Ο Κ. Σημίτης, η τρομοκρατία και οι... Κλουζώ
Κουτσοκώστας Γιάννης
«Στη χώρα δεν υπάρχουν πια ή περιορίζονται ή κινδυνεύουν τα δικαιώματα τα οποία έχουν οι πολίτες σε όλον τον ευρωπαϊκό χώρο. H δολοφονική απόπειρα (εναντίον του Λ. Παπαδήμου) δείχνει ότι στη χώρα επικρατεί μια θλιβερή κατάσταση: Αυτοί που κάνουν καλά τη δουλειά τους, αυτοί που φροντίζουν για τη χώρα, γίνονται στόχος». Είναι λόγια του πρώην πρωθυπουργού Κώστα Σημίτη, από τον Ευαγγελισμό, όπου νοσηλεύεται ο κ. Παπαδήμος. Μάλιστα.
Θα μπορούσε να αποδώσει κανείς αυτή τη δήλωση στη φόρτιση του πρώην πρωθυπουργού και στην εύλογη αγωνία του για την κατάσταση της υγείας του άλλοτε στενού του συνεργάτη. Θα μπορούσε και θα ήταν απολύτως σεβαστή ακόμα και αν ήταν εν θερμώ. Θα ήταν και δικαιολογημένη αν δεν συνοδευόταν από αφορισμούς.
Όμως δεν ήταν. Ο Κ. Σημίτης συνήθως προσέχει τα λόγια του και σπάνια αντιδρά εν θερμώ. Αυτή τη φορά δεν το έκανε, γι’ αυτό και προκάλεσε εντύπωση η γενίκευση που επιχείρησε από το προαύλιο του Ευαγγελισμού λέγοντας ότι «...στη χώρα επικρατεί μια θλιβερή κατάσταση» και ότι «δεν υπάρχουν δικαιώματα». Αν ξαναδιάβαζε τη δήλωσή του, πιθανόν να τη διόρθωνε κιόλας. Όμως δεν το έκανε.
Η «...θλιβερή κατάσταση»
Όντως στη χώρα επικρατεί μια «θλιβερή κατάσταση» αλλά όχι για τους λόγους που επικαλείται ο Κ. Σημίτης. Το θλιβερόν του πράγματος δεν είναι ότι στην Ελλάδα δεν υπάρχουν πια δικαιώματα ούτε ότι στοχοποιούνται αυτοί που φροντίζουν για τη χώρα. Το θλιβερόν του πράγματος είναι ότι υπάρχουν και δρουν τρομοκρατικές ομάδες, που απειλούν ζωές και υπονομεύουν τη δημοκρατική ομαλότητα.
Είναι όμως επίσης θλιβερό ένας πρώην πρωθυπουργός, ο οποίος, αν και γνωρίζει πρόσωπα, γεγονότα και καταστάσεις, διολισθαίνει με τόση ευκολία στην πρακτική της μικροκομματικής εκμετάλλευσης μιας δολοφονικής επίθεσης, που αυτονοήτως καταδικάζεται από όλους. Ενώ έχει ιδίαν πείραν, δείχνει να μην θυμάται.
Ξεχνά για παράδειγμα ότι, είτε ως πρωθυπουργός είτε ως κορυφαίος υπουργός των τότε κυβερνήσεων, κλήθηκε να αντιμετωπίσει τέσσερις δολοφονίες και τουλάχιστον τέσσερις βαριές βομβιστικές επιθέσεις από τα χέρια των τρομοκρατών της «17 Ν»: τη δολοφονία του Μ. Βρανόπουλου (24.1.1994), τη δολοφονία του Τούρκου διπλωμάτη Ομέρ Σιπαχίογλου (4.7.1994), τη δολοφονία του εφοπλιστή Μ. Περατικού (28.5.1997) και τη δολοφονία του Βρετανού στρατιωτικού ακόλουθου Στ. Σόντερς (8.6.2000). Αλλά και τις βαριές επιθέσεις με ρουκέτες στο Mega (15.3.1995), στην πρεσβεία των ΗΠΑ (15.2.1996), στα γραφεία του ΠΑΣΟΚ (1.4.1999) και στο σπίτι του τότε πρέσβη της Γερμανίας στο Χαλάνδρι (17.4.1999).
Άραγε, χωρίς καμία διάθεση για συγκρίσεις και συμψηφισμούς, πότε ήταν πιο...θλιβερή η κατάσταση στη χώρα, τουλάχιστον σε ό,τι αφορά την τρομοκρατία; Τότε ή τώρα; Όταν έχουν συμβεί όλα αυτά επί των ημερών του, μπορεί ένας πρώην πρωθυπουργός να καταφεύγει σε τέτοιου είδους διαπιστώσεις;
Το «παιχνίδι» των υπαινιγμών
Ασφαλώς η ιστορία θα καταγράψει και θα πιστώσει και στον Κ. Σημίτη ότι το 2002 εξαρθρώθηκε η «17Ν», δεν εξαφανίστηκε όμως η τρομοκρατία στην Ελλάδα. Μετά το 2004 εμφανίστηκε με άλλη μορφή και πήρε νέες διαστάσεις μετά τα γεγονότα του Δεκέμβρη του 2008. Τότε αναγεννήθηκε και όχι το 2015. Οι πάντες το γνωρίζουν αυτό, προφανώς και ο πρώην πρωθυπουργός, ο οποίος δεν απέφυγε τον πειρασμό να... παίξει και αυτός εν θερμώ στο παιχνίδι των εντυπώσεων, των υπαινιγμών και των αφορισμών.
Δυστυχώς δεν ήταν ο μόνος και δεν θα είναι ο τελευταίος. Ένα τμήμα των ΜΜΕ, ευτυχώς μικρότερο από άλλες φορές, «είδε» τη βία των τρομοκρατών ως ευκαιρία για να κατηγορήσει με ανόητους υπαινιγμούς, υπονοούμενα και γελοίους ισχυρισμούς την κυβέρνηση και την Αριστερά ότι -τάχα- ανέχονται ή ακόμα και υποθάλπουν την τρομοκρατία. Και δεν αναφέρομαι στη συνήθως θλιβερή περίπτωση Ψαριανού, ο οποίος αποκάλεσε «ηθικούς αυτουργούς» της επίθεσης στον Λ. Παπαδήμο τον Τσίπρα, τον Παππά και τον Καμμένο, ούτε στις αιχμές του Στ. Θεοδωράκη.
Αναφέρομαι στις γνωστές... ερπύστριες της ενημέρωσής μας αλλά και σε δήθεν σοβαρούς ή σοβαροφανείς πολιτικούς, αναλυτές και δημοσιολόγους, οι οποίοι σαν έτοιμοι από καιρό σκορπάνε δηλητήρια παντού και όποιον πάρει ο χάρος. Κάποιοι φωτογραφίζουν ενόχους για να κρύψουν ενοχές, άλλοι μπλέκουν βόμβες και Μνημόνια και άλλοι ανακαλύπτουν κενά ασφαλείας στη φρούρηση του πρώην πρωθυπουργού και ζητούν κεφάλια.
Υπάρχουν δυστυχώς και αυτοί που δικαιολογούν τον θύτη γιατί δεν συμφωνούν με το θύμα, αλλά και αυτοί που καταλογίζουν ευθύνες σε όσους άσκησαν κατά καιρούς κριτική στον Λ. Παπαδήμο.
Παροξυσμός και ανοησίες
Πρόκειται για απόλυτο παροξυσμό και απύθμενη ανοησία. Πάνω στη δολοφονική βία, στις πληγές και στο σοκ ενός ανθρώπου, όποιος και αν είναι αυτός, να ενοχοποιούνται ιδεολογίες και πολιτικές, να ανταγωνίζονται κομματικές και άλλες επιδιώξεις και να επιχειρείται ενός είδους ξεκαθάρισμα πολιτικών και άλλων λογαριασμών. Να παίζεται εν ολίγοις ένα άθλιο παιχνίδι εξουσίας, χωρίς αρχή και τέλος και κυρίως χωρίς αρχές.
Και όλα αυτά με αφορμή μια τρομοκρατική επίθεση εναντίον ενός πρώην πρωθυπουργού, η οποία είναι εξ ορισμού καταδικαστέα. Γιατί είναι εξ ορισμού επίθεση στη δημοκρατική ομαλότητα. Υπονομεύει την πολιτική, κοινωνική και οικονομική σταθερότητα, δυσκολεύει τη χώρα και την προοπτική της, ειδικά τώρα που βρίσκεται μπροστά σε κρίσιμα διλήμματα και οριακές αποφάσεις. Πλήττει την ίδια την κοινωνία, τις κατακτήσεις των εργαζομένων, τη θέση και τον ρόλο του λαϊκού κινήματος.
Ποτέ στην Ιστορία η ατομική βία δεν λειτούργησε ενισχυτικά ή έστω συμπληρωματικά στο λαϊκό κίνημα και στις διεκδικήσεις του. Αντίθετα το υπονόμευε και τις περισσότερες φορές το καθιστούσε ευάλωτο ακόμα και σε προβοκάτσιες κάθε είδους. Η αστυνομία και η Δικαιοσύνη πρέπει, υποχρεούνται να ξεκαθαρίσουν την υπόθεση, να ρίξουν φως στις σκοτεινές πτυχές της και να οδηγήσουν τους δράστες στο εδώλιο. Είναι δική τους ευθύνη, δεν είναι ευθύνη των... Κλουζώ της πολιτικής και της δημοσιογραφίας.
(gkoutsok@gmail.com)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου