Θα αντέξεις,
του Γιάννη Γερμανού
Θα αντέξεις. Οι μέρες θα κυλήσουν. Κάποιος δικός σου θα εισαχθεί μια μέρα στο νοσοκομείο, όπου θα διαπιστώσεις πανικόβλητος ότι δεν υπάρχουν πια ούτε γάζες ούτε τα απαραίτητα σκευάσματα, και το επόμενο πρωί θα του φέρουν για πρωινό μια (!) φρυγανιά (!) σκέτη (!), χωρίς καν βούτυρο, ξερή. Καταλαβαίνεις; Θα τα σπάσω όλα, σκέφτεσαι και ανάβει το φιτίλι μέσα σου, είναι άρρωστοι, γαμώ την ανάπτυξή μας μέσα, είναι ανήμποροι, υποβάλλονται σε χημειοθεραπεία, ζουν με τον θάνατο στο πλάι τους νύχτα - μέρα, τι σκατά χώρα ευρωπαϊκή, τι αξιοπρέπεια, καλύτερα να πεινάσουμε όλοι προκειμένου αυτοί ν’ αντέξουν. Ανήμποροι; Όχι βέβαια, αντιθέτως, σηκώνουν στις πλάτες τους όλους εμάς – δίνουν μια υπεράνθρωπη μάχη και, μάντεψε, αυτοί επιτυγχάνουν στ’ αλήθεια ένα σπουδαίο αθόρυβο success story. Αντέχουν. Εγώ, με τα δήθεν προβλήματα, δε θα αντέξω;
Θα βγεις μετά απ’ την πτέρυγα, έξω θα καίει ο Αύγουστος, και σωριασμένος στον καναπέ του χώρου των ανοσοκατασταλμένων ασθενών βρίσκεται ένας άστεγος, μάλλον τοξικομανής. Ποιος ξέρει πώς έφτασε στον δέκατο όροφο του νοσοκομείου, όπου το παραμικρό μικρόβιο ίσως αποβεί μοιραίο για τους νοσηλευόμενους δίπλα, αλλά τι φταίει ο άνθρωπος, βοήθεια χρειάζεται… όχι εδώ, όμως, αυτό είναι εγκληματικό, είσαι έτοιμος να πας στη διοίκηση του νοσοκομείου – αν δεν κάνετε τη δουλειά σας, θα γίνει πανικός εδώ μέσα, θες να τους πεις και θα το εννοείς –, είσαι έτοιμος να πάρεις τηλέφωνο έναν έντιμο δημοσιογράφο και έναν αξιόπιστο εισαγγελέα που ξέρεις ότι θα σε ακούσουν, αλλά τελικά θα γυρίσεις απλώς πλάτη στο κορμί του καναπέ, γιατί ακόμη κι αν το κάνεις, μόνο ο κακόμοιρος, ο αβοήθητος αυτός άνθρωπος θα την πληρώσει, ο μόνος που δε φταίει δηλαδή. Θα αντέξεις να μην πεις τίποτα, και η βόμβα που ήσουν έτοιμος να πυροδοτήσεις, θα μετατραπεί απλώς σε μια ελεγχόμενη έκρηξη εντός σου.
Τι μένει να γραφεί, τι νέο να εισφέρει κανείς πλέον; Το ελληνικό φως του Αυγούστου. Μια θερμή αγκαλιά, όχι μια απλή χειραψία. Ένα ουζάκι στην υγειά ενός αγαπημένου προσώπου, η μαγεία της θάλασσας όταν ξανοίγεσαι στα βαθιά, η αρμύρα στο δέρμα που ψήνει τις πληγές, το ήρεμο χαμόγελο ενός αγνώστου, το κύμα που σκάει κάτω απ’ το μπαλκόνι. Η ανεκτίμητη αίσθηση της πληρότητας, η γλυκιά πλάνη ότι -έστω στιγμιαία- όλα τα μπορείς, η λυτρωτική συνείδηση που σε χτυπά αίφνης: εσύ, κόκκος της άμμου, είσαι όντως ένα με το όλον. Η απεραντοσύνη κάποιου πελάγους και το μεγαλείο μιας ολάνθιστης φύσης που επαναπροσδιορίζουν τα πάντα στο προσήκον μέτρο, τα ξεγυμνώνουν, ώστε να σου φανερωθούν εφήμερα και, εν τέλει, ασήμαντα.
Ναι, θα αντέξεις. Θα πάρεις τον ηλεκτρικό από Ομόνοια για το σπίτι και θα πλαντάξεις. Θα δυσανασχετήσεις με την κατάντια, μπορεί να αντιδράσεις, να απογοητευτείς τόσο, που ύστερα θα σου κοπεί μαχαίρι η όρεξη για οτιδήποτε. Αλλά θα αντέξεις. Θα ΄ναι βράδυ και θα πάρεις στα χέρια το χειριστήριο να δεις τι παίζει η τηλεόραση. ΕΤ1, ΝΕΤ, ΕΤ3, Βουλή ή ΑLTER – πηχτό σκοτάδι ή πρόχειρα φτιαγμένες κάρτες. Μετά, ξέρεις, αντιμέτωπος πάλι μ’ αυτά που σε μεγάλωσαν. Θα δεις καλεσμένους στα κανάλια να ανακυκλώνονται διαρκώς και δε θα δεις ποτέ τους ήρωές σου να μετέχουν σε πάνελ, καμιά τηλεοπτική Ανατροπή: να καταθέτει την άποψή του, ας πούμε, στο παράθυρο μεγάλου καναλιού ο προσφάτως απολυμένος με τα μικρά παιδιά του να πειράζουν το μικρόφωνο, ο γέροντας που στέκεται στην ουρά για να εισπράξει κάτι ψιλά -ψιλότερα από ποτέ-, ο βαριά ασθενής που χρειάζεται πέντε σφραγίδες για να του εγκρίνουν ένα και μόνο φάρμακο.
Στην οθόνη του υπολογιστή ο ξενώνας του νησιού διαλαλεί τις χάρες του – ΖΗΣΤΕ ΑΞΕΧΑΣΤΕΣ ΣΤΙΓΜΕΣ και ΟΙ ΔΙΑΚΟΠΕΣ ΠΟΥ ΟΝΕΙΡΕΥΕΣΤΕ. Στη φωτογραφία του φόντου, μπροστά στο αχανές γαλάζιο του πελάγους (που όσος καιρός και να περάσει θα σου ψιθυρίζει πάντα λέξεις με βαρύ φορτίο), ένας ανεμόμυλος ορθώνεται αγέρωχος στην άκρη της πλαγιάς. Μπορείς να φανταστείς τη ρόδα του αεικίνητη στο ζωηρό μελτέμι. Μια ρήση από παλιά: «Ο άνθρωπος που νιώθει τη δύναμη του ανέμου δε χτίζει ανεμοφράκτες, χτίζει ανεμόμυλους»…
Όμως, θα αντέξεις. Θα φτύνουν πάνω σου την κοροϊδία μιας δήθεν μεταπολίτευσης, θα σε υποτιμούν συστηματικά προς ίδιον όφελος, θα σε πετούν στα νύχια κάποιων μειρακίων που πήραν δυο πτυχία και ορίζουν τώρα τις τύχες εκατομμυρίων. Κι αφού παίξουν simulator προσομοιώνοντας τη διπλωματική τους εργασία στον αμαρτωλό βαλκανικό νότο, θα ομολογήσουν μετά «ΟΚ, σόρυ, κάναμε λάθος», θα μετακινηθούν σε άλλον μαρτυρικό τόπο και δε θα τους ξαναδείς. Θα αντέξεις όμως, να σε κοιτούν υπό γωνία με σπαστά χαμόγελα και να σε παρηγορούν με χτυπήματα στην πλάτη. Θα νιώσεις πάλι ένοχος που κάποιοι διαμόρφωσαν μια κόλαση για τη γενιά σου, όχι αυτή που ζεις, όχι, αλλά αυτή που θα ζήσεις στο βάθος του χρόνου. Φίλε μου, είναι σισύφεια η προσπάθειά σου να το παλέψεις. Δεν υπάρχει σωτηρία.
Βρίσκεσαι σ’ έναν τόπο εύφορο, στο κεφάλι σου λάμπει ο ήλιος και στα πόδια σου απλώνεται το πέλαγος. Είμαστε εδώ, κι αυτό δεν είναι λίγο. Μια καταστροφή δε θ’ αλλάξει τη ροή των πραγμάτων. Μια κρίση που σκιάζει επί του παρόντος τη ζωή μας είναι απλώς μια δοκιμασία στο ταξιδάκι αυτό των ελάχιστων στιγμών. Πέρα από τα δεινά, πέρα από τα χαράτσια, τα μέτρα και τις δόσεις, δες τι εικόνα συνδιαμορφώνει η μικροσκοπική σου ψηφίδα στο πανανθρώπινο μωσαϊκό. Δες την πραγματικότητα – η ασθμαίνουσα καθημερινότητά σου είναι απλώς κοινή ανθρώπινη μοίρα. Όλοι πονάμε κι όλοι πάσχουμε, όλους μας ξεριζώνουν οι ριπές του ανέμου, όλοι μας φυλλαράκια πάνω στα κλαδιά ενός προαιώνιου δέντρου. Πρόσεξε τα αόρατα ή απλώς καλυμμένα σημάδια του καθενός μας, όχι στο σώμα αλλά στα μάτια, δες γυμνή την αλήθεια της ύπαρξης.
Είναι Αύγουστος. Πριν επιστρέψεις το φθινόπωρο, πριν βυθιστείς ξανά στο άγριο άγχος της επιβίωσης, στο φόντο της οθόνης του μυαλού κράτα τον ανεμόμυλο στην άκρη του λόφου. Στην πραγματικότητα, δεν υπάρχουν αδιέξοδα. Τώρα, στο αυγουστιάτικο μελτέμι, χτίσε ανεμόμυλους και θα παραχθεί ενέργεια – μια δύναμη κινητήρια για να δαμάσεις κάθε βία. Αρκεί να μη λυγίσεις, αρκεί
Να αντέξεις.
Να αντέξεις.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου