Οι δύο κατηγορούμενοι (ο ένας εν ενεργεία αστυνομικός και ο άλλος
ειδικός φρουρός που έχει αποχωρήσει μετά την ολοκλήρωση της 5ετους
θητείας) ήταν οι μόνοι που παραπέμφθηκαν από μια ομάδα αστυνομικών, που
(όπως αποδείχθηκε κατά τη διάρκεια της ακροαματικής διαδικασίας)
εισέβαλαν σε σπίτια, που έμεναν Αφγανοί πρόσφυγες και κακοποιούσαν τους ενοίκους για να τους αποσπάσουν πληροφορίες για κάποιο συμπατριώτη τους. Σε δύο περιπτώσεις, σύμφωνα με το κατηγορητήριο, οι δράστες
οδήγησαν τα θύματά τους στο υπόγειο γκαράζ του ΑΤ Αγ. Παντελεήμονα
και τους υπέβαλαν σε βασανιστήρια, μεταξύ των οποίων στον γνωστό
φάλαγγα, όπως πρόκυπτε από τις καταθέσεις των θυμάτων και όπως δέχθηκε
και το παραπεμπτικό βούλευμα. Κατά το βούλευμα, οι δύο αστυνομικοί
παραπέμφθηκαν ως προς τα δυο αυτά άτομα για κακουργηματική και
διακεκριμένη μορφή βασανιστηρίων αντίστοιχα και επιπλέον για απρόκλητες
σωματικές βλάβες σε βάρος άλλων 11 προσφύγων, ανηλίκων στην πλειοψηφία
τους.
Όπως υπενθυμίζει σε ανακοίνωσή του το Ελληνικό Συμβούλιο για τους Πρόσφυγες,
τα γεγονότα αυτά έλαβαν χώρα το Δεκέμβριο 2004. Τα θύματα, μεταξύ των
οποίων και πολλοί ανήλικοι, απευθύνθηκαν σε μη Κυβερνητικές Οργανώσεις
και συλλογικότητες που δραστηριοποιούνται στον τομέα της προστασίας
προσφύγων και μεταναστών, για να καταγγείλουν τις επιδρομές και την
κακοποίηση τους και να ζητήσουν προστασία από την ακραία αστυνομική
βία. Ακολούθησε άμεση κινητοποίηση των εν λόγω οργανώσεων και
συλλογικοτήτων, στο πλαίσιο της οποίας καταγράφηκαν οι παραβιάσεις και
διαπιστώθηκαν, από εξειδικευμένο προσωπικό του Ιατρικού Κέντρου
Αποκατάστασης Βασανιστηρίων, τα καταγγελλόμενα βασανιστήρια και η
απάνθρωπη και εξευτελιστική μεταχείριση που υπέστησαν τα θύματα.
Η σημασία της υπόθεσης ήταν ιδιαίτερη, τονίζει το Ελληνικό Συμβούλιο για τους Πρόσφυγες, καθώς
είναι εντελώς σπάνιες οι περιπτώσεις παραπομπής αστυνομικών οργάνων με τη διάταξη του Ποινικού Κώδικα που τιμωρεί ως κακούργημα τα βασανιστήρια.
Κατά τη διάρκεια των 7 συνεδριάσεων που διήρκεσε η δίκη κατέθεσαν 5 από
τους 13 Αφγανούς θύματα κακοποιήσεων, ενώ οι υπόλοιποι έχουν ήδη
καταφύγει σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες αναζητώντας εκεί προστασία. Η
Εισαγγελέας πρότεινε τη μετατροπή της κατηγορίας από την κακουργηματική
διάταξη του 137Α 1 και 2 (Βασανιστήρια και διακεκριμένη περίπτωση) στην
πλημμεληματική του ίδιου άρθρου (137 Α παρ. 3).
Το Δικαστήριο ακολουθώντας την πρόταση της Εισαγγελέως καταδίκασε τους δύο κατηγορούμενους με την
πλημεληματική διάταξη
του άρθρου 137Α παρ.3 για αδικήματα σωματικών κακώσεων και βλαβών, που
συνιστούν προσβολή ανθρώπινης αξιοπρέπειας, σε βάρος των 2 ως άνω
προσφύγων και για απρόκλητες σωματικές βλάβες σε βάρος άλλων 5 από τους
11 (τις πέντε περιπτώσεις που τα θύματα αναγνώρισαν τον δράστη) και
επέβαλε στη μεν πρώτη περίπτωση την ποινή των 30 μηνών για καθένα από
τους 2 παθόντες σε καθέναν από τους κατηγορουμένους και την ποινή των 10
μηνών για κάθε μία απρόκλητη σωματική βλάβη και συνολικά κατά
συγχώνευση στον πρώτο των κατηγορουμένων την ποινή των 5 ετών και στον
δεύτερο την ποινή των 5 ετών και 5 μηνών. Το Δικαστήριο επίσης επέβαλε
στους κατηγορουμένους την παρεπόμενη ποινή της στέρησης των πολιτικών
δικαιωμάτων τους για μία 5ετία και την ανικανότητα απόκτησης δημόσιων
και δημοτικών αξιωμάτων και θέσεων για μία 10ετία (άρθρο 137Γ ΠΚ).
Οι δυο κατηγορούμενοι αφέθηκαν ελεύθεροι
αφού τους χορηγήθηκε ανασταλτικό αποτέλεσμα λόγω της έφεσης, ενώ το Δικαστήριο είχε ήδη μετατρέψει την ποινή (σε χρηματική).
Το Δικαστήριο με την απόφαση αυτή για μια ακόμη φορά δεν τόλμησε να
προχωρήσει στην τιμωρία των ενόχων με την κακουργηματική διάταξη του
άρθρου 137Α παρ. 1 και 2 για βασανιστήρια, όπως κατηγορούνταν. «
Τα
περιστατικά αστυνομικής βίας ιδιαιτέρως εις βάρος προσφύγων και
μεταναστών, συνεχίζουν αμείωτα και μετά το 2004. Μόνο ένας μικρός
αριθμός από αυτά φθάνει στα γραφεία των υποστηρικτικών οργανώσεων και
ένας ακόμη μικρότερος αριθμός καταλήγει στις αίθουσες των Δικαστηρίων.
Τούτο δε με μηδενική προστασία των θυμάτων, με τεράστιες καθυστερήσεις,
με απώλεια βασικών αποδεικτικών στοιχείων και με τα θύματα απόντα, αφού
στις περισσότερες περιπτώσεις εγκαταλείπουν την Ελλάδα πριν την εκδίκαση
της υπόθεσης. Και η υπόθεση αυτή έφθασε τελικά για πρώτη φορά στο
ακροατήριο επτά χρόνια μετά τα γεγονότα. Στις 14.12.2012 η πολύκροτη
αυτή υπόθεση θα υποκύψει και αυτή σε παραγραφή, επιβεβαιώνοντας για
ακόμη μια φορά το καθεστώς ατιμωρησίας των ενόχων, όταν αυτοί έχουν το
προνόμιο να ανήκουν στις τάξεις της αστυνομίας», σχολιάζει το Ελληνικό Συμβούλιο για τους Πρόσφυγες.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου