Κι αν έχει δίκιο ο Λαφαζάνης;
Του Χρήστου Λάσκου
Ο τίτλος του άρθρου είναι η ερωτηματική μετάθεση του τίτλου ενός άλλου άρθρου. Αυτού που δημοσίευσε το «Πρώτο Θέμα» (!) με την υπογραφή του Σπύρου Γκουτζάνη και το οποίο με παρρησία υποστηρίζει: ΦΥΣΙΚΑ ΚΑΙ ΕΧΕΙ ΔΙΚΙΟ Ο ΛΑΦΑΖΑΝΗΣ.
Από το «Πρώτο Θέμα», λοιπόν, μαθαίνουμε για το φυσικό δίκιο του Λαφαζάνη. Το εκπληκτικό, ωστόσο, δεν είναι αυτό. Το εκπληκτικό είναι πως πληροφορηθήκαμε το γεγονός από την Ίσκρα, η οποία αναδημοσίευσε το κείμενο του «Πρώτου Θέματος» ως εάν αποτελούσε ενίσχυση της άποψης που η ίδια η Ίσκρα υποστηρίζει. Ως εάν, δηλαδή, ένα δημοσίευμα στη φυλλάδα του Αναστασιάδη βοηθούσε τον αγώνα τον καλό των συντρόφων που στρατεύονται στη μειοψηφία του ΣΥΡΙΖΑ.
Άβυσσος η ψυχή της ιστοσελίδας!
Τέλος πάντων. Θεωρώντας πως το άρθρο δεν γράφτηκε στη φυλλάδα και αναγκασμένος να αποδεχτώ πως, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, το περιεχόμενό του εκφράζει κάτι ουσιώδες για τους διαχειριστές της ιστοσελίδας, θα επιχειρήσω να αντιμετωπίσω το ερώτημα που έθεσα στον τίτλο.
Μήπως έχει δίκιο ο Λαφαζάνης; Σε τι, όμως; Μα, στο ζήτημα, όπως γράφει ο Γκουτζάνης, πως ο ΣΥΡΙΖΑ «είναι υποχρεωμένος να προετοιμαστεί για την ρήξη [όσο κι αν] φυσικά και θέλει και θα προσπαθήσει να μείνει η χώρα στην ΕΕ».
Μόνο που αυτό δεν το λέει ο Λαφαζάνης, αλλά ο ΣΥΡΙΖΑ ολούθε. Πάμπολλες φορές τα επίσημα κείμενα του ΣΥΡΙΖΑ –συνεδρίων, συνδιασκέψεων και οργάνων- έχουν με το σαφέστερο τρόπο τοποθετηθεί σχετικά. Ακριβώς επειδή η ρήξη και η ριζική ανατροπή σε τοπικό και ευρωπαϊκό επίπεδο είναι αυτό που επιδιώκει η ριζοσπαστική Αριστερά, άλλωστε, σε κάθε ευκαιρία σημειώνεται πως «δεσμευόμαστε πως θα αντιμετωπίσουμε το ενδεχόμενο […] απειλών και εκβιασμών με όλα ανεξαιρέτως τα όπλα που μπορούμε να επιστρατεύσουμε, ενώ είμαστε ήδη έτοιμοι να αναμετρηθούμε και με τη χειρότερη έκβαση». Γιατί, «όπως ήθελε να συμπυκνώσει το σύνθημα «καμιά θυσία για το ευρώ», απόλυτη προτεραιότητα για μας είναι η αποτροπή της ανθρωπιστικής κρίσης και η ικανοποίηση των κοινωνικών αναγκών και όχι η υπαγωγή σε υποχρεώσεις που ανέλαβαν άλλοι…».
Με δυό λόγια: Καμιά θυσία για το ευρώ. Αλλά και καμιά αυταπάτη για τη δραχμή.
Σε αυτές τις λίγες λέξεις συνοψίζεται η θέση του ΣΥΡΙΖΑ περί τα σχετικά ζητήματα.
Επιπλέον, ακριβώς, επειδή η κεντρική γραμμή του αντιλαμβάνεται πόσο μεγάλη θα είναι η πολιτική και κοινωνική σύγκρουση στην οποία οδηγούμαστε επιχειρεί να προετοιμαστεί για τους πραγματικούς κινδύνους που θα προκύψουν. Και ξέρει πως όλα θα κριθούν στο πολιτικό επίπεδο. Θέλω να πω, αυτό που θα καθορίσει την έκβαση της μεγάλης ρήξης, που είναι δεδομένη και πέρα από προθέσεις ακόμη, θα είναι όχι οι τεχνικές και προγραμματικές λεπτομέρειες, αλλά ο συσχετισμός των δυνάμεων.
Είναι προφανές πως για ένα κόμμα που ευαγγελίζεται την ανατροπή σε Ελλάδα και Ευρώπη ο συσχετισμός δεν μπορεί παρά να καθοριστεί κατεξοχήν από την ενεργό συμπαράταξη και αλληλεγγύη των εργαζομένων σε Ελλάδα και Ευρώπη.
Και το «δίκιο» του καθενός μας σε αυτό το πεδίο θα κριθεί. Ριζοσπαστική είναι η στρατηγική που ενώνει τον κόσμο της εργασίας στη ευρύτατη δυνατή έκταση στην περίοδο της μεγαλύτερης, ίσως, συστημικής κρίσης στην ιστορία του καπιταλισμού και μαζί του διατροφικού, ενεργειακού και κλιματικού αδιεξόδου σε πλανητική κλίμακα.
Και η πρόταξη της «εξόδου» δεν το κάνει αυτό. Δεν ενώνει. Η πρόταξη του νομισματικού είναι προβληματική γιατί αδυνατεί να προτείνει στις επιμέρους αριστερές δυνάμεις της Ευρώπης οποιαδήποτε κοινή στρατηγική παρέμβασης στα κοινά προβλήματα των εργαζόμενων της Ευρώπης και, ιδίως, των εργατικών τάξεων της Νότιας Ευρώπης.
Η επιμονή στο εθνικό νόμισμα ως αναγκαίας προϋπόθεσης της πολιτικής ανατροπής είναι έωλη στο μέτρο που δεν δημιουργεί κανενός είδους ουσιώδεις διαχωριστικές. Την προσφυγή σε εθνικό νόμισμα υποστηρίζουν πολιτικές δυνάμεις, που περιλαμβάνουν από δεξιούς γερμανούς εργοδότες, αριστερούς διαφόρων ειδών, κεντρώους γάλλους «ρεπουμπλικανούς» μέχρι και πατεντάτους ακροδεξιούς.
Πράγμα που ισχύει, βεβαίως, και για τους υποστηρικτές της νομισματικής ενοποίησης. Το θέμα, συνεπώς, αναμφισβήτητα δε διαμορφώνει τις ταξικές και πολιτικές γραμμές μιας αριστερής παρέμβασης. Το πραγματικό διακύβευμα, που συνθηματοποιείται ως «την κρίση να πληρώσουν οι πλούσιοι», αντίθετα, είναι το κομβικό σημείο αναφοράς οποιασδήποτε πραγματικά συγκρουσιακής και ανατρεπτικής Αριστεράς. Ως προς αυτό, οι πολιτικές οικογένειες της Ευρώπης και ολόκληρου του κόσμου ομογενοποιούνται εσωτερικά με τον πιο σκληρό και ανελαστικό τρόπο. Εδώ, το «ή εμείς ή αυτοί» δεν χωράει την παραμικρή εξαίρεση: η πολιτική διαχωριστική δεν είναι γραμμή, αλλά άβυσσος.
Εδώ, λοιπόν, βρίσκεται η πραγματική διαφορά των απόψεων.
Και η γνώμη μου είναι πως δεν έχει καθόλου δίκιο ο Λαφαζάνης. Αντίθετα, η προχθεσινή επίσκεψη του Αλέξη Τσίπρα στις Βρυξέλλες και τα καλά κουράγια προς τον Όλι Ρεν, νομίζω, δείχνουν το δρόμο που είναι αποφασισμένος να πορευτεί ο ΣΥΡΙΖΑ. Με βασική έγνοια τη στάση όλων των εργαζομένων στην Ευρώπη και τον κόσμο, που εξαρτάται καθοριστικά από το «ποιος θα έχει δίκιο» στα παραπάνω θέματα.
Περί αυτού, λοιπόν, πρόκειται. Και αυτό δεν πρέπει να θολώνει από το γεγονός πως πράγματι στη TV συχνά οι εκπρόσωποι του ΣΥΡΙΖΑ δεν τα καταφέρνουν και πολύ καλά στο να εκφράζουν αυτά που το κόμμα υπερασπίζεται. Γιατί αυτή η αρρώστια είναι απολύτως διατασική και, πολύ φοβάμαι, δεν επιδέχεται ίαση.
Άβυσσος η ψυχή της ιστοσελίδας!
Τέλος πάντων. Θεωρώντας πως το άρθρο δεν γράφτηκε στη φυλλάδα και αναγκασμένος να αποδεχτώ πως, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, το περιεχόμενό του εκφράζει κάτι ουσιώδες για τους διαχειριστές της ιστοσελίδας, θα επιχειρήσω να αντιμετωπίσω το ερώτημα που έθεσα στον τίτλο.
Μήπως έχει δίκιο ο Λαφαζάνης; Σε τι, όμως; Μα, στο ζήτημα, όπως γράφει ο Γκουτζάνης, πως ο ΣΥΡΙΖΑ «είναι υποχρεωμένος να προετοιμαστεί για την ρήξη [όσο κι αν] φυσικά και θέλει και θα προσπαθήσει να μείνει η χώρα στην ΕΕ».
Μόνο που αυτό δεν το λέει ο Λαφαζάνης, αλλά ο ΣΥΡΙΖΑ ολούθε. Πάμπολλες φορές τα επίσημα κείμενα του ΣΥΡΙΖΑ –συνεδρίων, συνδιασκέψεων και οργάνων- έχουν με το σαφέστερο τρόπο τοποθετηθεί σχετικά. Ακριβώς επειδή η ρήξη και η ριζική ανατροπή σε τοπικό και ευρωπαϊκό επίπεδο είναι αυτό που επιδιώκει η ριζοσπαστική Αριστερά, άλλωστε, σε κάθε ευκαιρία σημειώνεται πως «δεσμευόμαστε πως θα αντιμετωπίσουμε το ενδεχόμενο […] απειλών και εκβιασμών με όλα ανεξαιρέτως τα όπλα που μπορούμε να επιστρατεύσουμε, ενώ είμαστε ήδη έτοιμοι να αναμετρηθούμε και με τη χειρότερη έκβαση». Γιατί, «όπως ήθελε να συμπυκνώσει το σύνθημα «καμιά θυσία για το ευρώ», απόλυτη προτεραιότητα για μας είναι η αποτροπή της ανθρωπιστικής κρίσης και η ικανοποίηση των κοινωνικών αναγκών και όχι η υπαγωγή σε υποχρεώσεις που ανέλαβαν άλλοι…».
Με δυό λόγια: Καμιά θυσία για το ευρώ. Αλλά και καμιά αυταπάτη για τη δραχμή.
Σε αυτές τις λίγες λέξεις συνοψίζεται η θέση του ΣΥΡΙΖΑ περί τα σχετικά ζητήματα.
Επιπλέον, ακριβώς, επειδή η κεντρική γραμμή του αντιλαμβάνεται πόσο μεγάλη θα είναι η πολιτική και κοινωνική σύγκρουση στην οποία οδηγούμαστε επιχειρεί να προετοιμαστεί για τους πραγματικούς κινδύνους που θα προκύψουν. Και ξέρει πως όλα θα κριθούν στο πολιτικό επίπεδο. Θέλω να πω, αυτό που θα καθορίσει την έκβαση της μεγάλης ρήξης, που είναι δεδομένη και πέρα από προθέσεις ακόμη, θα είναι όχι οι τεχνικές και προγραμματικές λεπτομέρειες, αλλά ο συσχετισμός των δυνάμεων.
Είναι προφανές πως για ένα κόμμα που ευαγγελίζεται την ανατροπή σε Ελλάδα και Ευρώπη ο συσχετισμός δεν μπορεί παρά να καθοριστεί κατεξοχήν από την ενεργό συμπαράταξη και αλληλεγγύη των εργαζομένων σε Ελλάδα και Ευρώπη.
Και το «δίκιο» του καθενός μας σε αυτό το πεδίο θα κριθεί. Ριζοσπαστική είναι η στρατηγική που ενώνει τον κόσμο της εργασίας στη ευρύτατη δυνατή έκταση στην περίοδο της μεγαλύτερης, ίσως, συστημικής κρίσης στην ιστορία του καπιταλισμού και μαζί του διατροφικού, ενεργειακού και κλιματικού αδιεξόδου σε πλανητική κλίμακα.
Και η πρόταξη της «εξόδου» δεν το κάνει αυτό. Δεν ενώνει. Η πρόταξη του νομισματικού είναι προβληματική γιατί αδυνατεί να προτείνει στις επιμέρους αριστερές δυνάμεις της Ευρώπης οποιαδήποτε κοινή στρατηγική παρέμβασης στα κοινά προβλήματα των εργαζόμενων της Ευρώπης και, ιδίως, των εργατικών τάξεων της Νότιας Ευρώπης.
Η επιμονή στο εθνικό νόμισμα ως αναγκαίας προϋπόθεσης της πολιτικής ανατροπής είναι έωλη στο μέτρο που δεν δημιουργεί κανενός είδους ουσιώδεις διαχωριστικές. Την προσφυγή σε εθνικό νόμισμα υποστηρίζουν πολιτικές δυνάμεις, που περιλαμβάνουν από δεξιούς γερμανούς εργοδότες, αριστερούς διαφόρων ειδών, κεντρώους γάλλους «ρεπουμπλικανούς» μέχρι και πατεντάτους ακροδεξιούς.
Πράγμα που ισχύει, βεβαίως, και για τους υποστηρικτές της νομισματικής ενοποίησης. Το θέμα, συνεπώς, αναμφισβήτητα δε διαμορφώνει τις ταξικές και πολιτικές γραμμές μιας αριστερής παρέμβασης. Το πραγματικό διακύβευμα, που συνθηματοποιείται ως «την κρίση να πληρώσουν οι πλούσιοι», αντίθετα, είναι το κομβικό σημείο αναφοράς οποιασδήποτε πραγματικά συγκρουσιακής και ανατρεπτικής Αριστεράς. Ως προς αυτό, οι πολιτικές οικογένειες της Ευρώπης και ολόκληρου του κόσμου ομογενοποιούνται εσωτερικά με τον πιο σκληρό και ανελαστικό τρόπο. Εδώ, το «ή εμείς ή αυτοί» δεν χωράει την παραμικρή εξαίρεση: η πολιτική διαχωριστική δεν είναι γραμμή, αλλά άβυσσος.
Εδώ, λοιπόν, βρίσκεται η πραγματική διαφορά των απόψεων.
Και η γνώμη μου είναι πως δεν έχει καθόλου δίκιο ο Λαφαζάνης. Αντίθετα, η προχθεσινή επίσκεψη του Αλέξη Τσίπρα στις Βρυξέλλες και τα καλά κουράγια προς τον Όλι Ρεν, νομίζω, δείχνουν το δρόμο που είναι αποφασισμένος να πορευτεί ο ΣΥΡΙΖΑ. Με βασική έγνοια τη στάση όλων των εργαζομένων στην Ευρώπη και τον κόσμο, που εξαρτάται καθοριστικά από το «ποιος θα έχει δίκιο» στα παραπάνω θέματα.
Περί αυτού, λοιπόν, πρόκειται. Και αυτό δεν πρέπει να θολώνει από το γεγονός πως πράγματι στη TV συχνά οι εκπρόσωποι του ΣΥΡΙΖΑ δεν τα καταφέρνουν και πολύ καλά στο να εκφράζουν αυτά που το κόμμα υπερασπίζεται. Γιατί αυτή η αρρώστια είναι απολύτως διατασική και, πολύ φοβάμαι, δεν επιδέχεται ίαση.
Πηγή: alterthess
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου