Η ενηλικίωση του ΣΥΡΙΖΑ
Του Κώστα Δουζίνα*
Η εκτίμηση των εκλογών γίνεται κυρίως στο μικροεπίπεδο: τι πήγε λάθος στην επικοινωνιακή πολιτική, γιατί οι οικονομικές ελαφρύνσεις δόθηκαν τόσο αργά, μήπως η αρνητική εκστρατεία δεν βοήθησε. Όλα αυτά και πολλά άλλα επηρέασαν το εκλογικό αποτέλεσμα. Αλλά η ανάλυση που παραμένει στο εμπειρικό -και επιφανειακό- επίπεδο ενός φαινομένου γίνεται πολυπαραγοντική, οι αιτιακές σχέσεις πολλαπλασιάζονται, αιτίες και αποτελέσματα συγχέονται. Είναι χρήσιμη η συζήτηση αλλά για να βγάλουμε μακροπρόθεσμα συμπεράσματα πρέπει να εξετάσουμε τα βαθύτερα αίτια και τα δομικά χαρακτηριστικά της πολιτικής συγκυρίας.
Η υποχώρηση του ΣΥΡΙΖΑ αποτελεί ήττα στο εκλογικό πεδίο αλλά κομβικό σταθμό στην πορεία ενηλικίωσής του. Το κόμμα τού 4% εκτινάχθηκε στο 37% το 2015 αντλώντας ψήφους από τη Νέα Δημοκρατία και το ΠΑΣΟΚ. Αλλά ο ΣΥΡΙΖΑ πέτυχε τις εκλογικές νίκες χωρίς να έχει ιδεολογική ηγεμονία. Η απάντηση σε όσους κατηγορούν τον ΣΥΡΙΖΑ ότι πρόδωσε τις αξίες του είναι πως ο λαός δεν τον ψήφιζε όταν ήταν ένα μικρό αριστερό κόμμα. Οι διαδοχικές νίκες το 2014 και 2015 δεν μπορούν να αποδοθούν αποκλειστικά στα ριζοσπαστικά διαπιστευτήρια του ΣΥΡΙΖΑ. Η νίκη στις εκλογές προέκυψε από την εναντίωση στα Μνημόνια αλλά και στη δυναστική και εξουσιολάγνα λογική της Δεξιάς και του ΠΑΣΟΚ. Η Ελλάδα ψήφισε τη ριζοσπαστική Αριστερά αλλά δεν έγινε πλειοψηφικά αριστερή.
Η πολυσυλλεκτική εκλογική πελατεία του 2015 αποτελούσε σημαντική πρόκληση για τη μακροζωία της κυβέρνησης και την ευημερία του κόμματος. Ήταν ανομοιογενής, εύθραυστη, αποδείχτηκε προσωρινή. Η ψήφος στον ΣΥΡΙΖΑ ήταν περισσότερο μια καταδικαστική ετυμηγορία για τα Μνημόνια παρά μια θετική υιοθέτηση των σοσιαλιστικών ιδανικών. Αυτή η «ανωμαλία» έγινε φανερή το 2014, με την ταυτόχρονη διεξαγωγή των ευρωπαϊκών και αυτοδιοικητικών εκλογών. Ο ΣΥΡΙΖΑ προηγήθηκε με άνεση στις πρώτες αλλά έχασε τους περισσότερους δήμους και περιφέρειες, με σημαντική εξαίρεση την Αττική. Οι αποτυχίες στην Τοπική Αυτοδιοίκηση, στα εργατικά συνδικάτα, τους επαγγελματικούς και φοιτητικούς συλλόγους, ήταν και παραμένουν αποτέλεσμα της περιορισμένης γείωσης του κόμματος στην κοινωνία των πολιτών και τους κοινωνικούς θεσμούς. Ο αντίκτυπος των δεκαετιών διακυβέρνησης από τη Ν.Δ. και το ΠΑΣΟΚ στην Τοπική Αυτοδιοίκηση δεν μπορεί εύκολα να ανατραπεί. Οι δήμαρχοι και οι δημοτικοί σύμβουλοι είναι κοινωνικά εδραιωμένοι, διαθέτουν ένα εκτεταμένο πελατειακό δίκτυο που μοιράζει εργολαβίες και ικανοποιεί χάρες σε τοπικό επίπεδο. Η αποκάλυψη αυτών των δικτύων και της τοπικής μικροδιαφθοράς απαιτεί χρόνο και αποφασιστικότητα. Είναι αναγκαία η αλλαγή νοοτροπίας και συμπεριφορών, όχι η απλή αντικατάσταση μερικών προσώπων.
Το 2015, η έλλειψη κοινωνικής γείωσης συγκαλύφτηκε από τον ούριο άνεμο της αντιμνημονιακής διαχωριστικής γραμμής. Η αριστερή κυβέρνηση δεν κατάφερε όμως να κάνει κυρίαρχες τις ιδέες της Αριστεράς. Οι προτεραιότητες ήταν άλλες. Σίγουρα, ο ΣΥΡΙΖΑ πέτυχε περισσότερα για την κοινωνία από οποιοδήποτε άλλο κόμμα. Η Ελλάδα του 2019 είναι σε ασύγκριτα καλύτερη κατάσταση από αυτήν του 2015. Αλλά οι επιτυχίες στην οικονομική πολιτική, η εμβάθυνση του κοινωνικού κράτους, η αρχή της επιστροφής των απολεσθέντων στη διάρκεια της κρίσης δεν ήταν αρκετές για να καλύψουν την ελλιπή κοινωνική γείωση και την απουσία ηγεμονίας. Έτσι η αναντιστοιχία μεταξύ των αποτελεσμάτων του 2015 και της «κοινής γνώμης» οδήγησε στην υποχώρηση του 2019. Οι κεντροδεξιοί, αλλά όχι οι πασοκογενείς, επέστρεψαν στον φυσικό τους χώρο. 12% των ψηφοφόρων του 2015, ένα 4% του εκλογικού σώματος, γύρισε στο σπίτι τους και δεν μπορέσαμε να τους αντικαταστήσουμε. Έτσι αντιστράφηκε η νίκη των ευρωεκλογών του 2014 και έχουμε χειρότερα αποτελέσματα στις αυτοδιοικητικές εκλογές. Ένα κόμμα δεν μπορεί να διατηρήσει την εκλογική δύναμη στηριγμένο στην αδιαμεσολάβητη σχέση μεταξύ της ηγεσίας και του λαού. Ο γενικός αυτός κανόνας ισχύει ακόμη περισσότερο για την Αριστερά. Η αντιπροσώπευση των εργαζομένων και η έκφραση των ελπίδων τους μπορεί να γίνει μόνο μέσα από μια πυραμιδωτή και δημοκρατική θεσμική οργάνωση.
Εδώ όμως, δίπλα στη σχετική αποτυχία, εμφανίζονται και οι θετικές πλευρές των εκλογών: η ενηλικίωση του ΣΥΡΙΖΑ. Το 24% των ευρωεκλογών αποτελεί την απαρχή του αγώνα για την ιδεολογική ηγεμονία. Ο σκληρός πυρήνας, το ένα τέταρτο των ψηφοφόρων που μπορεί να πλησιάσει το τρίτο όταν προστεθούν οι αριστεροί που δεν πήγαν να ψηφίσουν ή επέλεξαν τη «χαλαρή» ή τιμωρητική ψήφο, είναι ένα σταθερό θεμέλιο για την «επίθεση στον ουρανό». Το αποτέλεσμα των εθνικών εκλογών θα είναι αναμφίβολα καλύτερο, χωρίς να αποκλείεται και κάποιο "θαύμα» ανάλογο με αυτά που άλλαξαν την πολιτική ιστορία το 2015. Το σίγουρο είναι ότι ο ΣΥΡΙΖΑ θα βγει από τις εκλογές ως η πλειοψηφική Αριστερά είτε στο πολιτικό στερέωμα είτε στο σύνολο της κοινωνίας. Ο ΣΥΡΙΖΑ θα είναι το νέο ΠΑΣΟΚ αλλά όχι με την κοινότοπη ερμηνεία περί δήθεν «πασοκοποίησής» του. Η ριζοσπαστική Αριστερά θα είναι το κυρίαρχο κόμμα του νέου διπολισμού.
Μια πλειάδα αντιφάσεων
Πώς θα χτίσουμε στο σταθερό θεμέλιο του 2019 για να πετύχουμε την ιδεολογική ηγεμονία; Η απόκτηση κοινωνικής γείωσης, η ανακοπή της κυριαρχίας ατομοκεντρικών συμπεριφορών, απόρροιες της καπιταλιστικής βιοπολιτικής, και η αντιστροφή των δεξιόστροφων ιδεολογιών αποτελούν τον μεσο-μακροπρόθεσμο στόχο. Πολιτικά, η εμπειρία της διακυβέρνησης και των προβλημάτων που αντιμετώπισε δίνουν το πιο σημαντικό μάθημα. Θα έλεγα ότι βασικό της χαρακτηριστικό ήταν οι αντιφάσεις.
Η μεγαλύτερη ήταν μεταξύ της αριστερής ιδεολογίας και των πολιτικών λιτότητας που επιβλήθηκαν από τους δανειστές. Η αντίφαση πήρε συγκεκριμένες μορφές. Εμφανίστηκε όταν η ιδεολογία των υπουργών ήρθε σε σύγκρουση με τις πολιτικές που τους επιβλήθηκαν. Οι αντιφάσεις επεκτάθηκαν στις σχέσεις μεταξύ κυβέρνησης και κόμματος. Οι τοπικές οργανώσεις αποτελούν την κοινοτική έκφραση του κόμματος, τα παρακλάδια και τις εκδηλώσεις ενός «συλλογικού» διανοούμενου. Το κόμμα δεν είναι «γραφείο ευρέσεως εργασίας», σε αντίθεση με τα συστημικά, και δεν έγινε τέτοιο. Παρενέβαινε στην κυβέρνηση όταν διακυβεύονταν θεμελιώδεις αξίες ή όταν θίγονταν τα συμφέροντα μιας μεγάλης μερίδας του πληθυσμού. Αλλά, ταυτόχρονα, η κυβέρνηση έπρεπε να συμβουλεύεται το κόμμα και τους βουλευτές του, να αφουγκράζεται τις αγωνίες και τις προσδοκίες των πολιτών. Αυτό συχνά δεν γινόταν και έτσι η κρίσιμη διαμεσολάβηση κυβέρνησης κοινωνίας και βουλευτών ατόνησε. Παράλληλα, κάποιοι υπουργοί απομακρύνθηκαν ιδεολογικά από το κόμμα. Παρερμήνευσαν την αλλαγή που έφερε η άνοδος στην κυβέρνηση ως αλλαγή καθεστώτος και θέλησαν να καθησυχάσουν τους κατεστημένους φορείς, παραμελώντας τους ψηφοφόρους και την ιδεολογία τους. Η έλλειψη ηγεμονίας έγινε έλλειψη επικοινωνίας. Μη κατανοώντας τη διαφορά μεταξύ εξουσίας και κυβέρνησης πίστεψαν ότι είχαν την εξουσία, ενδυναμώνοντας έτσι τους πραγματικούς κατόχους της.
Οι εντάσεις αυτές επεκτάθηκαν στις σχέσεις με τα κοινωνικά κινήματα. Η νίκη του ΣΥΡΙΖΑ χτίστηκε στη βάση της αντίστασης και του πολιτικού ακτιβισμού. Μετά τις εκλογές, η κοινωνική κινητοποίηση ατόνησε. Η εκλογή μιας κυβέρνησης που υποστηρίζει τα αιτήματα των κοινωνικών κινημάτων επιδρά κατευναστικά. Η εκλογική νίκη αποτελεί την κορύφωση των αντιστάσεων και ο λαός επιστρέφει στο σπίτι του. Αλλά έτσι χάθηκε ο δυναμισμός του δρόμου που προωθεί κοινωνικά αιτήματα και κρατάει την κυβέρνηση σε εγρήγορση.
Το κόμμα πρέπει να μετατρέψει τις ψήφους σε θέσεις στην καρδιά και τον νου των ψηφοφόρων. Πρέπει να γυρίσουμε προς τα πίσω, στην πηγή της επιτυχίας, να συνδυάσουμε το κόμμα με τον δρόμο, την κάλπη με τη λαϊκή κινητοποίηση. Αυτά για αργότερα. Τώρα πρέπει να βγούμε στους δρόμους με ένα καθαρό, θετικό μήνυμα ελπίδας. Κάναμε πολλά, θα κάνουμε περισσότερα. Πρέπει να βάλουμε δίπλα στη βελτίωση της καθημερινότητας το όραμά μας για το μέλλον του τόπου, τη μεταφορά πόρων από το κεφάλαιο στην εργασία και ισχύος από το κράτος στους πολίτες. Ο οικονομισμός των τελευταίων μηνών δεν αρκεί. Έπρεπε να έχουμε μάθει πια ότι δεν είναι μόνο “the economy, stupid”.
Ποια διαχωριστική γραμμή μπορεί να αντικαταστήσει το αντιμνημόνιο; Το τριπλό μέτωπο της αριστερής κυβέρνησης: το ταξικό στις αναδιανεμητικές πολιτικές, το δικαιωματικό-κινηματικό στην προστασία και αναγνώριση δικαιωμάτων και ταυτοτήτων, τέλος, το λαϊκό (οι πολλοί) που περιλαμβάνει μέσα του τα άλλα δύο. Όπως έλεγε ο Χέγκελ, για να εμπεδωθεί μια ριζική αλλαγή, η ιστορία πρέπει να επαναληφθεί. Στις 7 Ιουλίου πάμε για την επανάληψη της ιστορίας όχι ως φάρσας αλλά ως μικρού έπους.
* Ο Κώστας Δουζίνας είναι βουλευτής Α' Πειραιά, πρόεδρος της Διαρκούς Επιτροπής Εθνικής Άμυνας και Εξωτερικών Υποθέσεων, καθηγητής του Πανεπιστημίου του Λονδίνου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου