Παιδεία, ΣΥΡΙΖΑ και πολιτικός ρεαλισμός
Εκτός των άλλων, είχαμε την ατυχία, εν μέσω μιας καταστροφικής κρίσης, να διαθέτουμε ένα λιποβαρές και ασόβαρο πολιτικό προσωπικό. Τόσο το ΠΑΣΟΚ του Γ. Παπανδρέου όσο και η Ν.Δ. του Αντ. Σαμαρά παραδόθηκαν πλήρως στις επιλογές των δανειστών. Τέσσερα χρόνια μετά, το φθαρμένο πολιτικό σύστημα αδυνατεί ακόμη να ψελλίσει ένα στοιχειώδες σχέδιο για την αναδιοργάνωση της χώρας.
Η αποκαθηλωμένη πολιτική ελίτ έχει συνδέσει την επιβίωσή της με την πάση θυσία «επιτυχία» του προγράμματος. Εχοντας μπροστά της ένα στενό εκλογικό ορίζοντα, καθώς οι απειλές για εξάντληση της τετραετίας δεν φαίνεται να έχουν βάση, η δικομματική κυβέρνηση Σαμαρά-Βενιζέλου επιχειρεί, κόντρα στην πραγματικότητα, να εξωραΐσει (μάταια) την καταφανή αποτυχία.
Ανενδοίαστα τα στελέχη της πουλάνε ελπίδες στον ελληνικό λαό, με αόριστες φράσεις του τύπου «η ανάκαμψη πλησιάζει», «φάγαμε τα 2/3 ή τα 4/5 της προσπάθειας», ανάλογα με το βαθμό αισιοδοξίας που θέλουν να εμφανίσουν.
Η λογική τού success story παρουσιάζει ως επιτυχία μια πολιτική βάναυσης λιτότητας που βύθισε τη χώρα σε εξαετή βαθιά ύφεση και πρωτοφανή, μη βιώσιμη κοινωνικά, ανεργία, η οποία έφτασε το 28% επισήμως, παρά τις προσπάθειες του υπουργού Εργασίας να τη μειώσει με εποχικά στοιχεία.
Η λογιστική επίτευξη πρωτογενούς πλεονάσματος φέτος είναι πλασματική. Οφείλεται κυρίως στη στάση πληρωμών του Δημοσίου. Στόχος της, να πεισθούν όσοι υποφέρουν από τη συνεχή οικονομική αφαίμαξη και αδυνατούν πλέον να ανταποκριθούν στη διαρκή υπερφορολόγησή τους, ότι έπιασε τόπο η «θυσία» τους. Η αλήθεια είναι όμως ότι η κυβέρνηση δεν μπορεί να πιάσει τους στόχους της όσον αφορά τα κρατικά έσοδα.
Ούτε η εσωτερική υποτίμηση, η φτωχοποίηση του πληθυσμού, ώστε να γίνουν ανταγωνιστικά τα ελληνικά προϊόντα, αποδίδει. Οι τιμές δεν μειώνονται και η εξισορρόπηση του ισοζυγίου πληρωμών οφείλεται όχι τόσο στην αύξηση των εξαγωγών, αλλά στη μείωση των εισαγωγών, λόγω κατακόρυφης πτώσης της εσωτερικής ζήτησης (κατανάλωσης).
Οι επενδύσεις δεν έρχονται και οι ελάχιστες ιδιωτικοποιήσεις που γίνονται θυμίζουν ξεπούλημα. Μοναδική διέξοδος για την πολιτική ελίτ, η αναμενόμενη νέα αναδιάρθρωση του χρέους, ώστε αυτό να καταστεί βιώσιμο. Απόφαση που όμως εξαρτάται από τις διαθέσεις των κυρίαρχων της Ε.Ε. και τις διεθνείς εξελίξεις.
Ησυνεχής μείωση των δημόσιων δαπανών, το κουτσούρεμα του κοινωνικού κράτους, οι απολύσεις δημόσιων υπαλλήλων, η διαθεσιμότητα εκπαιδευτικών, η κατάλυση των εργασιακών σχέσεων αναγορεύονται σε αναγκαίες διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις. Πρόκειται ωστόσο για πολιτική απορρύθμισης, την πεμπτουσία της νεοφιλελεύθερης ατζέντας.
Η κατάσταση στην εκπαίδευση το αποδεικνύει. Ολες οι αλλαγές οδηγούν στην υποβάθμιση της δημόσιας δωρέαν παιδείας, στη συρρίκνωση του σχολείου. Γι' αυτό και δικαίως αντιστέκονται οι εκπαιδευτικοί.
Ωστόσο η ανατροπή αυτής της πολιτικής δεν είναι ούτε εύκολη ούτε μονοσήμαντη. Απαιτεί στέρεο κοινωνικό υπόβαθρο, ευρείες συμμαχίες, εναλλακτικό σχέδιο και σταθερό πολιτικό πλαίσιο αναφοράς.
Ο ΣΥΡΙΖΑ σωστά δίνει έμφαση στην ενδυνάμωση των αγωνιστικών διεκδικήσεων, στην ενίσχυση των κινηματικών μορφών οργάνωσης της πάλης. Ορθώς στηρίζει πολιτικά τις κινητοποιήσεις στα σχολεία. Η σύνδεση των επιμέρους κοινωνικών χώρων με το κεντρικό πολιτικό διακύβευμα είναι χρήσιμη και αναγκαία. Ωστόσο, στην προοπτική της εξουσίας (αυτό σημαίνει ανατροπή) εκείνο που πρέπει να ξεκαθαρίσει άμεσα η Αριστερά είναι ποιους θα συμπεριλάβει τελικά στο συλλογικό της ακροατήριο.
Παρά τις αλλαγές που έφερε η κρίση, η στρατηγική της εξουσίας είναι ένα πολιτικό παιχνίδι, που ακόμη παίζεται στο κέντρο. Η έκβασή του κρίνεται από το ποιος θα υπερισχύσει εκεί. Η καταρρακωμένη σήμερα μεσαία τάξη δεν έχει πει την τελευταία της λέξη. Αυτήν προσπαθεί να παραμυθιάσει, με τις δήθεν επιτυχίες του προγράμματος, η παλιά πολιτική εξουσία. Τα πιο συντηρητικά αντανακλασιτικά του επιχειρεί να διεγείρει η πολιτική του νόμου και της τάξης, η ψευδεπίγραφη επίκληση του συμφέροντος των νοικοκυραίων, της «νομιμότητας» και της πυγμής. Αυτό ακριβώς κάνει με την απεργία των καθηγητών στα σχολεία σήμερα η κυβέρνηση.
Η υπόσχεση μιας νέας οικονομικής και κοινωνικής ανόδου επηρεάζει τη στάση αυτής της τάξης, που ως επίδικη, κρίσιμη κοινωνική μάζα στήριξε με τη μορφή του μεσαίου χώρου το δικομματισμό, όλα τα χρόνια της μεταπολίτευσης. Οποιος επιζητεί να ασκήσει επιρροή στον ευάλωτο αυτό χώρο οφείλει να είναι ευέλικτος και προσεκτικός.
Παλιά οι υποσχέσεις αρκούσαν. Τώρα απαιτούνται κι άλλα διαπιστευτήρια. Ενα αναλυτικό οικονομικό πρόγραμμα με συγκεκριμένα μέτρα και αλλαγές, επίδειξη σοβαρότητας και αποφυγή υπερβολών και άσκοπων κοινωνικών συγκρούσεων είναι μερικά στοιχεία αυτού του αναγκαίου νέου πολιτικού ρεαλισμού.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου