Παρασκευή 31 Μαΐου 2013

Το ταμπού της δραχμής

Το ταμπού της δραχμής



Εάν η Ελλάδα κατολισθαίνει σήμερα προς τα τάρταρα, δεν είναι μόνη: ακολουθείται κατά πόδας από τις ομοιοπαθείς τής ευρωπαϊκής περιφέρειας, αλλά και του ευρωπαϊκού κέντρου.

Το ελληνικό πειραματόζωο σύρει ολόκληρη την Ευρωζώνη, της Γερμανίας συμπεριλαμβανομένης. Το «ενάρετο» υπόδειγμα ανταγωνιστικότητας, που η τελευταία επιβάλλει στους εταίρους της, αποφέρει περιστολή επενδύσεων και επιβράδυνση κάθε παραγωγικότητας, ακόμη και στην ίδια. Παρά τα πλεονάσματά του, το γερμανικό υπόδειγμα δεν δημιουργεί πρόσθετη απασχόληση, απλώς κατανέμει την υπάρχουσα και συρρικνούμενη σε πλείονες και με χαμηλότερες αμοιβές, ώστε 8 εκατομμύρια Γερμανών εργαζομένων βιώνουν κάτω από το όριο της φτώχειας. Η γερμανική «ανταγωνιστικότητα» δεν οφείλεται σε «θαύμα», αλλά στη μονομερή και αθέμιτη έναντι εταίρων καθήλωση μισθών.


Η επιλογή αυτή δεν ενισχύει την Ευρώπη, αλλά την αποσταθεροποιεί. Η άνιση ανταγωνιστικότητα μεταξύ εταίρων δεν οφείλεται τόσο στην παραγωγική υπεροχή της Γερμανίας, όσο κυρίως στην αντισυνεταιρική, εχθρική, αντι-ευρωπαϊκή μονομερή καθήλωση του εργασιακού κόστους σε αυτή τη χώρα. Αυτό επισημάνθηκε έγκυρα από τον Χάινερ Φλάσμπεκ, στέλεχος των Ηνωμένων Εθνών. Ωστόσο, πόσο τεκμηριωμένο είναι το συμπέρασμα μέρους της γερμανικής Αριστεράς (Linke), ότι αφού η Γερμανία δεν δέχεται αυξήσεις μισθών ούτε επέκταση εσωτερικής ζήτησης κατ' αναλογία των πλεονασμάτων της, το ευρώ πρέπει να διαλυθεί και οι χώρες να επιστρέψουν στα εθνικά νομίσματά τους; Εάν η γερμανική Αριστερά προεξοφλεί ότι οι μισθοί και η γερμανική ζήτηση δεν θα βελτιωθούν ποτέ, τότε πριν από το ευρώ υποθηκεύεται πρωτίστως το δικό της μέλλον, ως πολιτικής δύναμης. Εάν, αντιθέτως, οι κοινωνικοί αγώνες αναζωπυρώνονται, όπως σήμερα στη Γερμανία, και οι εργατικές διεκδικήσεις δικαιώνονται, έστω και μερικώς, τότε πόσο πειστικό είναι το συμπέρασμα ότι το ευρώ δεν διασώζεται και οφείλει να διαλυθεί;

Εκτός αυτού, η επέκταση της γερμανικής ζήτησης δεν συνιστά μοναδική προϋπόθεση για τη διάσωση του ευρώ. Θα πρέπει ακόμη τα πλεονάσματα που η Γερμανία αποσπά από την Ευρωζώνη να ανακυκλώνονται σε αυτήν, ώστε να μην αποδυναμώνεται εξ αιτίας τους το ευρω-σύνολο. Προς τούτο, επιβάλλονται στην Ευρωζώνη σταθεροποιητικοί μηχανισμοί μεταβιβάσεων πόρων, που διέπουν κάθε νομισματική περιοχή του κόσμου, όπως ΗΠΑ, Καναδά, Γερμανία, μεταξύ δυτικής και ανατολικής πλευράς, ανεξάρτητα από κάθε απόκλιση ανταγωνιστικότητος μεταξύ των περιφερειών του κοινού νομίσματος. Μέχρι σήμερα, η Γερμανία υπεκφεύγει από τις ευρωπαϊκές υποχρεώσεις της, επιρρίπτοντας ολόκληρο το κόστος προσαρμογής της Ευρωζώνης στους αδύναμους εταίρους, που εξ ορισμού δεν διαθέτουν περιθώρια, με συνέπεια την περαιτέρω αποσταθεροποίηση του συνόλου. Ο κυρίως επωφελούμενος από το κοινό νόμισμα θα όφειλε να προσφέρει προς σταθεροποίησή του το μέγιστο μέρος των θυσιών, όχι το ελάχιστο.

Η δυστροπία της Γερμανίας να αναλάβει το κόστος που της αναλογεί τροφοδοτεί δύο ειδών αντιδράσεις: αφ' ενός, η γερμανική «ριζοσπαστική Δεξιά», που διεκδικεί εγκατάλειψη του κοινού νομίσματος, αφού το θεωρεί επιζήμιο για τη χώρα λόγω των ευρωπαϊκών υποχρεώσεων που αυτό συνεπάγεται. Αφ' τέρου, κάποιοι από την ελληνική και γερμανική «ριζοσπαστική Αριστερά», που συμπλέουν με την πρώτη, διεκδικώντας επιστροφή στα εθνικά νομίσματα, προς προστασία του Γερμανού φορολογουμένου.

Ωστόσο, το παράδειγμα της Αργεντινής δεν εφαρμόζεται στην Ελλάδα. Πρώτον, με την υποτίμηση του πέσο, η μακρινή χώρα δεν απεμπόλησε δικαιώματα που θα είχε εάν μετείχε σε νομισματική ένωση. Δεύτερον, οπωσδήποτε η αποσύνδεση από το δολάριο και η υποτίμηση ήταν γι' αυτήν μονόδρομος, αφού δεν υπήρχε εναλλακτική επιλογή. Τρίτον, έπειτα από 12ετία, η δυσπραγία παραμένει και επιδεινώνεται: οι μισθοί φυτοζωούν στο όριο της φτώχειας, ο πληθωρισμός στο 25%, οι εξαγωγές και η ανάπτυξη σε βίαιη πτώση. Τέταρτον, τις ιδιωτικοποιήσεις του 1990-2000 διαδέχονται σήμερα εθνικοποιήσεις, ωστόσο η χώρα παραμένει μέχρι σήμερα εκτός αγορών, αλλά και σε αχρησία του εκδοτικού προνομίου, αφού αυτό θα επιδείνωνε τον πληθωρισμό.

Για την Ελλάδα, ο πειρασμός της δραχμής θα είχε βάση, μόνον ως έσχατη επιλογή, όταν όλες οι άλλες έχουν οριστικά αποκλεισθεί. Ακόμη χειρότερα, ο αποκλεισμός από το ευρώ επισείεται από την εθνικιστική γερμανική ακροδεξιά ως κύρωση, προκειμένου να αθετηθούν οι γερμανικές υποχρεώσεις προς σταθεροποίηση της Ευρωζώνης. Η κύρωση επισείεται επίσης εν ονόματι της πειθαρχίας στο γερμανικό δόγμα. Ωστόσο, σε κάθε περίπτωση, η αποβολή από το ευρώ θα ήταν πιθανή συνέπεια της απείθειας και της επιλογής διαφορετικής οικονομικής οδού και θα συνιστούσε εκβιαστική απειλή για τον αποβαλλόμενο. Είναι πρωθύστερο και παράδοξο σήμερα να διεκδικεί η αδύναμη χώρα με δική της πρωτοβουλία την «τιμωρία» της για κάποιο αβέβαιο «εναλλακτικό» πρόγραμμα, που δεν έχει ακόμη εφαρμοσθεί ούτε καν εκπονηθεί, αλλά και ούτε καν, ακόμη λιγότερο, εγκριθεί από το λαό της. 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου