Εκσυγχρονισμένο πλαίσιο εκμάθησης
της Ιστορίας προτείνει το ΙΕΠ
Πίσω
από το ερώτημα «γιατί διδάσκουμε ιστορία;» κρύβεται ένα άλλο θεμελιώδες
ερώτημα: «Ποιον τύπο ανθρώπου και πολίτη θέλουμε να διαμορφώσουμε στο
σχολείο;». Στις σύγχρονες δημοκρατικές και πολυπολιτισμικές κοινωνίες η
απάντηση που δίνεται από τους θεσμικούς εκπαιδευτικούς φορείς είναι κοινή:
«θέλουμε πολίτες με ιστορική σκέψη και συνείδηση».
Αυτό
το απόσπασμα που αποτελεί εισαγωγή στους «Γενικούς σκοπούς του μαθήματος της
Ιστορίας» είναι απολύτως ενδεικτική της προσέγγισης που προτείνεται για το
πλαίσιο διδασκαλίας του μαθήματος της Ιστορίας από την επιτροπή του ΙΕΠ
(Ινστιτούτο Εκπαιδευτικής Πολιτικής), στην οποία ανατέθηκε το σχετικό
εγχείρημα.
Με γενικές υποδείξεις για το κατάλληλο θεωρητικό πλαίσιο του
προγράμματος σπουδών, με κριτική στο υπάρχον υλικό τόσο μεθοδολογική όσο και
επί του περιεχομένου, με παρουσίαση των σύγχρονων παιδαγωγικών αλλά και κοινωνικών
αντιλήψεων καθώς και των μεθόδων διδασκαλίας, τα μέλη της επιτροπής
υποδεικνύουν ένα εντελώς νέο και εκσυγχρονισμένο πλαίσιο εκμάθησης της Ιστορίας
για όλες τις τάξεις όπου αυτή διδάσκεται, από την γ΄ δημοτικού έως και τη
β’ και γ΄ λυκείου. Δηλαδή, από την ελληνική μυθολογία που κατά τις υποδείξεις
της επιτροπής θα έπρεπε «να συνδέεται με μύθους άλλων λαών» και να
αποδεσμεύεται η ερμηνεία τους από «τις πολιτικές, στρατιωτικές, ιδεολογικές και
πολιτισμικές διαδικασίες των προϊστορικών κοινωνιών» έως το δέον για τις δυο τελευταίες τάξεις που είναι η μελέτη
(στη β’΄λυκείου) της ιστορικής εξέλιξης στις τρεις μεγάλες ιστορικές
περιόδους (αρχαιότητα, μέσοι χρόνοι, νεότερη και σύγχρονη εποχή)
ζητημάτων που απασχολούν τον σύγχρονο κόσμο και (στη γ’΄λυκείου) η
επικέντρωση στον 20ο αιώνα (με εμβάθυνση σε συγκεκριμένα φαινόμενα και
εξελίξεις).
Με
άλλα λόγια, τα παιδάκια στη γ΄δημοτικού, σύμφωνα πάντα με την επιτροπή, ούτε
απολαμβάνουν –παρά το σχετικό στόχο των συγγραφέων του βιβλίου- τους αρχαίους
μύθους ούτε είναι σαφής ο τρόπος με τον οποίο οι άνθρωποι εκείνης της εποχής
ερμήνευαν με τις παραπάνω μυθολογικές παραδοχές το φυσικό και κοινωνικό τους
περιβάλλον ούτε, εν τέλει, γίνεται κατανοητό πως υπάρχουν «τα κοινά στερεότυπα
- μοτίβα στην κατασκευή ενός μύθου ανά τον κόσμο ή/και η παρείσφρηση ιστορικών
γεγονότων σε μύθους». Από την άλλη, το μάθημα Ιστορίας στη β' και γ' τάξη «θα
πρέπει να αφορά σημαντικά ιστορικά ζητήματα τα οποία αφενός επηρεάζουν
τον σύγχρονο κόσμο στον οποίο ζουν σήμερα οι μαθητές-τριες και αφετέρου
διαμορφώνουν την ιστορική κουλτούρα και συνείδηση στην Ελλάδα και τον
υπόλοιπο κόσμο.». Γι αυτές τις τάξεις, λόγω της σύνδεσής τους με το σύστημα
εισαγωγής στην τριτοβάθμια, δεν παρουσιάζονται αναλυτικές υποδείξεις παρά
«γενικές ιδέες» και η βασική πρόταση να έχουν θεματικό χαρακτήρα.
Δυο
είναι τα βασικά προβλήματα του ισχύοντος συστήματος στη διδασκαλία και τη
μάθηση της Ιστορίας, σύμφωνα με την επιτροπή. Το ένα είναι η διδασκαλία σε
κύκλους και το άλλο η γραμμική χρονικά διάταξη της ύλης από τα παλαιότερα στα
σύγχρονα. Πολύ περισσότερες όμως είναι οι προϋποθέσεις για τον εκσυγχρονισμό
των μεθόδων και κατ' επέκταση την αφύπνιση του ενδιαφέροντος των μαθητών-τριών.
Ορισμένες εξ αυτών, να μην είναι το σχολικό εγχειρίδιο το βασικό εργαλείο
διδασκαλίας αλλά και αξιολόγησης «αρχίζοντας από τις εισαγωγικές εξετάσεις για
το Πανεπιστήμιο» (!), αντιθέτως οι πηγές να αποτελούν τη βάση της διδασκαλίας
αλλά και να αυξηθούν οι ώρες διδασκαλίας σ όλες τις τάξεις της δευτεροβάθμιας.
Σήμερα διατίθενται δυο σε όλες πλην της γ΄γυμνασίου, προτείνεται να προστεθεί
άλλη μια ώρα.
Αναλυτικότερα,
αναφέρεται στο πόρισμα:
Α)
Αναγκαία προϋπόθεση για την
πραγματοποίηση οποιασδήποτε μεταρρύθμισης στο μάθημα της Ιστορίας είναι η
αναθεώρηση του συστήματος των επάλληλων κύκλων, το οποίο εφαρμόζεται εδώ και
τέσσερις δεκαετίες στη χώρα μας, αναφέρει
κατηγορηματικά η επιτροπή. Σύμφωνα με αυτό, η ιστορική ύλη χωρίζεται σε τρεις
κύκλους, την αρχαία, μεσαιωνική και νεότερη εποχή, καθένας από τους οποίους
διδάσκεται τρεις φορές, μια στο Δημοτικό, μια στο Γυμνάσιο και μια στο Λύκειο.
Το σύστημα αυτό εγκαταλείπεται στις περισσότερες χώρες της Ευρώπης, αλλά,
κρίνοντας εκ του αποτελέσματος, είναι φανερό ότι έχει αποτύχει σε όλα τα
επίπεδα.
Β)
Η επιλογή της γραμμικής χρονιά
διάταξης της ύλης από τα παλαιότερα στα σύγχρονα,
αναπαράγει την αντίληψη για την αδιάσπαστη ιστορική συνέχεια στο χρόνο, κυρίως
του εθνικού υποκειμένου, παράγει μια αντίληψη για το παρελθόν ως μια αδιάκοπη
και εξελικτική πορεία προς την πρόοδο και δημιουργεί σοβαρά προβλήματα
κατανόησης του χρόνου, κυρίως στους μαθητές-τριες του Δημοτικού, οι οποίοι σε
αντίθεση με άλλα εκπαιδευτικά συστήματα (π.χ. Γαλλία, Αγγλία, Ουαλία), ξεκινούν
τη μελέτη της ιστορίας από το ανοίκειο και πολύ μακρινό παρελθόν αντί να
εξοικειώνονται με την προσωπική τους ιστορία, την ιστορία της οικογένειας, του
σχολείου και της κοινότητάς τους.
Γ) Να μη μονοπωλεί
το σχολικό εγχειρίδιο τη διδακτική διαδικασία και κυρίως την αξιολόγηση
αρχίζοντας από τις εισαγωγικές εξετάσεις για το Πανεπιστήμιο, να δοθεί
περισσότερη έμφαση όχι στην απομνημόνευση πληροφοριών αλλά στην ιστορική
κατανόηση και σκέψη, οι πηγές πρέπει να αποτελούν τη βάση της διδασκαλίας, να
αξιοποιούνται κριτικά και να ενεργοποιούν την ερευνητική και ανακαλυπτική
διάθεση των παιδιών, να γίνει ψηφιοποίηση ενός ικανού σώματος ιστορικών πηγών,
να αξιοποιηθούν οι Τεχνολογίες Πληροφορίας και Επικοινωνιών αλλά
παραπληρωματικά με τα συμβατικά μέσα
διδασκαλίας, συστηματική χρήση εποπτικού υλικού, εννοιολογικών χαρτών και
κυρίως με την ανάπτυξη βιωματικών δραστηριοτήτων, αύξηση ωρών διδασκαλίας.
Μεταξύ
των βασικών υποδείξεων για τη διαμόρφωση του σύγχρονου πλαισίου διδακτικής της
Ιστορίας είναι:
- Η άρση της πολιτικής ιστορίας
από την πρωτοκαθεδρία,
- Η στροφή σε άλλα πεδία
(κοινωνική, οικονομική ιστορία, ιστορία θεσμών, ιδεών κ.α.)
- Η σύνδεση με σύγχρονες
παιδαγωγικές αντιλήψεις,
- Η διασύνδεση της ελληνικής με
την ευρωπαϊκή και την παγκόσμια και κυρίως με την ιστορία των βαλκανικών
και μεσογειακών λαών,
- Η πολυπολιτισμική και
διαπολιτισμική διάσταση της Ιστορίας και ειδικότερα η ανάδειξη πολιτισμών
που δεν είναι συμβατοί με τις κυρίαρχες ευρωκεντρικές αντιλήψεις για την
πρόοδο.
Όπως
επισημαίνεται χαρακτηριστικά «Η νέα αντίληψη για τα περιεχόμενα της διδασκαλίας
της Ιστορίας προωθεί την άρση της πρωτοκαθεδρίας της πολιτικής ιστορίας (κυρίως
όταν αυτή προσεγγίζεται με συμβατικό τρόπο), που εστιάζει στην πολιτική,
στρατιωτική και διπλωματική δράση των μεγάλων προσωπικοτήτων, και τη στροφή σε
πεδία όπως η κοινωνική, η οικονομική και η πολιτισμική ιστορία, η ιστορία των
θεσμών και των ιδεών, η ιστορία της τέχνης, η ιστορία του περιβάλλοντος και του
κλίματος κ.ά. Νευραλγικό ρόλο προς την κατεύθυνση αυτή μπορούν να
διαδραματίσουν εναλλακτικές μορφές ιστορικής εκπαίδευσης οι οποίες ενθαρρύνουν
τη βιωματική κατανόηση και έρευνα του παρελθόντος, όπως είναι η μικροϊστορία, η
τοπική ιστορία και η μουσειακή εκπαίδευση. Πρέπει να τονιστεί ότι, σε κάθε
περίπτωση, είναι αναγκαίο να συνδεθούν οι θεματικές ιστορικές προσεγγίσεις με
σύγχρονες παιδαγωγικές αντιλήψεις και να αποφευχθεί η συγγραφή εγχειριδίων
πρόσφορων για αποστήθιση. Στο πλαίσιο αυτό είναι αναγκαίο να διασυνδεθεί η
ελληνική ιστορία με την ευρωπαϊκή και την παγκόσμια και κυρίως με την ιστορία
των βαλκανικών και μεσογειακών λαών, με τους οποίους οι Έλληνες διαχρονικά
βρίσκονταν σε συνεχή αλληλεπίδραση. Οι συνάψεις αυτές θα βοηθήσουν να
κατανοήσουμε ότι πολλά από τα γεγονότα που συνέβησαν στην ελληνική ιστορία
αποτελούν πτυχές σύνθετων και ευρύτερων υπερεθνικών και υπερ-κρατικών ιστορικών
διεργασιών.»
Τα
παραδείγματα που χρησιμοποιούνται για την εξήγηση και τεκμηρίωση των
επιχειρημάτων και υποδείξεων είναι πολλά και χαρακτηριστικά ενώ οι υποδείξεις
τους έχουν την επίσης χαρακτηριστική ψυχρή επιστημονική γλώσσα. Όταν για
παράδειγμα αναφέρονται στην «κατανόηση των ηθικών διαστάσεων της Ιστορίας» που
είναι ένας από τους «έξι αλληλεπιδρώντες και αλληλοσυμπληρούμενοι παραγοντες»
που συντελούν στην ανάπτυξη της ιστορικής σκέψης, τονίζουν ρητά πως: «Οι
εκπαιδευτικοί που διδάσκουν ιστορία οφείλουν να αποφεύγουν να χρωματίζουν τις
αφηγήσεις τους με ηθικές κρίσεις, αλλά όταν όλα έχουν ειπωθεί και εφόσον
θέλουμε η ιστορία να είναι μεστή νοήματος, τότε πρέπει να αφήνεται χώρος για
την έκφραση ηθικών κρίσεων. Η
προσδοκία να μάθουν οι μαθητές-τριες κάτι από το παρελθόν που θα τους βοηθήσει
να κατανοήσουν και να λάβουν αποφάσεις για τα ηθικά ζητήματα του σήμερα, δεν
πρέπει να απεμπολείται, παρά τους προφανείς κινδύνους που εγκυμονεί.».
Αναλυτικότερα,
στους γενικούς σκοπούς της Ιστορίας αναφέρεται πως «Η ιστορική σκέψη, όπως ορίζεται από τη σύγχρονη βιβλιογραφία, είναι καρπός της
δομικής συνύπαρξης έξι αλληλεπιδρώντων και αλληλοσυμπληρούμενων παραγόντων που
είναι:
1.
Ιστορική σημασία (νοηματοδότηση και
σημαντικότητα). Όπως τονίζεται, «Σημαντικά θεωρούνται τα γεγονότα που επέφεραν
μεγάλες αλλαγές σε βάθος χρόνου για μεγάλο αριθμό ανθρώπων. Με αυτή την έννοια
ο Β' Παγκόσμιος Πόλεμος είναι αναμφίβολα γεγονός μεγάλης ιστορικής σημασίας.
Είναι όμως ιστορικά σημαντική η ζωή ενός εργάτη ή ενός σκλάβου; Ή είναι σημαντική
η ζωή των προγόνων ενός μαθητή, οι οποίοι είναι σημαντικοί για αυτόν, αλλά όχι
απαραίτητα για τους άλλους;» Η απάντηση που δίνεται: «Ένα ιστορικό πρόσωπο ή
γεγονός μπορεί να αποκτήσει σημασία, αν οι ιστορικοί το συνδέσουν με ευρύτερες
τάσεις ή ιστορίες που φωτίζουν κάτι σημαντικό για τους ανθρώπους σήμερα. Για
παράδειγμα, η ιστορία ενός εργάτη το 1918, μολονότι είναι ασήμαντη αν την
συγκρίνει κανείς με το Β' Παγκόσμιο Πόλεμο, μπορεί να γίνει σημαντική αν την
προσεγγίσει κανείς με τρόπο που την κάνει μέρος μιας ευρύτερης ιστορίας: της
ιστορίας των αγώνων των εργατών, της οικονομικής ανάπτυξης ή της μεταπολεμικής
προσαρμογής και δυσαρέσκειας. Στην περίπτωση αυτή, η «ασήμαντη» ζωή αποκαλύπτει
κάτι σημαντικό σε εμάς και έτσι αποβαίνει σημαντική. Εξηγήσεις του τύπου «είναι
σημαντικό επειδή είναι γραμμένο στο βιβλίο ιστορίας» είναι ανεπαρκείς.
2.
Χρήση πρωτογενών πηγών: «Η
συστηματική και εξακολουθητική ενασχόληση στη σχολική τάξη με πρωτογενείς
ιστορικές πηγές, και μάλιστα με πολυτροπικές και πολυπρισματικές, έχει
ευεργετικά αποτελέσματα στην καλλιέργεια της ιστορικής σκέψης.
3.
Συνέχεια και αλλαγή: «Οι
μαθητές-τριες μερικές φορές εσφαλμένα αντιλαμβάνονται την ιστορία ως μια απλή
σειρά γεγονότων. Από τη στιγμή που αρχίζουν να κατανοούν την ιστορία ως μια σύνθετη
ανάμειξη συνέχειας και αλλαγής, αποκτούν μια θεμελιωδώς διαφορετική αίσθηση για
το παρελθόν. Γι’ αυτό είναι απολύτως αναγκαίο να καλλιεργούνται ήδη από την
προσχολική ηλικία όχι μόνο χρονολογικές έννοιες (όπως π.Χ., μ.Χ., αιώνας,
χιλιετία κτλ.) αλλά και έννοιες που αποκαλύπτουν την πολλαπλότητα του ιστορικού
χρόνου και τα διαφορετικά επίπεδα-χρονικότητες της ιστορικής ζωής»
4. Αιτία και αποτέλεσμα: «Εξετάζοντας τόσο τις τραγωδίες όσο
και τα επιτεύγματα στο παρελθόν, συνήθως γεννώνται στο μυαλό ερωτήσεις του
τύπου «πώς», «υπό ποιες προϋποθέσεις» και «γιατί». Αυτές οι ερωτήσεις δίνουν το
έναυσμα για την έρευνα των αιτιών: Ποιες ήταν οι ενέργειες, οι πεποιθήσεις και
οι περιστάσεις που οδήγησαν σε αυτές τις συνέπειες»
5. Υιοθέτηση ιστορικής οπτικής: «Παρά τη συνέχεια του
ιστορικού χρόνου και τις επιβιώσεις του παρελθόντος στο παρόν, «το παρελθόν
είναι μια ξένη χώρα». Για αυτό και είναι δύσκολο να το κατανοήσουμε. Η
συνειδητοποίηση της διαφορετικότητας του παρελθόντος είναι μεγάλη πρόκληση για
τους μαθητές-τριες. Όμως η ανταπόκριση στην πρόκληση αυτή φωτίζει με
συναρπαστικό τρόπο το εύρος της ανθρώπινης συμπεριφοράς, των πεποιθήσεων, των
αντιλήψεων και της κοινωνικής οργάνωσης. Προσφέρει εναλλακτικές ερμηνείες στη
δεδομένη και συμβατική γνώση και διευρύνει τους ορίζοντες της σκέψης δίνοντας
ιστορικό νόημα και στον τρόπο που αντιλαμβανόμαστε τις σύγχρονες συνθήκες και
τα γεγονότα.»
6. Κατανόηση των ηθικών διαστάσεων της ιστορίας: «Παρά την
ιστορικότητα της συμπεριφοράς των ανθρώπων, των νοοτροπιών και του κώδικα των
αξιών τους, έχουμε πάντα την τάση να διατυπώνουμε ηθικές κρίσεις για τις
πράξεις και τις επιλογές των ανθρώπων στο παρελθόν. Σύγχρονα ερωτήματα, όπως
«έχουμε χρέος να θυμόμαστε αυτούς που έπεσαν υπερασπιζόμενοι την εθνική
ανεξαρτησία ή μαχόμενοι για την ελευθερία» ή «πώς κρίνουμε μαζικά εγκλήματα,
όπως το Ολοκαύτωμα, οι γενοκτονίες και τα σταλινικά γκουλάγκ», αποτελούν
αναπόφευκτα μέρος της ηθικής διάστασης της ιστορίας. Αυτό δημιουργεί ένα
φαινομενικό παράδοξο. Η υιοθέτηση της ιστορικής οπτικής απαιτεί να κατανοούμε
τις διαφορές ανάμεσα στο δικό μας ηθικό σύμπαν και σε αυτά των παρελθουσών
κοινωνιών. Δεν θέλουμε να επιβάλουμε τα δικά μας αναχρονιστικά πρότυπα πάνω στο
παρελθόν. Την ίδια στιγμή, η πλήρης νοήματος ιστορία δεν μεταχειρίζεται με ουδέτερο
τρόπο τους κτηνώδεις εμπόρους σκλάβων, τους ενθουσιώδεις ναζί ή τους ευρωπαίους
αποικιοκράτες.»
Αναγκαίος
όρος για να επιτευχθούν τα παραπάνω είναι η ανάπτυξη κριτικής σκέψης ενώ η
διδασκαλία της ιστορίας στοχεύει επιπλέον στην καλλιέργεια της εθνικής
ταυτότητας, της δημοκρατικής συνείδησης, της
καλλιέργειας αξιών, όπως η υπευθυνότητα, ο αλληλοσεβασμός, η αλληλεγγύη, η
ελευθερία, η ισότητα, η κοινωνική δικαιοσύνη και αφετέρου τη διαρκή κριτική
επεξεργασία και αναίρεση στερεοτύπων και προκαταλήψεων εθνικών, φυλετικών,
θρησκευτικών, κοινωνικών, έμφυλων, πολιτικών και πολιτισμικών.
Δέουσα
διευκρίνιση: Η αναφορά στην «εθνική ταυτότητα»
συνδέεται με το στόχο της καλλιέργειας «μιας πλουραλιστικής και ανεκτικής
εθνικής ταυτότητας, η οποία θα είναι απαλλαγμένη από μισαλλοδοξία και
ξενοφοβία.». Όπως επισημαίνεται: «Βασικός στόχος είναι η ανάπτυξη της κριτικής
συλλογικής αυτογνωσίας, ώστε οι μαθητές-τριες να κατανοούν το παρόν μέσα στο
οποίο ζουν και το περιεχόμενο της εθνικής τους ταυτότητας -να κατανοήσουν δηλαδή
ότι και η εθνική τους ταυτότητα έχει ιστορία. Η υιοθέτηση της ιστορικής οπτικής
στην προσέγγιση του εθνικού παρελθόντος επιτρέπει την ιστορικοποίηση της
ταυτότητας και την αναγνώριση της ετερότητας όχι μόνο εκτός αλλά και εντός του
έθνους (π.χ. διαφορές και διακρίσεις βάσει φύλου, κοινωνικής τάξης, γλώσσας,
εθνοτικής καταγωγής κλπ.). Αυτό σημαίνει ότι οι εκπαιδευτικοί οφείλουν να
αναλύσουν τον εθνικό χρόνο, να αναδείξουν την πολυπλοκότητα της εθνικής
ταυτότητας και να εστιάσουν στις έννοιες της συνέχειας και της αλλαγής.»
Ανάλογες
είναι οι επισημάνσεις και στους άλλους στόχους της διδασκαλίας της Ιστορίας με
ιδιαίτερα εμφατική αναφορά στο έργο του Συμβουλίου της Ευρώπης (που εκδόθηκε
πρόσφατα ύστερα από μακρά και συστηματική έρευνα) «Μοντέλο ικανοτήτων για τη
δημοκρατική κουλτούρα». Οι ικανότητες αυτές, κρίνεται αναγκαίο να καλλιεργηθούν
στην εκπαίδευση γενικά και όχι μόνο στο μάθημα της ιστορίας, προκειμένου να
ενισχυθεί η συνεκτικότητα των σύγχρονων ευρωπαϊκών πολυπολιτισμικών κοινωνιών
στη βάση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και αξιών χωρίς αποκλεισμούς. Πρόκειται δε,
για είκοσι ικανότητες, οι οποίες κατανέμονται σε τέσσερις αναλυτικές
κατηγορίες: αξίες, στάσεις, δεξιότητες και γνώση και κριτική ικανότητα.
Σε
ό,τι αφορά τα νέα προγράμματα Σπουδών (και όχι «Αναλυτικά Προγράμματα Σπουδών»)
προτείνεται η συνδυαστική χρήση στη διδασκαλία και τη
μάθηση:
α) εγχειριδίων που θα περιέχουν επισκοπήσεις γεγονότων,
ιστορικές χρονογραμμές (πολιτικές, οικονομικές, πολιτισμικές κτλ.), θεματικούς
ιστορικούς χάρτες, γλωσσάρι, εικόνες, διαγράμματα και πίνακες, ευρετήριο
ονομάτων κτλ. και θα αποτελούν βάσεις αναφοράς και βοηθητικά εργαλεία και
β) θεματικών φακέλων (σε υλική και ψηφιακή μορφή) με ιστορικές πληροφορίες, πολυτροπικές πηγές, μεθοδολογία,
παραδείγματα διδακτικής αξιοποίησης, υπερσυνδέσεις σε ιστοσελίδες κτλ.
Αναλυτικά
για κάθε τάξη τι μελετήθηκε και τι προτείνεται:
Για την Γ’ Δημοτικού
Τι
διδάσκεται σήμερα
Στο
σχολικό εγχειρίδιο Ιστορίας το οποίο διδάσκεται σήμερα στην Γ' Δημοτικού (Από
τη Μυθολογία στην Ιστορία), οι μαθητές/τριες διδάσκονται από την έναρξη του
σχολικού έτους και για πέντε περίπου μήνες βασικά στοιχεία από την ελληνική
μυθολογία (η Δημιουργία του Κόσμου - η Τιτανομαχία, οι Θεοί και οι Θεές του
Ολύμπου, ο Προμηθέας - η Πανδώρα - ο Δευκαλίωνας και η Πύρρα, ο Ηρακλής και οι
άθλοι του, ο Θησέας, η Αργοναυτική εκστρατεία και ο Τρωικός πόλεμος).
Στα
μέσα περίπου του β' τριμήνου ξεκινάει η ενασχόλησή τους αποκλειστικά με την
ελληνική προϊστορία.(..). Στην πραγματικότητα οι μαθητές-τριες έρχονται σε
επαφή με τους μύθους μέσω «στεγνών» κειμένων, με
αποτέλεσμα να χάνεται «η απόλαυση» την οποία επικαλούνται
οι συγγραφείς. Επιπλέον, στα κείμενα του βιβλίου δεν γίνεται σαφής ο τρόπος με
τον οποίο οι άνθρωποι εκείνης της εποχής ερμήνευαν με τις παραπάνω μυθολογικές
παραδοχές το φυσικό και κοινωνικό τους περιβάλλον. Άλλο ένα σημαντικό
μειονέκτημα σε αυτή τη διδακτική προσέγγιση της μυθολογίας είναι ότι απουσιάζει
οποιαδήποτε αναφορά σε κοσμογονικούς μύθους άλλων λαών. Τέλος, ο τρόπος που
διαδέχεται τη διδασκαλία της μυθολογίας η διδασκαλία της προϊστορίας δημιουργεί
στους μαθητές-τριες σύγχυση μεταξύ μυθολογίας - προϊστορίας και ιστορίας, καθώς
προηγούνται οι αρχαιοελληνικοί μύθοι και ακολουθεί η προϊστορία του ελλαδικού
χώρου.
Τι
προτείνεται
Προτείνεται
η διδασκαλία των αρχαιοελληνικών μύθων με αναφορές και συνδέσεις με μύθους
άλλων λαών και η ερμηνευτική τους αποδέσμευση από τις πολιτικές, στρατιωτικές,
ιδεολογικές και πολιτισμικές διαδικασίες των προϊστορικών κοινωνιών, στοιχείο
που συμβαδίζει και με τις επιστημολογικές αντιλήψεις της σύγχρονης προϊστορικής
αρχαιολογίας σχετικά με τη σχέση μύθου και (προ)ϊστορίας.
Για τη Δ’ Δημοτικού
Τι
διδάσκεται σήμερα
Η
αρχαία ελληνική ιστορία από τη γεωμετρική εποχή ως την άνοδο της Ρώμης: Γ εω
μετρική, Αρχαϊκή, Κλασική και Ελληνιστική εποχή, η εξέλιξη των πολιτευμάτων, η
αρχαία ελληνική τέχνη, η αθηναϊκή δημοκρατία, η Αθήνα και η Σπάρτη, οι Περσικοί
Πόλεμοι, ο Πελοποννησιακός Πόλεμος, ο χρυσός αιώνας του Περικλή, τα έργα στην
Ακρόπολη, η άνοδος της Μακεδονίας, ο Μέγας Αλέξανδρος και η κατάκτηση της
Ανατολής, τα ελληνιστικά κράτη, ο Πύρρος, οι Ρωμαίοι κατακτούν την Ελλάδα.
Προτείνεται
η διδασκαλία της οικογενειακής, της προφορικής, της τοπικής ιστορίας όπως
επίσης και στοιχείων θεματικής ιστορίας, με σκοπό την κατάκτηση βασικών
ιστορικών εννοιών, μεθόδων και γνώσεων διαμέσου της επεξεργασίας θεμάτων που
αφορούν το άμεσο οικογενειακό - κοινωνικό τους περιβάλλον.
Για την Ε΄ Δημοτικού
Τι
διδάσκεται σήμερα
Η
άνοδος της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας και οι σχέσεις με τους Έλληνες, η μετάβαση
από τη Ρωμαϊκή στη Βυζαντινή Αυτοκρατορία, η Κωνσταντινούπολη, ο Χριστιανισμός
γίνεται επίσημη θρησκεία, ζητήματα καθημερινή ζωής, το έργο του Ιουστινιανού, Η
Αγία Σοφία, το Βυζαντινό κράτος και οι σχέσεις με τους γειτονικούς λαούς (Σλάβοι,
Βούλγαροι, Ρώσοι, Πέρσες, Άραβες), η εικονομαχία, Οι Μακεδόνες και η ακμή του
Βυζαντίου, τα εσωτερικά προβλήματα, η άλωση της Κωνσταντινούπολης από τους
Φράγκους, οι Οθωμανοί Τούρκοι, Ο Κωνσταντίνος Παλαιολόγος και η άλωση της
Κωνσταντινούπολης.
Το
Π.Σ. περιλαμβάνει επίσης θέματα από τη Βυζαντινή ιστορία, τα οποία δεν
διδάσκονται ποτέ, γιατί δεν επαρκεί ο διδακτικός χρόνος με όλη αυτή την ύλη που
έχει προηγηθεί (Η διπλωματία, Η γυναίκα στη βυζαντινή κοινωνία, Η βυζαντινή
τέχνη, Η εκπαίδευση, η γλώσσα) και θέματα τοπικής ιστορίας (για τα οποία
προβλέπονται 5 ώρες, με ένα προτεινόμενο διαθεματικό σχέδιο εργασίας «Τα Κάστρα
του τόπου μου» και κάποιες σύντομες μεθοδολογικές οδηγίες).
Τι
προτείνεται
Προτείνεται
στο μάθημα ιστορίας της Ε' Δημοτικού να διδαχθεί η ιστορική εξέλιξη από την
προϊστορία έως την οθωμανική κατάκτηση. Λόγω του μεγάλου χρονικού εύρους της
περιόδου η έμφαση του μαθήματος δίνεται στις σημαντικές κοινωνικές και
πολιτισμικές αλλαγές που συντελούνται στο πέρασμα των αιώνων και λιγότερο στην
εξέταση συγκεκριμένων προσώπων ή γεγονότων.
Για τη Στ΄ Δημοτικού
Τι διδάσκεται σήμερα
Οι
εξελίξεις στην Ευρώπη κατά τους Νεότερους Χρόνους (Αναγέννηση, Ανακαλύψεις,
Διαφωτισμός. Οι Έλληνες κάτω από την οθωμανική και τη λατινική κυριαρχία, Οι
δάσκαλοι του Γένους. Η Επανάσταση του 1281 με αναλυτική παρουσίαση όλων των
στρατιωτικών γεγονότων, οι εθνοσυνελεύσεις και η πολιτική οργάνωση του Αγώνα, ο
Ιωάννης Καποδίστριας και το έργο του. Η ίδρυση του ελληνικού κράτους. Η Ελλάδα
στον 19° αιώνα: η βασιλεία του Όθωνα, Γεώργιος Α', Χαρίλαος Τρικούπης. Η Ελλάδα
στον 20° αιώνα: Μακεδονικός Αγώνας, Γουδί, Βαλκανικοί Πόλεμοι, η Ελλάδα στον Α'
Παγκόσμιο Πόλεμο, η Μικρασιατική Εκστρατεία και η Καταστροφή, ο Μεσοπόλεμος, Η
Ελλάδα στον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο, το Αλβανικό Έπος, η γερμανική κατοχή, ο
εμφύλιος. Η μεταπολεμική ανασυγκρότηση (1950 - 1974), το Κυπριακό ζήτημα, η
Ελλάδα και η ευρωπαϊκή της πορεία. Να σημειωθεί ότι η Ελλάδα στον 20° αιώνα,
ιδιαίτερα μετά το Β' Παγκόσμιο Πόλεμο, δεν διδάσκεται πάντοτε γιατί δεν επαρκεί
ο διδακτικός χρόνος.
Τι προτείνεται
Προτείνεται
στο μάθημα της ιστορίας της Στ' Δημοτικού να διδαχθεί η ιστορική εξέλιξη από
τον 15ο αιώνα έως τη σύγχρονη εποχή. Στην ίδια λογική με το μάθημα ιστορίας της
Ε' Δημοτικού η έμφαση δίνεται στις σημαντικές τεχνολογικές, κοινωνικές και
πολιτισμικές αλλαγές και λιγότερο στην εξέταση συγκεκριμένων προσώπων ή
γεγονότων, με την εξαίρεση της ίδρυσης του ελληνικού κράτους και των δύο
παγκοσμίων πολέμων.
Για την Α’ Γυμνασίου
Τι
διδάσκεται σήμερα
Η
προϊστορία (με έμφαση στην Εποχή του Χαλκού στο Αιγαίο), η αρχαία Ιστορία και η
ελληνιστική - ρωμαϊκή περίοδος ως την ενθρόνιση του Μ. Κωνσταντίνου.
Τι προτείνεται
Κάλυψη
της περιόδου από την απώτερη προϊστορία ως την ιστορία της Ρώμης στα τέλη της
ρεπουμπλικανικής περιόδου. Αναβάθμιση της προϊστορίας και ένταξη της στην
παγκόσμια κλίμακα. Ανάδειξη της κοινωνικής, οικονομικής και πολιτισμικής
ιστορίας σε συνομιλία με την πολιτική και στρατιωτική. Θεματική εμβάθυνση σε σημαντικά
ζητήματα.
Για τη Β’ Γυμνασίου
Τι διδάσκεται σήμερα
Το
γνωστικό αντικείμενο έχει ως τίτλο «Μεσαιωνική και Νεότερη Ιστορία» και
εκτείνεται από το 330 μ. Χ. μέχρι το 18ο αιώνα (χωρίς τον Ευρωπαϊκό
Διαφωτισμό).
Τι προτείνεται
Προτείνεται
να καλυφθεί η περίοδος από την ύστερη αρχαιότητα μέχρι τον 15ο αιώνα. Η βυζαντινή
ιστορία θα εξετασθεί σε στενή συνάφεια με την ιστορία της μεσαιωνικής Δύσης.
Έμφαση δίνεται στις κοινωνικές και οικονομικές εξελίξεις, καθώς και τις επαφές
και συγκρούσεις με άλλους λαούς. Θεματική εμβάθυνση σε σημαντικά ζητήματα, όπως
η θρησκεία, η πολιτική οργάνωση, κ.ά.
Για τη Γ’ Γυμνασίου
Τι
διδάσκεται σήμερα
Η
ιστορία της Γ' Γυμνασίου, κάτω από τον τίτλο Νεότερη και Σύγχρονη, καλύπτει τη
χρονική περίοδο από το Διαφωτισμό μέχρι και τη δεκαετία του 1990 σε Ευρώπη,
Βαλκάνια και Ελλάδα.
Τι προτείνεται
Με
δεδομένο ότι η ύλη θα ολοκληρώνεται στην Α' Λυκείου, η Γ' Γυμνασίου προτείνεται
να καλύπτει την περίοδο από τον 15ο μέχρι τα τέλη του 19ου αιώνα.
Για την Α΄Λυκείου
Τι
διδάσκεται σήμερα
Η
ιστορία της Α' Λυκείου, με τίτλο Ιστορία του Αρχαίου Κόσμου, καλύπτει τη
χρονική περίοδο από τους προϊστορικούς πολιτισμούς της Ανατολής έως την εποχή
του Ιουστινιανού.
Τι
προτείνεται
Λαμβάνοντας
υπόψη την δηλωμένη πρόταση για επέκταση της υποχρεωτικής φοίτησης κατά ένα έτος
και τη συνολικότερη αναμόρφωση των προγραμμάτων σπουδών για τη δευτεροβάθμια
εκπαίδευση προτείνεται η Α' Λυκείου να καλύπτει την περίοδο από το 1880 ως
σήμερα.
Η
επιτροπή του Ινστιτούτου Εκπαιδευτικής Πολιτικής που ανέλαβε να μελετήσει το
ισχύον σύστημα και να προτείνει το νέο θεωρητικό πλαίσιο προγράμματος σπουδών
Ιστορίας αποτελείται από τους κατ’ εξοχήν αρμόδιους καθηγητές: Κωνσταντίνα
Ανδριανοπούλου, Κώστας Κασβίκης, Γιώργος Κόκκινος, Χριστίνα Κουλούρη, Άγγελος
Παληκίδης, Ζέτα Παπανδρέου Τριαντάφυλλος Πετρίδης, Παναγιώτης Πυρπυρής,
Βασιλική Σακκά. Επικεφαλής της επιτροπής είναι ο
Πολυμέρης Βόγλης που ήταν και στην ομάδα της ανάλογης μελέτης που είχε
ξεκινήσει (αλλά δεν κατέληξε σε νέα προγράμματα ούτε βιβλία) επί Άννας
Διαμαντοπούλου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου