Η Αργεντινή, τα αρπακτικά κι εμείς
Του Γιάννη Βαρουφάκη
Η Αργεντινή δεν είχε εναλλακτική από το να «επιλέξει», όπως και έπραξε χτες το βράδυ, την επίσημη ανακήρυξη της νέας «χρεοκοπίας» της. Ο μόνος τρόπος να απέφευγε το νέο περιστατικό χρεοκοπίας (default) ήταν να υποκύψει στις πιέσεις δικαστηρίου της Νέας Υόρκης να αποπληρώσει στο ακέραιο τα ομόλογα που είχαν αγοράσει «αρπακτικά ταμεία». Αυτό θα ήταν εξίσου αδύνατο, καθώς η Αργεντινή απλά δεν έχει τα χρήματα να το κάνει, όσο και απαράδεκτο – για τους πιο κάτω λόγους.
Αυτή η ιστορία, και η έως τώρα εξέλιξή της, έχει πολύ μεγαλύτερη σημασία για τη διεθνή οικονομία παρά για την ίδια την Αργεντινή (και πολύ λιγότερο, έως καθόλου, για εμάς). Ας ξεκινήσουμε όμως με την προϊστορία του σημερινού περιστατικού.
Προϊστορία
Το 2001 η Αργεντινή χρεοκόπησε. Πολύ απλά, το κράτος δεν είχε τα χρήματα, και δεν έβρισκε τα νέα δανεικά, που χρειαζόταν για να αποπληρώσει 100 δισ. δολάρια δημόσιου χρέους. Προέβη σε στάση πληρωμών, υποτίμησε το νόμισμά της, είδε το ένα τέταρτο του ΑΕΠ της να εξανεμίζεται, όμως μέσα σε δύο χρόνια (με τη βοήθεια της αυξημένης ζήτησης για τις εξαγωγές της από την Κίνα) βρέθηκε να αναπτύσσεται εντυπωσιακά – βλ. το γράφημα το οποίο καταγράφει το κατά κεφαλή ΑΕΠ της χώρας σε δολάρια.
Όλον αυτόν τον καιρό, από το 2001 έως σήμερα, η Αργεντινή παραμένει εκτός αγορών – απλά, δεν δανείζεται από τις χρηματαγορές οι οποίες, έως ότου διευθετηθούν τα παλιά της χρέη, απέχουν από τις εκδόσεις ομολόγων της χώρας.
Από το 2002 και μετά, οι δανειστές της ξεκίνησαν διαπραγματεύσεις με την αργεντίνικη κυβέρνηση ώστε να διευθετηθούν τα παλιά χρέη. Οι μεγάλες τράπεζες (κυρίως αμερικανικές και ισπανικές) τελικά τα βρήκαν με το Μπουένος Άιρες και συμφώνησαν σε μερική πληρωμή των χρεών εκείνων, με όρους αρκετά συμφέροντες για τις τράπεζες.
Εκεί όμως που ήταν όλοι έτοιμοι για να κλείσει το θέμα, με την καταβολή των συμφωνημένων ποσών από το κράτος της Αργεντινής προς τις μεγάλες τράπεζες, έκαναν την εμφάνισή τους τα «αρπακτικά ταμεία». Γιατί ονομάζονται «αρπακτικά» αυτά τα ταμεία; Πρόκειται για hedge funds τα οποία, όλον τον καιρό που γίνονταν οι διαπραγματεύσεις μεταξύ τραπεζών και κυβέρνησης, αγόραζαν κάποια από τα παλιά ομόλογα της Αργεντινής, σε τιμές λιγότερες από το 5% της ονομαστικής τους αξίας (π.χ. $2 ή $3 για ένα ομόλογο αξίας $100 ή και $1000), με σκοπό να τορπιλίσουν τις διαπραγματεύσεις. Πώς τις τορπίλισαν; Πηγαίνοντας σε δικαστήριο της Νέας Υόρκης (καθώς τα ομόλογα αυτά ήταν «γραμμένα» σε όρους του Δικαίου των ΗΠΑ) και απαιτώντας από το δικαστήριο να εκδόσει απαγόρευση αποπληρωμής των μεγάλων τραπεζών (στο πλαίσιο της συμφωνίας των τελευταίων με την Αργεντινή για μερική αποπληρωμή των χρεών της τελευταίας) αν πρώτα δεν εισπράξουν οι ίδιοι το 100% της αξίας των ομολόγων που είχαν αγοράσει.
Πιο απλά, ας πάρουμε μια τράπεζα, π.χ. την Bank of America που είχε δανείσει στην Αργεντινή $100 και η οποία, μετά τις διαπραγματεύσεις θα λάμβανε από την Αργεντινή $40. Έρχεται το «αρπακτικό ταμείο», το οποίο κατέχει κι αυτό ομόλογο αξίας $100, το οποίο το αγόρασε προς $2, και απαιτεί να μην πληρωθεί η Bank of America τα $40 που έχει λαμβάνειν αν το ίδιο δεν πάρει... $100. Όπερ και αποφάσισε ότι πρέπει να γίνει το δικαστήριο της Νέας Υόρκης.
Η Αργεντινή απάντησε στην απόφασή αυτή προσφέροντας στα «αρπακτικά ταμεία» τους ίδιους όρους που συμφώνησε με τις μεγάλες τράπεζες: να δώσει και σε αυτούς $40 για το ομόλογο που είχαν αγοράσει προς $2. «Όχι!», ούρλιαξαν τα «αρπακτικά ταμεία». «Απαιτούμε $100!» Και πάλι ο αμερικανός δικαστής συμφώνησε μαζί τους.
Όπως καταλαβαίνετε, δεν έγιναν έξαλλοι μόνο οι πολίτες της Αργεντινής με αυτή την απόφαση-τορπίλη αλλά και οι μεγάλες τράπεζες που, μετά από χρόνια διαπραγματεύσεων, δεν θα πάρουν τα λεφτά τους. Να γιατί ήταν αδύνατον, όπως έγραφα πιο πάνω, να συμφωνήσει η κυβέρνηση της Αργεντινής με αυτή την απόφαση: Μια τέτοια υποχώρηση θα εξόργιζε ακόμα περισσότερο τις μεγάλες τράπεζες οι οποίες θα απαιτούσαν κι εκείνες πλήρη αποπληρωμή των ομολόγων τους.
Τι σημαίνει η σημερινή, νέα «χρεοκοπία» για την Αργεντινή;
Για το κράτος της Αργεντινής δεν σημαίνει πολλά. Έτσι κι αλλιώς, η Αργεντινή δεν δανείζεται από τις διεθνείς χρηματαγορές από το 2001. Αν και θα ήθελε να επιστρέψει σε αυτές, και το σημερινό αδιέξοδο αναβάλλει αυτή την «επιστροφή», δεν θα αλλάξει κάτι στα δημοσιονομικά του αργεντίνικου κράτους, το οποίο 13 χρόνια τώρα έχει μάθει να επιβιώνει εκτός αγορών. Αν υπάρξει αρνητικός αντίκτυπος, αυτός θα αφορά ιδιωτικές αργεντίνικες εταιρείες που ίσως αναγκαστούν να πληρώνουν υψηλότερο επιτόκιο για χρήματα που δανείζονται στο εξωτερικό, λόγω της κακής ψυχολογίας που δημιουργεί όλη αυτή η «υπόθεση». Σε μια περίοδο που προδιαγράφεται όλο και πιο δύσκολη για την Λατινική Αμερική, κάτι τέτοιο δεν βοηθά το σύνολο της αργεντίνικης οικονομίας.
Τι σημαίνει για τη διεθνή οικονομία;
Το ΔΝΤ παρακολουθεί όλο αυτό το δράμα, το οποίο εξελίσσεται στην Νέα Υόρκη, με αγωνία και θυμό. Γνωρίζει καλά πως πολλών χωρών το δημόσιο χρέος είναι μη βιώσιμο, σε όλο τον κόσμο, και πως, ως μη βιώσιμο, θα κουρευτεί. Για την ακρίβεια, το ΔΝΤ (ορθώς σκεπτόμενο) προωθεί τέτοια κουρέματα ως τον μόνο τρόπο να επανα-ισορροπήσει η διεθνής οικονομία. Σε αυτό το πλαίσιο, η απόφαση του δικαστηρίου της Ν. Υόρκης να συνταχθεί στο πλευρό των «αρπακτικών» προκαλεί έντονη ανησυχία, καθώς προϊδεάζει για μελλοντικές προσπάθεις των «αρπακτικών» να τορπιλίσουν συμφωνίες αναδιάρθρωσης χρέους μεταξύ των κρατών και των δανειστών τους. Εν ολίγοις, το εν λόγω αμερικανικό δικαστήριο κινδυνεύει να αποσταθεροποιήσει τη διεθνή οικονομία. Έτσι τουλάχιστον πιστεύουν στο ΔΝΤ και αλλού.
Και η Αμερική;
Στο μεταξύ, στις ΗΠΑ η κουβέντα έχει ανάψει. Οι μεγάλες τράπεζες νιώθουν να υπονομεύονται από τα δικά τους τα δικαστήρια, τα οποία αποφαίνονται υπέρ των «αρπακτικών». Στις συζητήσεις μου επί του θέματος με αμερικανούς αξιωματούχους, τους προηγούμενους μήνες, ήρθα αντιμέτωπος με μια ενδιαφέρουσα άποψη. Όταν τους ρώτησα, με έντονη κριτική διάθεση απέναντι στον συγκεκριμένο αμερικανό δικαστή, πώς είναι δυνατόν ένας δικαστής να υπονομεύει τις διαπραγματεύσεις για την αναδιάρθρωση χρέους μιας μεγάλης χώρας και των μεγαλύτερων τραπεζών στον κόσμο, έλαβα την εξής ενδιαφέρουσα απάντηση:
«Ο εν λόγω δικαστής προσέφερε στην κυβέρνηση μια καλή υπηρεσία. Δεν είναι ότι συντάσσεται ο ίδιος με τα αρπακτικά ταμεία. Απλά, ο δικαστής στέλνει ένα μήνυμα, μια προειδοποίηση, στην Ουάσινγκτον, ότι το αμερικανικό δίκαιο χωλαίνει – ότι είναι γραμμένο με τρόπο που ευννοεί αυτές τις ύπουλες στρατηγικές των αρπακτικών. Είναι σαν να λέει στο νομοθετικό σώμα ότι πρέπει να αλλάξουν τον νόμο. Αν έπαιρνε το μέρος της Αργεντινής σε αυτή την περίπτωση, θα παραβίαζε, κατά την γνώμη του, τον νόμο μια φορά αλλά την επόμενη φορά, άλλος δικαστής, θα συντασσόταν με τα αρπακτικά. Ώρα λοιπόν να αλλάξει το αμερικανικό πτωχευτικό δίκαιο όσον αφορά ξένα κρατικά ομόλογα τα οποία υπόκεινται στο αμερικανικό δίκαιο».
Ίδωμεν αν η Ουάσινγκτον θα αλλάξει τον νόμο με τρόπο που να αφαιρεί από τα «αρπακτικά» το δικαίωμα να τορπιλίζουν λογικές συμφωνίες όπως η προκείμενη μεταξύ Αργεντινής και τραπεζών.
Και η Ελλάδα;
Στο πλαίσιο του κάκιστης ποιότητας δημόσιου διαλόγου στην Ελλάδα, ακούω να φωνάζουν κάποιοι: «Είδατε τι θα γινόταν το 2010 αν κάναμε στάση πληρωμών; Αργεντινή θα γινόμασταν. Θα μας έτρεχαν τα «αρπακτικά ταμεία» στα δικαστήρια της Ν. Υόρκης».
Πρόκειται είτε για άγνοια είτε για ηθελημένη γελοιότητα: Τα ελληνικά κρατικά ομόλογα το 2010 ήταν, ως επί το πλείστον, γραμμένα σε όρους ελληνικού Δικαίου και, ως εκ τούτου, τα αμερικανικά και βρετανικά δικαστήρια δεν θα δεχόντουσαν να συζητήσουν καν αγωγές από «αρπακτικά ταμεία», τα οποία θα έπρεπε να καταφύγουν στα ελληνικά δικαστήρια (όπου βέβαια δεν θα είχαν καμιά τύχη). Η τραγωδία μας ήταν ότι δεν κάναμε το 2010 στάση πληρωμών και δεν προκαλέσαμε την αναδιάρθρωση του χρέους μας πριν λάβουμε νέα δάνεια. Ακόμα χειρότερα, όταν ήρθε η αναδιάρθρωση του 2012 (το PSI), με δική μας πρωτοβουλία, τα νέα ομόλογα που εκδώσαμε (προς ανταλλαγή με τα παλιά) εκδόθηκαν σε όρους βρετανικού δικαίου. Άρα, μόνο από το 2012 και μετά γίναμε και εμείς υποχείρια των «αρπακτικών ταμείων», ευτυχώς μόνο όσον αφορά το 10% του χρέους μας – καθώς το υπόλοιπο είναι στα χέρια της τρόικας και, συνεπώς, εκτός του πεδίου δόξας των «αρπακτικών». Το ζητούμενο είναι, εδώ που φτάσαμε, μια αναδιάρθρωση όχι μόνο των χρεών αυτών αλλά και, παράλληλα, των τεραστίων, εν δυνάμει, ζημιών των τραπεζών «μας». Αλλά αυτό είναι μια άλλη ιστορία...
Αυτή η ιστορία, και η έως τώρα εξέλιξή της, έχει πολύ μεγαλύτερη σημασία για τη διεθνή οικονομία παρά για την ίδια την Αργεντινή (και πολύ λιγότερο, έως καθόλου, για εμάς). Ας ξεκινήσουμε όμως με την προϊστορία του σημερινού περιστατικού.
Προϊστορία
Το 2001 η Αργεντινή χρεοκόπησε. Πολύ απλά, το κράτος δεν είχε τα χρήματα, και δεν έβρισκε τα νέα δανεικά, που χρειαζόταν για να αποπληρώσει 100 δισ. δολάρια δημόσιου χρέους. Προέβη σε στάση πληρωμών, υποτίμησε το νόμισμά της, είδε το ένα τέταρτο του ΑΕΠ της να εξανεμίζεται, όμως μέσα σε δύο χρόνια (με τη βοήθεια της αυξημένης ζήτησης για τις εξαγωγές της από την Κίνα) βρέθηκε να αναπτύσσεται εντυπωσιακά – βλ. το γράφημα το οποίο καταγράφει το κατά κεφαλή ΑΕΠ της χώρας σε δολάρια.
Από το 2002 και μετά, οι δανειστές της ξεκίνησαν διαπραγματεύσεις με την αργεντίνικη κυβέρνηση ώστε να διευθετηθούν τα παλιά χρέη. Οι μεγάλες τράπεζες (κυρίως αμερικανικές και ισπανικές) τελικά τα βρήκαν με το Μπουένος Άιρες και συμφώνησαν σε μερική πληρωμή των χρεών εκείνων, με όρους αρκετά συμφέροντες για τις τράπεζες.
Εκεί όμως που ήταν όλοι έτοιμοι για να κλείσει το θέμα, με την καταβολή των συμφωνημένων ποσών από το κράτος της Αργεντινής προς τις μεγάλες τράπεζες, έκαναν την εμφάνισή τους τα «αρπακτικά ταμεία». Γιατί ονομάζονται «αρπακτικά» αυτά τα ταμεία; Πρόκειται για hedge funds τα οποία, όλον τον καιρό που γίνονταν οι διαπραγματεύσεις μεταξύ τραπεζών και κυβέρνησης, αγόραζαν κάποια από τα παλιά ομόλογα της Αργεντινής, σε τιμές λιγότερες από το 5% της ονομαστικής τους αξίας (π.χ. $2 ή $3 για ένα ομόλογο αξίας $100 ή και $1000), με σκοπό να τορπιλίσουν τις διαπραγματεύσεις. Πώς τις τορπίλισαν; Πηγαίνοντας σε δικαστήριο της Νέας Υόρκης (καθώς τα ομόλογα αυτά ήταν «γραμμένα» σε όρους του Δικαίου των ΗΠΑ) και απαιτώντας από το δικαστήριο να εκδόσει απαγόρευση αποπληρωμής των μεγάλων τραπεζών (στο πλαίσιο της συμφωνίας των τελευταίων με την Αργεντινή για μερική αποπληρωμή των χρεών της τελευταίας) αν πρώτα δεν εισπράξουν οι ίδιοι το 100% της αξίας των ομολόγων που είχαν αγοράσει.
Πιο απλά, ας πάρουμε μια τράπεζα, π.χ. την Bank of America που είχε δανείσει στην Αργεντινή $100 και η οποία, μετά τις διαπραγματεύσεις θα λάμβανε από την Αργεντινή $40. Έρχεται το «αρπακτικό ταμείο», το οποίο κατέχει κι αυτό ομόλογο αξίας $100, το οποίο το αγόρασε προς $2, και απαιτεί να μην πληρωθεί η Bank of America τα $40 που έχει λαμβάνειν αν το ίδιο δεν πάρει... $100. Όπερ και αποφάσισε ότι πρέπει να γίνει το δικαστήριο της Νέας Υόρκης.
Η Αργεντινή απάντησε στην απόφασή αυτή προσφέροντας στα «αρπακτικά ταμεία» τους ίδιους όρους που συμφώνησε με τις μεγάλες τράπεζες: να δώσει και σε αυτούς $40 για το ομόλογο που είχαν αγοράσει προς $2. «Όχι!», ούρλιαξαν τα «αρπακτικά ταμεία». «Απαιτούμε $100!» Και πάλι ο αμερικανός δικαστής συμφώνησε μαζί τους.
Όπως καταλαβαίνετε, δεν έγιναν έξαλλοι μόνο οι πολίτες της Αργεντινής με αυτή την απόφαση-τορπίλη αλλά και οι μεγάλες τράπεζες που, μετά από χρόνια διαπραγματεύσεων, δεν θα πάρουν τα λεφτά τους. Να γιατί ήταν αδύνατον, όπως έγραφα πιο πάνω, να συμφωνήσει η κυβέρνηση της Αργεντινής με αυτή την απόφαση: Μια τέτοια υποχώρηση θα εξόργιζε ακόμα περισσότερο τις μεγάλες τράπεζες οι οποίες θα απαιτούσαν κι εκείνες πλήρη αποπληρωμή των ομολόγων τους.
Τι σημαίνει η σημερινή, νέα «χρεοκοπία» για την Αργεντινή;
Για το κράτος της Αργεντινής δεν σημαίνει πολλά. Έτσι κι αλλιώς, η Αργεντινή δεν δανείζεται από τις διεθνείς χρηματαγορές από το 2001. Αν και θα ήθελε να επιστρέψει σε αυτές, και το σημερινό αδιέξοδο αναβάλλει αυτή την «επιστροφή», δεν θα αλλάξει κάτι στα δημοσιονομικά του αργεντίνικου κράτους, το οποίο 13 χρόνια τώρα έχει μάθει να επιβιώνει εκτός αγορών. Αν υπάρξει αρνητικός αντίκτυπος, αυτός θα αφορά ιδιωτικές αργεντίνικες εταιρείες που ίσως αναγκαστούν να πληρώνουν υψηλότερο επιτόκιο για χρήματα που δανείζονται στο εξωτερικό, λόγω της κακής ψυχολογίας που δημιουργεί όλη αυτή η «υπόθεση». Σε μια περίοδο που προδιαγράφεται όλο και πιο δύσκολη για την Λατινική Αμερική, κάτι τέτοιο δεν βοηθά το σύνολο της αργεντίνικης οικονομίας.
Τι σημαίνει για τη διεθνή οικονομία;
Το ΔΝΤ παρακολουθεί όλο αυτό το δράμα, το οποίο εξελίσσεται στην Νέα Υόρκη, με αγωνία και θυμό. Γνωρίζει καλά πως πολλών χωρών το δημόσιο χρέος είναι μη βιώσιμο, σε όλο τον κόσμο, και πως, ως μη βιώσιμο, θα κουρευτεί. Για την ακρίβεια, το ΔΝΤ (ορθώς σκεπτόμενο) προωθεί τέτοια κουρέματα ως τον μόνο τρόπο να επανα-ισορροπήσει η διεθνής οικονομία. Σε αυτό το πλαίσιο, η απόφαση του δικαστηρίου της Ν. Υόρκης να συνταχθεί στο πλευρό των «αρπακτικών» προκαλεί έντονη ανησυχία, καθώς προϊδεάζει για μελλοντικές προσπάθεις των «αρπακτικών» να τορπιλίσουν συμφωνίες αναδιάρθρωσης χρέους μεταξύ των κρατών και των δανειστών τους. Εν ολίγοις, το εν λόγω αμερικανικό δικαστήριο κινδυνεύει να αποσταθεροποιήσει τη διεθνή οικονομία. Έτσι τουλάχιστον πιστεύουν στο ΔΝΤ και αλλού.
Και η Αμερική;
Στο μεταξύ, στις ΗΠΑ η κουβέντα έχει ανάψει. Οι μεγάλες τράπεζες νιώθουν να υπονομεύονται από τα δικά τους τα δικαστήρια, τα οποία αποφαίνονται υπέρ των «αρπακτικών». Στις συζητήσεις μου επί του θέματος με αμερικανούς αξιωματούχους, τους προηγούμενους μήνες, ήρθα αντιμέτωπος με μια ενδιαφέρουσα άποψη. Όταν τους ρώτησα, με έντονη κριτική διάθεση απέναντι στον συγκεκριμένο αμερικανό δικαστή, πώς είναι δυνατόν ένας δικαστής να υπονομεύει τις διαπραγματεύσεις για την αναδιάρθρωση χρέους μιας μεγάλης χώρας και των μεγαλύτερων τραπεζών στον κόσμο, έλαβα την εξής ενδιαφέρουσα απάντηση:
«Ο εν λόγω δικαστής προσέφερε στην κυβέρνηση μια καλή υπηρεσία. Δεν είναι ότι συντάσσεται ο ίδιος με τα αρπακτικά ταμεία. Απλά, ο δικαστής στέλνει ένα μήνυμα, μια προειδοποίηση, στην Ουάσινγκτον, ότι το αμερικανικό δίκαιο χωλαίνει – ότι είναι γραμμένο με τρόπο που ευννοεί αυτές τις ύπουλες στρατηγικές των αρπακτικών. Είναι σαν να λέει στο νομοθετικό σώμα ότι πρέπει να αλλάξουν τον νόμο. Αν έπαιρνε το μέρος της Αργεντινής σε αυτή την περίπτωση, θα παραβίαζε, κατά την γνώμη του, τον νόμο μια φορά αλλά την επόμενη φορά, άλλος δικαστής, θα συντασσόταν με τα αρπακτικά. Ώρα λοιπόν να αλλάξει το αμερικανικό πτωχευτικό δίκαιο όσον αφορά ξένα κρατικά ομόλογα τα οποία υπόκεινται στο αμερικανικό δίκαιο».
Ίδωμεν αν η Ουάσινγκτον θα αλλάξει τον νόμο με τρόπο που να αφαιρεί από τα «αρπακτικά» το δικαίωμα να τορπιλίζουν λογικές συμφωνίες όπως η προκείμενη μεταξύ Αργεντινής και τραπεζών.
Και η Ελλάδα;
Στο πλαίσιο του κάκιστης ποιότητας δημόσιου διαλόγου στην Ελλάδα, ακούω να φωνάζουν κάποιοι: «Είδατε τι θα γινόταν το 2010 αν κάναμε στάση πληρωμών; Αργεντινή θα γινόμασταν. Θα μας έτρεχαν τα «αρπακτικά ταμεία» στα δικαστήρια της Ν. Υόρκης».
Πρόκειται είτε για άγνοια είτε για ηθελημένη γελοιότητα: Τα ελληνικά κρατικά ομόλογα το 2010 ήταν, ως επί το πλείστον, γραμμένα σε όρους ελληνικού Δικαίου και, ως εκ τούτου, τα αμερικανικά και βρετανικά δικαστήρια δεν θα δεχόντουσαν να συζητήσουν καν αγωγές από «αρπακτικά ταμεία», τα οποία θα έπρεπε να καταφύγουν στα ελληνικά δικαστήρια (όπου βέβαια δεν θα είχαν καμιά τύχη). Η τραγωδία μας ήταν ότι δεν κάναμε το 2010 στάση πληρωμών και δεν προκαλέσαμε την αναδιάρθρωση του χρέους μας πριν λάβουμε νέα δάνεια. Ακόμα χειρότερα, όταν ήρθε η αναδιάρθρωση του 2012 (το PSI), με δική μας πρωτοβουλία, τα νέα ομόλογα που εκδώσαμε (προς ανταλλαγή με τα παλιά) εκδόθηκαν σε όρους βρετανικού δικαίου. Άρα, μόνο από το 2012 και μετά γίναμε και εμείς υποχείρια των «αρπακτικών ταμείων», ευτυχώς μόνο όσον αφορά το 10% του χρέους μας – καθώς το υπόλοιπο είναι στα χέρια της τρόικας και, συνεπώς, εκτός του πεδίου δόξας των «αρπακτικών». Το ζητούμενο είναι, εδώ που φτάσαμε, μια αναδιάρθρωση όχι μόνο των χρεών αυτών αλλά και, παράλληλα, των τεραστίων, εν δυνάμει, ζημιών των τραπεζών «μας». Αλλά αυτό είναι μια άλλη ιστορία...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου