησης και συστηματικής «δολοφονίας χαρακτήρων» όλων όσων επιχειρούν δημοκρατικές αλλαγές στην Παιδεία γίνεται πλέον ξεκάθαρο πως υπάρχει επιτακτική ανάγκη επανίδρυσης της Δημοκρατίας στον τόπο μας, ανάγκη που εκκρεμεί ήδη από τη Μεταπολίτευση.
Το τελευταίο διάστημα κερδίσαμε πολλά με τους αγώνες μας, περισσότερα από όσα διατείνεται η μηδενιστική και κακόβουλη ρητορική των αντιπάλων μας στο συνδικάτο. Μένει όμως να διεκδικήσουμε και να κερδίσουμε ακόμη περισσότερα!
Στη συζήτηση που έχει ανοίξει για το είδος του σχολείου που θέλουμε και την οποία υπονομεύουν τα μνημόνια, οι οπισθοδρομικές παρεμβάσεις της δεσποτοκρατίας αλλά και οι τύπου Λιάκου ανεδαφικοί σχεδιασμοί για το Λύκειο, δεν πρέπει ποτέ να ξεχνάμε ότι η μορφωτική ανάπτυξη των νέων περνά μέσα από τον εκπαιδευτικό διαφωτισμό.
Εν τω μεταξύ η πολυεπίπεδη κρίση συνεχίζει υπόγεια το διαβρωτικό της έργο στην εκπαιδευτική καθημερινότητα: πλήττει το ασθμαίνον, πεπαλαιωμένο ιδανικό της αστικής μόρφωσης σε όλους τους χώρους της Παιδείας, κυρίως όμως απειλεί τη νεανική τους ορμή: το βαρναλικό«φως που καίει»!
Διανύοντας τη δεύτερη δεκαετία του 21ου αιώνα, έννοιες ή θεσμοί, όπως συνδικάτα, συνδικαλισμός, εργατικό κίνημα, ταξική πάλη δεν είναι πια καινούργιες, έχουν υποστεί φθορά.
Πρέπει όμως να ανακτήσουν το ρόλο τους σε συνθήκες άγριας επίθεσης στο εισόδημα, στα δικαιώματα, στους όρους ύπαρξης των εργαζομένων. Η διεθνοποίηση της οικονομίας περιορίζει αντικειμενικά τη δύναμη παρέμβασης του παραδοσιακού συνδικαλιστικού κινήματος. Η υποχώρηση των συλλογικών οραμάτων, η εξατομίκευση-ιδιώτευση, η επικράτηση των νεοφιλελεύθερων αξιών, δυσχεραίνουν την προσέλκυση νέων μελών στο συνδικάτο, ειδικά από το λεγόμενο «πρεκαριάτο», τη «νέα βάρδια» της εργασίας: πληροφορική, τηλεπικοινωνίες, ευέλικτοι, επισφαλείς, ενοικιαζόμενοι, συμβασιούχοι, μετανάστες, γυναίκες, νέοι ακόμη και παιδιά μένουν απέξω. Σχεδόν ανύπαρκτος είναι ο συνδικαλισμός στον ιδιωτικό τομέα στις ηλικίες κάτω των 29 ετών, ενώ στις στατιστικές των συνδικάτων δεν καταγράφονται καν οι νέοι μισθωτοί, ούτε υπάρχουν προγράμματα προσέλκυσης νέων μελών.
Η ένταση των άγονων αντιπαραθέσεων όμως στο εσωτερικό των συνδικάτων, ο οργανωτικός κατακερματισμός και η διαιώνιση των δυσλειτουργιών, όπως και η οικονομική εξάρτηση τους από το κράτος, η έντονη παραταξιοποίηση, η αμφισβήτηση της αυτονομίας τους και το φλερτ με τις κατ’ ευφημισμόν «συναινετικές» διαδικασίες μειώνουν την αποτελεσματικότητα της δράσης τους, υποσκάπτουν την απήχησή τους, τα κάνουν λιγότερο αξιόπιστα στα μάτια των εργαζομένων.
Η σημερινή κρίση των συνδικάτων δεν σημαίνει όμως ότι ο συνδικαλισμός πρέπει να παροπλιστεί. Όπως και η οικονομική κρίση, η κρίση στην εργασία δεν ξεπερνιέται, αλλά παροξύνεται με την κατάργηση των στοιχειωδών εργατικών δικαιωμάτων, όσο κι αν οι κρατούντες προσπαθούν να μας πείσουν ότι ο κόσμος της εργασίας πρέπει να πληρώσει ξανά το λογαριασμό. Τα συνδικάτα είναι αναγκαία όσο ποτέ άλλοτε.
Ο συνδικαλισμός είναι επίκαιρος όσο ποτέ, όσο κι αν η «υπεραριστερή» και η «νεοδεξιά» φράξια στο συνδικάτο καταγγέλλουν τους πάντες και τα πάντα. Και αυτό παρά το γεγονός ότι υπήρξαν όντως θετικές δεσμεύσεις της πολιτικής ηγεσίας του Υπουργείου Παιδείας απέναντι στην ΟΛΜΕ οι οποίες εκπληρώθηκαν, όπως η επαναφορά τομέων και ειδικοτήτων της ΤΕΕ και των εκπαιδευτικών που τέθηκαν σε διαθεσιμότητα, το πάγωμα των διαδικασιών αξιολόγησης, η κατάργηση της Τράπεζας Θεμάτων και του σκληρού εξεταστικού στο Λύκειο και ο εξορθολογισμός της λειτουργίας του Γυμνασίου. Υπήρξαν λύσεις δηλαδή σε τέσσερα από τα κορυφαία αιτήματα αγώνων του κλάδου μας την προηγούμενη περίοδο.
Έχουν όμως αποχαλινωθεί απέναντι στις ΣΥΝΕΚ όχι μόνο οι νεοδεξιοί, που διεκδικούν την απολεσθείσα πλειοψηφία στην ΟΛΜΕ αλλά και οι νοσταλγοί της μεταφυσικής θεωρίας του «σοσιαλισμού» με εθνικά χρώματα και νόμισμα – δηλ. μιας «αριστερής» παραλλαγής του ελληνικού εθνικισμού .
Προϋπόθεση της συμβίωσης της ετερόκλητης πολιτικά παρέας, που συνιστά την συγκυριακή πλειοψηφία στην ΟΛΜΕ είναι σε κάθε παραταξιακή (κομματική) ανακοίνωσή τους και σε κάθε δελτίο τύπου να περιλαμβάνεται απαξιωτική κριτική στην πρόεδρο της ΟΛΜΕ για τις δηλώσεις της και τις πρωτοβουλίες της ακόμα και στα στοιχειώδη ζητήματα, επειδή δεν απηχούν, κατ’ αυτούς, τις εκτιμήσεις της πλειοψηφίας του ΔΣ!
Από την ημερήσια διάταξη δεν λείπουν ούτε οι προσωπικές προσβολές και οι επιθέσεις αλλά και το συνδικαλιστικό bulling, όπως αυτό που εφάρμοσαν στο πρόσφατο εκπαιδευτικό συνέδριο της ΟΛΜΕ στη Βραυρώνα.
Αυτά εκπορεύονται και ενορχηστρώνονται από όσους έχουν σήμερα πρόβλημα πολιτικής επιβίωσης, όπως οι σκιώδεις «ηγεσίες» των «Αγωνιστικών Παρεμβάσεων - Συσπειρώσεων Κινήσεων» και οι τέως «δικοί μας».
Το πιο απόκοσμο και αλλόκοτο κομμάτι της Αριστεράς που συνεχίζει να γλιστρά σε μια κατηφόρα δίχως σταματημό απέναντι στα στελέχη του συνδικαλιστικού χώρου, που η πολιτική του αντιστοίχιση βρίσκεται, χωρίς να ταυτίζεται ή να περιορίζεται στο ΣΥΡΙΖΑ.
Διότι η ΑΡΙΣΤΕΡΑ τους ανήκει, ο ΛΑΟΣ τους ανήκει, το ΕΑΜ τους ανήκει. Μπορεί, ίσως, να τους «ανήκουν» και όσοι απολυμένοι επαναπροσλήφθηκαν, αλλά και οι χίλιοι τετρακόσιοι συνάδελφοι που συνταξιοδοτήθηκαν φέτος χωρίς να υποστούν τις περικοπές του νέου συνταξιοδοτικού καθεστώτος, μετά την ψήφιση στη Βουλή ευνοϊκών διατάξεων γι’ αυτούς, με πρωτοβουλία του υπουργείου Παιδείας και των εκπαιδευτικών-βουλευτών του ΣΥΡΙΖΑ.
Επαναλαμβάνεται ό,τι συνέβη με την προληπτική επιστράτευση των καθηγητών - αλήθεια τα θυμάται κανείς αυτά;- στη κρίσιμη Γ.Σ. των προέδρων των ΕΛΜΕ της χώρας στο ΤΙΤΑΝΙΑ. Αναβιώνουν όσα τότε χαλκεύτηκαν με ομάδες εφόδου και με ψηφιακή αλητεία σε βάρος των ΣΥΝΕΚ, ώστε να εκμεταλλευτούν πολιτικά την συνδικαλιστική ένταση της περιόδου ΑΝΤΑΡΣΥΑ, ΚΚΕ, ΝΔ και ΠΑΣΟΚ για να εξαπολύσουν ολομέτωπη επίθεση στον «εχθρό του λαού» ΣΥΡΙΖΑ τότε και στην κυβέρνηση της Αριστεράς σήμερα. Επιχειρούν ξανά, ορισμένοι-ες, χτυπήματα κάτω από την μέση, όπως έκαναν «το βράδυ των Εφιαλτών», κατά τον προσφιλή συκοφαντικό χαρακτηρισμό τους τον οποίο δεν θα διστάσουν να επαναφέρουν στην επικαιρότητα.
Πρέπει να θυμίσουμε όμως και στους όψιμα μαχητικούς συνδικαλιστές-ιεροδιακόνους του ΠΑΜΕ που συμμετέχουν σε αυτή την κατρακύλα πως οι ίδιοι ήταν που καμάρωναν τότε πρώτοι για τις προκλητικές δημόσιες δηλώσεις «επιφανών» στελεχών του ΚΚΕ στα ΜΜΕ, τα οποία δεν κρύβαν την αγαλλίασή τους για το άδοξο τέλος ενός αγώνα που δεν έγινε!
Όλοι αυτοί επιδιώκουν να δραπετεύσουμε ξανά στο «παράλληλο σύμπαν», όπου ζουν όσοι-ες για τους οποίους η δουλειά στο συνδικάτο δεν υπάρχει ούτε καν ως έννοια, όταν δεν εξυπηρετεί κομματικές σκοπιμότητες. Να θυμίσουμε όμως και στους αμνήμονες πολέμιους-τέως του δικού μας χώρου-οι οποίοι/ες πρωταγωνιστούν στις αθλιότητες, πως εμείς με τη συλλογική μας σκέψη και πράξη για πολλά χρόνια, αλλά κυρίως με την ανιδιοτελή στάση και τη δουλειά των συντρόφων μας στην ΟΛΜΕ και στο ΚΕΜΕΤΕ σηκώσαμε το βάρος μιας παραλυτικής κατάστασης μέσα στο συνδικάτο που τώρα, με αφορμή το «πόρισμα Λιάκου», λοιδωρείται ξανά από τους γνωστούς άκαπνους stalker του διαδικτύου. Με αυτό το «εμείς» εννοούμε την προσωπική δέσμευση του καθενός και καθεμιάς από τις δύο -τουλάχιστον- γενιές στελεχών του συνδικαλιστικού χώρου των ΣΥΝΕΚ, δέσμευση απέναντι στις αρχές και τις αξίες του μεγαλύτερου συνδικάτου της χώρας και απέναντι στους συναδέλφους μας.
Στη δημόσια πολιτική συνείδηση, στη συνείδηση των συναδέλφων μας, αλλά και στη συνείδηση των ρημαγμένων από τα εξοντωτικά μνημόνια πολιτών αυτού του τόπου υπάρχει ακόμη ελπίδα. Η ελπίδα πως τα πράγματα, έστω και δειλά, επιτέλους αλλάζουν. Αυτή η αλλαγή δεν μορφοποιείται με την ταχύτητα και την ένταση που θέλουμε.
Όμως έχει χρώμα και σχήμα και μορφή και αποτελεί τη μοναδική ιστορική δυνατότητα! Αυτή τη δυνατότητα καθώς και την πίστη στους συναδέλφους μας υπερασπίζουμε, όπως κάναμε έως τώρα ανυποχώρητα στα σχολεία, στο δημόσιο χώρο και στις επερχόμενες εκλογές για την ανάδειξη των αιρετών μας στα υπηρεσιακά συμβούλια.
*Καθηγητής Δ.Ε
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου