Δευτέρα 9 Μαΐου 2016

Ο πολιτικός χρόνος της «αριστερής παρένθεσης»

Ο πολιτικός χρόνος της «αριστερής παρένθεσης»

Του Γιώργου Αγγελόπουλου*
Η αξιολόγηση δεν θα κλείσει στο επερχόμενο Eurogroup και δύσκολα θα ολοκληρωθεί. Αν η κυβέρνηση ήθελε να κλείσει άμεσα η αξιολόγηση, απλά θα δεχόταν πριν από εβδομάδες έναν κάποιο συμβιβασμό. Οι δηλώσεις τού τύπου «αν φτάσουμε Μάιο, καήκαμε» είχαν τη σκοπιμότητά τους. Έχουν άλλωστε ήδη παράξει κάποια από τα επιδιωκόμενα αποτελέσματα. Μόλις η κυβέρνηση εκτιμήσει ότι τα αποτελέσματα αυτά έχουν μεγιστοποιηθεί, θα κλείσει η αξιολόγηση.
Στο ενδιάμεσο χρονικό διάστημα οι ιδιωτικοί τηλεοπτικοί σταθμοί θα πιέζουν να μην προχωρήσει ο διεθνής διαγωνισμός για τις τηλεοπτικές άδειες, ο Βασίλης Λεβέντης θα εκλιπαρεί για μερίδιο στην εξουσία, ο Κυριάκος Μητσοτάκης θα ζητά εκλογές, ο Σταύρος Θεοδωράκης θα περιφέρεται σε διαδοχικές συναντήσεις με στελέχη της Ν.Δ. και του ΠΑΣΟΚ, η Φώφη Γεννηματά θα προσπαθεί να κρύψει το πεπρωμένο του ΠΑΣΟΚ και οι χρυσαυγίτες θα παρουσιάζονται ως αγανακτισμένοι πολίτες μπροστά στις κάμερες. Το κράτος θα πληρώνει ασθμαίνοντας μισθούς και συντάξεις και η οικονομία θα αναζητά την πολυπόθητη εκκίνηση μιας θετικής πορείας. Το εν λόγω πλαίσιο είναι η δομική συνθήκη του πολιτικού χρόνου αυτής της κυβέρνησης. Μιας συνθήκης που διαμορφώνεται από εξωτερικούς και εσωτερικούς παράγοντες.

Οι εξωτερικοί παράγοντες αφορούν το καθεστώς πολιτικής ομηρείας που επιβάλλουν οι μνημονιακές δεσμεύσεις και η εμμονή των συντηρητικών ευρωπαϊκών δυνάμεων να ευτελίσουν πλήρως την κυβέρνηση της Αριστεράς. Σύμφωνα με το πρωτόκολλο δράσεων που χρησιμοποιούν, δεν πρέπει να δίνεται χρόνος σε μια κυβέρνηση να παράγει έργο. Διαδοχικές κρίσεις (π.χ. οι «αξιολογήσεις») πρέπει συνεχώς να ευνουχίζουν τη διακυβέρνηση, να οδηγούν σε κόπωση τα κυβερνητικά στελέχη και σε εξάντληση τις παραγωγικές δυνάμεις της οικονομίας. Στην περίπτωση της Ελλάδας, τα ευρωπαϊκά ιερατεία εκτιμούν ότι ο ευτελισμός δεν πρέπει να αφορά μόνο τον στενό πυρήνα της πολιτικά οργανωμένης Αριστεράς, αλλά τη συντριπτική πλειοψηφία του πληθυσμού στον βαθμό που και αυτή αμφισβήτησε το νεοφιλελεύθερο δόγμα της λιτότητας.

Οι εσωτερικοί παράγοντες που συνδιαμορφώνουν τον πολιτικό χρόνο της κυβέρνησης είναι το «βαθύ κράτος» και η στρατηγική επιδίωξης συναίνεσης σε όλο και περισσότερα πεδία του πολιτικού. Με τον όρο «βαθύ κράτος» αναφέρομαι σε δομές του κρατικού μηχανισμού που συγκροτήθηκαν τις προηγούμενες δεκαετίες και τελούν σε προνομιακές σχέσεις με συγκεκριμένα συγκροτήματα του Τύπου και χρηματοπιστωτικά ιδρύματα. Κάθε καθυστέρηση στις αξιολογήσεις των πιστωτών γίνεται κατανοητή από αυτές τις δομές ως το τέλος της «αριστερής παρένθεσης». Το γεγονός ότι πολλαπλά ανάλογα σαλπίσματα τέλους αποδείχθηκαν φρούδες ελπίδες δεν επηρεάζουν το «βαθύ κράτος». Τουναντίον, καθιστούν την αναμονή πτώσης της κυβέρνησης πιο βασανιστική, ενισχύουν την επιθυμία για τον χαμένο παράδεισο των ημερών του ΠΑΣΟΚ - Ν.Δ. και επιβάλλουν την επιπλέον συστηματική υπονόμευση του κυβερνητικού έργου. Μια υπονόμευση που, δυστυχώς, επιτείνεται από την επιδίωξη ορισμένων που στελεχώνουν τον κρατικό μηχανισμό για συναινετικές πολιτικές σε κρίσιμα πολιτικά πεδία. Η συναίνεση είναι μία από τις οδούς που οδηγούν στη συγκρότηση πολιτικών που επιβιώνουν μακροχρόνια. Υπάρχουν όμως πεδία όπου η επιδίωξη της συναίνεσης οδηγεί σε αδράνεια και αδυναμία παρέμβασης. Η υιοθέτηση πολιτικών που συγκρουσιακά αποδομούν δομικές παθογένειες εντέλει παράγει θετικά αποτελέσματα που διαρκούν περισσότερο στον χρόνο. Η επιδίωξη της πάση θυσία συναίνεσης συχνά οδηγεί σε παλινδρομήσεις του πολιτικού χρόνου τής αριστερής κυβέρνησης.

Η απουσία τεχνογνωσίας διακυβέρνησης εκ μέρους της Αριστεράς επιτείνει το βάρος τόσο των εξωτερικών όσο και των εσωτερικών παραγόντων που διαμορφώνουν τον πολιτικό χρόνο της κυβερνητικής διαδικασίας. Τα κυβερνητικά στελέχη πρέπει να έχουν υπόψη τους ότι δεν θα υπάρξει ποτέ η ιδανική στιγμή που «θα πάρουν ανάσα» και αμέριμνα θα ασκήσουν πολιτική. Δεν θα υπάρξει ποτέ χρόνος να ασχοληθούν με τα καθημερινά προβλήματα του πολίτη, απελευθερωμένοι από τις μεγάλες πολιτικές και δημοσιονομικές δυσχέρειες. Τουναντίον, κάθε επιπλέον ακύρωση των σεναρίων περί «αριστερής παρένθεσης» θα επιφέρει περισσότερη αντίδραση από το εξωτερικό και το εσωτερικό. Υπό αυτή την έννοια, η κάθε μέρα είναι «η πιο μεγάλη ώρα» του πολιτικού τους χρόνου. Η βελτίωση των όρων διαπραγμάτευσης στα μεγάλα πολιτικά προβλήματα προϋποθέτει την ενίσχυση της κυβέρνησης ώστε να αντέξει την ολοένα αυξανόμενη πίεση. Η ενίσχυση όμως αυτή γίνεται μόνο μέσω των καθημερινών πολιτικών ρήξεων σε ζητήματα που αφορούν τους πολίτες.
* Ο Γιώργος Αγγελόπουλος διδάσκει στο ΑΠΘ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου