Τι ζούμε!
του Αλέξανδρου Ντερπούλη
Δεν ξέρω πού μας πάει αυτός δρόμος. Αυτή η κυβέρνηση. Αυτοί οι πολιτικοί και οι «παράγοντες» που μας κατευθύνουν. Μας αρέσει πολύ να λέμε και να σκεφτόμαστε ότι μπορούμε να κάνουμε ό,τι θέλουμε και ότι είμαστε κύριοι των επιλογών και των πράξεών μας. Όμως κάθε άλλο παρά αυτό συμβαίνει. Ακόμα κι αν αρνιόμαστε να παρακολουθήσουμε τα τεκταινόμενα, εξακολουθούμε να ζούμε σε μια χώρα σε σήψη και είμαστε «υποχρεωμένοι» να υποκύπτουμε στους νόμους, στα νομοσχέδια, στις αποφάσεις ανθρώπων, που στα καίρια πόστα που βρίσκονται και στα πιο νευραλγικά, δεν έχουν καν ψηφισθεί από το λαό αλλά έχουν διορισθεί από μια συγκυβέρνηση, που ένα μεγάλο μέρος της δεν έχει πια την αποδοχή του ελληνικού λαού.
Παρ’ όλα αυτά συνεχίζει να υφίσταται, να νομοθετεί και να αποφασίζει σα να ήταν αυτοδύναμα ψηφισμένη κυβέρνηση. Και αντί να αυτενεργήσει κάποιος σοβαρός πολιτικός και να κινήσει διαδικασίες για το δικαστήριο της Χάγης να κηρύξει παράνομη αυτή την κυβέρνηση, αν αυτό είναι εφικτό, και να προκληθούν εκλογές, κάθονται φιλάρεσκα στα πολύτιμα έδρανα της βουλής και κάνουν μομφές εναντίον αυτής της παράνομης κυβέρνησης, μομφές που από πριν ξέρουν ότι θα αποτύχουν. Και δεν καταλαβαίνω επακριβώς την σκοπιμότητα αυτής της πράξης, πέρα από μικροπολιτικές σκοπιμότητες παραπλάνησης.
Και μέχρι τότε βλέπουμε και παρακολουθούμε να παίζεται στην πλάτη μας, ένα γελοίο παιχνίδι αρένας ανάμεσα σε υπουργούς υγείας και προέδρους φαρμακοποιών, αρτοποιών κτηνοτρόφων και δεν ξέρω ακόμα σε πόσους προέδρους, αφού αυτή η χώρα αρέσκεται να δημιουργεί προέδρους και όχι πραγματικούς εργάτες.
Συνεχίζουμε να παρακολουθούμε εκπομπές, τάχα μου, λόγου σε όλα τα τηλεοπτικά κανάλια, αλλά αυτό που παρακολουθούμε είναι εκπομπές μονολόγου, αφού ο καθένας μιλά για ό,τι θέλει και ό,τι τον συμφέρει χωρίς να ακούει τον συνομιλητή του. Η στημένη τηλεοπτική αρένα με πολιτικούς, ιθύνοντες και κοινό δεν πείθει κανέναν πια, τόσο που σκέφτομαι ότι πολλές φορές οι δημοσιογράφοι περνούν από casting το κοινό που θα παραστεί, το οποίο δεν θα δυσκολέψει τους καλεσμένους ομιλητές είτε εξαιτίας άγνοιας είτε δυσκολίας έκφρασης. Κι αν κάποτε συμβεί κάποιος να φέρει σε δύσκολη θέση πολιτικούς που φιλοξενούνται, τότε του αφαιρείται ο λόγος με το άλλοθι της αγένειας και του μη σεβασμού στον καλεσμένο. Λες και ο πολιτικός που φιλοξενείται στην εκπομπή έχει σεβαστεί το λαό και υπήρξε πάντα ευγενής προς αυτόν.
Έχω την εντύπωση πως το έχω ξαναπεί αλλά αν σε όλους αυτούς τους πολιτικούς που «κόπτονται» για το καλό της Ελλάδας και των Ελλήνων και προσπαθούν να μας σώσουν, αν σε όλους αυτούς κοβόταν ο μισθός τους στα 380 ευρώ, θα είχαν το κουράγιο, την όρεξη και κυρίως τη θέληση να βοηθήσουν και να υποστηρίξουν;
Στοίχημα πως κανείς μα ΚΑΝΕΙΣ από δαύτους δεν θα ενδιαφερόταν και θα συνέχιζαν αυτό που ξέρουν να κάνουν πάρα πολύ καλά: Να εμπαίζουν και να κοροϊδεύουν τους εκάστοτε πελάτες τους .
Γιατί ζητάνε από τον απλό εργάτη, τον υπάλληλο και τον συνταξιούχο, όχι μόνο να αποδεχθεί το μισθό που ούτε αυτοί θα αποδέχονταν, αλλά του αφαιρούν καθημερινά κι άλλα κεκτημένα του; Γιατί να πληρώνουμε μόνο εμείς και όχι και αυτοί; Και κυρίως γιατί δεν επαναστατούμε;
Μερικές φορές κάνω Ιστορικές αντιστοιχίες που επιβεβαιώνουν ότι η Ιστορία επαναλαμβάνεται είτε ως τραγωδία είτε ως κωμωδία: Διάφοροι περιηγητές στην προ επανάστασης του 1821 Ελλάδα, κατέγραφαν τα δεινά του απλού λαού, που σε μια χώρα αφθονίας αυτοί λιμοκτονούσαν και δούλευαν μόνο για τους κοτζαμπάσηδες, τους παπάδες και τους Τούρκους. Αναρωτιέμαι ποια η διαφορά σήμερα που δουλεύουμε για να πλουτίζει η Εκκλησία, οι τράπεζες και οι Γερμανοί!
Δεν θα πω, πως εκείνη η Επανάσταση υπήρξε αμιγώς τίμια χωρίς άλλα κίνητρα και υποκινούμενη από καθαρούς Έλληνες χωρίς τη νουθεσία ξένων συμφερόντων. Αλλά ακόμα κι έτσι, ας πούμε ότι κατάφεραν να κερδίσουν την ελευθερία τους και την όποια εθνική κυριαρχία και ανεξαρτησία τους. Με λάθος βάσεις φυσικά που μας ταλαιπωρούν μέχρι τώρα.
Όταν ένας λαός βασίζεται πάντα στη «μεγαλοψυχία των ξένων», όσο γοητευτική κι αν ακούγεται αυτή η ατάκα του Τένεσι Ουίλιαμς δια στόματος Μπλανς Ντυπουά, στο «Λεωφορείον ο Πόθος», οδήγησε στην καταστροφή της εν λόγω ηρωίδας ή και στη λύτρωσή της, κατά πολλούς, αν θεωρηθεί λύτρωση, βέβαια, ο αιώνιος εγκλωβισμός της, και όχι η φυσική αυτοτιμωρία της.
Αυτή η πραγματικότητα όμως ποτέ δε μαθαίνει ούτε από το παρελθόν ούτε από τα μεγάλα Έργα. Αυτή η ανθρωπότητα νομίζει ότι κάθε μέρα δημιουργεί ένα νέο παρόν, διάφορο και ξεχωριστό από το παρελθόν της για ένα πολλά υποσχόμενο μέλλον. Γιατί αυτό το τριμερές σχήμα (παρελθόν - παρόν - μέλλον) με κάνει πάλι να σκεφτώ ένα μεγάλο επίσης Έργο, τον «Ερωτόκριτο» του Β. Κορνάρου: Του κύκλου τα γυρίσματα π' ανεβοκατεβαίνου/και του τροχού π' ώρες ψηλά και ώρες στα βάθη πηαίνου/Με του καιρού τ' αλλάματα που αναπαημό δεν έχου/μα στο καλό και εις το κακό περιπατούν και τρέχου.
Δικό σας…
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου