Η αντεπίθεση του μαύρου μετώπου της παλινόρθωσης
Μελιγγώνης Γιώργος
ΜΜΕ που "σφάζονταν" τα προηγούμενα χρόνια με άγριες βεντέτες αντικρουόμενων επιχειρηματικών συμφερόντων "ενώθηκαν" προκειμένου να στοχοποιήσουν την κυβέρνηση για την υπόθεση Καμμένου-Γιαννουσάκη, βάζοντας σε δεύτερο πλάνο την ουσία της υπόθεσης του "ναρκόπλοιου" Noor1
Η ορατή, πλέον, προοπτική εξόδου από το Μνημόνιο και την επιτροπεία δεν αποτελεί ιστορικό ορόσημο μόνο για τη χώρα, την κοινωνία ή και την κυβέρνηση. Ταυτοχρόνως, διαμορφώνει το μείζον διακύβευμα για ένα πολυπλόκαμο σύστημα διαπλοκής και συμφερόντων, που απομυζούσε τη χώρα επί δεκαετίες και πλέον αναμετράται με το κατά πόσον θα συνεχίσει να κάνει το ίδιο και στη νέα, «μεταμνημονιακή» εποχή. Και η σύγκρουση γι' αυτή την τελική μάχη επικράτησης έχει ήδη ξεκινήσει.
Σε πολιτική, οικονομική και κοινωνική ρελάνς κατά της κυβέρνησης, με τελικό στόχο η Αριστερά να μην «σταθεροποιηθεί» στη διακυβέρνηση της χώρας και στο πολιτικό σκηνικό, αλλά και να μην πιστωθεί τα οφέλη από την οικονομική ανάκαμψη και την ορατή προοπτική διεξόδου από το Μνημόνιο και την επιτροπεία προχωρεί εδώ και ημέρες ένα «μαύρο» μέτωπο, που ξεκινά από φορείς της λεγόμενης «βαθιάς διαπλοκής», διαπερνά παραδοσιακούς πυλώνες του δημοκρατικού πολιτεύματος και φτάνει ως τα συντεχνιακά συμφέροντα συγκεκριμένων επαγγελματικών κατηγοριών. Πρόκειται για κατηγορίες που, παρότι δεν επωμίστηκαν τόσα βάρη για την υπέρβαση της κρίσης όσα τα «συνήθη υποζύγια» των μισθωτών και των συμβασιούχων, τώρα δίνουν τον «υπέρ πάντων» αγώνα προκειμένου να μην αλλάξει τίποτα σε αυτή τη χώρα. Τελικό διακύβευμα, βεβαίως, δεν είναι αυτό που, σε πρώτη ανάγνωση φαίνεται ως ένας ακόμη γύρος πολιτικής ή και κοινωνικής αντιπαράθεσης, αλλά το κατά πόσον ο ΣΥΡΙΖΑ, τώρα που η κυβέρνηση βάζει τα θεμέλια εξόδου της χώρας από την επιτροπεία, θα καθιερωθεί δια παντός στην κοινωνική συνείδηση και στο πολιτικό σκηνικό ως ο αδιαμφισβήτητος μεγάλος προοδευτικός πόλος, που θα διεκδικήσει όχι απλώς την πολιτική και δημοσκοπική επαναφορά του, αλλά να βάλει τη σφραγίδα του στη μεταμόρφωση της χώρας στη «μεταμνημονιακή» εποχή.
Οι θετικές ειδήσεις και τα καλά νέα για την ελληνική οικονομία διαδέχονται το ένα το άλλο και όλα δείχνουν ότι η κυβερνητική ρητορική πως η ολοκλήρωση της δεύτερης αξιολόγησης θα διασφάλιζε ότι «τα δύσκολα είναι πίσω μας» έχει βάση.
Ωστόσο, αν αυτό ισχύει σε οικονομικό και κοινωνικό επίπεδο αναφορικά με την επιβολή «μνημονιακών» μέτρων, με τον ασφυκτικό κορσέ της επιτήρησης και τη δύσκολη πορεία σε ράγες πολιτικών λιτότητας, το ακριβώς αντίθετο ισχύει σε επίπεδο εσωτερικού πολιτικού σκηνικού.
Ακήρυχτος πόλεμος
Με το που άρχισαν να διαφαίνονται, εδώ και ένα περίπου μήνα, τα πρώτα δείγματα εξόδου από την κρίση και το τέλος των δύσκολων μέτρων του τρίτου Μνημονίου, το σκηνικό άλλαξε τελείως σε σχέση με ένα πολυπλόκαμο σύστημα, που τηρούσε στάση αναμονής, για την περίπτωση που ο ευσεβής πόθος της μη ολοκλήρωσης της αξιολόγησης και της εκλογικής «απόδρασης» -όπως γλαφυρά περιγραφόταν σε διάφορα «ρεπορτάζ»...- γινόταν πραγματικότητα. Εν τέλει, η πραγματικότητα διέψευσε τη δική τους... «πραγματικότητα»: η αξιολόγηση ολοκληρώθηκε, τα θετικά νέα για την Ελλάδα διαδέχονται το ένα το άλλο, επενδυτικοί οίκοι, θεσμικοί εκπρόσωποι των δανειστών ανοίγουν καθημερινά την πόρτα των αγορών στην Αθήνα και πλέον, όλα δείχνουν πως η κυβέρνηση αρχίζει να κατακτά τα περιθώρια να ξεδιπλώσει την πολιτική της σε όλα τα εκτός «μνημονιακής» ατζέντας μέτωπα -που δεν είναι και λίγα. Αυτό το ορόσημο, λοιπόν, ήταν που έφερε στην επιφάνεια έναν ακήρυχτο πόλεμο από έναν πολύχρωμο εσμό, που ξεκινά από την παραδοσιακή διαπλοκή, το αποκληθέν ως «σύστημα» και φτάνει ως τα διάφορα συντεχνιακά συμφέροντα που διεκδικούν να συνεχίσουν να έχουν τα πρωτεία στις λίστες με τους «υπόπτους φοροδιαφυγής».
Από το "success story" στην καταστροφολογία
Τα ως άνω φάνηκαν από την πρώτη στιγμή σε ό,τι αφορά την στάση των λεγόμενων «μίντια»: ΜΜΕ που «σφάζονταν» τα προηγούμενα χρόνια με άγριες βεντέτες αντικρουόμενων επιχειρηματικών συμφερόντων, «ενώθηκαν» ασμένως προκειμένου να στοχοποιήσουν την κυβέρνηση για την υπόθεση Καμμένου-Γιαννουσάκη, βάζοντας, όμως, σε δεύτερο πλάνο την ουσία της υπόθεσης του «ναρκωπλοίου» Noor 1 -παρ’ ότι ορισμένα εξ αυτών των ΜΜΕ είχαν πρωτοστατήσει σε αποκαλύψεις για τη συγκεκριμένη υπόθεση. Ταυτοχρόνως, τα ίδια εκδοτικά και επιχειρηματικά συγκροτήματα που είχαν στηρίξει μετά πάθους, από το καλοκαίρι του 2014 και εξής, το αδειανό πουκάμισο του «success story» της κυβέρνησης Σαμαρά-Βενιζέλου, που άφησε πίσω του ελλείμματα αντί πλεονασμάτων και άδεια ταμεία με την στόχευση της «αριστερής παρένθεσης», τώρα υποβαθμίζουν κάθε θετική εξέλιξη και, έπειτα από 7 χρόνια Μνημονίων, «ανακάλυψαν» τους χαμηλοσυνταξιούχους που «τα βγάζουν δύσκολα πέρα», τις «χήρες που πεινάνε», τα «καταστήματα που κλείνουν» και «τα λουκέτα που πέφτουν βροχή». ΜΜΕ που όλο το προηγούμενο διάστημα κουνούσαν αυστηρά το δάχτυλο σε όλη την κοινωνία, υποστήριζαν ό,τι πιο αντιδραστικό και βάφτιζαν τις κάθε μορφής κινητοποιήσεις ως «μπάχαλα» από «δραχμούληδες», τώρα καλύπτουν όλη μέρα τις απεργίες και τις διαδηλώσεις, ως οψιμαθείς των «δραματικών συνεπειών της πολιτικής λιτότητας».
Διαπλοκή χωρίς προσχήματα
Και, βεβαίως, μια και περί ΜΜΕ ο λόγος, τούτες τις ημέρες καταρρέουν και όλα τα προσχήματα που είχαν τεθεί πέρυσι τέτοιες ημέρες από τους καναλάρχες σε ό,τι αφορά τον τηλεοπτικό διαγωνισμό. Τότε, τους έφταιγε ο αριθμός «4» για τα πανελλαδικής εμβέλειας κανάλια και προέκριναν το... άπειρο για τις άδειες που δήθεν χωρούσε το ψηφιακό φάσμα. Τότε, διερωτώντο πώς μπορεί να γίνει διαγωνισμός χωρίς να έχει συσταθεί το ΕΣΡ -το οποίο, άλλωστε, «μπλόκαρε» με θαυμαστή στοχοπροσήλωση το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης και όχι μόνο. Τότε, η Digea των καναλαρχών έχυνε κροκοδείλια δάκρυα για τους εργαζομένους που «θα έχαναν τη δουλειά τους από την απόπειρα του Ν. Παππά να μας κάνει Βόρεια Κορέα». Τώρα, ΕΣΡ υπάρχει και, έστω με χαρακτηριστική και ύποπτη καθυστέρηση, απεφάνθη ότι περισσότερες από 7 άδειες δεν χωρούν στο φάσμα. Τώρα, δρομολογείται διαγωνισμός σύννομος και με τις αποφάσεις του ΣτΕ.
Τώρα, κανάλια συγχωνεύουν τα τεχνικά τους τμήματα δρομολογώντας απολύσεις των εργαζομένων για τους οποίους χύνονταν πέρυσι τα κροκοδείλια δάκρυα, ενώ άλλα «πιέζουν» εργαζομένους να δηλώσουν συμμετοχή στις «εθελούσιες» εξόδους που διοργανώνουν. Τώρα, οι καναλάρχες συντονίζονται προκειμένου να μην ξεγυμνωθούν όπως πέρυσι, όταν οι ίδιοι άνθρωποι που έκαναν μειώσεις και απολύσεις γιατί «δεν έβγαινε το μαγαζί», έβαλαν βαθιά το χέρι στην τσέπη, δίνοντας 240 εκατομμύρια για να διασφαλίσουν μία πολυπόθητη για πολλούς τηλεοπτική άδεια...
Και, ταυτοχρόνως, όπως αποδείχθηκε προχθές, με την προκλητική ανακοίνωση των καναλαρχών, τα περυσινά επιχειρήματα ήταν απλώς προσχήματα: η Digea θέλει οι καναλάρχες να παίρνουν δεκαετή άδεια με μία απλή... αίτηση, δωρεάν και προθυμοποιείται να πληρώνει τα έξοδα του ΕΣΡ: οι καναλάρχες τα θέλουν όλα, τα θέλουν δωρεάν και προσφέρονται να πληρώνουν εκείνους που υποτίθεται ότι θα τους ελέγχουν...
Τα "πιράνχας" που επιμένουν
Οι τελευταίοι «σπασμοί» ενός συστήματος που προσπαθεί να μείνει όρθιο φαίνονται και στο πεδίο της κοινοβουλευτικής διερεύνησης των σκανδαλωδών υποθέσεων στον χώρο της Υγείας. Έχουν ήδη περάσει 20 χρόνια από τις καταγγελίες του Αλ. Παπαδόπουλου για τα «πιράνχας» της Υγείας και, αν κάτι αναδεικνύει η σχετική εξεταστική επιτροπή που λειτουργεί στη Βουλή, αυτό είναι πως τα «πιράνχας» είχαν, ως πρότινος, μετεξελιχθεί σε «καρχαρίες». Δεκαετίες μιζών, υπερτιμολογήσεων και τριγωνικών διαδρομών με οσμή διαπλοκής και «παροχών» σε συγκεκριμένους δημοσιογράφους και ορισμένα ΜΜΕ έφτασαν στο τέλος τους, ενώ οι αποκαλύψεις βγαίνουν στον αφρό. Αποκαλύψεις που αφορούν σε κατασπατάληση «μαύρου χρήματος», σε ρουσφετολογικές και πελατειακές πρακτικές αλλά παραμένουν «κρυμμένες», αφού οι εργασίες της εν λόγω εξεταστικής επιτροπής και τα «διαμάντια» που αυτή βγάζει περνούν «στα ψιλά» -όπως, εξάλλου, είχε γίνει και με μια άλλη εξεταστική επιτροπή: την εξεταστική για τα δάνεια κομμάτων και ΜΜΕ, που «απογύμνωσε» τις πρακτικές όλων εκείνων που νόμιζαν ότι κυβερνούσαν τη χώρα επί δεκαετίες.
Θεσμική καταρράκωση
Πέραν του συστήματος διαπλοκής και των όσων σκανδαλωδών έχουν αναδειχθεί στο θέμα της Υγείας, στη ρελάνς κατά της κυβέρνησης μετέχουν και φορείς της Δικαιοσύνης, καταρρακώνοντας έτι περαιτέρω τη διογκούμενη αμφισβήτηση του κύρους της από την κοινωνία και την κοινή γνώμη. Τα φώτα της αντιπαράθεσης έπεσαν, την περασμένη εβδομάδα, στην πολιτική σύγκρουση που ξέσπασε για την τοποθέτηση της πρώην προέδρου του Αρείου Πάγου, Βασ. Θάνου, ως προϊσταμένης στη νομική υπηρεσία του πρωθυπουργού. Τι κι αν στη συζήτηση αποκαλύφθηκε πως αυτό που έγινε με τη Βασ. Θάνου όταν η τελευταία συνταξιοδοτήθηκε, είχε γίνει νωρίτερα με εν ενεργεία δικαστικούς, που «επιστρατεύονταν» από κόμματα και πολιτικά γραφεία και μετά γύριζαν στην έδρα για να δικάσουν; Η καταφανής υποκρισία του πράγματος δεν εμπόδισε ούτε τα κόμματα που είχαν επιστρατεύσει τέτοιους δικαστικούς να καταγγείλουν... «παραβίαση της διάκρισης των εξουσιών», ούτε τους ίδιους τους δικαστικούς λειτουργούς να εμπλακούν σε νέο πόλεμο με την κυβέρνηση. Πριν και πέραν, όμως, της υπόθεσης της Βασ. Θάνου, η Δικαιοσύνη στο σύνολό της είχε δώσει το στίγμα των προθέσεών της με αφορμή την κριτική που ασκήθηκε σε συγκεκριμένες δικαστικές αποφάσεις. Αποφάσεις που έρχονται σε καταφανή κόντρα με το δημόσιο αίσθημα, όπως η πενταετής «παραγραφή» των τυχόν παραβάσεων των μεγαλοκαταθετών της «λίστας Λαγκάρντ», η απόφανση του Αρείου Πάγου ότι η απληρωσιά από μόνη της δεν συνιστά «βλαπτική μεταβολή των όρων εργασίας». Αποφάσεις που, όσο κι αν δεν δικαιολογούν την μη τήρηση των κανόνων ευπρέπειας ως προς την κριτική, προφανώς και δεν μπορούν να μείνουν ασχολίαστες. Ωστόσο, οι δικαστικές ενώσεις εξέδιδαν καθημερινά συνδικαλιστικού τύπου ανακοινώσεις, ενώ κορυφαίοι πρώην και νυν δικαστικοί έφτασαν στο σημείο να βλέπουν... κινδύνους για τη Δημοκρατία: ο πρώην πρόεδρος του ΣτΕ, επί παραδείγματι, Γ. Παναγιωτόπουλος, που δήλωσε ότι «αισθανόμαστε ότι ζούμε σε καθεστώς στυγνής δικτατορίας»...
Ωστόσο, μέρος των δικαστικών δεν προκαλεί την κοινή γνώμη μόνο με τις συνδικαλιστικού τύπου ανακοινώσεις, αλλά πρωτίστως με τα συντεχνιακά και άκρως προσχηματικά αιτήματά τους: η Δικαιοσύνη, που έχει κρίνει τη συντριπτική πλειονότητα των «μνημονιακών» περικοπών ως νόμιμη παρεκτός των δικών της μισθολογικών και αναδρομικών, αξιώνει να μην καταθέτουν οι λειτουργοί τους ούτε δηλώσεις «πόθεν έσχες» με ηλεκτρονικό τρόπο, με επίκληση του κινδύνου περί τα προσωπικά δεδομένα. Σαν να μην έφτανε αυτό, οι δικαστικοί ζητούν να εξετάζουν τις δηλώσεις τους επιτροπές οι οποίες θα απαρτίζονται στην πλειονότητά τους από δικαστικούς! Μ’ άλλα λόγια, ζητούν οι ελεγχόμενοι να είναι και ελέγχοντες...
Πέραν των δικαστικών, επαγγελματικές κατηγορίες με πολλά «παράσημα» στη «μαύρη» οικονομία και τη φοροδιαφυγή συμμετέχουν στη γενικευμένη προσπάθεια αποσταθεροποίησης: οι δικηγόροι (που είχαν δώσει αγωνιστικές «εξετάσεις» και κατά τον σχεδόν 1 χρόνο αποχής του «κινήματος της γραβάτας») δεν θέλουν να εγκαταστήσουν POS για να καταπολεμηθεί η φοροδιαφυγή για λόγους προσωπικών δεδομένων, οι δε γιατροί αξιώνουν το ίδιο ακριβώς με επίκληση στο «ιατρικό απόρρητο». Και όλοι αυτοί μαζί προκαλούν τα «συνήθη υποζύγια» της ελληνικής κοινωνίας, ήτοι τους μισθωτούς και τους συνταξιούχους, που ως σήμερα σηκώνουν υπέρμετρα πολλά βάρη για την έξοδο από την κρίση και τώρα αχνοφαίνεται γι’ αυτούς η πρώτη αχτίδα φωτός στο βάθος του ορίζοντα.
Ο πολιτικός βραχίονας της απόπειρας "παλινόρθωσης"
Το πολυπλόκαμο μέτωπο που αποπειράται την παλινόρθωση του παλιού «συστήματος» και την εκδίωξη των «ξένων» από την εξουσία έχει και τον πολιτικό βραχίονά του: η Ν.Δ., επί παραδείγματι, πρωταγωνιστεί εδώ και εβδομάδες στην απόπειρα στοχοποίησης του Π. Καμμένου, προσφέροντας νέα πρωτοσέλιδα στα «θιγόμενα» από την υπόθεση του «ναρκωπλοίου» ΜΜΕ. Ταυτοχρόνως, η αξιωματική αντιπολίτευση, η αυτοπροσδιοριζόμενη και ως «μεταρρυθμιστική», δεν έχει βρει ούτε μία κουβέντα κριτικής για συντεχνίες που προτιμούν το... χαρτί και το «μαύρο χρήμα», απορρίπτοντας το «πλαστικό χρήμα», τα τερματικά αποδοχής καρτών και, εν τέλει, τα διαφανή οικονομικά.
Η «γαλάζια» υποκρισία, άλλωστε, «χτύπησε κόκκινο» με την αφορμή της Βασ. Θάνου, καθώς η Ν.Δ. ήταν το κόμμα με τις περισσότερες «επιστρατεύσεις» εν ενεργεία δικαστικών κατά τη διάρκεια των κυβερνητικών της περιόδων, που όμως έκανε την... μεγαλύτερη φασαρία για την πρωτοβουλία του Μεγάρου Μαξίμου να προστρέξει στην πλούσια νομική πείρα μίας συνταξιούχου δικαστικού, που έφτασε σε μία από τις κορυφαίες θέσεις της Δικαιοσύνης στη χώρα ολοκληρώνοντας ευδοκίμως τη θητεία της, αποτελώντας παραλλήλως και το εχέγγυο της πολιτικής μετάβασης και της διεξαγωγής απροβλημάτιστων εκλογών στην ταραγμένη εποχή του καλοκαιριού του 2015.
Και, εντάξει, η «συστράτευση» της Ν.Δ. στο «μαύρο μέτωπο» που διεκδικεί να μην αφήσει τον ΣΥΡΙΖΑ να «ανασάνει» και την κυβέρνηση να σταθεροποιηθεί στο πολιτικό σκηνικό μπορεί να κατανοηθεί και ως απόπειρα της αξιωματικής αντιπολίτευσης να ξεπεράσει την αντιπολιτευτική αμηχανία της, μετά την κατάρρευση της καταστροφολογίας. Ωστόσο, για μία ακόμη φορά, κόμματα αυτοπροσδιοριζόμενα ως «προοδευτικά», κάποια εκ των οποίων (π.χ. το ΠΑΣΟΚ) υπήρξαν στο (μακρινό) παρελθόν κόμματα «των μη προνομιούχων», παραμένουν η ηχώ μίας νεοφιλελεύθερης Δεξιάς, αλλά και εν γένει ενός συστήματος που απομυζά τη χώρα επί δεκαετίες και, τώρα που απειλείται σοβαρά, δείχνει τα δόντια του και τις διαθέσεις του να μην χάσει τα θλιβερά προνόμιά του.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου