Ιδού, ο νυμφίος έρχεται εν τω μέσω της νυκτός
του Νίκου Θεοτοκά
Φωτογραφία του Ανρί Καρτιέ-Μπρεσόν, Παρίσι 1951
Έτσι που ήρθαν τα πράγματα, ο ΣΥΡΙΖΑ και οι «αντιευρωπαϊκές συνιστώσες του» ιχνηλατούν σήμερα στην Ελλάδα τον μόνο δρόμο στρατηγικής που μπορεί να κρατήσει τη χώρα στην ευρωζώνη και, ακόμα σημαντικότερο, τον μόνο δρόμο στρατηγικής που δεν αντιστρατεύεται την ευρωπαϊκή προοπτική της ίδιας της ενωμένης Ευρώπης.
Ανατροπή, λοιπόν. Ανατροπή στην Ελλάδα, αλλαγή στην Ευρώπη. Την αναφορά σε τούτη την πορεία, κάποιοι την ονομάζουν «θράσος». Κι όλοι οι αντίπαλοι του ΣΥΡΙΖΑ, επενδύοντας σε ρυθμίσεις που θα επιτείνουν το μη βιώσιμο του χρέους, ορίζουν το μνημόνιο ως ιστορικά επιβεβλημένο μονόδρομο. Κι ας οδηγεί, με μαθηματική ακρίβεια, στην ανθρωπιστική κρίση, στην ανεξέλεγκτη χρεοκοπία, στην επιστροφή στη Δραχμή αλλά και, ως ακούσια συνέπεια, στην παλαιά Ευρώπη και στα εθνικά νομίσματα.
Η έκρηξη των προσδοκιών της κοινωνίας μας ανέδειξε τον ΣΥΡΙΖΑ σε ηγεμονική πολιτική δύναμη, ίσως και σε πρώτο κόμμα των εκλογών της 17ης Ιουνίου. Και ιδού το παράδοξο. Στην πιθανότητα μιας τέτοιας εκλογικής νίκης, οι δυνάμει σύμμαχοι και συμμέτοχοι μιας κυβέρνησης της Αριστεράς φτιάχνουν τοίχους που φαίνεται να αποκλείουν κάθε μετεκλογική συνεργασία.
Κατανοώ απολύτως τις προεκλογικές ανάγκες οροθέτησης της φυσιογνωμίας των Οικολόγων Πράσινων, της ΔΗΜΑΡ και του ΚΚΕ. Μόνο που, εν όψει της θεμιτής ανάγκης αυτών των κομμάτων για την εκλογική τους ενίσχυση ή την εκλογική τους επιβίωση, οι Οικολόγοι Πράσινοι, η ΔΗΜΑΡ και το ΚΚΕ κατασκευάζουν αναχώματα απ’ ό,τι υλικό βρεθεί πρόχειρο τους, για να αποστασιοποιηθούν από τον ΣΥΡΙΖΑ. Έχει ενδιαφέρον ο κοινός τόπος, όπως τον υπαγόρευσε η κυρία Παπαρρήγα: «Ψηφοφόροι, διορθώστε την ψήφο σας. Ο ΣΥΡΙΖΑ οδηγεί στην καταστροφή». Τελικά, τα κόμματα αυτά, με διαφορετικά επιχειρήματα και διαφορετικές λέξεις, συντονίζονται με τους ανησυχούντες παράγοντες της ευρωπαϊκής γραφειοκρατίας και, τελικά, αναπαράγουν το αντιδραστικό τους επιχείρημα: Η Αριστερά και οι ιδέες της δεν χωράνε στο ευρωπαϊκό μέλλον.
Και καλά η ηγεσία του ΚΚΕ. Δύσκολα βρίσκονται τρόποι να κουβεντιάσει κανείς για την ανθρώπινη κατάσταση με τους καλογέρους που, καθώς το είπε ο Σλάβοι Ζίζεκ, έχουν ξεχάσει να πεθάνουν. Εξαϋλωμένα φαντάσματα, που γυρνούν την πλάτη στα μέλη, στους φίλους, στους ψηφοφόρους αλλά και στην ιστορία του Κομμουνιστικού Κόμματος, της ΕΔΑ και του ΕΑΜ. Τι γίνεται, όμως, με τους Οικολόγους Πράσινους και με τη ΔΗΜΑΡ; Οι πρώτοι οδεύουν, δυστυχέστατα, στην εκλογική κατακρήμνιση και κατανοώ πως η αγωνία της επιβίωσης δεν είναι καλός σύμβουλος. Η ΔΗΜΑΡ, όμως;Αν σωστά καταλαβαίνω, κι οι παλιοί μας σύντροφοί της ΔΗΜΑΡ φαίνεται να συμμερίζονται την ιδέα πως, αν δεν ανατραπούν ή δεν τροποποιηθούν ριζικά οι τρέχουσες πολιτικές που έχουν επιβληθεί από τα μνημόνια, η χώρα θα βρεθεί εκτός ελέγχου και ότι έτσι, αναπόφευκτα, θα ακολουθήσει η άτακτη χρεοκοπία και η έξοδος από το Ευρώ. Συμφωνούν επίσης στο ότι το μνημόνιο έχει ήδη αυτοακυρωθεί, ακόμα κι από τους υποβολείς του. Και πως έχει ήδη απονομιμοποιηθεί από την ψήφο του ελληνικού λαού. Συμφωνούν, τέλος, στο ότι, αν και η σημερινή διεθνής και ευρωπαϊκή κρίση δεν έχει ως κέντρο της τις κληρονομημένες δομικές ή περιστασιακές ασθένειες της ελληνικής οικονομίας, η χώρα μας λογίζεται ως ένας από τους κρίσιμους κρίκους σε όλα τα σενάρια της «σταθεροποίησης». Τελικά, στη σημερινή εύθραυστη ισορροπία, η τύχη της Ελλάδας δεν μπορεί να αποσυναρτηθεί, δίχως καταστροφικό κόστος, από οποιαδήποτε ευρωπαϊκή στρατηγική επιβίωσης της ευρωζώνης. Θα ήθελα να ανήκει κι αυτό στους κοινούς μας τόπους.
Νοιώθω, λοιπόν, πως χρειάζεται να απευθυνθώ στους παλιούς συντρόφους της ΔΗΜΑΡ, μήπως κι υπάρχει ακόμη ο καιρός να ξαναθέσουμε τα κρίσιμα ερωτήματα. Όχι αναγκαστικά από τη σκοπιά του σοσιαλισμού και της Αριστεράς αλλά, έστω, από τη σκοπιά της τέχνης του εφικτού, με τη μέριμνα να μη διαλυθούν η κοινωνία, οι άνθρωποι και η ελπίδα. Θα χρειαστεί να ξαναμάθουμε να κουβεντιάζουμε, καλοί μου σύντροφοι. Μην γκρεμίζετε όμως, τυφλωμένοι από την αναγκαία ένταση της εκλογικής αντιπαράθεσης, το γεφύρι ανάμεσα στις όχθες του ποταμού που φτιάξαμε για να μας χωρίσει. Μην ρίχνετε στον αγύριστο τα πολλά και σημαντικά που μας ενώνουν. Καταλάβετε επιτέλους ότι, μπροστά στις σημερινές προκλήσεις, η Αριστερά ή θα είναι Κυβέρνηση ή θα είναι Αντιπολίτευση. Δεν υπάρχει άλλος δρόμος. Αυτός είναι ο σοφός κανόνας που επιτάσσουν οι θεμελιώδεις αρχές της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας. Εκτός κι αποφασίσουμε να τις βάλουμε στον πάγο αυτές τις αρχές. Τα λέω αυτά επειδή, αν καταλαβαίνω σωστά, εσείς προτείνετε να τις βάλουμε στον πάγο. Καθ’ ότι, κατά την ανάλυσή σας, αυτό επιτάσσει ο κίνδυνος της ακυβερνησίας σε συνθήκες μιας μείζονος σημασίας εθνικής κρίσης. Επιμένω, ωστόσο, να θεωρώ ότι, μπροστά στην κρίση, το διακύβευμα δεν είναι η ακυβερνησία αλλά η ανάγκη ν’ αλλάξει η πορεία η χώρα, ν’ αλλάξουν οι προτεραιότητες, να αλλάξει ριζικά ο τρόπος αντιμετώπισης της κρίσης και των αιτίων της. Και δεν υπάρχει ευρωπαϊκότερο διακύβευμα από αυτό.
Το ελληνικό πειραματόζωο μπορεί, αν σταθεί όρθιο στα πόδια του, να αλλάξει τόσο το πείραμα όσο και τα ζητούμενα. Κι εδώ, παρά τη ρητορική που επιλέχθηκε με την υιοθέτηση του ψευδέστατου κι επικίνδυνου διλήμματος «μνημόνιο ή Δραχμή», επιμένω να θεωρώ ότι δεν γίνεται να μην βρεθούμε μαζί στις προοπτικές που θ’ ανοίξουν στο μετεκλογικό τοπίο. Επιμένω, επειδή παίρνω ακόμη στα σοβαρά την άρνησή σας να συγκυβερνήσετε με τη ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ μετά τις προηγούμενες εκλογές. Κι ας ρίξατε το φταίξιμο στον ΣΥΡΙΖΑ, που αρνήθηκε να κάνει κυβέρνηση μειοψηφίας δίχως, βεβαίως, καμία δέσμευση από εκείνους που δήλωναν την ανοχή τους σε μια αδύναμη κυβέρνηση της Αριστεράς.
Δεν θέλω να κρύψω τις αστοχίες του ΣΥΡΙΖΑ ούτε να υποτιμήσω τα ερείσματα των επιφυλάξεών σας. Μόνο που τώρα πυκνώνει ο χρόνος. Κι οι άνθρωποι ωριμάζουν και αλλάζουν μέρα με την ημέρα, βδομάδα με τη βδομάδα. Τώρα, λοιπόν, τίθεται με ρεαλιστικούς όρους το πρόταγμα μιας κυβέρνησης της Αριστεράς· και «μακάριος ον ευρήσει γρηγορούντα. Ανάξιος δε πάλιν ον ευρήσει ραθυμούντα».
Ξέρετε, όσο κι εμείς, ότι ακόμη και η πιθανότητα κυβέρνησης της Αριστεράς στην Ελλάδα μετατόπισε ήδη την ατζέντα στο εσωτερικό και άλλαξε τα ευρωπαϊκά δεδομένα. Γι’ αυτό και οι γραφειοκράτες των Βρυξελλών και των διεθνών οργανισμών, ακόμα και διαψεύδοντας ή κρύβοντας τις ίδιες τους τις μετρήσεις κι εκτιμήσεις επί των δεδομένων, με εκβιασμούς και, ανεπίγνωστων συνεπειών, διασπορά ψευδών ειδήσεων, μετέχουν ευθέως στην ελληνική εκλογική μάχη. Ευλόγως, όμως, τούτη η ομοβροντία της τρομοκράτησης οδηγεί ήδη σε συμπεριφορές πανικού που πολλαπλασιάζουν τους τριγμούς στο τραπεζικό σύστημα και στους εισπρακτικούς μηχανισμούς του ελληνικού δημοσίου. Οδηγεί, ωστόσο, και στο αντίθετο. Στο πείσμα των πολιτών να κλείνουν τ’ αφτιά τους στα συρίγματα των Σειρήνων. Κι εσείς, καλοί μου σύντροφοι, επιμένετε δυστυχώς να συντονίζετε τον προεκλογικό σας λόγο με το δηλητηριώδες περιεχόμενο και τις εκρηκτικές συνέπειες της ανεξέλεγκτης κινδυνολογίας. Ας είναι.
Τούτο που γίνεται, καθώς το έγραφε ο Μαρξ, δεν περιλαμβάνεται στους τσελεμεντέδες για το μαγειρείο του μέλλοντος. Τούτο που γίνεται δεν είναι ένα προδιαγεγραμμένο δέον, μια επαγγελία των προφητών, ένα καθαγιασμένο σχέδιο που πρέπει να ακολουθηθεί. Είναι ένα ρήγμα που αφήνει να διαφανεί το εφικτό ενός αύριο ελευθερίας, αλληλεγγύης και δικαιοσύνης, μιας δυνατότητας που δεν προκύπτει παρά από τις δυσκολίες ανατροπής της υπάρχουσας αθλιότητας και από τις αστάθμητες δυναμικές που απελευθερώνει αυτή η κίνηση. Ένα ρήγμα, που πρέπει να βαθύνει αλλάζοντας τους εαυτούς μας, αλλάζοντας τους όρους της πολιτικής και ανασυγκροτώντας τα πεδία συμμετοχής των πολιτών στα κοινά, στα συνδικάτα, τους συνεταιρισμούς, στους χώρους του πολιτισμού, στις επιστημονικές ενώσεις και στις γειτονιές.
Ψυχραιμία. Μια προεκλογική εβδομάδα έντασης μένει ακόμη. Θα περάσει. Ας τη διαχειριστούμε, με τους κληρονομημένους έστω αυτοματισμούς, κρατώντας όμως και την έγνοια για το αύριο και το μεθαύριο. Διότι, πέρα από τις ανάγκης της εκλογικής αντιπαράθεσης και του εκλογικού αποτελέσματος, η πόρτα της διεξόδου, η πόρτα της ελπίδας οδηγεί αριστερά. Και δεν χρειάζεται να τη στομώσουμε σωρεύοντας εκεί όλα τα μπάζα.
Το αύριο δεν είναι στρωμένο με ροδοπέταλα. Δεν υπάρχει, όμως, άλλος δρόμος από το να δώσουμε τη μάχη για την αλλαγή των θεσμών, για την ανασύνταξη της οικονομίας, για την προοδευτική μεταρρύθμιση της παιδείας, της υγείας, της δημόσιας διοίκησης.
Ο Νίκος Θεοτοκάς διδάσκει στο Πάντειο Πανεπιστήμιο
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου